Αύξηση της transit δραστηριότητας στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης
- 03/09/2014, 18:00
- SHARE
Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΣΕΒΕ, στο μέλλον το λιμάνι αναμένεται να γίνει ένα σημαντικό διεθνές διαμετακομιστικό κέντρο.
Σημαντικά υψηλότερη διαμετακομιστική (transit) δραστηριότητα έχει τη δυνατότητα να αποκτήσει το λιμάνι της Θεσσαλονίκης, ώστε μακροπρόθεσμα να εξελιχθεί σε διεθνές διαμετακομιστικό κέντρο, με υψηλά οφέλη για την τοπική και την εθνική οικονομία, όπως δείχνουν τα στοιχεία, που παρουσιάστηκαν, το μεσημέρι, σε συνέντευξη Τύπου του Συνδέσμου Εξαγωγέων Βορείου Ελλάδος (ΣΕΒΕ).
Σε αυτή την κατεύθυνση ευνοούν οι γενικότερες τάσεις ανάπτυξης του διαμετακομιστικού εμπορίου μεταξύ Ευρώπης και Άπω Ανατολής (έναντι του Διατλαντικού και του εμπορίου από τον Ειρηνικό Ωκεανό), καθώς επίσης και η αυξανόμενη τάση επιλογής λιμανιών της Μεσογείου έναντι άλλων λιμανιών βορείων χωρών ως πύλης εισόδου των προϊόντων στις ευρωπαϊκές αγορές.
Ωστόσο, τα λιμάνια της Ελλάδας δεν έχουν καταφέρει να εκμεταλλευτούν επαρκώς αυτή την τάση, καθώς εξακολουθούν να διαχειρίζονται πολύ μικρές ποσότητες φορτίων transit που κατευθύνονται σε ξένες αγορές. Ενδεικτικά, το 2013, το λιμάνι της Θεσσαλονίκης διαχειρίστηκε 322 χιλ. TEUs, εκ των οποίων μόνο 36 χιλ. αφορούσαν transit φορτία και αυτό είναι σχεδόν το σύνολο των transit φορτίων της χώρας.
Όπως τόνισε ο πρόεδρος του ΣΕΒΕ Κυριάκος Λουφάκης, με δεδομένο ότι οι ροές εισαγωγής και εξαγωγής δεν προβλέπεται να παρουσιάσουν σημαντική μεταβολή στα επόμενα έτη, η μελλοντική ανάπτυξη των ελληνικών λιμένων στηρίζεται κυρίως σε υπηρεσίες μεταφόρτωσης (transhipment) και διαμετακόμισης (transit).
Το λιμάνι του Πειραιά, το 2012 ήταν το ταχύτερα αναπτυσσόμενο λιμάνι παγκοσμίως, με διακίνηση 2,7 εκ. TEUs (αύξηση 63% σε σχέση με το 2011) και το 2013 ήταν το 10ο ταχύτερα αναπτυσσόμενο, με διακίνηση 3,16 εκ. TEUs (αύξηση 16%), εκ των οποίων ο μεγαλύτερος όγκος της διακίνησης ήταν ροές μεταφόρτωσης. Στον αντίποδα, το λιμάνι της Θεσσαλονίκης δείχνει ιδανικό για την ανάπτυξη διαμετακομιστικού εμπορίου προς τη ΝΑ και Κ. Ευρώπη.
Από τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν και αποτελούν δημοσιευμένες πληροφορίες από διάφορες εκθέσεις έγκυρων ελληνικών και διεθνών οργανισμών (UNCTAD, World Economic Forum, Εθνική Τράπεζα, κ.ά.) προκύπτει ότι το λιμάνι της Θεσσαλονίκης διαθέτει σημαντικότατα συγκριτικά πλεονεκτήματα έναντι άλλων, τα οποία προκύπτουν από τη θέση του, ενώ έχει κι όλες τις προϋποθέσεις να καταστεί εθνικό κέντρο διαμετακομιστικού εμπορίου. Κρίσιμο μέγεθος, ωστόσο, είναι ο χρόνος της αναπτυξιακής κίνησης και της βελτίωσης των υποδομών για την αξιοποίηση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων του λιμανιού της Θεσσαλονίκης, έναντι των ανταγωνιστικών λιμανιών γειτονικών χωρών που διεκδικούν μερίδια της συγκεκριμένης δραστηριότητας (transit).
