Aναλυτές της Fitch στο Fortune Greece: Από τι θα κριθεί η επιστροφή της Ελλάδας σε επενδυτική βαθμίδα
- 01/04/2022, 11:33
- SHARE
Μεγάλες είναι οι προκλήσεις που θα κληθεί να αντιμετωπίσει η Ελλάδα στο μέτωπο της οικονομίας λόγω του πολέμου στην Ουκρανία, σύμφωνα με συνέντευξη που παραχώρησαν οι αναλυτές της Fitch Ratings, Μichele Νapolitano και Pau Labró, στο Fortune Greece.
Η μεταπανδημική ανάκαμψη υφίσταται τα πλήγματα ενός πρωτόγνωρου σοκ προσφοράς, που αναμένεται να επιβραδύνει την ανάπτυξη και να επιδεινώσει τις πληθωριστικές πιέσεις, υποστήριξε ο κ. Napolitano, προσθέτοντας ωστόσο ότι, παρά τη δυσμενή συγκυρία, το Ταμείο Ανάκαμψης θα αποδειχθεί ιδιαίτερα υποστηρικτικό, αμβλύνοντας κάποιες από τις οικονομικές επιπτώσεις αυτής της νέας κρίσης.
Σε ό,τι αφορά την ανάκτηση της πολυπόθητης επενδυτικής βαθμίδας, καταλύτης για την αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας τους επόμενους 24 μήνες θα είναι η πτώση με σταθερό ρυθμό του δείκτη χρέους προς ΑΕΠ, μέσω της κατοχύρωσης μικρότερων δημοσιονομικών ελλειμμάτων, της επίτευξης ισχυρής ανάπτυξης και του χαμηλού κόστους δανεισμού, αλλά και οι μεταρρυθμίσεις.
Από τη μεριά του, ο Pau Labró διαπιστώνει μεγάλη βελτίωση στον εγχώριο χρηματοπιστωτικό τομέα, χάρη και στη μείωση του δείκτη NPEs, που είναι «σε θέση να αντιμετωπίσει αυξημένους καθοδικούς κινδύνους από τον πόλεμο στην Ουκρανία». Μείζον ζήτημα αποτελεί, σε κάθε περίπτωση, η βελτίωση της κεφαλαιακής θέσης των ελληνικών τραπεζών, μέσω αύξησης της κερδοφορίας.
Η ελληνική οικονομία άντεξε την πανδημική κρίση. Τώρα, όμως, έχει να αντιμετωπίσει μια νέα, ακόμα πιο ζοφερή πραγματικότητα, τον πόλεμο στην Ουκρανία. Θα μπορούσε αυτό το θλιβερό γεγονός να επηρεάσει τη χώρα μας; Ποιες είναι οι επιπτώσεις των δυτικών κυρώσεων στην Ελλάδα; Ανησυχείτε ότι οι πιστωτικές και οικονομικές συνθήκες θα χειροτερέψουν;
O πόλεμος στην Ουκρανία αποτελεί καθοδικό κίνδυνο σε ό,τι αφορά την πιστοληπτική αξιολόγηση όχι μόνο της Ελλάδας, αλλά και γενικότερα των χωρών της Ευρώπης. Η μεταπανδημική ανάκαμψη υφίσταται τα πλήγματα ενός πρωτόγνωρου σοκ προσφοράς, που αναμένεται να επιβραδύνει την ανάπτυξη και να επιδεινώσει τις πληθωριστικές πιέσεις. Περαιτέρω επίμονες ανατιμήσεις θα επηρεάσουν δυσμενώς τους καταναλωτές, αλλά και τα περιθώρια κέρδους των εταιρειών, θα «σκοτεινιάσουν» την οικονομική δραστηριότητα και θα περιορίσουν την ικανότητα των κρατών να τιθασεύσουν τα χρέη τους – κάτι το οποίο θα σημάνει αργή πρόοδο σε ό,τι αφορά τους πιστωτικούς δείκτες, που, αν μη τι άλλο, εμάς, ως αναλυτές, μας αφορούν άμεσα.
