«Μεγάλος κερδισμένος από το Ελληνικό θα είναι η Ελλάδα»
- 10/11/2014, 14:00
- SHARE
Ο Οδυσσέας Αθανασίου με αποκλειστική του συνέντευξη στο Fortune δίνει απαντήσεις για τη μεγαλύτερη ιδιωτική επένδυση των τελευταίων χρόνων στην Ελλάδα.
Συνέντευξη στην Αναστασία Παρετζόγλου*
Ανέλαβε CEO της Lamda Development λίγο πριν ξεσπάσει η κρίση, τον Μάρτιο του 2009. Στην πενταετία που ακολούθησε, η εταιρεία είχε μια διαρκή ανοδική πορεία, αποτέλεσμα συγκεκριμένων στρατηγικών κινήσεων και πρωτοβουλιών. Οι συμφωνίες που κλείστηκαν από τον ίδιο και την ομάδα του, μεσούσης της κρίσης, εδραίωσαν τη θέση της Lamda στην αγορά του real estate. H εξαγορά το 2010 του υπόλοιπου 40% του Mediterranean Cosmos στη Θεσσαλονίκη, η οποία σηματοδότησε τον πλήρη έλεγχο της διαχείρισης του εμπορικού κέντρου, ενδυνάμωσε περαιτέρω τη θέση της εταιρείας στον κλάδο. Ακολουθεί η πρώτη αποκρατικοποίηση στην Ελλάδα, τον Οκτώβριο του 2012, με την επικύρωση της σύμβασης αγοραπωλησίας του πρώην Διεθνούς Κέντρου Ραδιοτηλεόρασης (IBC), όπου στεγάζεται το Golden Hall. Καίριες κινήσεις, που το 2013 εκτοξεύουν τη λειτουργική κερδοφορία (EBITDA) των τριών εμπορικών κέντρων The Mall Athens, Golden Hall και Mediterranean Cosmos σε επίπεδα υψηλότερα του 2009. Και ακολουθεί φέτος τον Μάρτιο το Ελληνικό, με τη Lamda να κρίνεται προτιμητέος επενδυτής.
Γιος νευρολόγου ψυχίατρου, ο Οδυσσέας Αθανασίου αποφασίζει στα 14 του χρόνια, βλέποντας σε τομή ένα πλαστικό κρανίο στο ιατρείο του πατέρα του, ότι δεν υπάρχει καμία περίπτωση να ακολουθήσει το επάγγελμά του. Σπούδασε στο Οικονομικό Τμήμα της Νομικής Αθηνών και έπειτα από ένα MBA στο Πανεπιστήμιο του Τέξας, εργάστηκε για έντεκα χρόνια στην Αμερική και τη Γαλλία. Ακολούθησαν η Diageo και ο Τιτάνας στην Ελλάδα. Σήμερα, η πρόκληση του Ελληνικού, του πιο σύνθετου και φιλόδοξου έργου αστικής ανάπλασης στην Ευρώπη, είναι ένα μεγάλο στοίχημα όχι μόνο για τη Lamda αλλά και για τον ίδιο προσωπικά, καθώς πιστεύει ακράδαντα ότι η Ελλάδα παρουσιάζει τεράστιες ευκαιρίες για ανάπτυξη.
Fortune: Ποια ήταν η πρώτη σας σκέψη, όταν μάθατε ότι η Lamda κρίθηκε o προτιμητέος επενδυτής για το Ελληνικό;
Οδυσσέας Αθανασίου: Μεγάλη χαρά. Πίστευα εξαρχής ότι ήταν το έργο που μπορεί να βάλει τη χώρα μας ξανά στον χάρτη για τους σωστούς αυτήν τη φορά λόγους και να καθιερώσει όχι μόνο την Αθήνα, αλλά και ολόκληρη την Ελλάδα, ως έναν πόλο έλξης τουριστικό, επενδυτικό, πολιτιστικό, όπως πραγματικά της αξίζει.
