80 χρόνια μετά το τέλος του Β’ ΠΠ, το 2025 θα είναι «γεμάτο αβεβαιότητες» για την Ευρώπη

80 χρόνια μετά το τέλος του Β’ ΠΠ, το 2025 θα είναι «γεμάτο αβεβαιότητες» για την Ευρώπη
Photo: Shutterstock
«Η Ευρώπη δεν ήταν ποτέ άλλοτε τόσο εκτεθειμένη στα καπρίτσια της αμερικανικής εμπορικής πολιτικής».

Οι «στρογγυλές» επέτειοι για το οποιοδήποτε γεγονός κάνουν «κλικ» στον κόσμο, καθώς η συμπλήρωση μιας ή περισσότερων δεκαετιών υπενθυμίζει τη χρονική απόσταση από ένα συμβάν, προκαλώντας παράλληλα εντονότερα από άλλες επετείους την ανάγκη για αναστοχασμό και περισυλλογή.

Μιας «στρογγυλή» επέτειος έρχεται το 2025 για την Ευρώπη, καθώς συμπληρώνονται 80 χρόνια από το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Και αυτά, σε μια στιγμή που οι σχέσεις της Ευρώπης με τις ΗΠΑ -τον μεγαλύτερο μεταπολεμικό σύμμαχο της ηπείρου μας- αναμένεται να δοκιμαστούν ιδιαίτερα έντονα και καθώς ο «αέρας» των πολεμικών συγκρούσεων είναι ο πιο έντονος των τελευταίων 80 ετών, βλέποντας την κατάσταση στην Ουκρανία και τα πεδία των μαχών στη Μέση Ανατολή.

Από το 1945, λοιπόν, και μετά, η Ευρώπη στηριζόταν σε ένα μεγάλο ή υπερθετικό βαθμό από την πορεία της Γερμανίας και της Γαλλίας. Δύο χώρες που αποτέλεσαν πυλώνες του ευρωπαϊκού οικοδομήματος τις τελευταίες δεκαετίες και οι οποίες βιώνουν ταυτόχρονες κρίσεις σε πολιτικό και οικονομικό επίπεδο.

Οι γερμανικές εκλογές τον Φεβρουάριο

Η προσοχή για τη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης αλλά και όσους -πολλούς- επηρεάζονται από αυτή είναι στραμμένη στις πρόωρες ομοσπονδιακές εκλογές του Φεβρουαρίου. Μετά από την κατάρρευση του κυβερνητικού συνασπισμού των σοσιαλδημοκρατών υπό τον Όλαφ Σολτς, ο νυν καγκελάριος και το κόμμα του βρίσκονται κάτω από τους χριστιανοδημοκράτες του CDU στις δημοσκοπήσεις.

Το CDU του Φρίντριχ Μερτς που προηγείται στις έρευνες κοινής γνώμης, εφόσον βγει πρώτο κόμμα τον Φεβρουάριο και καταφέρει να σχηματίσει κυβέρνηση, θα κληθεί να διαχειριστεί μια σειρά «καυτών» θεμάτων. Από την ασθμαίνουσα οικονομία της Γερμανίας, την κρίση του πολέμου στην Ουκρανία και τον ρόλο του Βερολίνου ως ναυαρχίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα μηνύματα είναι δυσοίωνα.

Και όχι για το μέλλον, αλλά για το εδώ και τώρα, με τις γερμανικές επιχειρήσεις να είναι ιδιαίτερα απαισιόδοξες για την πορεία όχι μόνο των οργανισμών τους αλλά συνολικά για το ΑΕΠ της χώρας κατά το 2025 και πιο μετά.

Σε αυτό το πλαίσιο, έρευνας του ινστιτούτου Ifo που «έτρεξε» μεταξύ 8.000 επιχειρήσεων της Γερμανίας και δημοσιεύτηκε στα μέσα Δεκεμβρίου έδειξε πως μόνο το 12,6% αναμένει βελτίωση των επιχειρηματικών συνθηκών το 2025.

«Κανένας τομέας δεν είναι πραγματικά αισιόδοξος για το 2025. Πολλή δουλειά περιμένει τη νέα γερμανική κυβέρνηση. Λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι η οικονομία είχε ήδη κακές επιδόσεις το 2024, τα στοιχεία αυτά είναι ανησυχητικά» τόνισε το Ifo.

O «μετέωρος» Μακρόν στη Γαλλία

Ο άλλος… συμπαίχτης της Γερμανίας στην ηγεσία της ΕΕ, η Γαλλία βρίσκεται εδώ και εβδομάδες σε κρίση, μετά και από την πτώση της κυβέρνησης του Μισέλ Μπαρνιέ εξαιτίας των αντιρρήσεων της αντιπολίτευσης για τον προϋπολογισμό του 2025.

