Απόφαση-σταθμός για τη θερινή άδεια των εργαζομένων από τον Άρειο Πάγο
- 04/07/2018, 10:26
- SHARE
Έκρινε ότι δεν επιτρέπεται, ούτε με συμφωνία μεταξύ εργαζομένου και εργοδότη, η μεταφορά των ημερών της θερινής άδειας και αν υπάρξει τέτοια συμφωνία, θεωρείται άκυρη.
Το Εργατικό Τμήμα του Αρείου Πάγου έκρινε ότι δεν επιτρέπεται, ούτε με συμφωνία μεταξύ εργαζομένου και εργοδότη, η μεταφορά των ημερών της θερινής άδειας και αν υπάρξει τέτοια συμφωνία, αυτή είναι άκυρη (ανίσχυρη), ενώ ο εργοδότης, ο οποίος δεν χορήγησε πλήρη την άδεια στον μισθωτό κατά τη διάρκεια του έτους, είναι υποχρεωμένος να καταβάλει τις αντίστοιχες προς τις ημέρες αυτές αποδοχές αδείας προσαυξημένες κατά 100%.
Ειδικότερα, τον Άρειο Πάγο απασχόλησε περίπτωση τραπεζοϋπαλλήλου, ο οποίος κατά την τριετία 2005-2008 έλαβε τμήμα της θερινής του αδείας και όχι το σύνολο των προβλεπομένων ημερών (π.χ. το 2005 μόνο 14 ημέρες) και για τον λόγο αυτόν προσέφυγε στα δικαστήρια.
Οι αρεοπαγίτες επικύρωσαν εφετειακή απόφαση, η οποία είχε επιδικάσει στον τραπεζοϋπάλληλο τις διαφορές των ημερών που εργάστηκε κατά την τριετία 2005-2008, προσαυξημένες κατά 100%.
Το σκεπτικό της απόφασης
Ειδικότερα, ο Άρειος Πάγος επισημαίνει ότι σκοπός του Συντάγματος (άρθρο 28) της διεθνούς σύμβασης 52/1936 για τους κανόνες χορήγησης αδειών μετ΄ αποδοχών, της ελληνικής εργατικής νομοθεσίας και των ευρωπαϊκών οδηγιών 93/104 και 2003/88, είναι «να εξασφαλισθεί με τη χορήγηση της ετήσιας άδειας η περιοδική ανάπαυση και η ανανέωση των σωματικών και ψυχικών δυνάμεων του εργαζομένου για τη διατήρηση της σωματικής και ψυχικής του υγείας».
Από τις διατάξεις αυτές «προκύπτει σαφώς ότι δεν επιτρέπεται, ούτε με συμφωνία μεταξύ του εργαζόμενου και του εργοδότη, η μεταφορά των ημερών της ετήσιας άδειας του πρώτου, που δεν του χορηγήθηκαν από τον εργοδότη, στο επόμενο ή στα μεθεπόμενα έτη, με συνέπεια να είναι ανίσχυρη (άκυρη) κατά τα άρθρα 174 και 180 του Αστικού Κώδικα τέτοια συμφωνία και ο εργοδότης, ο οποίος δεν χορήγησε πλήρη την κανονική άδεια στο μισθωτό του, κατά τη διάρκεια του έτους που αυτή αφορά, να είναι υποχρεωμένος, από το τέλος του αντίστοιχου έτους, να καταβάλει σε αυτόν τις αντίστοιχες προς τις ημέρες αυτές αποδοχές αδείας, και μάλιστα με προσαύξηση κατά 100% σε περίπτωση υπαιτιότητάς του, μη δυνάμενος να εκπληρώσει τη συγκεκριμένη υποχρέωσή του προς το μισθωτό με τη χορήγηση σ’ αυτόν των παραπάνω ημερών αδείας και τον συμψηφισμό αυτών προς το ανύπαρκτο σύνολο ήδη συσσωρευμένων ημερών άδειας περασμένων ετών, που δεν του χορηγήθηκαν».
Ο Άρειος Πάγος διευκρινίζει ότι «η προσαύξηση 100% αφορά μόνον στις αποδοχές και όχι στο επίδομα αδείας, αφού ο νόμος αναφέρεται ρητά στις αποδοχές αδείας και όχι στο επίδομα».
Τέλος, η δικαστική απόφαση αναφέρει ότι για τη θεμελίωση της αξίωσης του μισθωτού προς λήψη τής κατά 100% προσαύξησης, απαιτείται υπαιτιότητα του εργοδότη, έστω και σε βαθμό ελαφράς αμέλειας, η οποία υπάρχει όταν ο μισθωτός ζήτησε την άδεια και ο εργοδότης δεν του την χορήγησε.