Εντούτοις, έξι μήνες μετά, και ενώ θα έπρεπε να βρισκόμαστε στη φάση επικύρωσης της σύμβασης αγοραπωλησίας, φαίνεται να καθυστερεί η διαδικασία. Σας ανησυχούν οι αδυναμίες του ελληνικού κράτους;
Επειδή μου αρέσει να βλέπω τα θετικά, θα πω ότι το ΤΑΙΠΕΔ έκανε μια πολύ μεγάλη προσπάθεια για να προχωρήσει στην ιδιωτικοποίηση του Ελληνικού. Μιλάμε για ένα τεράστιο έργο, ενώ δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι υπάρχουν αγκυλώσεις από το παρελθόν που καθυστερούν τη διαδικασία, όσο γρήγορα και αν θα ήθελαν όλοι να προχωρήσει. Εδώ έχεις να αντιμετωπίσεις διάφορα ζητήματα, όπως αυτά που συνδέονται με πολεοδομικές, δασικές και αρχαιολογικές υπηρεσίες. Και όλα αυτά πρέπει να αποτυπωθούν σε μια σύμβαση που θα καθορίσει την πορεία του έργου για τα επόμενα 15-20 χρόνια. Πιστεύω ότι και σε κυβερνητικό επίπεδο και σε επίπεδο ΤΑΙΠΕΔ έγινε σημαντική προσπάθεια για να προχωρήσουν οι διαδικασίες. Δεν αλλάζουν όλα σε μια χώρα από τη μια στιγμή στην άλλη. Σαφέστατα στην Ελλάδα έχουμε έναν δημόσιο τομέα που, κατά γενική ομολογία, πρέπει να επιταχύνει τον ρυθμό του για το καλό της χώρας. Είμαι αισιόδοξος ότι αυτή η πορεία θα ολοκληρωθεί.
Μιλάμε για το πιο σύνθετο και φιλόδοξο έργο αστικής ανάπλασης στην Ευρώπη. Το γεγονός ότι η Lamda Development ήταν ο μοναδικός διεκδικητής και μειοδότης δημιούργησε αμφισβήτηση τόσο για τη διαφάνεια της διαδικασίας όσο και για το ύψος του τιμήματος στην επιχειρηματική κοινότητα και στην κοινή γνώμη. Τι τους απαντάτε;
Πρέπει να διευκρινίσουμε ορισμένα πράγματα με βάση τα γεγονότα και όχι με όσα λέγονται ή έχουν γραφτεί, καθώς πάρα πολλά στερούνται ουσίας και αλήθειας. Το πρώτο είναι ότι δεν ήμασταν οι μοναδικοί διεκδικητές. Υπήρξαν κατ’ αρχάς εννέα διεκδικητές, από τους οποίους οι τέσσερις πληρούσαν τα κριτήρια που ετέθησαν από το κράτος και οι τέσσερις αυτοί πέρασαν στην επόμενη φάση. Πρόσφατα μάλιστα έγινε δήλωση από τον ιθύνοντα της ELBIT, της ισραηλινής εταιρείας, ότι ζήτησαν αποζημιώσεις από το ελληνικό κράτος τις οποίες και δεν έλαβαν, αποφασίζοντας έτσι να μην υποβάλουν προσφορά. Άρα, υπήρχαν και άλλοι διεκδικητές, με τελική κατάληξη ένα επενδυτικό σχήμα που περιλαμβάνει τρεις ισχυρούς ομίλους. Αυτό είναι κάτι που συμβαίνει σε διαγωνισμούς. Κατά τη διάρκεια της λήψης αποφάσεων υπήρξαν φάσεις που και εμείς σκεφτόμασταν κατά πόσο το project μπορεί να βγει επενδυτικά. Όσο για το τίμημα, που λέγεται ότι είναι μικρό, και αυτό στερείται αληθείας. Είναι κάτι που το έχουμε αναδείξει με αναλύσεις. Πληρώνουμε 800 ευρώ το τετραγωνικό για ένα οικόπεδο σε μια περιοχή που ανάλογα οικόπεδα πολύ μικρότερης έκτασης πωλούνται σήμερα 200, 300 ή 400 ευρώ. Ακόμη όμως και αν κάποιος επιμένει ότι το τίμημα ήταν χαμηλό, γεγονός που συνεπάγεται υψηλή μελλοντική απόδοση και κερδοφορία, τότε από απόδοση 15% και πάνω –που παγκοσμίως δεν θεωρείται μια μεγάλη απόδοση για ένα τέτοιο έργο– το Δημόσιο θα παίρνει καθ’ όλη τη διάρκεια της σύμβασης το 30% των κερδών. Αντίθετα, εάν η επένδυση αποτύχει, το ρίσκο θα βαρύνει απόλυτα τον επενδυτή.
