Αμυντικές δαπάνες: Απρόθυμη η Ισπανία να ντυθεί… αστακός
- 09/04/2025, 18:45
- SHARE

Μπορεί Βρετανία και Γαλλία να επιμένουν στο σχέδιο για τη «Συμμαχία των προθύμων» υπέρ της Ουκρανίας, αλλά αν εξαιρέσει κανείς τις Δημοκρατίες της Βαλτικής και τους Δανούς, που παραδοσιακά αποτελούν τον «πιο καλό μαθητή του ΝΑΤΟ», η προθυμία των περισσότερων Ευρωπαίων να εμπλακούν σε ένα πολεμικό μέτωπο, σε κατάσταση έστω ανακωχής, είναι εξαιρετικά περιορισμένη.
Υποσχέσεις για αυξήσεις δαπανών
Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι σίγουρα αυτό της Ισπανίας, η οποία άλλωστε είναι η χώρα με το χαμηλότερο ποσοστό των στρατιωτικών δαπανών ως προς το ΑΕΠ από όλες τις χώρες μέλη του ΝΑΤΟ, με μόλις 1,3%. Υπό το βάρος της πίεσης των «συμμάχων» τα τελευταία χρόνια έχει δεσμευτεί να φτάσει τον ζητούμενο στόχο του 2% μέχρι το 2029. Μάλιστα, η υπουργός Άμυνας Μαργαρίτα Ρόμπλε, πρόσφατα απάντησε στη σχετική έκκληση του Γενικού Γραμματέα της Συμμαχίας, Μαρκ Ρούτε, ότι αυτό μπορεί να συμβεί και νωρίτερα, αποφεύγοντας πάντως να δεσμευτεί για ακριβή ημερομηνία.
Ο Σοσιαλδημοκράτης πρωθυπουργός Πέδρο Σάντσεθ έχει συχνά αναφερθεί στα άσχημα οικονομικά της χώρας, που δεν επιτρέπουν εκτόξευση αμυντικών δαπανών, από τη στιγμή μάλιστα που στο κυβερνητικό πρόγραμμα προέχουν υποσχέσεις για αυξήσεις στον κοινωνικό τομέα. Κάτι που αποτελεί και δέσμευση απέναντι στο κόμμα Sumar, τον αριστερό του κυβερνητικό εταίρο. Μια κυβέρνηση που ουσιαστικά δεν διαθέτει πλειοψηφία δεν θέλει να προκαλέσει την κοινωνία, αθετώντας υποσχέσεις για αύξηση του βασικού μισθού και των συντάξεων και επενδύσεις στον τομέα της Υγείας.
Η σκιά της Ιστορίας
Βεβαίως για τους Ισπανούς πολίτες το ουκρανικό μέτωπο φαντάζει αρκετά μακρινό, όπως και η ρωσική «απειλή», την οποία επικαλούνται με ευκολία χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, αλλά δεν είναι μόνο αυτός ο λόγος που εξηγεί την έλλειψη ενθουσιασμού για ενίσχυση του στρατού στο πλαίσιο των ΝΑΤΟϊκών υποχρεώσεων.
Στους κόλπους των δημοκρατών της ισπανικής κοινωνίας πάντα υπήρχε μια καχυποψία απέναντι στις ΗΠΑ, που κάποιοι φτάνουν να αποκαλέσουν αντιαμερικανισμό. Αυτό έχει ιστορικούς λόγους, αφού το καθεστώς του δικτάτορα Φράνκο αντιμετωπίστηκε όχι μόνο φιλικά από τις ΗΠΑ, αλλά αποτέλεσε και ένα προπύργιο του «ελεύθερου κόσμου» στα χρόνια του Ψυχρού Πολέμου. Δεν χρειάστηκε καν να είναι η χώρα μέλος του ΝΑΤΟ, κάτι που συνέβη μόλις το 1982 μετά την πτώση της δικτατορίας. Αλλά ήδη από τη δεκαετία του 1950 λειτούργησαν κρυφά αμερικανικές βάσεις στη χώρα, κάτι που η πλειονότητα των Ισπανών «ανακάλυψε» μόλις το 1966, όταν κατέπεσε κοντά σε μια από αυτές ένα αμερικανικό βομβαρδιστικό Β52 φορτωμένο με πυρηνικές κεφαλές και η χώρα σαν από θαύμα γλύτωσε από μια αδιανόητου μεγέθους τραγωδία.
Μπορεί ο Σοσιαλιστής πρωθυπουργός Φελίπε Γκονζάλεθ να αναθεώρησε την αρχική του θέση για έξοδο από το ΝΑΤΟ και να ζήτησε από τους συμπατριώτες του να ψηφίσουν υπέρ της παραμονής στο σχετικό δημοψήφισμα το 1986, αλλά η σχέση των δύο πλευρών δεν είναι απαραιτήτως σχέση αγάπης. Στην πραγματικότητα είναι ένα ζήτημα που διχάζει βαθιά τη χώρα, αφού οι συντηρητικοί, και ειδικά η πιο ακραία πτέρυγά τους, το βλέπουν διαφορετικά. Ο Χοσέ Μαρία Αθνάρ ήταν υπέρμαχος της πρώτης «Συμμαχίας των προθύμων», εκείνης εναντίον του Ιράκ, που ως γνωστό στήθηκε πάνω σε ψεύτικες πληροφορίες των μυστικών υπηρεσιών των ΗΠΑ και αυτός ήταν και ένας από τους λόγους της μετέπειτα παταγώδους πτώσης του.
Στην εποχή του τραμπισμού
Η εκλογή Τραμπ προφανώς και περιπλέκει την κατάσταση και δίνει νέα τροφή για αντιπαράθεση πάνω σε αυτό το θέμα. Το συρρικνωμένο, αλλά απαραίτητο για την επιβίωση της κυβέρνησης Σάντσεθ κόμμα των Ποδέμος ζητά ακόμα την αποχώρηση από το ΝΑΤΟ, με αφορμή την συνέχιση της υποστήριξης των ΗΠΑ προς τον Νετανιάχου στο Ισραήλ, ενώ το κυβερνητικό Sumar αντιδρά στις περαιτέρω παραδόσεις πολεμικού υλικού στην Ουκρανία και στη διόγκωση του αμυντικού προϋπολογισμού, σε μια περίοδο που επανέρχονται με οξύτητα στο προσκήνιο κοινωνικά προβλήματα, όπως το στεγαστικό. Όλα αυτά εξηγούν σε μεγάλο βαθμό γιατί ο Πέδρο Σάντσεθ αποφεύγει να ταυτιστεί με τις εκκλήσεις του Εμμανουέλ Μακρόν και του Κιρ Στάρμερ για περισσότερη «αλληλεγγύη στην Ουκρανία». Πρόκειται μάλλον περισσότερο για ένστικτο πολιτικής επιβίωσης, και όχι τόσο για κάποια δική του αριστερή αντιΝΑΤΟϊκή εμμονή.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ
- Business Monitor: Oι καινοτόμες θεραπείες που σώζουν ζωές και οι επενδύσεις στον χώρο της Υγείας
- Η «ακτινογραφία» των εμπορικών δεσμών και το αποτύπωμα του γερμανικού επιχειρείν στην οικονομία
- Οι μεγιστάνες της Wall Street προειδοποιούν τον Τραμπ: «Η εμπιστοσύνη στις ΗΠΑ καταστρέφεται»
Πηγή: dw.com