Τι θα πρέπει να κάνει η ελληνική κυβέρνηση για να πετύχει υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης, να βοηθήσει τις ελληνικές επιχειρήσεις και να ενισχύσει τις επενδύσεις; Πόσο εκτιμάται ότι μπορεί να μεγεθυνθεί η ελληνική οικονομία το 2022;
Παρά τη δυσμενή συγκυρία, το Ταμείο Ανάκαμψης θα αποδειχθεί ιδιαίτερα υποστηρικτικό, αμβλύνοντας κάποιες από τις οικονομικές επιπτώσεις αυτού του νέου σοκ. Επίσης, αν και δεν έχει ληφθεί ακόμη κάποια απόφαση, οι Ευρωπαίοι ηγέτες και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή συζητούν το ενδεχόμενο να μοιραστούν μέρος του βάρους που προέρχεται από την τρέχουσα κρίση (δημοσιονομικό κόστος που σχετίζεται με την ενέργεια και την άμυνα). Το πιστωτικό προφίλ της Ελλάδας θα ωφεληθεί αν υπάρξει οποιαδήποτε ενέργεια προς περαιτέρω επιμερισμό του δημοσιονομικού βάρους σε επίπεδο ΕΕ.
Σημειώνεται πως μία από τις συνέπειες του πολέμου είναι ότι οι αμυντικές δαπάνες μάλλον θα αυξηθούν απότομα στις περισσότερες χώρες της ΕΕ. Ωστόσο, η επίδραση στην Ελλάδα θα είναι μικρότερη, καθώς η χώρα σας αφιερώνει ήδη πολύ πάνω από το 2% του ΑΕΠ για την άμυνά της.
Αναμένουμε λοιπόν ότι η οικονομική ανάκαμψη θα συνεχιστεί το 2022. Η συνιστώσα των επιχορηγήσεων που περιλαμβάνεται στο Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας της Ελλάδας (RRP) ανέρχεται σε περίπου 18 δισεκατομμύρια ευρώ (λίγο κάτω από το 10% του ονομαστικού ΑΕΠ του 2019).
Υποθέτουμε ότι περίπου το 40% αυτών των επιχορηγήσεων θα δαπανηθεί την περίοδο 2021 – 2023, ενώ το υπόλοιπο θα δαπανηθεί τα επόμενα χρόνια. Αυτό θα παράσχει άμεση ώθηση στη συνολική ζήτηση, ιδίως σε ό,τι αφορά τις κρατικές δαπάνες και τις επενδύσεις. Προς το παρόν, ωστόσο, δεν προβλέπουμε βελτίωση της μεσοπρόθεσμης αναπτυξιακής δυναμικής της Ελλάδας.
Πόσο κοντά ή μακριά είμαστε από την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας; Η Fitch Ratings υπό ποιες προϋποθέσεις θα αναβάθμιζε την ελληνική οικονομία;
Καταλύτης για την αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας τους επόμενους 24 μήνες θα είναι τα εξής: η πτώση με σταθερό ρυθμό του δείκτη χρέους προς ΑΕΠ, μέσω της κατοχύρωσης μικρότερων δημοσιονομικών ελλειμμάτων, η επίτευξη ισχυρής ανάπτυξης και το χαμηλό κόστος δανεισμού.
Επίσης, απαιτείται συνεχής πρόοδος σε ό,τι αφορά την ενίσχυση της ποιότητας των περιουσιακών στοιχείων των συστημικά σημαντικών τραπεζών και βελτίωση της μεσοπρόθεσμης αναπτυξιακής δυναμικής και των επιδόσεων της ελληνικής οικονομίας μετά το σοκ της Covid-19. Σε αυτό, όπως είπαμε θα βοηθήσει η αξιοποίηση του Ταμείου Ανάκαμψης της ΕΕ και άλλες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις.
Σε σχέση με τις ελληνικές τράπεζες, θεωρείτε ότι είναι ανθεκτικές, δεδομένου ότι η ελληνική οικονομία παρουσιάζει ισχυρή εξάρτηση από τον Τουρισμό, που θα επηρεαστεί από την κρίση στην Ουκρανία, ενώ παράλληλα η ΕΚΤ προετοιμάζεται να συσφίξει τη νομισματική πολιτική της.