Θέλετε να πείτε δηλαδή ότι κερδισμένο σε κάθε περίπτωση είναι το κράτος;
Κερδισμένη σε κάθε περίπτωση θα είναι η Ελλάδα. Μιλάμε για ένα έργο που περιλαμβάνει ένα από τα μεγαλύτερα πάρκα στον κόσμο, περιλαμβάνει πλατείες, υποδομές, άλλα μικρότερα πάρκα, αθλητικές εγκαταστάσεις, μουσεία, συναυλιακούς χώρους και μαρίνες. Το έργο αυτό θα αναβαθμίσει την Ελλάδα τουριστικά και επενδυτικά. Ακόμα και αν το έργο δεν πάει καλά, οι επενδυτές μεν θα έχουν χάσει τα χρήματά τους, αλλά οι πολίτες θα έχουν κερδίσει από το ίδιο το έργο. Επίσης, πρέπει να υπολογίσουμε και τις θέσεις εργασίας που θα έχουν δημιουργηθεί. Είναι δυνατόν λοιπόν να υπάρχει αρνητική διάσταση;
Είναι, κατά τη γνώμη σας, οι όροι της σύμβασης οι καλύτεροι δυνατοί για το δημόσιο συμφέρον;
Θεωρώ πως ναι, γιατί το συνολικό κόστος των υποδομών βαρύνει αποκλειστικά τον επενδυτή και ειδικά στο σημερινό οικονομικό κλίμα, αυτό είναι ένα τεράστιο επενδυτικό ρίσκο. Άρα, αναλαμβάνουμε όλο το κόστος χωρίς καμία υποχρέωση του κράτους, δημιουργούμε όλα τα οφέλη για τα οποία ήδη μιλήσαμε, πληρώνουμε τα 915 εκατ. ευρώ για το οικόπεδο και το Δημόσιο παίρνει και το 30% των κερδών, αν το έργο αποδώσει για τον επενδυτή. Και έπειτα από 90 χρόνια το κράτος παίρνει πίσω το οικόπεδο. Επίσης, στο έργο θα συμμετέχουν αρχιτέκτονες και σύμβουλοι διεθνούς βεληνεκούς για να κατασκευάσουν αρχιτεκτονικά δημιουργήματα που θα κάνουν τους πάντες να στρέψουν το βλέμμα τους στην Αθήνα. Εσείς πιστεύετε ότι θα μπορούσε να υπάρξει καλύτερη συμφωνία για το κράτος και την Ελλάδα γενικότερα;
Η μεγάλη πρόκληση του έργου, είναι τα επτά δισ. ευρώ που θα επενδυθούν στη χώρα. Δεσμεύεστε ότι τα χρήματα αυτά θα πέσουν στην πραγματική οικονομία;
Όχι μόνο δεσμευόμαστε, αλλά έχουμε υποβάλει στο ΤΑΙΠΕΔ ενυπόγραφα τα σχετικά έγγραφα. Το ελληνικό κράτος όχι μόνο μας υποχρέωσε να υποβάλουμε χρονοδιάγραμμα για την επένδυση, αλλά υπάρχουν και ρήτρες. Αν δεν τα ξοδεύουμε στον χρόνο που πρέπει, θα πληρώνουμε σαν ρήτρα το 30% του κεφαλαίου που δεν έχουμε ξοδέψει, αφού έχουμε δεσμευτεί ότι θα το κάνουμε. Εκτός λοιπόν από τα προαναφερθέντα οφέλη του έργου για την ελληνική οικονομία, θα υπάρχουν και άμεσα οφέλη για ελληνικές επιχειρήσεις, καθώς θα προκηρυχτούν ανεξάρτητοι διαγωνισμοί στους οποίους θα συμμετέχουν και ελληνικές εταιρείες. Μέχρι τώρα στη διαδικασία μελετών αλλά και κατάρτισης πολεοδομικών σχεδίων, έχουμε ήδη συνεργασίες με είκοσι ελληνικές επιχειρήσεις. Στo αρχιτεκτονικό σκέλος, κάποια από τα μεγαλύτερα ελληνικά αρχιτεκτονικά γραφεία είναι εμπλεκόμενα μαζί με το γραφείο του Norman Foster. Στο πάρκο, έχουμε ξένα γραφεία παγκόσμιας εμβέλειας που εξειδικεύονται στο landscape, ενώ συμμετέχει και το γραφείο Δοξιάδη, που εκπροσωπεί και άλλα ελληνικά γραφεία. Αυτή είναι η πρόθεσή μας και αυτήν τη δυνατότητα τη δίνει το μέγεθος του έργου.
