Αλεξία Μπακογιάννη: Έχουμε τόσο πάθος γι’ αυτό που κάνουμε που είναι μεταδοτικό

Αλεξία Μπακογιάννη: Έχουμε τόσο πάθος γι’ αυτό που κάνουμε που είναι μεταδοτικό
Πάθος! Αυτή είναι η λέξη που χαρακτηρίζει την Αλεξία Μπακογιάννη. Πάθος για τη δουλειά της, για τα πιστεύω της, για τις απόψεις της, και ένα αχαλίνωτο drive ζωής. Μιλάει με ενθουσιασμό και περηφάνια για την εταιρεία της, τους πελάτες και τους συνεργάτες της, και είναι μια γυναίκα που ξέρει να απαιτεί και να επιβάλλει. 

Κόρη του Παύλου και της Ντόρας Μπακογιάννη και εγγονή του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, συνειδητοποίησε από νωρίς ότι χρειαζόταν, για προσωπικούς λόγους, να αποδείξει στον εαυτό της ότι µπορεί να πετύχει αλλιώς και αλλού. Να µην είναι το µοναδικό κριτήριο των επιλογών της το επώνυµο. Πήρε τη ζωή στα χέρια της αποφασίζοντας να επηρεάζει αλλιώς έναν άλλο κόσµο, προς ένα καλύτερο µέλλον. Δηµιούργησε τη δική της εταιρεία στρατηγικής επικοινωνίας, την αία relate, της οποίας το portfolio συνεργασιών καλύπτει µεγάλο φάσµα επιχειρηµατικών κλάδων. Από το λιανεµπόριο και τα τρόφιµα µέχρι τη βαριά βιοµηχανία και τον τουρισµό, παρέχει υπηρεσίες που συνδυάζουν στρατηγική επικοινωνία, IR, baseline PR και digital com. Το µυστικό της επιτυχίας; «Στην αία relate µπαίνουµε στα παπούτσια των πελατών των πελατών µας. Μόνο έτσι είµαστε χρήσιµοι».

Στην πρώτη γραμμή σε περιόδους κρίσεων βρίσκονται οι εταιρείες επικοινωνίας που αναλαμβάνουν τον δύσκολο ρόλο ως crisis communicators των πελατών τους. Πώς το βιώσατε εσείς, ως εταιρεία στρατηγικής επικοινωνίας; 

O Henry Kissinger έλεγε «δεν µπορεί να γίνει µια κρίση την άλλη εβδοµάδα, το πρόγραµµά µου είναι γεµάτο». Στην πραγµατικότητα, οι κρίσεις είναι κάτι πολύ συνηθισµένο στη δουλειά µας. Σχεδόν χάρη σ’ αυτές υπάρχουµε. Ωστόσο, η συγκεκριµένη ξεπέρασε οτιδήποτε είχαµε ζήσει στο παρελθόν, ακούµπησε όλες τις πτυχές της καθηµερινότητας, τόσο των εταιρειών-πελατών µας, όσο και των ανθρώπων που δουλεύουν σε αυτές. Η διαχείριση απαιτούσε δοµική αλλαγή νοοτροπίας και µια αντίληψη η οποία, κατά τη γνώµη µας, ξεπερνούσε το όποιο οικονοµικό πρόβληµα και πήγαινε στη στάση της κάθε εταιρείας ως εταιρικού πολίτη, σε µια κοινωνία που βίωνε πρωτόγνωρες καταστάσεις. Προτρέψαµε τους πελάτες µας να αναλάβουν στάση ευθύνης, όχι συµφέροντος. Το ίδιο πράξαµε και εµείς, υποστηρίζοντάς τους πέρα από τα στενά όρια της επαγγελµατικής µας σχέσης. Η επικοινωνία είναι πάνω απ’ όλα ενσυναίσθηση. Οι εταιρείες δεν λειτουργούν σε κενό αέρος. Είναι ζωντανοί οργανισµοί, κοµµάτια µιας κοινωνίας, και ο κίνδυνος είναι να παθαίνουν ιδρυµατισµό και να ξεχνούν αυτόν τους τον ρόλο. Και πρέπει να πω ότι βρήκαµε ευήκοα ώτα. Στο δίληµµα «κέρδος ή υπευθυνότητα» ήταν τιµή µας να βλέπουµε να κερδίζει συνεχώς το δεύτερο.