Η Fitch αναβάθμισε πρόσφατα τις αξιολογήσεις των τεσσάρων ελληνικών συστημικών τραπεζών, κάτι που αντανακλά τη βελτίωση της οικονομικής τους θέσης, ιδίως όσον αφορά την ποιότητα του ενεργητικού τους, τα κεφάλαια και την κερδοφορία τους.
Οι ελληνικές τράπεζες έχουν μειώσει σημαντικά το απόθεμα των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων τους τα τελευταία δύο χρόνια, παρά την πανδημία, με την υποστήριξη του συστήματος προστασίας περιουσιακών στοιχείων «Ηρακλής» και αναμένουμε ότι ο δείκτης των NPEs θα μειωθεί, κατά μέσο όρο, κάτω από το 10% φέτος.
Οι νέες εισροές κόκκινων δανείων μετά την άρση στα μορατόρια πληρωμών ή άλλα προγράμματα στήριξης, όπως το «Γέφυρα», είναι διαχειρίσιμες μέχρι στιγμής. Η εξυγίανση του ενεργητικού των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων στη χώρα σας έχει βελτιώσει τη διαρθρωτική ικανότητά τους να παράγουν κέρδη και, τελικά, να υποστηρίξουν τα κεφαλαιακά επίπεδα του κλάδου, τα οποία εξακολουθούν να είναι σχετικά χαμηλά, κατά την άποψή μας.
Λαμβάνοντας υπόψη αυτές τις θετικές εξελίξεις, πιστεύουμε ότι ο τραπεζικός τομέας βρίσκεται σε θέση για να αντιμετωπίσει αυξημένους καθοδικούς κινδύνους από τον πόλεμο στην Ουκρανία, ιδίως τον αντίκτυπο των υψηλότερων τιμών της ενέργειας και των πληθωριστικών πιέσεων στην οικονομική δραστηριότητα στην Ελλάδα, αλλά και στην οικονομική θέση των δανειοληπτών και των επιχειρήσεων.
Επισημαίνεται πως οι ελληνικές τράπεζες έχουν επίσης περιορισμένη έκθεση σε Ρώσους ή Ουκρανούς αντισυμβαλλομένους, αν και είναι αλήθεια ότι ορισμένες από τις τράπεζες έχουν σημαντικές επιχειρήσεις σε περιοχές που θα μπορούσαν να επηρεαστούν περισσότερο, όπως η Κύπρος ή οι χώρες της Ανατολικής Ευρώπης.
Όσον αφορά την ερώτησή σας για τη νομισματική πολιτική, η ΕΚΤ θα παραμείνει αρκετά ευέλικτη ώστε να αποφύγει επιπτώσεις στη χρηματοδότηση και τη ρευστότητα τόσο των ευρωπαϊκών όσο και των ελληνικών τραπεζών. Επίσης, θα πρέπει να έχουμε κατά νου ότι τα προφίλ χρηματοδότησης και ρευστότητας των ελληνικών τραπεζών έχουν βελτιωθεί διαρθρωτικά τα τελευταία χρόνια, υποστηριζόμενα από την αύξηση των καταθέσεων και την καλύτερη πρόσβαση στις αγορές.
Τέλος, είναι επίσης σημαντικό να αναφερθεί ότι οι ευρωπαϊκές και οι ελληνικές τράπεζες θα επωφεληθούν από τις αυξήσεις των επιτοκίων, καθώς το κόστος των καταθέσεων θα πρέπει να παραμείνει σταθερό για κάποιο χρονικό διάστημα, ενώ τα δάνεια ανατιμώνται θετικά. Από την αρνητική πλευρά, η έκθεση των ελληνικών τραπεζών στο δημόσιο χρέος θα μπορούσε να επηρεάσει αρνητικά τα κεφάλαιά τους σε περίπτωση σημαντικής αύξησης των επιτοκίων ή διεύρυνσης των πιστωτικών περιθωρίων, αν και ο κίνδυνος αυτός μετριάζεται εν μέρει από τις επενδυτικές και αντισταθμιστικές στρατηγικές που εφαρμόζονται.