Το έργο, όπως υποστηρίζετε, θα οδηγήσει την Ελλάδα στον 21ο αιώνα. Επομένως είναι υψηλών απαιτήσεων στη στελέχωσή του, τόσο στη φάση της υλοποίησης όσο και στη φάση της λειτουργίας του. Κάνετε ήδη επαφές με σχολές και πανεπιστήμια, θα προκηρυχθούν διαγωνισμοί και ποιος αποφασίζει γι’ αυτά;
Είναι άμεση πρόθεσή μας, με τη σύμφωνη γνώμη του κράτους και εφόσον ολοκληρωθεί η διαδικασία του Ελεγκτικού Συνεδρίου, να οργανώσουμε διαγωνισμούς σε συνεργασίες με σχολές και ελληνικά πανεπιστήμια, για να μετάσχουν στο έργο. Γι’ αυτό τον λόγο θα φτιάξουμε μέσα στο Ελληνικό σημεία ενημέρωσης του κοινού και των ΜΜΕ. Θα προσκαλέσουμε –κάτι που ήδη κάνουμε– μεγάλες και μικρές ελληνικές εταιρείες σε projects αρχιτεκτονικά, συγκοινωνιακά, πολεοδομικά και όχι μόνο.
Από όλα τα έργα που θα γίνουν στο Ελληνικό, ποιο θεωρείτε πιο σημαντικό;
Το πάρκο, από μόνο του, θα είναι ένα τεράστιο σημείο αναφοράς. Μεγάλα πάρκα μπορεί να υπάρχουν και σε άλλα μέρη του κόσμου, όπως στη Νέα Υόρκη, στο Λονδίνο, στο Βανκούβερ, στη Σιγκαπούρη. Σε άλλα μέρη μπορεί να βρει κανείς πολύ ωραία παραλιακά μέτωπα, ενώ σε άλλα πολύ ωραίο κλίμα. Ο συνδυασμός και των τριών είναι παγκόσμια μοναδικός .