Το 2013 διακινήθηκαν από τα ελληνικά λιμάνια 3,5 εκ. TEUs, εκ των οποίων το 1 εκ. προήλθε από εισαγωγική ή εξαγωγική δραστηριότητα και τα 2,5 εκ. από κίνηση μεταφόρτωσης. Η διαμετακομιστική δραστηριότητα (transit) ήταν της τάξης των 50.000 TEUs, από τα οποία περίπου 40.000 TEUs (36.000) διακινήθηκαν από το λιμάνι της Θεσσαλονίκης. Αυτό δείχνει και τα πλεονεκτήματα του λιμανιού της Θεσσαλονίκης έναντι άλλων λιμανιών της χώρας για την ανάπτυξη της συγκεκριμένης δραστηριότητας (απόσταση 70 χλμ. από τα σύνορα, με πλήρως ηλεκτροδοτούμενη γραμμή του ΟΣΕ, μειωμένος χρόνος και κόστος μεταφοράς σε Ν.Α. και Κ. Ευρώπη, κ.ά.).
Πρέπει να σημειωθεί ότι η transit κίνηση έχει τη μεγαλύτερη προστιθέμενη αξία για την οικονομία (4,5 φορές μεγαλύτερη από τη μεταφόρτωση, ανά TEU).
Σύμφωνα με την παρουσίαση του ΣΕΒΕ, σε μια δυνητική αγορά διαμετακόμισης 1,2 εκ. TEUs της Ν.Α. Ευρώπης και 2,1 εκ. TEUs της Κ. Ευρώπης, η Θεσσαλονίκη θα μπορούσε να διεκπεραιώνει φορτία της τάξης των 600-800 χιλ. TEUs, γεγονός μείζονος σημασίας για την τοπική οικονομία, με πολλαπλασιαστικά οφέλη.
Εκτιμάται, μάλιστα, πως η ανάπτυξη του λιμένα της Θεσσαλονίκης ως διαμετακομιστικό κέντρο και η απορρόφηση φορτίου 1 εκατ. TEUs μπορεί, μακροπρόθεσμα, να αποφέρει συνολικό οικονομικό όφελος της τάξης των 1,5-2,5 δισ. ευρώ, που ισοδυναμεί σε 6-10% του ΑΕΠ της Κ. Μακεδονίας.
Εφικτό χαρακτήρισε τον στόχο των 600-800 χιλ. TEUs για την transit μεταφορά ο αντιπρόεδρος του ΟΛΘ Κώστας Παπαϊωάννου, σημειώνοντας, ωστόσο, την ανάγκη να γίνουν βελτιώσεις στις υποδομές για να εξυπηρετηθούν ακόμη μεγαλύτερα φορτία και να καταστεί ευκολότερη η πρόσβαση μεγάλων πελατών και ανταγωνιστικότερες οι τιμές. Σημείωσε, μάλιστα, ότι στην οικονομικοτεχνική μελέτη που έγινε για την επέκταση του προβλήτα είχε υπολογιστεί η δυνατότητα συνολικής διακίνησης (διαμετακόμισης και μεταφόρτωσης) της τάξης των 1,2 έως 1,5 εκ. TEUs. Άλλο ένα πλεονέκτημα είναι ότι το λιμάνι της Θεσσαλονίκης είναι το μοναδικό στην περιοχή που διακινεί χύδην φορτίο σιδηρομεταλλεύματος, λόγω της εγγύτητας με τις γειτονικές χώρες και της ύπαρξης του σιδηροδρομικού δικτύου.
Στη θετική προοπτική της ανάπτυξης του λιμανιού σε αυτή την κατεύθυνση συμφώνησαν και ο πρόεδρος του Βιοτεχνικού Επιμελητηρίου Θεσσαλονίκης Π. Παπαδόπουλος και ο γενικός γραμματέας του Εμπορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης Π. Μενεξόπουλος, που παραβρέθηκαν στη συνέντευξη Τύπου. Όπως είπε ο κ. Λουφάκης, οι εκπρόσωποι έξι φορέων έθεσαν το θέμα και στον πρωθυπουργό Αντώνη Σαμαρά κατά τη διάρκεια της χθεσινής τους συνάντησης.
Σε ερώτηση για τη διαδικασία που επιλέχθηκε για το ιδιοκτησιακό καθεστώς του ΟΛΘ, ο κ. Λουφάκης σημείωσε ότι αυτό που προέχει περισσότερο πλέον είναι να κερδηθεί χρόνος και πρόσθεσε ότι το σημαντικότερο είναι να γίνουν υποδομές και να αυξηθούν τα φορτία.
Διαβάστε ακόμη:
ΟΛΘ: Αύξηση των οικονομικών μεγεθών στο α’ εξάμηνο