Η βραδυφλεγής «βόμβα» του δημογραφικού απειλεί την ελληνική οικονομία
- 24/04/2025, 16:20
- SHARE

Το δημογραφικό πρόβλημα αναδεικνύεται στη μεγαλύτερη απειλή για την ελληνική οικονομία, σύμφωνα με τον πρόεδρο του Κέντρου Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ), Παναγιώτη Λιαργκόβα. Μιλώντας στο ΕΡΤNews για τα ευρήματα νέας μελέτης, τόνισε ότι χωρίς επαρκές εργατικό δυναμικό, δεν μπορούν να διατηρηθούν ισχυροί ρυθμοί ανάπτυξης. «Για να έχει μια χώρα ισχυρή ανάπτυξη, χρειάζεται εργασία και κεφάλαιο. Αν μειώνεται το εργατικό δυναμικό, τότε υποχωρεί και η ανάπτυξη. Είναι ένα φαινόμενο που δεν αναστρέφεται από τη μια μέρα στην άλλη. Χρειάζονται άμεσα μέτρα», υπογράμμισε.
Η έρευνα αναδεικνύει δύο βασικές διαστάσεις του προβλήματος: τη μείωση του πληθυσμού και τη γήρανσή του. Ένας «εκρηκτικός» συνδυασμός, όπως τον χαρακτήρισε ο κ. Λιαργκόβας, που επηρεάζει ήδη την αγορά εργασίας. Χαρακτηριστικό είναι ότι η απασχόληση στην ηλικιακή ομάδα των 30-40 ετών καταγράφει μείωση, τη στιγμή που άλλες ηλικιακές ομάδες παρουσιάζουν αύξηση.
Brain drain, αδήλωτη εργασία και χαμηλά καθαρά εισοδήματα
Σύμφωνα με τον πρόεδρο του ΚΕΠΕ, η κρίσιμη ηλικιακή ομάδα των 30-40 ετών φέρει τα σημάδια της προηγούμενης δεκαετίας. «Είναι οι άνθρωποι που βίωσαν την οικονομική κρίση στην εφηβεία τους. Πολλοί επέλεξαν να φύγουν στο εξωτερικό. Παρά την επιστροφή αρκετών, ο αριθμός όσων έφυγαν ήταν πολύ μεγάλος και αυτό αποτυπώνεται τώρα στην αγορά εργασίας».
Στο νέο τοπίο, αυξάνεται η παρουσία αλλοδαπών εργαζομένων – κυρίως σε εποχιακές και αγροτικές θέσεις. Αν και αυτή η εξέλιξη μπορεί να δώσει ανάσες, ο κ. Λιαργκόβας προειδοποιεί πως «μόνο η νομιμοποιημένη εργασία με καταβολή εισφορών μπορεί να προσφέρει λύσεις».
Ακόμη, αναδεικνύει τις στρεβλώσεις που δημιουργούνται από το φορολογικό και ασφαλιστικό καθεστώς. «Πολλοί αποφεύγουν τις νόμιμες θέσεις, επειδή θεωρούν ότι οι κρατήσεις είναι υπερβολικά υψηλές. Αν συνδυάσουν αδήλωτη εργασία με κάποιο επίδομα, ίσως τους συμφέρει περισσότερο. Αυτό όμως βλάπτει την οικονομία και την κοινωνική δικαιοσύνη», σημειώνει.
Το συμπέρασμα, όπως καταλήγει, είναι σαφές: «Αυτό που απομένει στην τσέπη του εργαζόμενου πρέπει να είναι μεγαλύτερο. Μόνο έτσι θα υπάρξει ουσιαστικό κίνητρο συμμετοχής στην αγορά εργασίας».