ΙΟΒΕ: Ανάκαμψη με προϋποθέσεις – Οι 5 μεγαλύτεροι κίνδυνοι για την ελληνική οικονομία

ΙΟΒΕ: Ανάκαμψη με προϋποθέσεις – Οι 5 μεγαλύτεροι κίνδυνοι για την ελληνική οικονομία
Several coins of old Drachmas on a Greek national flag. (Photo by Wassilios Aswestopoulos/NurPhoto) (Photo by Wassilios Aswestopoulos / NurPhoto / NurPhoto via AFP)
Οριακή αναθεώρηση στο 2,2% για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας το 2025 καταγράφει το ΙΟΒΕ, δίνοντας έμφαση σε επενδύσεις, εξαγωγές και προκλήσεις από την παγκόσμια αβεβαιότητα.  

Οριακά προς τα κάτω αναθεωρεί την πρόβλεψή του για την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας ο ΙΟΒΕ στην τριμηνιαία έκθεσή του. Ο πήχης τοποθετείται στο +2,2% (από +2,4% της προηγούμενης πρόβλεψης, Ιανουαρίου 2025).

Ως προς τις συνιστώσες, οι πάγιες επενδύσεις αναμένεται να διατηρήσουν τη δυναμική τους καθ’ όλη τη διάρκεια του 2025 (+9,5%), ενώ η ιδιωτική κατανάλωση αναμένεται να επιβραδυνθεί ελαφρά (+1,2%). Το έλλειμμα στο εξωτερικό ισοζύγιο αναμένεται να μειωθεί, αν και σε υψηλά επίπεδα, με τις εξαγωγές και τις εισαγωγές να αυξάνονται ετησίως κατά +2,2% και +1,5% αντιστοίχως.

Σημαντικοί κίνδυνοι απορρέουν από τον χαμηλότερο ρυθμό ανάπτυξης της οικονομίας της Ευρωζώνης, την όξυνση της οικονομικής αβεβαιότητας σε περιφερειακό και διεθνές επίπεδο λόγω κλιμάκωσης του εμπορικού πολέμου, την αβεβαιότητα ως προς τα δημοσιονομικά μεγέθη της ΕΕ ως απόρροια του σχεδίου επανεξοπλισμού, τη διατήρηση των γεωπολιτικών εντάσεων σε Ουκρανία και Μέση Ανατολή (με ερωτηματικό για την ενεργειακή ασφάλεια, τις αλυσίδες εφοδιασμού και τις διεθνείς πολιτικές εξελίξεις), το υψηλό έλλειμμα στο εξωτερικό ισοζύγιο, την απώλεια ανταγωνιστικότητας λόγω υψηλότερου του μ.ό. της Ευρωζώνης πληθωρισμού, και τις καθυστερήσεις στην εξυγίανση των κόκκινων δανείων εκτός τραπεζικών ισολογισμών.

Όπως επισημαίνεται, η εκτέλεση του προϋπολογισμού σε ταμειακή βάση κινήθηκε καλύτερα από τον στόχο το 2024 και καλύτερα σε σχέση με το 2023. Καταγράφηκε ετήσια αύξηση στα δημόσια έσοδα (+10,6%) κυρίως λόγω της υπεραπόδοσης των φόρων.

Σε ταμειακή βάση, το 2024 ο Κρατικός Προϋπολογισμός κατέγραψε πλεόνασμα 0,2% του ΑΕΠ και πρωτογενές πλεόνασμα ύψους 3,7% του ΑΕΠ. Στο πρώτο δίμηνο του 2025 καταγράφηκε υπεραπόδοση στα δημόσια οικονομικά, σε ταμειακούς όρους, με πλεόνασμα στο ισοζύγιο του κρατικού προϋπολογισμού ύψους €709 εκατ. (0,3% του ΑΕΠ) και πρωτογενές πλεόνασμα ύψους €2.802 εκατ. (1,1% του ΑΕΠ), η οποία όμως οφείλεται κυρίως σε ετεροχρονισμούς. Δεδομένης της επιβολής δασμών στην ΕΕ και σε άλλες οικονομίες του κόσμου από τις ΗΠΑ, κρίνεται ακόμη πιο σημαντική η συνετή δημοσιονομική διαχείριση αλλά και η αποτελεσματική αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, το οποίο ολοκληρώνεται στα μέσα του 2026.

