Αναβάθμιση – ορόσημο «καλυμμένου» ομολόγου της Εθνικής Τράπεζας
- 09/07/2018, 11:42
- SHARE
Στην βαθμίδα ΒΒΒ- κατέταξε η S&P «καλυμμένο» ομόλογο Εθνικής Τράπεζας.
Ο οίκος αξιολόγησης S&P ανακοίνωσε ότι κατατάσσει το “καλυμμένο” ομόλογο τριετούς διάρκειας και ύψους 750 εκατομμύριών ευρώ, που η Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος εξέδωσε τον Οκτώβριο 2017, στην βαθμίδα ΒΒΒ- , ήτοι 4 βαθμίδες αξιολόγησης υψηλότερα από το Β+ στο οποίο πρόσφατα κατάταξε την πιστοληπτική ικανότητα της Ελληνικής Δημοκρατίας.
Η αξιολόγηση αυτή, σύμφωνα με οικονομικούς αναλυτές, δεν αφορά μόνο την συγκεκριμένη έκδοση αλλά και όποια άλλη αποφασιστεί στο μέλλον από την Εθνική Τράπεζα, στο πλαίσιο του Προγράμματος Καλυμμένων Ομολογιών 2.
Η ένταξη στην κατηγορία “Επενδυτικής Βαθμίδας” για ομόλογο στο οποίο εκδότης είναι ελληνική τράπεζα γίνεται για πρώτη φορά, μετά την εκδήλωση της οικονομικής κρίσης και ως εκ τούτου το συγκεκριμένο ομόλογο της Εθνικής έχει την υψηλότερη πιστοληπτική διαβάθμιση από όλα που έχουν εκδοθεί από το υπόλοιπο τραπεζικό σύστημα. Κατά συνέπεια είναι και το μοναδικό που εντάσσεται στην κατηγορία των επιλέξιμων ασφαλειών για τον μηχανισμό αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, εξασφαλίζοντας μηδενικό κόστος διακράτησης για τους ομολογιούχους και περαιτέρω θετική πορεία στην δευτερογενή αγορά.
Η εξασφάλιση της Επενδυτικής Βαθμίδας για τις Καλυμμένες Ομολογίες του Προγράμματος 2, αποτελεί ορόσημο για την αναμόρφωση της διαδικασίας εμπλοκής της Εθνικής Τράπεζας με τις διεθνείς κεφαλαιαγορές και συνιστά ένα μεγάλο βήμα για την ποιοτική διεύρυνση της επενδυτικής της βάσης. Καταδεικνύει επίσης την προσήλωση της Εθνικής Τράπεζας στην πλήρη αξιοποίηση των δυνατοτήτων του δανειακού της χαρτοφυλακίου, διασφαλίζοντας την αναγκαία ευελιξία στην αξιοποίηση των πηγών άντλησης ρευστότητας.
Η αναβάθμιση αυτή αναμένεται σύμφωνα με αναλυτές να έχει και ευρύτερες επιπτώσεις καθώς θα διευκολύνει τις προσπάθειες και των υπόλοιπων εγχώριων συστημικών τραπεζών, στη επιδίωξη ανάλογων ενεργειών, συμβάλλοντας με τον τρόπο αυτό στην συνολική βελτίωση των συνθηκών ρευστότητας της αγοράς, προς όφελος της πραγματικής οικονομίας