Η Δανία θέλει να γίνει 100% «πράσινη»
- 15/11/2014, 11:58
- SHARE
Τα νέα φιλόδοξα σχέδια της Κοπεγχάγης να εγκαταλείψει τα ορυκτά καύσιμα μέχρι το 2050.
Μπορεί εμείς τελικά να μην γίναμε η… Δανία του Νότου, όμως η κανονική -εκείνη του ευρωπαϊκού Βορρά- συνεχίζει ακάθεκτη την φιλόδοξη οικονομικο-περιβαλλοντική πολιτική της, «ποντάροντας» για την ευημερία της στην «πράσινη» ανάπτυξη. Για την ακρίβεια, έχει βάλει τώρα σκοπό να σταματήσει εντελώς τη χρήση ορυκτών καυσίμων μέχρι το 2050!
Ο στόχος δεν αφορά μόνον στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, αλλά και στις μετακινήσεις (παρά το γεγονός ότι τελικά δεν «περπάτησε» το κρατικό πρόγραμμα στήριξης της χρήσης ηλεκτρικών αυτοκινήτων, με την άμεση αντικατάσταση των εξαντλημένων μπαταριών).
Μέχρι στιγμής η κυβέρνηση της Κοπεγχάγη έχει να υπερηφανεύεται για την κάλυψη ήδη του 40% των εγχώριων αναγκών σε ηλεκτροδότηση από την αξιοποίηση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (ΑΠΕ). Μέχρι το 2020 σκοπεύει να αυξήσει στο 50% αυτό το ποσοστό. Αλλά για να φτάσει το 100% της απομένει ακόμη πολύς δρόμος, που προς το παρόν φαντάζει γεμάτος «λακκούβες», μακροοικονομικές και πολιτικές.
Παρεχόμενες δωρεάν από τη φύση, μικρού κόστους αξιοποίησης -που πρακτικά περιορίζεται στην κατασκευή και στη συντήρηση των κατάλληλων υποδομών- οι ΑΠΕ έχουν όλα τα καλά με το μέρος τους, εκτός ίσως από ένα: δεν πρέπει να θεωρούνται δεδομένες, κυρίως στον μουντό ευρωπαϊκό βορρά.
Μοιραία, το δίλημμα που τίθεται στην «πράσινη» Δανία είναι τι μέλλει γενέσθαι τις ημέρες που επικρατεί άπνοια και συννεφιά. Μέχρι στιγμής, η αξιοποίηση της γεωθερμίας, της βιομάζας και άλλων μορφών ΑΠΕ δεν θεωρείται αρκετή για να καλύψει τις εσωτερικές ανάγκες.
Προς το παρόν, το κενό αυτό καλύπτει η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από συμβατικές μονάδες που λειτουργούν με πρώτη ύλη φυσικό αέριο ή άνθρακα ή ουράνιο (ούτε λόγος για λιγνίτη!). Όμως, αυτές έχουν αρχίσει να «γονατίζουν» πια από τον ανταγωνισμό των φθηνών ΑΠΕ, η ευρεία χρήση των οποίων έχει οδηγήσει σε καθίζηση την τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος στη Δανία.
Αν κι αυτό ακούγεται εκ πρώτης σαν μουσική στα αυτιά των καταναλωτών, υπάρχουν τώρα πια «κακοφωνίες» από τις εταιρίες παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος: τη μοναδική σήμερα επαρκή εναλλακτική τους. Ήδη αρκετοί προμηθευτές αφήνουν ανοιχτό πλέον το ενδεχόμενο αναστολής της λειτουργίας των πιο ασύμφορων οικονομικά μονάδων.
Η προοπτική αυτή -γράφει στους New York Times ο ειδικευμένος σε θέματα κλιματικής αλλαγής ρεπόρτερ Τζάστιν Γκίλις- έχει προκαλέσει εκνευρισμό στην Κοπεγχάγη, υπό τον φόβο ενός επαπειλούμενου black out μέσω στο καταχείμωνο.
Ως «αντίδοτο» έχουν θεσμοθετηθεί βραχυπρόθεσμες κρατικές επιδοτήσεις, με στόχο να λειτουργήσουν αντισταθμιστικά στην πτώση της τιμής του ηλεκτρικού ρεύματος και αποτρεπτικά σε τυχόν πτωχεύσεις παρόχων. Μακροπρόθεσμα ωστόσο τίθεται ολοένα και πιο επιτακτικά το θέμα της πλήρους αναδιάρθρωσης της αγοράς ενέργειας, όχι μόνον στη Δανία βέβαια, αλλά σε όλη την Ευρώπη.
Κατά τον Δανό υπουργό Περιβάλλοντος, Ράσμους Χέλβεγκ Πέτερσεν, η ενδεδειγμένη λύση θα ήταν η τιμολόγηση στην κατανάλωση ηλεκτρικού ρεύματος να γίνεται σε πραγματικό χρόνο. Κοντολογίς όταν οι ΑΠΕ θα αποδίδουν, η τιμή θα πέφτει. Κι όταν οι κλιματικές συνθήκες δεν είναι ευνοϊκές, η τιμή θα προσαρμόζεται ξανά προς τα επάνω.
Σε αυτή τη λογική έχει ήδη αρχίσει στη Δανία η εγκατάσταση των λεγόμενων «έξυπνων» μετρητών και η προώθηση των «έξυπνων» ηλεκτρικών συσκευών, που μπορούν να αυτορυθμίζουν τη λειτουργία τους ανάλογα με την τιμή της μονάδας ενέργειας, την ώρα και την κατανάλωση.
«Τους περισσότερους καταναλωτές φυσικά και δεν τους νοιάζει εάν το μπόιλερ τους «συνωμοτεί» με άλλα μπόιλερ, για να αποφασίσει πότε αυτό θα ανοίξει και πότε θα κλείσει», γράφει ο Τζάστιν Γκίλις, «παρά τους αρκεί να τρέχει ζεστό νερό στη βρύση».
Όσο για την κατάργηση της χρήσης ορυκτών καυσίμων και στις μετακινήσεις; Η Κοπεγχάγη εξακολουθεί να «ποντάρει» στα ηλεκτρικά αυτοκίνητα. Όπως όμως παρατηρεί στους NYT ο Ράσμους Χέλβεγκ Πέτερσεν, η αγορά αυτή δεν έχει ακόμη ωριμάσει. «Χρειαζόμαστε μεγαλύτερη γκάμα και χαμηλότερες τιμές για να γίνουν τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα μία καλή επιλογή. Η τεχνολογία πρέπει κι εδώ να μας σώσει».