Στο τέταρτο τρίμηνο του 2024, το ποσοστό ανεργίας παρουσίασε μείωση στο 9,5% από 10,5% ένα έτος νωρίτερα. Τομείς υπηρεσιών κατέγραψαν τη μεγαλύτερη ετήσια άνοδο στην απασχόληση, όπως Επαγγελματικές/τεχνικές δραστηριότητες, Εκπαίδευση και Εμπόριο.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ο δείκτης μισθολογικού κόστους παρουσίασε αύξηση το δ’ τρίμ. 2024, ενώ άνοδο κατέγραψε και η συμμετοχή στην εργασία, μειώνοντας την απόκλιση από τον μέσο όρο στην ΕΕ. Καθώς η χώρα προσεγγίζει μονοψήφιο ποσοστό ανεργίας, περαιτέρω μειώσεις κατά τα επόμενα τρίμηνα αναμένονται βραδύτερες.

Η απασχόληση αναμένεται να ενισχυθεί ηπιότερα το 2025, λόγω της ανοδικής τάσης σε κατανάλωση, επενδύσεις και σε επιμέρους τομείς της βιομηχανίας και των υπηρεσιών. Το ποσοστό ανεργίας, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του ΙΟΒΕ, αναμένεται να διαμορφωθεί στην περιοχή του 9,3% το 2025.

Ο ρυθμός μεταβολής του ΓΔΤΚ διαμορφώθηκε στο 2,6% το α’ τρίμηνο του 2025 (3,1% για τον ΕνΔΤΚ), από άνοδο 3,1% (3,2% για τον ΕνΔΤΚ) ένα έτος πριν. Η ενίσχυση των τιμών οφείλεται κυρίως στη θετική επίδραση της εγχώριας ζήτησης. Το ΙΟΒΕ εκτιμά ότι οι τιμές θα διατηρηθούν σε ηπιότερη ανοδική τροχιά, με ρυθμό πληθωρισμού στην περιοχή του 2,8% τo 2025, λόγω κυρίως της καταναλωτικής ζήτησης. Ωστόσο, οι πρόσφατες εξελίξεις στο παγκόσμιο περιβάλλον τόσο σε πολιτικό όσο και σε γεωπολιτικό επίπεδο προκαλούν έντονη αβεβαιότητα.

Στο τραπεζικό σύστημα, μεταξύ των θετικών τάσεων, ξεχωρίζουν η μείωση των Μη Εξυπηρετούμενων Δανείων στους ισολογισμούς των τραπεζών σε νέο ιστορικά χαμηλό ποσοστό (3,8% το δ’ τρίμηνο του 2024), η ισχυρή πιστωτική επέκταση προς τις επιχειρήσεις, η αύξηση της ζήτησης για στεγαστική πίστη, η βελτιωμένη κερδοφορία και ρευστότητα.

Στις αρνητικές τάσεις, συγκαταλέγονται η υψηλή έκθεση των τραπεζών σε κρατικά ομόλογα, το υψηλό περιθώριο επιτοκίου, το υψηλότερο ιδιωτικό κόστος χρηματοδότησης από άλλες χώρες, και το υψηλό απόθεμα «κόκκινων» δανείων εκτός τραπεζικών ισολογισμών. Η έγκαιρη εφαρμογή του δανειακού σκέλους του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας αποτελεί προτεραιότητα για τη χρηματοδότηση παραγωγικών επενδύσεων με ευνοϊκούς όρους.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Κατά την παρουσίαση της Έκθεσης, ο Πρόεδρος του ΙΟΒΕ, κ. Γιάννης Ρέτσος, καλωσορίζοντας τους παρευρισκόμενους στην παρουσίαση της Έκθεσης, αναφέρθηκε στις ραγδαίες διεθνείς οικονομικές εξελίξεις και για το ότι αυτές αναμένεται να επηρεάσουν άμεσα και έμμεσα την ελληνική οικονομία.