Τα μηνύματα που εκπέμπει μια επιχείρηση, τα κανάλια διάδοσής τους, οι σχέσεις με τους πελάτες, τους προμηθευτές, τους συνεργάτες, η οικοδόμηση εμπιστοσύνης, είναι μερικές από τις πτυχές που κληθήκατε, φαντάζομαι, να διαχειριστείτε. Πώς επιτυγχάνονται όλα αυτά, και μάλιστα σε χρόνους ρεκόρ, απέναντι σε μια ασύμμετρη απειλή, όπως η Covid-19;

Νοµίζω ότι η λέξη-κλειδί εδώ είναι «αφοσίωση». Και αφοσιωθήκαµε µε ψυχή. Δεν κάναµε πράγµατα µισά. Δεν είπαµε ψέµατα. Προς καµία κατεύθυνση. Δεν υποσχεθήκαµε άλλα και κάναµε άλλα. Σε κάθε συνεργάτη µας βλέπαµε τον εαυτό µας. Σε κάθε πελάτη του πελάτη µας βλέπαµε την οικογένειά µας. Η επικοινωνία, ξέρετε, είναι πολλές φορές κυνικό πράγµα. Εξ αντικειµένου. Όχι αυτήν τη φορά. Αυτήν τη φορά τη βάλαµε να λειτουργήσει παρηγορητικά. Ανακουφιστικά. Αληθινά. Και ναι, ταπεινά. Το να µεταµορφώσεις σε λόγια και, σε έναν βαθµό, σε πράξεις το συναίσθηµα του συνοµιλητή σου, αυτή είναι η τέχνη της επικοινωνίας. Και αυτή, τολµώ να πω, είναι η τέχνη της αία relate.

Σε χώρους όπου δουλεύουν κατά 80% γυναίκες, οι επικεφαλής παραµένουν ακόµη άντρες.

 

Ποιες είναι οι μεγαλύτερες προκλήσεις με τις οποίες η εταιρεία σας ήρθε αντιμέτωπη;

Οι άνθρωποι και η διαχείρισή τους. Στο τέλος της ηµέρας πάντα αυτή είναι η µεγαλύτερη πρόκληση. Οι δικοί µας εργαζόµενοι πρώτα, που σκοπός µας ήταν να τους προσφέρουµε τη µεγαλύτερη δυνατή ασφάλεια σε µια εποχή γενικευµένης ανασφάλειας. Ξέρετε, εµείς είµαστε εταιρεία παροχής υπηρεσιών. Χωρίς τους ανθρώπους µας δεν είµαστε τίποτα. Δεν βγάλαµε κανέναν σε αναστολή −ακόµα και όταν µειωνόταν αισθητά ο τζίρος µας− ούτε στην εκ περιτροπής εργασία. Πήραµε τα αναγκαία µέτρα ώστε να νιώσουν ασφαλείς και λάβαµε υπ’ όψιν την οικογενειακή πραγµατικότητα του καθενός. Το ίδιο ίσχυσε µε έναν τρόπο και για τους πελάτες µας. Και εκείνοι ήταν κλεισµένοι σε ένα σπίτι, πολλές φορές µε παιδάκια και αυξηµένες απαιτήσεις. Οπότε το να ξέρουν ότι είµαστε εκεί, πάντα, ήταν πολύ σηµαντικό. Μπορώ να πω ότι, γενικά, ως εταιρεία δεν είµαστε πολύ καλοί στο να βάζουµε όρια. Αυτήν τη φορά δεν θέλαµε κιόλας.

Πέρυσι, με το που ενέσκηψε η πανδημία, θέταμε συχνά το ερώτημα εάν σιωπούν ή μιλούν τα brands σε περιόδους κρίσης. Κι αυτό γιατί πολλές εταιρείες μειώνουν το μερίδιο της εταιρικής επικοινωνίας για να υποστηρίξουν εμπορικές ενέργειες, κάποιοι παγώνουν ενέργειες γιατί είναι κλειστή η αγορά τους. Ποια είναι η γνώμη σου;

Έχω ξεκάθαρη άποψη γι’ αυτό το θέµα. Τα brands που εξαφανίζονται σε περίοδο κρίσης δεν υπάρχουν µετά. Τα brands έχουν τη δική τους προσωπικότητα, τον δικό τους χαρακτήρα, τη δική τους ξεχωριστή σχέση µε τον καταναλωτή. Όταν διαρρήξεις αυτήν τη σχέση, και µάλιστα την εποχή που σε χρειάζεται περισσότερο, θα σε απορρίψει την επόµενη ηµέρα. Διότι το µεγάλο ζητούµενο αυτής της κρίσης, ήταν και παραµένει η ασφάλεια. Και η ασφάλεια είναι πολύ παραπάνω από ό,τι το απολυµαντικό. Μπορείς εσύ να νιώθεις ασφαλής µε έναν γκόµενο που εξαφανίζεται στα δύσκολα;