Ο νέος πρωθυπουργός, Φρανσουά Μπαϊρού, που επέλεξε ο πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν, πρέπει να ισορροπήσει τις πολιτικές που θέλει να ακολουθήσει για τη δεύτερη μεγαλύτερη ευρωπαϊκή οικονομία μεταξύ των εμποδίων που θα θέσουν η ακροδεξιά της Μαρίν Λεπέν και το Νέο Λαϊκό Μέτωπο (NFP).

Σημειώνεται πως ο Ζαν-Λυκ Μελανσόν και το κόμμα του «Ανυπότακτη Γαλλία» έχει ήδη υπογραμμίζει πως θα καταψηφίσει την κυβέρνηση του Μπαϊρού όταν ο πρωθυπουργός παρουσιάσει τις προγραμματικές θέσεις του στις 14 Ιανουαρίου.

Ο Μπαϊρού είναι ο έκτος πρωθυπουργός της θητείας του Μακρόν και ο τέταρτος του 2024, ενδεικτικό των αδιεξόδων που αντιμετωπίζει ο πρόεδρος της Γαλλίας στην αναζήτηση συμμαχιών.

Το «φάντασμα» των δασμών του Τραμπ

Τα παραπάνω «κενά» σε Βερολίνο και Παρίσι έρχονται ενόψει της επίσημης ανάληψης της προεδρίας των ΗΠΑ από τον Ντόναλτ Τραμπ στις 20 Ιανουαρίου, με τον Ρεπουμπλικανό να στέλνει μηνύματα για το ότι η στάση του απέναντι σε κάθε μεγάλη δύναμη εκτός της χώρας του θα είναι περισσότερο «σκληρή» από τις πολιτικές που άσκησε στην πρώτη του θητεία στον Λευκό Οίκο.

Οι διαρροές από το επιτελείο του Τραμπ κάνουν λόγο για την επιβολή δασμών έως και 20% στις εισαγωγές προϊόντων από την Ευρώπη προς τις ΗΠΑ.

Πρόσφατα η επενδυτική τράπεζα Berenberg εκτίμησε πως η ΕΕ μπορεί να αποφύγει κλιμάκωση ενός εμπορικού πολέμου στη λογική «μία σου και μία μου», προσφέροντας υποχωρήσεις στις ΗΠΑ. Για παράδειγμα, αγοράζοντας περισσότερο υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG) ή περισσότερα όπλα από τις ΗΠΑ.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Εν αναμονή των όσων τελικά θα αποφασιστούν και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού για τις σχέσεις ΗΠΑ – ΕΕ, οι εκτιμήσεις είναι τουλάχιστον ανησυχητικές για το πως θα μπορούσε να εξελιχθεί μια εμπορική μάχη μεταξύ των δύο πλευρών. Και οι πιθανότητες φαίνεται πως κινούνται περισσότερο εις βάρος της Ευρώπης, οι εξαγωγές της οποίας προς τις ΗΠΑ πλησιάζουν τα 500 δισ. δολάρια ετησίως.

Για το πως μπορεί να προσμετρηθεί οικονομικά η πολιτική σημαντικών δασμών των ΗΠΑ στην Ευρώπη, η Citi εκτίμησε πως δασμοί ύψους 10% των ΗΠΑ θα μπορούσαν να μειώσουν το ΑΕΠ της ΕΕ κατά 0,3% έως το 2026, «ενώ ένας νέος εμπορικός πόλεμος ΗΠΑ-Κίνας θα μπορούσε να διπλασιάσει τη ζημία σε εκτεθειμένες χώρες όπως η Γερμανία».

«Δείχνοντας» την ανησυχία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για το ερχόμενο έτος, η επικεφαλής της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, δήλωσε προ ημερών πως το 2025 θα υπάρχει αβεβαιότητα «σε αφθονία».

Ενώ η ευρωπαϊκή έκδοση του Politico σημείωσε προ ημερών -σε άρθρο με τίτλο «Η οικονομική Αποκάλυψη για την Ευρώπη»- πως:

«Με τον Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο και τους Ρεπουμπλικανούς του να ελέγχουν και τα δύο σώματα του Κογκρέσου των ΗΠΑ, η Ευρώπη δεν ήταν ποτέ άλλοτε τόσο εκτεθειμένη στα καπρίτσια της αμερικανικής εμπορικής πολιτικής».