Παράλληλα, ο Γενικός Διευθυντής του ΙΟΒΕ, Καθηγητής Νίκος Βέττας, επεσήμανε τη σημασία ενίσχυσης των εγχώριων επενδύσεων για ανάπτυξη μέσα στο ταραχώδες διεθνώς εμπορικό πεδίο. Μεταξύ άλλων, σημείωσε:

  • Οι έντονες, αλλεπάλληλες μεταβολές στη δασμολογική πολιτική των ΗΠΑ εκτόξευσαν τη διεθνή αβεβαιότητα πολιτικής, επιδεινώνοντας τις προοπτικές για εξαγωγές και επενδύσεις.
  • Ενδεχόμενη εξισορρόπηση της αρχιτεκτονικής του διεθνούς εμπορίου μεσοπρόθεσμα σε υψηλότερο επίπεδο δασμών θα αυξήσει το κόστος παραγωγής, με αποτέλεσμα αύξηση τιμών, μείωση πραγματικών εισοδημάτων και δευτερογενώς επιβράδυνση της καινοτομίας.
  • Η ευρύτερη αναταραχή στο παγκόσμιο οικονομικό πεδίο δημιουργεί ανακατατάξεις στη σχετική ισχύ και πορεία μεγάλων οικονομιών. Σταθερές της παγκοσμιοποίησης για τις διασυνδέσεις περισσότερο και λιγότερο αναπτυγμένων οικονομιών αμφισβητούνται και στο πλαίσιο αυτό θα αναζητηθεί νέα στρατηγική για την Ευρωπαϊκή Ένωση, με άξονες την αύξηση της ανταγωνιστικότητας, της στρατηγικής αυτονομίας και της άμυνας.
  • Τις τελευταίες δεκαετίες, μείωση των περιορισμών στο εμπόριο, στην κίνηση κεφαλαίων και, κατά περίπτωση, ανθρώπων, επέτρεψε την ολοένα μεγαλύτερη εξειδίκευση στην παραγωγή και την ανάπτυξη και διάχυση νέων τεχνολογιών. Η αντιστροφή αυτής της πορείας χωρίς ισχυρή οπισθοχώρηση της ευημερίας είναι σήμερα αδύνατη.
  • Η ελληνική οικονομία ανακάμπτει στα προ-κρίσης επίπεδα, με θετικές επιδόσεις στις αγορές εργασίας, ακινήτων, κεφαλαίων, τραπεζών, καθώς και σταδιακές αναβαθμίσεις στην πιστοληπτική της αξιολόγηση.
  • Καθώς το επενδυτικό κενό και η ανεργία μειώνονται, τα ουσιαστικά ερωτήματα είναι δύο. Πρώτον, είναι η ελληνική οικονομία αρκετά ισχυρή μπροστά στις αναταράξεις του διεθνούς περιβάλλοντος; Άλλωστε, το δημόσιο χρέος της χώρας μας είναι ακόμη εξαιρετικά υψηλό και στις ίδιες τις εκθέσεις των επενδυτικών οίκων υπάρχει μεγάλη απόσταση μέχρι την επιθυμητή αξιολόγηση, που απολαμβάνουν άλλες χώρες στην περιφέρεια της ευρωζώνης. Δεύτερον, έχει δημιουργηθεί εγγενής δυναμική που θα επιτρέψει σταθερά υψηλή ανάπτυξη τα επόμενα χρόνια; Σχετικά, δεν καταγράφεται ακόμη σημαντική αύξηση της παραγωγικότητας, ενώ σειρά αναγκαίων διαθρωτικών αλλαγών εκκρεμούν.
  • Το κλειδί για την αύξηση των πραγματικών εισοδημάτων στη χώρα εξακολουθεί να είναι οι επενδύσεις. Τόσο όσον αφορά το επίπεδό τους, που αν και ανερχόμενο υπολείπεται σημαντικά αυτού που απαιτείται για γρήγορη σύγκλιση στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές οικονομίες, όσο και ποιοτικά με μετακίνηση σε κλάδους και επιχειρήσεις που παράγουν υψηλή αξία. Παράλληλα, κρίσιμη είναι η πολιτική και κοινωνική στήριξη αλλαγών που αυξάνουν την παραγωγικότητα και την κοινωνική κινητικότητα.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ: