Fortune: Τα πράγματα στην Ελλάδα έχουν αλλάξει, αλλά δεν είναι λιγότερο επικίνδυνα

Fortune: Τα πράγματα στην Ελλάδα έχουν αλλάξει, αλλά δεν είναι λιγότερο επικίνδυνα

Οι Έλληνες έχουν πλέον κουραστεί με τη λιτότητα. Άραγε το Βερολίνο, η Φραγκφούρτη και οι Βρυξέλλες έχουν ακόμα τη διάθεση να τους αντιμετωπίσουν με αποφασιστικότητα;

Εκτενές άρθρο για τις ελληνικές εκλογές φιλοξένησε χθες η ηλεκτρονική έκδοση του fortune.com και μάλιστα στη πρώτη του σελίδα. Το δημοσίευμα με τίτλο: «Αυτή τη φορά τα πράγματα στην Ελλάδα έχουν αλλάξει, αλλά δεν είναι λιγότερο επικίνδυνα» αναφέρεται στην ελληνική κρίση χρέους, στις κινήσεις του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και στις προθέσεις των Ευρωπαίων εταίρων μας.

Παραθέτουμε ολόκληρο το άρθρο:

του Τζέφρι Σμιθ

Είναι αλήθεια ότι τούτη η επανάληψη της ελληνικής κρίσης χρέους είναι διαφορετική. Αλλά αυτό δεν δικαιολογεί τη μακαριότητα που επιδεικνύουν οι χρηματοοικονομικές αγορές.

Στις λεπτομέρειες, τα πράγματα μπορεί πράγματι να είναι διαφορετικά από το 2012, όταν η Ελλάδα ήταν στα πρόθυρα αποχώρησης από τη νομισματική ένωση, παίρνοντας μαζί της μισή ντουζίνα άλλων χωρών. Το πρόβλημα είναι ότι η γενική εικόνα έχει αλλάξει προς το χειρότερο. Και αυτή τη φορά τα πράγματα είναι τόσο επικίνδυνα όσο την προηγούμενη επειδή η Ευρωζώνη ακόμα συνεχίζει να μην διαθέτει τους πολιτικούς θεσμούς για την υποστήριξη του νομίσματός της – και μάλλον δεν θα τους αποκτήσει ποτέ.

Η χειρότερη φάση της κρίσης το 2012 οδήγησε στη δημιουργία του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας, ένα δίχτυ προστασίας ύψους 500 δισεκατομμυρίων Ευρώ για κυβερνήσεις που αποδέχονταν το δόγμα της βοήθειας με αντάλλαγμα τις δομικές μεταρρυθμίσεις και τη λιτότητα. Επίσης, η Ευρωζώνη υιοθέτησε, τουλάχιστον επί της αρχής, ένα μηχανισμό για τον προσεκτικό έλεγχο του προϋπολογισμού κάθε χώρας. Και οι πιο αισιόδοξοι μπορούν επίσης να πιστεύουν ότι οι τράπεζες της Ευρωζώνης είναι πλέον αξιόχρεες, ύστερα από τις μεγάλες ανακεφαλαιοποιήσεις των τελευταίων τριών ετών.

Πάνω απ’ όλα, υπήρξε η υπόσχεση του Προέδρου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Μάριο Ντράγκι, να κάνει «οτιδήποτε απαιτείται» για να προστατέψει την ενότητα της Ευρωζώνης, ένα σχόλιο που έχει γίνει ευρέως αντιληπτό ως καθολική παροχή εγγύησης προς όλα τα κράτη-μέλη.

Για όλους αυτούς τους λόγους, οι χρηματοοικονομικές αγορές (και αν κρίνουμε από τις ανταποκρίσεις των ΜΜΕ, και η Γερμανίδα καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ) πιστεύουν ότι, ακόμα κι αν μια ριζοσπαστική αριστερή κυβέρνηση κερδίσει τις εκλογές της 25ης Ιανουαρίου στην Ελλάδα, πάψει να εξυπηρετεί τα χρέη της, και εγκαταλείψει την Ευρωζώνη, η υπόλοιπη ένωση θα είναι σε θέση να επιβιώσει.

Και έτσι εξηγείται το ότι υπάρχουν άνθρωποι διατεθειμένοι να αγοράσουν δεκαετή κρατικά ομόλογα της Ιταλίας με απόδοση μόλις 1,85%, παρόλο που η οικονομία της χώρας πεθαίνει και ο Πρωθυπουργός Ματέο Ρέντσι δεν έχει ακόμα προχωρήσει σε σοβαρές μεταρρυθμίσεις που θα της επιτρέψουν να ξεφύγει από ένα χρέος που πλέον ισοδυναμεί με το 133% του ΑΕΠ της.

Το πρόβλημα είναι ότι τα μεγάλα σφάλματα στη θεσμική αρχιτεκτονική της Ευρωζώνης δεν έχουν διορθωθεί. Ακόμα συνεχίζει να μην υπάρχει ένα και μοναδικό υπουργείο Οικονομικών, ή κοινή οικονομική πολιτική για όλη την Ευρωζώνη, ή κοινή ανάληψη του βάρους του χρέους. Με άλλα λόγια, δεν υπάρχει τίποτα που να εξαναγκάζει τους λαούς της Γερμανίας, της Φινλανδίας ή της Ολλανδίας να νοιώσουν αλληλέγγυοι με τους λαούς της Ελλάδας, της Πορτογαλίας ή της Ιταλίας – και με τα χρέη τους.

