AWAFE: Ο οινοτουρισμός αποτελεί μια χρυσή ευκαιρία για την Ελλάδα
- 13/07/2021, 16:19
- SHARE
Ο οίνος μπορεί να “εφραίνει καρδίαν” και να είναι άρρηκτα συνδεδεμένος με τα σημαντικότερα κοινωνικά γεγονότα της ζωής μας, ταυτόχρονα αποτελεί και ένα ισχυρό όπλο στη φαρέτρα του ελληνικού τουριστικού προϊόντος, δεδομένου ο οινοτουρισμός είναι μια τάση που αναπτύσσεται τα τελευταία χρόνια και περιλαμβάνει “ψαγμένους” τουρίστες έτοιμους να ξοδέψουν επενδύοντας στο βίωμα.
Οι αττικοί αμπελώνες μπαίνουν δυναμικά στο παιχνίδι και οι Έλληνες οινοποιοί διεκδικούν την θέση τους στην παγκόσμια οινική αγορά διαφημίζοντας την Ελλάδα με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Το 2018 έκανε την εμφάνισή του το Σωματείο “Attica Wine & Food Experience” το οποίο απαριθμεί ήδη 40 μέλη από τον κλάδο του τουρισμού, της εστίασης, των οινοποιείων και των media με στόχο την ανάδειξη και την αναβίωση των ελληνικών ποικιλιών κρασιού. Μάλιστα για την τρέχουσα χρονιά ο εν λόγο αριθμός αναμένεται να διπλασιαστεί, με περισσότερους επαγγελματίες του κλάδου να ενώνουν τις δυνάμεις τους για καλό σκοπό.
«Οι ξένοι ψάχνουν εναλλακτικά μια εμπειρία γύρω από την οινογνωσία. Το κρασί είναι ένας κλάδος που έχει αναπτυχθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια κι εμείς υλοποιούμε στοχευμένες δράσεις, διοργανώνουμε fam trips σε συνεργασία με την περιφέρεια Αττικής και τον ΕΟΤ, ώστε να προωθήσουμε το ελληνικό κρασί της Αττικής. Ωστόσο, εξακολουθεί και παραμένει μεγάλη η ανάγκη εξεύρεσης κονδυλίων, διότι η οικονομική ενίσχυση θα μας βοηθούσε να έχουμε πιο γρήγορα αποτελέσματα» λέει στο fortunegreece.com, η Ιδιοκτήτρια του Signature Travel και Πρόεδρος του AWAFE, Μαρία Αλιφραγκή.
Για εκείνη εκτός από την ποιότητα- που θεωρείται δεδομένη- εξίσου σημαντικά είναι η σωστή ετικέτα, το σωστό σερβίρισμα και η άρτια παρουσίαση του προϊόντος το οποίο θα ενταχθεί σε ένα μεσογειακό μενού διανθισμένο με ελληνικές πινελιές. Οι αττικοί αμπελώνες προσφέρουν, όπως λέει Ρετσίνα, Σαββατιανό και Μαλαγουζιά, προϊόντα γεωγραφικής ένδειξης.
«Αυτό που θέλουμε να περάσουμε ως μήνυμα στον ξένο επισκέπτη είναι ότι μπορεί να φύγει από το κέντρο της Αθήνας και να επισκεφθεί εξαιρετικά οινοποιεία. Την ίδια ώρα, απευθυνόμαστε και στον Έλληνα επισκέπτη, ο οποίος δεν έχει συνδυάσει την Αττική με τον οινοτουρισμό στο μυαλό του. Θα μπορούσε για παράδειγμα, να επισκεφθεί έναν ωραίο αρχαιολογικό χώρο και στη συνέχεια να πάει σε κάποιο κτήμα ή μουσείο οίνου. Προ πανδημίας διοργανώνονταν ημέρες οίνου όπου πραγματοποιούταν ξεναγήσεις σε κελάρια και οι λάτρεις του κρασιού είχαν τη δυνατότητα να ενημερωθούν για νέες καλλιέργειες, νέες ποικιλίες κρασιών, όπως επίσης και για την τεχνολογία που πλέον χρησιμοποιείται κατά την οινοποιητική διαδικασία».
Σύμφωνα με την κα Αλιφραγκή, πολύ δυνατές αγορές για τον ελληνικό οινοτουρισμό είναι οι Αμερικάνοι, οι Γερμανοί και οι Πολωνοί που αναζητούν εμπειρίες με κρασί.