Δυνατό επιχείρημα (γέλια)… Έναν χρόνο μετά, πώς βλέπεις να διαμορφώνεται η νέα κανονικότητα; Τι απασχολεί περισσότερο τα επιτελεία των επιχειρήσεων και τη στρατηγική της επόμενης ημέρας; 

Νοµίζω ότι δύο είναι τα µεγάλα ζητούµενα της εποχής: η τεχνολογία και η βιωσιµότητα. Η τεχνολογία έχει προ πολλού ξεπεράσει τον ρόλο της ως απλού εργαλείου. Η τεχνολογία µάς καθορίζει σε ποικίλους τοµείς: από την παραγωγή των προϊόντων µέχρι τη µορφή της εργασίας, την επικοινωνία µας, την ίδια µας τη σκέψη. Συγχρόνως, η βιωσιµότητα είναι µια φιλοσοφία καθηµερινής πραγµατικότητας που καλούµαστε να δούµε ως επιλογή ουσίας. Όχι ως άλλο ένα tick the box της µόδας, όπως είναι αυτήν τη στιγµή. Σε δέκα χρόνια ή θα σκέφτεσαι και θα δρας υπεύθυνα µε κόστος στη γραµµή της κερδοφορίας ή δεν θα υπάρχεις.

Προέρχεσαι από μια αμιγώς πολιτική οικογένεια. Συνδέεται η πολιτική εμπειρία –και τα βιώματά σου – με τη χάραξη στρατηγικής για τις επιχειρήσεις;

Πολιτική οικογένεια; Εµείς; Μα τι σε κάνει να το λες αυτό; (γέλια) Η αλήθεια είναι ότι η πολιτική είναι τροµερό «σχολείο» σε θέµατα επικοινωνίας. Και αυτό διότι η πολιτική είναι επικοινωνία. Συνεχώς και µονίµως. Σε όλες της τις εκφάνσεις. Και επίσης, έχει µια κρίση κάθε δύο µέρες· και οι κρίσεις πονάνε· και τα λάθη µετριούνται· και πληρώνονται· και δεν συγχωρούνται. Οπότε, αν µπορείς να πετύχεις εκεί, µπορείς να πετύχεις παντού. Και αν αντέξεις εκεί, αντέχεις παντού. Με αυτή την έννοια, λοιπόν, µπορώ να πω ότι ξεκίνησα αυτήν τη δουλειά µε ένα συγκριτικό πλεονέκτηµα: πολύ ξύλο.

«H επαγγελµατική αυταρέσκεια είναι καταστροφή. Στην aia relate µπαίνουµε στα παπούτσια των πελατών µας. Μόνο έτσι είµαστε χρήσιµοι».

Πώς κατόρθωσες, αλήθεια, να ξεφύγεις από την πολιτική παράδοση;

Κοίτα, η πολιτική είναι µικρόβιο. Δεν ξεφεύγεις ποτέ εντελώς. Ειδικά εάν έχεις πέσει στη µαρµίτα από µικρός. Όµως, η ουσία της πολιτικής είναι το δόσιµο, η δηµιουργία. Όσο και εάν δεν το πιστεύουν πια πολλοί αυτό. Πολιτική κάνουν οι άνθρωποι στη µεγάλη τους πλειονότητα, διότι πιστεύουν ότι µπορούν και θέλουν κάτι να αλλάξουν. Αν το πετυχαίνουν ή όχι, αν το κάνουν καλά ή όχι, αν υπάρχουν και οι κακοί, αυτό είναι άλλη ιστορία. Εν αρχή, όµως, το δόσιµο. Να κάνουµε τον κόσµο καλύτερο. Για µένα αυτό ήταν εξαιρετικά σηµαντικό. Αλλά ήθελα να το κάνω µε τρόπο µου. Και πιστεύω ότι από ένα άλλο µετερίζι το καταφέρνω. Επηρεάζω αλλιώς έναν άλλο κόσµο προς ένα καλύτερο µέλλον. Νιώθω περήφανη για τις προτάσεις που κάνουµε στους πελάτες µας, για τους 50 εργαζοµένους που έχει η αία relate, για τον τρόπο που αντιµετωπίζω τους προµηθευτές µου. Ο τρόπος που δουλεύουµε θέλω να πιστεύω ότι κάνει τον κόσµο −έστω− λίγο καλύτερο.