Στην Αθήνα, ο μέσος όρος παραμονής των τουριστών είναι μιάμιση ημέρα. Μπορεί το Ελληνικό να βοηθήσει στην αύξηση του χρόνου παραμονής τους;
Απόλυτα. Σήμερα έχουμε δύο εκατομμύρια ξένους τουρίστες στην Αθήνα. Προ κρίσης, το σημείο αιχμής ήταν 2,8 εκατομμύρια. Στόχος μας είναι τα δύο εκατομμύρια να γίνουν τρία και ο χρόνος παραμονής τους στην πρωτεύουσα να αυξηθεί. Κατά τους διεθνείς μας συμβούλους (HVS, PwC), αυτός ο στόχος αποτελεί συντηρητική εκτίμηση. Όταν θα έχεις ένα μεγάλο τουριστικό θέρετρο, που όμοιό του δεν υπάρχει σε ευρωπαϊκή πρωτεύουσα, με συνεδριακούς και εκθεσιακούς χώρους, χώρους ψυχαγωγίας, δίπλα σε ένα υπέροχο πάρκο, κατά μήκος μιας όμορφης παραλίας, με ενυδρείο –από τα μεγαλύτερα στην Ευρώπη– με μουσεία, ξενοδοχεία, εστίαση, αθλητικές εγκαταστάσεις κ.λπ., αυτός ο συνδυασμός θα μπορούσε να κάνει τον ξένο επισκέπτη να περάσει τρεις και τέσσερις ημέρες στην Αθήνα. Σε αντίστοιχες περιπτώσεις στην Ευρώπη και στην Αμερική, τέτοια θέρετρα έβαλαν πόλεις στον χάρτη απλώς και μόνο με ένα αρχιτεκτονικό δημιούργημα. Παράδειγμα το Μπιλμπάο χάρη στο Μουσείο Γκουγκενχάιμ ή το Marina Bay Sands στη Σιγκαπούρη, που ανέβασε τον τουρισμό της πόλης κατά 22% τις δύο πρώτες χρονιές μετά την ολοκλήρωσή του.
Πότε υπολογίζετε να ξεκινήσουν τα έργα;
Εμείς έχουμε πει ότι θα μπορούσαμε να ξεκινήσουμε άμεσα. Υπάρχει ένα χρονοδιάγραμμα δύο ετών που μας έχει δοθεί από το ΤΑΙΠΕΔ για την ολοκλήρωση της αδειοδοτικής διαδικασίας. Συνεπώς μιλάμε για το 2016. Στα πρώτα πέντε χρόνια στόχος μας είναι να έχει ολοκληρωθεί ένα μεγάλο μέρος των αναπτύξεων που συνδέονται με τον τουρισμό. Θα έχει προχωρήσει ένα μεγάλο κομμάτι του παραλιακού μετώπου, θα έχει προχωρήσει σε μεγάλο ποσοστό η υλοποίηση του πάρκου καθώς και ένα σημαντικό μέρος των εμπορικών και τουριστικών χώρων. Τώρα, αν μιλήσουμε για ολοκλήρωση του έργου, αυτή μπορεί να χρειαστεί από 15 έως 20 χρόνια, γιατί το οικιστικό του μέρος θα πρέπει να γίνει σταδιακά.
Την ώρα που στην Αττική υπάρχουν ελεύθερα 150.000 διαμερίσματα, ποιοι φαντάζεστε ότι θα αγοράσουν τις κατοικίες που θα δημιουργηθούν;
Υπάρχουν δύο σημαντικά πλεονεκτήματα σε αυτό το έργο και στην αντίστοιχη οικιστική ανάπτυξη μέσα σε αυτό. Συνδυάζει ένα πολύ μεγάλο πάρκο, μεγέθους όσο τα δύο τρίτα του Central Park, το οποίο βρίσκεται μπροστά στη θάλασσα και στο οποίο σχεδιάζονται εξαρχής αρχιτεκτονικά δημιουργήματα με την τεχνογνωσία του 21ου αιώνα. Θα έχει μια πρότυπη συγκοινωνία η οποία θα ελαχιστοποιεί το αποτύπωμα άνθρακα, καθώς ο σεβασμός για το περιβάλλον είναι ένας από τους πυλώνες των αρχών μας. Η οικιστική ανάπτυξη θα απευθύνεται σε διαφορετικές ομάδες κοινού. Θα υπάρχουν οικίες με ποικίλες προδιαγραφές, που θα απευθύνονται σε διαφορετικές εισοδηματικές τάξεις. Έτσι, δημιουργείται –από το 2019 και μετά– ένας ελκυστικός τόπος για Έλληνες αγοραστές.
Αυτό σημαίνει ότι είστε αισιόδοξος για το μέλλον της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας. Γιατί αυτή που κυρίως έχει πληγωθεί από την κρίση είναι η μεσαία τάξη, αυτή που θα μπορούσε δυνητικά να κατοικήσει στο μέλλον στο Ελληνικό.