Τα μικροοινοποιεία έκαναν τη διαφορά
«Βρισκόμαστε, ως κλάδος, σε μία μεταβατική κατάσταση καθώς έχει ήδη ξεκινήσει μία ποιοτική στροφή στην οινοποίηση. Στο παρελθόν εστιάζαμε στις επιλογές των ξένων ποικιλιών. Η σύγχρονη τάση όμως είναι να μπαίνουν στο μικροσκόπιο οι ελληνικές ποικιλίες. Από την απόλυτη ανωνυμία και την ανυπαρξία έχουμε αρχίσει και κάνουμε αισθητή την παρουσία μας. Σε αυτό συνέβαλε η προσπάθεια που κατέβαλαν τα μικροοινοποιεία τα οποία, θέλοντας να διαφοροποιηθούν, στόχευσαν στην ανάδειξη των ποικιλιών της περιοχής που δραστηριοποιούνται και του μικροκλίματος» συμπληρώνει ο Βασίλης Νικολού, Χημικός, Καθηγητής Οινολογίας στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής και ιδιοκτήτης του ομώνυμου οινοποιείου Νικολού.
Όπως εξηγεί, μπορούμε να έχουμε τις ίδιες ποικιλίες, αλλά διαφορετική οργανωτική διαφοροποίηση πράγμα που σημαίνει ότι, σε ένα διαφορετικό terroir, η ίδια ποικιλία μπορεί να δώσει διαφορετικά στοιχεία και γεύση.
«Τα μεγάλα οινοποιεία έδιναν έμφαση στην βιομηχανοποίηση και έτσι δεν εμφανιζόταν τα ακατέργαστα στα διαμάντια που υπήρχαν. Πρέπει να γίνει σωστή προώθηση του προϊόντος και προβολή του, τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό, μέσα και από τη συμμετοχή εταιρειών σε διεθνείς διαγωνισμούς» λέει χαρακτηριστικά ο κ. Νικολού και προσθέτει «Άνθρωποι ηλικίας 30 έως 50 ετών είναι το “ψαγμένο” καταναλωτικό κοινό. Παλαιότερα ο κόσμος έπινε το κρασί σε μία ταβέρνα την Κυριακή και του αρκούσε. Τώρα αναζητά την επιμόρφωση. Θέλει να μαθαίνει οτιδήποτε καινούργιο προκύπτει γύρω από το κρασί και να το ανακαλύπτει στις νέες του διαστάσεις».
Δηλώνει ικανοποιημένος από τα δείγματα γραφής των νεοεισερχόμενων στον κλάδο που ακολουθούν το πνεύμα της σύγχρονης ποιοτικής προσέγγισης. Πολύ δυνατές ποικιλίες είναι το Ασύρτικο, το Αγιωργήτικο, η Μαλαγουζιά, το Μοσχάτο Αλεξανδρείας και το Ξινόμαυρο. Παραδέχεται δε πως οι περισσότεροι οι Έλληνες καταναλωτές κλίνουν προς το λευκό κρασί ,τόσο λόγω του θερμού κλίματος, όσο και λόγω της γαστρονομικής κουλτούρας η οποία διαμορφώθηκε, κατά κάποιο τρόπο, από την ρετσίνα.
«Παλιά ήμασταν κάθετοι στο ότι τα θαλασσινά πρέπει να συνοδεύονται με λευκό κρασί, ενώ το κρέας με κόκκινο. Τώρα θα έλεγα ότι έχουμε “ρίξει νερό στο κρασί μας” και αυτό που μας ενδιαφέρει είναι να συνδυάσουμε γεύσεις. Ψάχνουμε την οξύτητα, τη γλυκύτητα, τα αρώματα. Το κρασί λειτουργεί σαν το κλειδί στην κλειδαριά, που είναι το πιάτο, και έρχονται και τα δύο και κουμπώνουν. Το χρώμα είναι καθαρά θέμα ψυχολογίας και διάθεσης, παρά γεύσης».
Καταλήγει λέγοντας πως ο οινοτουρισμός συνιστά μια δυναμική, χρυσή ευκαιρία καθώς δίνει τη δυνατότητα στον καταναλωτή να έρχεται κοντά με τον παραγωγό και να παίρνει την πληροφορία από την πηγή. Πρόκειται για έναν συνειδητοποιημένο τουρίστα που ξέρει τι θέλει και που μελλοντικά μπορεί να λειτουργήσει ως πρεσβευτής του ελληνικού κρασιού στην χώρα του αλλά και στο ευρύτερο κοινό, με οινικό ενδιαφέρον, στο οποίο απευθύνεται.
«Ακόμη όμως και αν κάποιος το βλέπει ως εκδρομή και ως εμπειρία το αποτέλεσμα είναι το ίδιο. Προβάλλεται συνολικά η χώρα και προωθείται το ελληνικό branding και η κουλτούρα φιλοξενίας που μας διακατέχει».