Αλεξιάδης στο Fortune: Οι φόροι δεν είναι πολιτική μας επιλογή αλλά πολιτική αναγκαιότητα

Αλεξιάδης στο Fortune: Οι φόροι δεν είναι πολιτική μας επιλογή αλλά πολιτική αναγκαιότητα
ΕΝΩΣΗ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ ΑΛΕΞΙΑΔΗΣ Τ

Ο αναπληρωτής ΥΠΟΙΚ μιλά αποκλειστικά στο Fortune για την αξιολόγηση, το νέο φορολογικό ν/σ καθώς και για τα άμεσα σχέδια του Υπουργείο

Σε σκληρό «bra defer» εξελίσσεται η διαπραγμάτευση μεταξύ ελληνικής κυβέρνησης και θεσμών, από την οποία αναμένεται να κριθεί και η τύχη της ελληνικής οικονομίας. Ο δε Μάιος χαρακτηρίζεται ως ο πιο κρίσιμος μήνας, αφού πριν από την εκπνοή του θα πρέπει να έχει κλείσει η περιβόητη αξιολόγηση, με το νέο ορόσημο να είναι το Eurogroup στις 24 του μήνα.

Και ενώ οι Θεσμοί ζητούν διαρκώς νέα πρόσθετα μέτρα, σε περίπτωση μη επίτευξης των στόχων μέχρι το 2018, το Υπουργείο Οικονομικών αναζητά τρόπους αύξησης των εσόδων στα ταμεία του Κράτους. Σε αποκλειστική συνέντευξη που παραχώρησε στο fortunegreece.com, ο Αναπληρωτής Υπουργός Οικονομικών, Τρύφων Αλεξιάδης τονίζει πως εάν δεν έχει κλείσει ακόμη η διαπραγμάτευση, δεν οφείλεται στο ότι δεν υπάρχει σχέδιο από την πλευρά της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ- ΑΝΕΛ, αλλά στο γεγονός ότι επιχειρείται να βρεθεί η καλύτερη δυνατή λύση που να εξυπηρετεί το συμφέρον της χώρας.

«Δεν πρέπει να έχουμε αυταπάτες για το ποιος είναι ο ρόλος καθενός από τους Θεσμούς. Όταν πας να διαπραγματευτείς και έχεις επιχειρήματα και αποδείξεις αυτά που λες, αναγκάζονται να τα συζητήσουν, ώστε να βρεθεί η καλύτερη δυνατή λύση. Τα προηγούμενα χρόνια έγιναν τραγικά λάθη στη διαπραγμάτευση. Τους καλλιεργήσαμε μια αίσθηση εύκολου συζητητή και έρχονται τώρα και πιέζουν θεωρώντας ότι η κυβέρνηση θα αποδεχτεί πράγματα που στο παρελθόν περνούσαν πιο εύκολα. Θα μπορούσε εδώ και τρεις μήνες να είχε κλείσει η διαπραγμάτευση και να αποδεχτούμε αυτό που λένε. Σκοπός είναι να καταλήξουμε σε μια λύση βιώσιμη».

«Εναλλακτική λύση δεν υπάρχει»
Πώς μπορεί όμως να έρθει η ανάπτυξη όταν από το πακέτο μέτρων ύψους 5,4 δισ. ευρώ, περισσότερο από τα 2/3 προέρχονται από φόρους, ενώ δεν λαμβάνονται μέτρα που να μειώνουν τις κρατικές δαπάνες; Ο κ. Αλεξιάδης υπενθυμίζει πως κατά την περίοδό 2010 – 2014 οι προηγούμενες κυβερνήσεις επέβαλαν μέτρα 65 δισ. ευρώ, τα οποία ψήφισαν και τώρα διαφωνούν με την εφαρμογή τους, ενώ ως αντιπολίτευση δεν προτείνουν μια εναλλακτική λύση. «Συμφωνώ απολύτως με το να μειώσουμε τις δαπάνες. Που όμως; Στην Υγεία ή στην Παιδεία; Πρέπει επιτέλους να ξεκαθαριστεί αυτός ο αστικός μύθος. Εναλλακτική λύση δεν υπάρχει. Τι έπρεπε να κάνουμε να μπούμε στο δίλημμα δραχμή ή ευρώ; Από την πλευρά μας κάναμε ότι μπορούσαμε για να πάμε ένα βήμα πιο πέρα».