Είμαι συγκρατημένα αισιόδοξος. Κανείς δεν μπορεί να πει με σιγουριά πώς θα είναι τα πράγματα σε πέντε ή δέκα χρόνια από σήμερα. Πιστεύω ότι με τις επίπονες αλλαγές που συντελούνται και με το γεγονός ότι η οικονομία έχει ήδη δεχτεί μια σημαντική διόρθωση, αν δει κανείς τα μακροοικονομικά αλλά και τα μικροοικονομικά στοιχεία, θέλω να πιστεύω ότι μέχρι τότε θα έχουμε μπει σε ανοδική τροχιά.
Πιστεύετε ότι θα είναι εξασφαλισμένη μέχρι τέλους η χρηματοδότηση ενός τόσο πολυδάπανου και μακροπρόθεσμου project, δεδομένων των συνθηκών ρευστότητας και του αβέβαιου οικονομικού περιβάλλοντος;
Νομίζω ότι εάν η χώρα προχωρήσει με τους ρυθμούς που πρέπει θα υπάρξει επενδυτικό ενδιαφέρον και από ξένους αλλά και από Έλληνες επενδυτές.
Θεωρείτε ότι η συμμετοχή ήδη ισχυρών επενδυτών από το εξωτερικό, όπως είναι η κινεζική Fosun και το Άμπου Ντάμπι, είναι ψήφος εμπιστοσύνης για την ελληνική οικονομία;
Σαφώς και είναι ψήφος εμπιστοσύνης. Εάν δεν πίστευαν ότι τα πράγματα έχουν σταθεροποιηθεί και βελτιώνονται, δεν θα τοποθετούσαν τα χρήματά τους. Εδώ, όμως, θα πρέπει να τονιστεί και η διεθνής αξιοπιστία του ομίλου Λάτση, χωρίς την οποία κάποιος ξένος επενδυτής δεν θα προχωρούσε στη συμμετοχή του. Δεν λέω ότι αυτός είναι ο μοναδικός λόγος, αλλά σίγουρα έπαιξε τεράστιο ρόλο. Και θα τονίσω εδώ ότι έβαλε προσωπική προσπάθεια και ο ίδιος ο Σπύρος Λάτσης, που πιστεύει στις προοπτικές που θα δημιουργήσει για την Ελλάδα αυτό το έργο.
Κάποιοι υποστηρίζουν ότι υπάρχει μειωμένο ενδιαφέρον του ομίλου Λάτση για επενδύσεις στην Ελλάδα. Ισχύει;
Η μεγαλύτερη απόδειξη του ενδιαφέροντος του ομίλου στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια, μιλώντας για τη Lamda, της οποίας είμαι επικεφαλής, είναι το γεγονός ότι ήδη έχουν επενδυθεί περισσότερα από 300 εκατ. ευρώ στον ελληνικό χώρο. Αγοράστηκε το IBC, που ήταν η πρώτη αποκρατικοποίηση στην Ελλάδα, σε μια πολύ δύσκολη στιγμή, τον Οκτώβριο του 2012, όταν όλος ο κόσμος μιλούσε για το ενδεχόμενο εξόδου της χώρας από την ευρωζώνη. Επιπλέον, επενδύθηκαν σχεδόν δέκα εκατομμύρια στα εμπορικά μας κέντρα κατά τη διάρκεια της κρίσης. Και τώρα, με τη συμβολή της Lamda, πραγματοποιήθηκε η συνεργασία με τη Fosun και το Άμπου Ντάμπι στο Ελληνικό. Αν αυτό δεν είναι ο ορισμός της υποστήριξης στην ελληνική οικονομία, τι άλλο θα μπορούσε να είναι;
Σε περίπτωση που αλλάξει η κυβέρνηση και μεταβληθούν οι όροι της σύμβασης για το Ελληνικό, υπάρχει για τη Lamda plan b;
Η σύμβαση είναι κάτι το οποίο εμείς σεβόμαστε απόλυτα και το ίδιο περιμένουμε και από την άλλη πλευρά. Και στο Ελληνικό αποκτά μεγαλύτερη σημασία αυτό που συζητάμε, από τη στιγμή που οι αντισυμβαλλόμενοι δεν είναι ένας ελληνικός όμιλος μόνον, καθώς και ξένοι επενδυτές. Οι συμβάσεις και οι συμβατικές υποχρεώσεις τους αντανακλούν στην αξιοπιστία της χώρας. Η Lamda έχει σεβαστεί όλες τις συμβάσεις που έχει υπογράψει με το ελληνικό Δημόσιο στο παρελθόν, με ιδιαίτερα υψηλά τιμήματα. Θα θυμίσω ότι είχαμε ενοικιάσει το Golden Hall στην καλύτερη στιγμή της ελληνικής οικονομίας, πληρώνοντας ένα τίμημα υπερδιπλάσιο της δεύτερης προσφοράς του τότε διαγωνισμού. Και είχαμε συνάψει μια άλλη σύμβαση για τη μαρίνα του Φλοίσβου με το ελληνικό Δημόσιο, που ήταν τρεις φορές επάνω από τη δεύτερη προσφορά. Πληρώνουμε στην ώρα μας αλλά και στο ακέραιο, παρότι κάποιες επενδύσεις μας είχαν ζημιογόνα αποτελέσματα κατά τη διάρκεια της κρίσης.