Ήξερες από μικρή τι ήθελες να γίνεις όταν θα μεγαλώσεις; 

Όχι. Βασικά ήθελα να γίνω δηµοσιογράφος. Αλλά το είδος του δηµοσιογράφου που θα γινόµουν δεν θα µας πήγαινε καλά στα οικογενειακά τραπέζια. Είχα ξεκινήσει, µεταξύ άλλων, γράφοντας στο Ποντίκι υπέρ του διαχωρισµού Κράτους και Εκκλησίας την εποχή που ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης συντασσόταν µε τον Χριστόδουλο για τις ταυτότητες. Καταλαβαίνεις… Και δεν µου άλλαξε γνώµη η όποια οικογενειακή διαφωνία µπορούσε να υπάρξει, όσο η διαστρέβλωση της όποιας άποψης ή πορείας µου µε µοναδικό κριτήριο το επώνυµο. Χρειαζόµουν, για προσωπικούς λόγους, να αποδείξω ότι µπορώ να πετύχω αλλιώς και αλλού. Σήµερα οµολογώ ότι, κοιτάζοντας πίσω, τα βρίσκω όλα αυτά έως και κοµπλεξικά. Αλλά δεν είµαστε 25 χρόνων, αλλά στα 45. Να πάρει.

Η αία relate είναι η μοναδική female owned εταιρεία επικοινωνίας στην Ελλάδα. Πώς λειτουργεί αυτό;

Αυτά είναι! Το αγαπηµένο µου θέµα! Σε έναν χώρο όπου δουλεύουν κατά 80% γυναίκες, οι επικεφαλής παραµένουν άντρες! Στερεότυπα και δειλός φαβοριτισµός µε πρόσηµο φύλου. Θα κερδίσουµε αυτό το «στοίχηµα» ως κοινωνία µόνο όταν αποκτήσουµε το θάρρος να εκπαιδεύουµε τους γιους µας όπως τις κόρες µας, και όχι τις κόρες µας όπως τους γιους µας. Και όταν πάψουµε να φορτώνουµε τις γυναίκες του ντουνιά µε τη προσδοκία σχεδόν- την απαίτηση- πως πρέπει να καταφέρνουν την τέλεια ισορροπία µεταξύ δουλειάς και ζωής. Δεν υπάρχουν αυτά. Μια ατέλειωτη, συνεχής καθηµερινή επιλογή προτεραιοτήτων που αλλάζουν συνεχώς είναι η ζωή µας: Τώρα ο Γιωργάκης που έχει νεύρα, µετά η παρουσίαση, ύστερα το Nτοράκι που κάτι θέλει, το crisis του πελάτη κυριακάτικα και, ναι, θα κάνω και τα νύχια µου. Και στο τέλος της ηµέρας, θα γίνω και αρχηγός και η κόρη µου το ίδιο και χωρίς τύψεις εκείνη. Και καλώς.

Στo site σας καθρεφτίζεται απολύτως η φράση «το μέσον είναι το μήνυμα». Λέτε, μεταξύ άλλων, «εμείς δεν είμαστε πελάτες του εαυτού μας. Είμαστε πελάτες των πελατών μας». Πώς το εννοείτε;

Αυτό που εννοούµε είναι ότι στην επικοινωνία η προσωπική µου άποψη, το προσωπικό µου πιστεύω, το προσωπικό µου γούστο, δεν είναι αναγκαστικά το σωστό. Και η επαγγελµατική αυταρέσκεια είναι καταστροφή. Στην αία relate µπαίνουµε στα παπούτσια των πελατών µας. Μόνο έτσι είµαστε χρήσιµοι.

Η ΗΓΕΣΙΑ του 21ου αιώνα

1. Ηγεσία που δίνει λογαριασμό και ακούει περισσότερο
από όσο μιλάει.

2. Ηγεσία που προετοιμάζει το έδαφος για να πάει η σκυτάλη στην επόμενη, τη διαφορετική μέρα, χωρίς να
θεωρεί ότι έχασε η Βενετιά βελόνι.

3. Ηγεσία που δεν κολυμπάει αυτάρεσκα στην απόλαυση του ρόλου.

4. Ηγεσία που εμπνέει.

5. Ηγεσία που νιώθει.

6. Οι τεχνοκράτες και οι καλοί διαχειριστές πέθαναν.