«Στο Δημόσιο δεν περισσεύει προσωπικό»
Μπροστά στο ενδεχόμενο να μειωθεί ο αριθμός των εργαζομένων του Δημοσίου και να υπάρξει μια εξισορρόπηση με τις απώλειες που έχει υποστεί ο Ιδιωτικός Τομέας, ο κ. Αλεξιάδης είναι κατηγορηματικός. Επικαλούμενος τα στοιχεία της Eurostat υποστηρίζει πως η Ελλάδα έχει μικρότερο δημόσιο τομέα αναλογικά με τον πληθυσμό της και συγκριτικά με ότι έχουν οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες, τονίζοντας πως αυτό που προέχει είναι η καλύτερη ανακατανομή των υπαλλήλων του Δημοσίου και η στελέχωση των φορέων που έχουν περισσότερο ανάγκη. «Δεν θα πρέπει να βλέπουμε τα πάντα ως σύγκρουση συμφερόντων μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού τομέα. Αυτό το σκεπτικό είναι απλώς διαχείριση της μιζέριας. Πρέπει να βρούμε την ισορροπία. Θέλουμε Δημόσιο Τομέα που να αξιολογείται και να είναι τόσο μεγάλος όσο χρειάζεται. Από τις μελέτες που γίνονται προκύπτει πως στο Δημόσιο δεν περισσεύει προσωπικό. Έχουμε πάρα πολλές υπηρεσίες που δουλεύουν στο “κόκκινο”. Σε ότι αφορά στη μείωση δαπανών από τον πρώτο μήνα που ανέλαβα καθήκοντα στο ΥΠΟΙΚ το έχουμε κάνει κιόλας πράξη. Μειώνουμε δαπάνες από εκεί όπου δεν άγγιξαν οι προηγούμενοι».

Η τεράστια ακίνητη περιουσία του Δημοσίου που παρέμενε αναξιοποίητη, η δημιουργία ενός μηχανογραφικού συστήματος υποστήριξης του Υπουργείου που να μειώνει τη χρήση χαρτιών, καθώς και η μεταφορά των υπηρεσιών του ΥΠΟΙΚ σε ένα κτίριο στις επαρχιακές πόλεις είναι μέτρα τα οποία, σύμφωνα με τον κ. Αλεξιάδη έχουν αρχίσει να υλοποιούνται.

Αν η ελληνική οικονομία βρίσκεται σήμερα σε τέλμα αυτό είναι απόρροια της υιοθέτησης μη αναπτυξιακών μοντέλων, του πελατειακού συστήματος που είναι ακόμη βαθιά ριζωμένο, και της πίεσης που ασκείται από την Ευρώπη σε βάρος των Ελλήνων πολιτών.

«Αυτό που πρέπει να καταλάβουμε κάποια στιγμή στην Ελλάδα είναι πως η πολιτική δεν κατεβαίνει από τον ουρανό. Υπήρξε μια αλληλουχία γεγονότων για το πώς φτάσαμε στην κρίση. Ήταν επειδή ήμασταν τεμπέληδες, είχαμε υπεράριθμο δημόσιο Τομέα και ήμασταν διεφθαρμένοι; Γιατί αυτό προσπάθησαν να μας πείσουν αυτοί που κυβερνούσαν τα προηγούμενα χρόνια. Η αλήθεια είναι πως ακολουθήθηκε ένα λάθος μοντέλο ανάπτυξης με ένα πολιτικό προσωπικό που διαχειρίστηκε το Δημόσιο Ταμείο προς όφελος των κομμάτων και των οικογενειών του».

«Δεν θέλω επιχειρήσεις που να έχουν στην Ελλάδα τις ζημίες και τα λεφτά τους στο εξωτερικό»
Για να δημιουργηθεί όμως ανάπτυξη στο εσωτερικό της χώρας και να επενδύσουν τα χρήματά τους, τόσο οι Έλληνες όσο και οι ξένοι επενδυτές, θα πρέπει να υπάρξει ανάταση της εθνικής ψυχολογίας, ανάκτηση της αξιοπιστίας της χώρας και φυσικά ένα σταθερό φορολογικό περιβάλλον. Για να γίνουν όλα αυτά θα πρέπει, κατά τον κ. Αλεξιάδη να κλείσει η αξιολόγηση και να επιλυθεί το θέμα του χρέους προκειμένου να δημιουργηθεί ένα σταθερό πολιτικό- οικονομικό περιβάλλον και να δανειζόμαστε από τις αγορές και όχι μέσα από μηχανισμούς στήριξης. «Εάν μας ενδιαφέρει το θέμα των επενδύσεων και της υγιούς επιχειρηματικότητας – διότι εγώ δεν θέλω επιχειρήσεις που να έχουν στην Ελλάδα τις ζημίες και χρέη τους και τα λεφτά τους στο εξωτερικό – πρέπει να στοχεύουμε στον επιχειρηματία που αγωνίζεται και επιβιώνει».

Όσο για την ύπαρξη ενός σταθερού φορολογικού πλαισίου πεποίθηση του κ. Αλεξιάδη είναι ότι θα έπρεπε να έχουμε κάθε χρόνο ένα φορολογικό νομοσχέδιο το οποίο θα συμφωνείται από τους Κοινωνικούς Εταίρους και θα κατατίθεται μαζί με τον προϋπολογισμό στη Βουλή. «Αυτή είναι η ιδεατή κατάσταση. Τώρα όμως βρισκόμαστε σε μια μεταβατική κατάσταση. Αναγκαστικά έχουμε συχνές αλλαγές σε φορολογικές διατάξεις ακριβώς επειδή είμαστε σε διαδικασία διαπραγμάτευσης και πρέπει να φέρνουμε σε τακτικά χρονικά διαστήματα τις διατάξεις στη Βουλή».