Αναλάβατε CEO της Lamda το 2009 και κατορθώσατε μέσα στην κρίση να αντιστρέψετε το κλίμα και στα τρία εμπορικά κέντρα, την ώρα που η λιανική αντιμετωπίζει μεγάλα προβλήματα. Πώς τα καταφέρατε;
Σε προσωπικό επίπεδο, θα σας πω τρία πράγματα που πιστεύω ακράδαντα. Ακούω αυτούς που απολαμβάνουν τις υπηρεσίες που τους προσφέρουμε. Σου λένε τι είναι αυτό που θέλουν και εμείς προσπαθούμε να τους το προσφέρουμε κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Στην προκειμένη περίπτωση, ακούσαμε τι είχαν να πουν οι καταναλωτές για τα κέντρα μας αλλά και οι πελάτες μας, που με τα μαγαζιά τους και τις επιχειρήσεις τους είναι οι μισθωτές μας. Αυτό είναι το πρώτο. Το δεύτερο είναι ότι έχουμε έναν μέτοχο που βλέπει τα πράγματα με μακροχρόνιο ορίζοντα και όχι βραχυπρόθεσμα. Στη διάρκεια της κρίσης εμείς εξακολουθήσαμε να επενδύουμε στη βελτίωση των εμπορικών μας κέντρων. Και το τρίτο είναι ότι πιστεύω πολύ στην ομαδικότητα και στους συνεργάτες μας. Δεν τα πέτυχα όλα αυτά μόνος μου. Βοήθησαν οι άνθρωποι της Lamda σε διάφορους τομείς, με απόλυτο ενθουσιασμό.
Ποια είναι τα βασικά κριτήρια επιλογής των συνεργατών σας;
Το πάθος και η αφοσίωση στον στόχο, σε συνδυασμό βέβαια με τις σωστές αξίες. Θα μπορούσα να σας πω περισσότερα, όμως όλα τα άλλα μπορεί να καλλιεργηθούν και να αναπτυχθούν στη διάρκεια του χρόνου.
Είστε αυστηρός με τους εργαζόμενους;
Όσον αφορά στους στόχους που θέτουμε για να ανεβαίνουμε διαρκώς, ναι, είμαι πολύ αυστηρός. Μπορεί να τρελάνω τους άλλους. Αλλά αν εξαιρέσουμε το θέμα των στόχων, θεωρώ ότι είμαι ανοιχτός σε καινούργιες και δημιουργικές ιδέες, προσιτός και πρόθυμος να υποστηρίξω τους ανθρώπους μου.
Οι συνεργάτες σας υποστηρίζουν ότι είστε εργασιομανής και έχετε πάθος για τη δουλειά σας.
(Γελάει) Πάθος έχω με οτιδήποτε μου αρέσει.
Να υποθέσω, άρα, ότι σας αρέσει πολύ η δουλειά σας.