 

Επενδύσατε από νωρίς στο κομμάτι του digital και των social media, πολύ πριν από τον ψηφιακό μετασχηματισμό. Πώς εντάχθηκε η ψηφιακή επικοινωνία τόσο νωρίς στη φιλοσοφία σας; Και τι κινδύνους διατρέχει από τον καταιγισμό της πληροφορίας και των fake news που βρίθουν στα social media; 

Δεν υπάρχει αµφιβολία ότι το παρόν, όχι το µέλλον, είναι ψηφιακό. Εθελοτυφλεί κανείς αν δεν το βλέπει. Τα νέα παιδιά «σκρολάρουν» µε το δάχτυλο πριν µιλήσουν. Και αυτό είναι το καινούργιο κανονικό. Δεν πρέπει να µας τροµάζει. Έχει µια δύναµη και µια… δηµοκρατία ανίκητη ο ψηφιακός κόσµος. Κυρίως διότι η γνώση µοιράζεται και πολλαπλασιάζεται. Και σίγουρα οι εταιρείες δεν µπορούν να µην είναι µέσα σε αυτό τον κόσµο εάν θέλουν να παραµείνουν σχετικές µε την αληθινή ζωή. Γενικά, είµαστε αρκετά πίσω σε αυτό τον τοµέα σε εταιρικό και διαφηµιστικό επίπεδο, κατά τη γνώµη µου. Ακόµα τα ψηφιακά µέσα παίρνουν πολύ µικρότερο κοµµάτι της πίτας από αυτό που δικαιούνται προς όφελος µιας πλασµατικής αίσθησης επιρροής άλλων µέσων. Επίσης, ο διάλογος που έχει ανοίξει µέσω social media µε τους καταναλωτές είναι εξαιρετικά σηµαντικός και σπρώχνει τις εταιρείες και τα προϊόντα να γίνονται όλο και καλύτερα.

Ωστόσο −και εδώ έρχοµαι στο δεύτερο κοµµάτι της ερώτησης− υπάρχει µια παγίδα. Άλλο τα digital µέσα, άλλο τα social media. Και µε τη σειρά τους, άλλο τα social media ως πύλη επικοινωνίας, άλλο ως εθνικό πτυελοδοχείο. Υπάρχει µια τάση στους µεν ιθύνοντες να χαράσσουν πολιτική, εθνική ή εταιρική, µε βάση τα social media, και δη έναν εξαιρετικά χαµηλό αριθµό ανθρώπων που βρίζουν· στους δε χρήστες να τα χρησιµοποιούν ως πηγή πληροφόρησης. Και τα δύο είναι λάθος. Ωστόσο παραµένω αισιόδοξη. Η ισορροπία νοµοτελειακά θα έρθει και θα είναι για καλό.

«Tο παρόν, όχι το µέλλον, είναι ψηφιακό. Τα νέα παιδιά σκρολάρουν µε το δάχτυλο πριν µιλήσουν. Και αυτό είναι το καινούργιο κανονικό»

Στη σκιά της πανδημίας πυροδοτήθηκε μια κοινωνική έκρηξη που συνδέεται με το #metoo, τη σωματική και λεκτική βία και, κατ’ επέκταση, την έλλειψη ηθικής στο εργασιακό περιβάλλον. Ποια είναι η γνώμη σου;

Είµαστε µακριά από το να µιλάµε για κοινωνική έκρηξη, δυστυχώς. Είµαστε σε µια µικρή, υπερπολύτιµη αρχή που έφερε το θέµα στο προσκήνιο. Τα θύµατα, όµως, συνεχίζουν να φταίνε για τη µεγάλη πλειονότητα που καταναλώνει τον πόνο τους από την «κλειδαρότρυπα», αγνοώντας το έγκληµα εξουσίας που τους χάλασε τη ζωή. Το στοίχηµα είναι να µη σταµατήσουµε εδώ. Να µην αυτοϊκανοποιηθούµε µε την ψευτοκάθαρση της µηντιακής αναπαραγωγής. Να µείνει ο δρόµος ανοιχτός και να µην ξανακλείσει ποτέ.

Αλεξία, ποιο είναι το συγκριτικό σας πλεονέκτημα σε σχέση με τον ανταγωνισμό; 

Έχουµε τόσο πάθος γι’ αυτό που κάνουµε, που είναι µεταδοτικό.

* To κείμενο δημοσιεύεται στο περιοδικό Fortune που κυκλοφορεί στα περίπτερα.