«Δεν είμαι οπαδός της υπερφορολόγησης»
Στο ερώτημα για το αν η παρούσα κυβέρνηση προτίθεται να μειώσει τους φορολογικούς συντελεστές που αφαιρούν από τις ελληνικές επιχειρήσεις σχεδόν το ήμισυ των κερδών τους και τις αναγκάζουν να δραστηριοποιηθούν στις αγορές του εξωτερικού, ο Αναπληρωτής Υπουργός Οικονομικών δεν δίνει ξεκάθαρη απάντηση. Παραδέχεται πως η υπερφορολόγηση δημιουργεί προβλήματα, αλλά δεδομένων των συνθηκών είναι η μόνη δυνατή επιλογή. «Δεν είναι πολιτική επιλογή της κυβέρνησης αλλά πολιτική αναγκαιότητα. Από την άλλη πλευρά ακούμε μόνο κριτική και όχι άλλες προτάσεις. Έστω ότι ο φορολογικός συντελεστής στην Ελλάδα έπεφτε στο 12%, την άλλη μέρα η Κύπρος θα τον έριχνε στο 8% και η Βουλγαρία στο 10%. Εάν μπούμε σε αυτή τη λογική θα έχουμε να αντιμετωπίσουμε αυτό το πρόβλημα. Οι επιχειρήσεις θα έφευγαν από ισχυρές οικονομικά χώρες που έχουν υψηλούς φορολογικούς συντελεστές για να πάνε σε κάποια άλλη γειτονική χώρα. Νομίζω πως θα πρέπει να πάμε σε μια λογική συνεννόησης σε επίπεδο Ευρώπης και παγκόσμιο για το τι κάνουμε με τον φορολογικό ανταγωνισμό και τους «φορολογικούς Παραδείσους».

Συνεχίζει λέγοντας πως στην Ελλάδα γίνεται τεράστια συζήτηση για την υψηλή φορολόγηση των επιχειρήσεων αγνοώντας πως, εκτός από τον ονομαστικό φορολογικό συντελεστή του 29%, υπάρχει και ο πραγματικός, εκείνος που υπολογίζει κατά περιόδους η Eurostat. «Στην Ελλάδα ο πραγματικός φορολογικός συντελεστής, επειδή υπάρχει πολύ μεγάλη φοροδιαφυγή, ενδο-ομιλικές συναλλαγές, συναλλαγές με υπεράκτιες εταιρείες, τριγωνικές συναλλαγές κ.α., είναι πολύ μικρότερος από τον ονομαστικό. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να κατεβεί και ο ονομαστικός συντελεστής. Πρέπει να υπάρχουν φορολογικοί συντελεστές που να εξυπηρετούν την ανταγωνιστικότητα της επιχείρησης και να συμβάλλουν στην κάλυψη των δημοσίων εσόδων. Δεν είμαι οπαδός της υπερφορολόγησης ή του δόγματος φόροι, φόροι, φόροι. Εάν η κατανομή των φορολογικών βαρών είναι δίκαιη νομίζω πώς μπορούν να το εξυπηρετήσουν και οι επιχειρήσεις».

Την ίδια ώρα, ερωτηματικά εγείρει το νέο φορολογικό που ανακοινώθηκε πριν από λίγες ημέρες. Ποιοι θεωρούνται ευνοημένοι, ποιοι αδικούνται και τι αλλάζει για τα έσοδα του κράτους; «Το νέο φορολογικό εάν το μελετήσει κανείς θα διαπιστώσει ότι υπάρχουν κατηγορίες εισοδημάτων με ελαφρύνσεις και υψηλά εισοδήματα που έχουν επιβαρύνσεις. Δεν καταλαβαίνω γιατί κατηγορείται ο ΣΥΡΙΖΑ όταν κάνει όσα υποσχέθηκε προεκλογικά. Λέγαμε μια κλίμακα και τη φέραμε, λέγαμε μεταφορά της επιβάρυνσης από τα χαμηλά στα μεσαία και από τα μεσαία στα πολύ υψηλά εισοδήματα και το κάναμε. Θέλουμε 47δις ευρώ το χρόνο από άμεσους και έμμεσους φόρους. Ποιος θα τα πληρώσει; Εννοείται βέβαια ότι θα πρέπει να ελέγξουμε παράλληλα τη φοροδιαφυγή και το λαθρεμπόριο».

Προσθέτει δε πως με το νέο φορολογικό νομοσχέδιο υπάρχουν πολλοί συνταξιούχοι και μισθωτοί που έχουν μικρότερη φορολογική επιβάρυνση πληρώνοντας εκκαθαριστικά από 50 έως 150 ευρώ. «Δεν μιλάμε πια για φορολογική λαίλαπα. Δυστυχώς υπάρχουν πολλοί έμμεσοι φόροι αλλά στόχος μας είναι να πάμε σε μια πιο δίκαιη και αναλογική άμεση φορολογία».