Ένα πάθος είναι η δουλειά μου σίγουρα, γιατί μου αρέσει πολύ. Εργασιομανής δεν θα έλεγα ότι είμαι… Μου αρέσει να θέτω στόχους και να τους πετυχαίνω. Δεν θέλω, όμως, το μόνο πράγμα που κάνω στη ζωή μου να είναι η δουλειά μου.
Τον ελεύθερο χρόνο σας πώς τον αξιοποιείτε;
Τα τελευταία δύο χρόνια δεν μπορώ να πω ότι είχα πολύ ελεύθερο χρόνο. Όλη μου η προσοχή και η ενέργεια απορροφήθηκαν από τους στόχους και τις προκλήσεις της περιόδου. Τον λίγο χρόνο που μου μένει τον αφιερώνω στην οικογένειά μου, στον αθλητισμό, ενώ μου αρέσει πολύ και το διάβασμα.
Έχετε εργαστεί και στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Ποια είναι, κατά τη γνώμη σας, τα χαρακτηριστικά ενός καλού manager;Υπάρχουν χαρακτηριστικά που διαφέρουν από χώρα σε χώρα, όπως επίσης διαφέρουν τα χαρακτηριστικά ανάλογα με το αν βλέπεις βραχυχρόνια ή μακροχρόνια την επίτευξη των στόχων σου. Άλλοι είναι οι στόχοι και τα χαρακτηριστικά ενός manager που βλέπει βραχυχρόνια τα πράγματα και άλλοι όταν οι στόχοι του έχουν ένα βάθος πενταετίας, δεκαετίας. Κοινή σταθερά, ωστόσο, είναι να έχεις πάθος γι’ αυτό που κάνεις, να σου αρέσει και να είσαι ειλικρινής στις προθέσεις σου και στις σχέσεις σου με όλους, υφιστάμενους, συνεργάτες, προμηθευτές, πελάτες, επενδυτές.
Οι επιτυχίες κτίζονται και επάνω σε λάθη. Εσείς έχετε κάνει λάθη και εάν ναι, πώς τα μεταβολίζετε;
Κάνεις λάθη, ειδικά όταν καλείσαι να παίρνεις συχνά αποφάσεις. Νομίζω ότι ο βαθμός επιτυχίας σε όλα τα πράγματα στη ζωή και όχι μόνο στη δουλειά εξαρτάται από το πόσο γρήγορα σηκώνεσαι όταν πέφτεις, κάτι που είναι αναπόφευκτο στοιχείο της ζωής, αλλά και με ποιον τρόπο αντιμετωπίζεις τα εμπόδια. Αν καταφέρεις να σηκωθείς, τότε έχεις πολύ περισσότερες πιθανότητες να μείνεις όρθιος στη διάρκεια.
Σε όλα τα μεγάλα έργα στον κόσμο, από τα Ντόκλαντς μέχρι την Ντίσνεϊλαντ και τους Ολυμπιακούς Αγώνες, οι πρώτοι επιχειρηματίες και managers δεν τα κατάφεραν, με αποτέλεσμα να αλλάξουν διοικήσεις μέχρι την τελική υλοποίησή τους. Είναι κάτι που σας προβληματίζει;
Καμιά φορά τα μεγάλα έργα δεν ολοκληρώνονται ούτε από τους δεύτερους… Σε κάνει να είσαι όσο πιο προσεκτικός μπορείς στις αναλύσεις και τον σχεδιασμό σου. Κανείς δεν μπορεί να προβλέψει το μέλλον. Θέλω να πιστεύω ότι στον βαθμό που μπορείς να προβλέψεις και στον βαθμό που δεν θα είναι όλα εναντίον σου, θα μπορέσουμε να ολοκληρώσουμε εμείς το έργο, σε όλα τα επίπεδα.
* H Αναστασία Παρετζόγλου είναι Διευθύντρια Έκδοσης του Fortune.
** Το κείμενο δημοσιεύεται στο νέο τεύχος του Fortune που κυκλοφορεί στα περίπτερα (φωτογραφίες Ολυμπία Κρασαγάκη)