Deutsche Bank: Παραμένουν ανοιχτά όλα τα ενδεχόμενα για την Ελλάδα

Deutsche Bank: Παραμένουν ανοιχτά όλα τα ενδεχόμενα για την Ελλάδα

Τα τρία σενάρια και τα τρία «αγκάθια» για την πορεία των διαπραγματεύσεων.

«Ο χρόνος για την Ελλάδα στερεύει και πρέπει να ληφθούν σύντομα αποφάσεις», σημειώνει σε έκθεσή της για τις ελληνικές διαπραγματεύσεις η Deutsche Bank προβλέποντας παράλληλα πως όλα τα ενδεχόμενα παραμένουν ανοιχτά για τη χώρα μας. Η έκθεση που δημοσιοποιήθηκε στις 2 Απριλίου, αναφέρει πως επί της ουσίας η πολύωρη επταμερής Σύνοδος στις Βρυξέλλες αποτέλεσε θρυαλλίδα εξελίξεων, καθώς η ελληνική κυβέρνηση δεσμεύτηκε να παρουσιάσει μια λίστα μεταρρυθμίσεων εντός ολίγων ημερών. «Η πρόοδος που έχει σημειωθεί, όμως, είναι πολύ μικρή», υπογραμμίζει η τράπεζα.

Σύμφωνα με την έκθεση της Deutsche Bank, τρία είναι τα μείζονα προβλήματα που έχουν προκύψει κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων της ελληνικής κυβέρνησης με τους Ευρωπαίους πιστωτές της. Τα «αγκάθια» αυτά είναι: 1) η πρόταση της κυβέρνησης για θεσμική επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων και για κατάργηση των εργασιακών νόμων που θέσπισαν οι προηγούμενες κυβερνήσεις, 2)η μείωση των στόχων για ιδιωτικοποιήσεις, ιδίως στον κλάδο της ενέργειας και 3) η αδυναμία επίτευξης συμφωνίας τόσο για τους δημοσιονομικούς στόχους, όσο και για το δημοσιονομικό κενό του 2015.

Σε ό,τι αφορά στο αποτέλεσμα των τρεχουσών διαπραγματεύσεων, η Deutsche Bank παρουσιάζει τρία σενάρια, καθένα από τα οποία έχει τις ίδιες πιθανότητες να πραγματοποιηθεί. Σύμφωνα με το πρώτο σενάριο, οι δύο πλευρές θα καταλήξουν σε μία συμφωνία η οποία θα απαιτεί πιθανότατα μια αλλαγή στον κυβερνητικό συνασπισμό για να περάσει από τη Βουλή. Το δεύτερο σενάριο κάνει λόγο για τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος σχετικά με τη συμφωνία, η οποία αναμένεται να υποστηριχθεί «διστακτικά»- όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά- από την κυβέρνηση, αλλά θα έχει τη στήριξη των περισσότερων κομμάτων. Το τρίτο σενάριο προβλέπει την κατάρρευση των συνομιλιών λόγω έλλειψης προόδου. Κάτι τέτοιο, όπως σημειώνεται, θα μπορούσε να οδηγήσει σε αποτυχία αποπληρωμής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου ή του χρέους του ιδιωτικού τομέα.