Αυτό σημαίνει ότι το μόνο αποτελεσματικό τείχος προστασίας που έχει στη διάθεσή της η Ευρωζώνη σε περίπτωση ελληνικής εξόδου είναι το πρόγραμμα «Άμεσων Νομισματικών Συναλλαγών» της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, το οποίο όμως δεν έχει δοκιμαστεί ποτέ ενώ αμφισβητείται και νομικά• το γερμανικό Συνταγματικό Δικαστήριο εξέφρασε καταρχήν την άποψη ότι το πρόγραμμα παραβιάζει το γερμανικό σύνταγμα.

Ακόμα κι αν οι Άμεσες Νομισματικές Συναλλαγές είναι νόμιμες, όμως, η ΕΚΤ θα αγοράσει κρατικά ομόλογα αν δεχθεί, ως αντάλλαγμα, ένα επίσημο πρόγραμμα προσαρμογής με πολλούς μη δημοφιλείς όρους που θα παρατείνουν την – όπως φαίνεται – ατελείωτη οικονομική οδύνη. Το συγκεκριμένο πρόγραμμα σχεδιάστηκε ώστε να αποτρέψει τις αγορές από το να οδηγήσουν σε τυχαία έξοδο καλοπροαίρετα μέλη της Ευρωζώνης. Δεν σχεδιάστηκε για να αντιμετωπίσει κυβερνήσεις με σαφή δημοκρατική εντολή να ανατρέψουν το δόγμα της λιτότητας.

Ο Σάιμον Τίλφορντ, αναπληρωτής διευθυντής του Κέντρου Ευρωπαϊκής Μεταρρύθμισης, μιας δεξαμενής σκέψης με έδρα το Λονδίνο, σημειώνει ότι οι κυβερνήσεις αποδέχτηκαν σκληρούς όρους διάσωσης το 2010 και το 2011 επειδή ήξεραν ότι δεν είχαν άλλη εναλλακτική, και επειδή «η ανάκαμψη φαινόταν να είναι κοντά». Ύστερα από τέσσερα χρόνια ύφεσης και στασιμότητας, τονίζει ο Τίλφορντ, αυτό δεν ισχύει πλέον. Γι’ αυτό και ο ΣΥΡΙΖΑ προηγείται στις δημοσκοπήσεις, γι’ αυτό και η πλειοψηφία των Ιταλών – σύμφωνα με κάποιες άλλες δημοσκοπήσεις – θέλουν να φύγουν απ’ το Ευρώ.

Με την αγανάκτηση εναντίον της λιτότητας να επεκτείνεται, ο Αντόνιο Φάτας, καθηγητής της σχολής διοίκησης επιχειρήσεων INSEAD στη Σιγκαπούρη, πιστεύει ότι το Βερολίνο ίσως χρησιμοποιήσει τον ΣΥΡΙΖΑ ως παράδειγμα και εξαναγκάσει την Ελλάδα εκτός Ευρωζώνης ώστε να φοβίσει άλλες χώρες και να τις επαναφέρει στην …τάξη. Αυτό ισχύει για την Ιταλία και την Ισπανία, όπου ένα άλλο ριζοσπαστικό αριστερό κόμμα, το Podemos, εμφανίζεται να προηγείται στις δημοσκοπήσεις.

«Αν οι Ισπανοί δουν να συμβαίνουν άσχημα πράγματα στην Ελλάδα (μετά από μια έξοδο απ’ το Ευρώ), να είστε σίγουροι ότι δεν θα ψηφίσουν το Podemos», λέει.

Μια τέτοια αντίληψη, επισημαίνει ο ίδιος, ίσως εξηγεί τα πρόσφατα σχόλια του Βερολίνου που φάνηκαν να υποτιμούν τον κίνδυνο μιας ελληνικής εξόδου (Grexit).

Ο Ντράγκι τόνισε επανειλημμένα το 2012 ότι το πρότζεκτ του Ευρώ ήταν «μη αναστρέψιμο». Αν όμως φύγει η Ελλάδα, υπό οποιεσδήποτε συνθήκες, τότε το ίδιο μπορεί να κάνουν και άλλες χώρες, και θα ήταν ανόητο να μην αναμένουμε τις αγορές να δοκιμάσουν στην πράξη κάτι τέτοιο με την Ιταλία, την Πορτογαλία, ή οποιαδήποτε άλλη χώρα δεν έχει αποδείξει ότι μπορεί να αναπτυχθεί στον 21ο αιώνα. Αλλά ακόμα κι αν αυτό το στοίχημα (των αγορών) αποτύχει, θα χρειαστεί τουλάχιστον άλλος ένας χρόνος μέχρι να ξεπεράσει η Ευρωζώνη τη ρευστότητα και την αβεβαιότητα.

Το χάσμα ανάμεσα στον ΣΥΡΙΖΑ και τους πιστωτές υπό την ηγεσία της Γερμανίας είναι μεγαλύτερο από κάθε άλλη συγκρίσιμη διαπραγμάτευση διάσωσης, και τα τελευταία χρόνια οι εγχώριες πολιτικές εξελίξεις έχουν στραφεί εναντίον του Ευρώ τόσο στην Ελλάδα όσο και στη Γερμανία. Η Μέρκελ, σημειώνει ο Τίλφορντ, «φοβάται ήδη το Alternative für Deutschland (AFD), ένα κόμμα κατά του Ευρώ με υψηλά ποσοστά στις δημοσκοπήσεις, και δεν πρόκειται σε καμία περίπτωση να προσεγγίσει το αίτημα του Τσίπρα για διαγραφή σχεδόν του μισού χρέους της Ελλάδας».

Η Ευρωζώνη θα χρειαστεί κάθε δυνατότητά της για διαπραγμάτευση και συμβιβασμό, ώστε να αποφύγει μια έκρηξη – υποθέτοντας βεβαίως ότι έχει τη διάθεση να το κάνει.