Axia: Oι επιπτώσεις της ενεργειακής κρίσης σε οικονομία, παρόχους και νοικοκυριά της Ελλάδας
- 03/03/2022, 09:43
- SHARE
Τις επιπτώσεις της ενεργειακής κρίσης σε οικονομία, παρόχους και στα νοικοκυριά της Ελλάδας εξετάζει με ενημερωτικό σημείωμά της η Axia Ventures, στη σκιά του ρωσοουκρανικού πολέμου.
Ειδικότερα, μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και τη νέα εκτίναξη στις τιμές της ενέργειας (από ήδη ανεβασμένο επίπεδο), αυξήθηκαν οι μεταβλητές αβεβαιότητας για την ελληνική οικονομία. Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής της ΕΕ αναφέρουν τώρα πως οι τιμές στα ενεργειακά προϊόντα θα παραμείνουν υψηλές και ασταθείς μέχρι τουλάχιστον το 2023.
Όσον αφορά την Ελλάδα, η κυβέρνηση θα προσπαθήσει να υποστηρίξει τα νοικοκυριά χωρίς να επηρεαστεί ηαναπτυξιακή δυναμική της οικονομίας, διατηρώντας ταυτόχρονα την απαραίτητη δημοσιονομική πειθαρχία (βασική προϋπόθεση για την προσπάθεια της Ελλάδας να ανακτήσει τον επενδυτικό βαθμό) και διασφαλίζοντας την ανταγωνιστικότητα της αγοράς ενέργειας.
Σύμφωνα με την Axia Ventures, η σημαντική αύξηση του ενεργειακού κόστους θα συνεχιστεί, με τη διάρκεια και τη μεταβλητότητα αυτού του περιβάλλοντος να είναι πολύ δύσκολο να εκτιμηθεί. Ωστόσο, όπως επισημαίνεται, τα υπάρχοντα αποθέματα ασφαλείας της κυβέρνησης και η αναμενόμενη εργαλειοθήκη στήριξης σε όλη την ΕΕ θα παράσχουν ένα σημαντικό μαξιλάρι προστασίας της αναπτυξιακής δυναμικής της χώρας, καθώς μάλιστα η ελληνική κυβέρνηση παραμένει επικεντρωμένη και αποφασισμένη να επιτύχει τους δημοσιονομικούς της στόχους – μεταξύ των οποίων είναι η ανάκτηση επενδυτικής βαθμίδας το 2023.
Ειδικότερα, όπως αναφέρει η Axia Ventures, ο αντίκτυπος του πολέμου Ρωσίας-Ουκρανίας στη συνολική απόδοση της ελληνικής οικονομίας είναι πολύ νωρίς για να εκτιμηθεί. Σε κάθε περίπτωση, εκτιμά ότι, λόγω των ενδογενών καταλυτών, το ελληνικό ΑΕΠ θα πρέπει να υπερβεί τον μέσο όρο της ΕΕ. Οι καταλύτες περιλαμβάνουν: i Tις μεταρρυθμίσεις που εφαρμόστηκαν τα τελευταία χρόνια. ii Tη δημοσιονομική στήριξη iii Tην αυξημένη ρευστότητα (κεφάλαια από το RRF, υποστήριξη τραπεζικού συστήματος και αυξημένη εταιρική ρευστότητα). Ως κρίσιμο αναδεικνύεται το ζήτημα των ανατιμήσεων ρεκόρ στην Ενέργεια.
Πρόσφατα ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας δήλωσε ότι κάθε κίνηση 10 ευρώ/MWh στις τιμές του φυσικού αερίου (όλα τα άλλα είναι ίσα) έχει καθαρό αντίκτυπο 600 εκατ. ευρώ στην αύξηση του ΑΕΠ (~0,3%) σε ετήσια βάση, λόγω της επιβράδυνσης του αναλώσιμου εισόδημα (σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της ΕΕ, ο αντίκτυπος στο ΑΕΠ της ΕΕ είναι 0,5%).
Περαιτέρω επιπτώσεις θα μπορούσαν να προκύψουν στο δημοσιονομικό μέτωπο από την πρόσθετη ανάγκη διατήρησης της επιδότησης στους καταναλωτές.
Οι χώρες της ΕΕ λαμβάνουν μέτρα
Οι περισσότερες χώρες της ΕΕ έχουν εφαρμόσει μια σειρά μέτρων για να στηρίξουν τις οικονομίες τους, που κυμαίνονται από τον περιορισμό των λογαριασμών ηλεκτρικής ενέργειας, μέχρι τη μείωση φόρων/εισφορών στα ενεργειακά προϊόντα και την προώθηση της ενεργειακής απόδοσης μεταξύ άλλων. Η χρηματοδότηση αυτής της εργαλειοθήκης θα προέλθει από i) την αύξηση των εσόδων πώλησης ρύπων CO2. ii) φόρους επί πιθανών απροσδόκητων κερδών (που πραγματοποιούνται κυρίως από μη εξαρτώμενες πηγές φυσικού αερίου).
Το πλαίσιο στήριξης της ελληνικής κυβέρνησης έχει κόστος 3,0-4,5 δισ. ευρώ…
Η ελληνική κυβέρνηση έχει ξεκινήσει από τον Σεπτέμβριο ένα πρόγραμμα επιδότησης των λογαριασμών ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου για νοικοκυριά και ΜμΕ (από τον Ιανουάριο και μετά).
Συνολικά έχει ρίξει στην αγορά από τις 21 Σεπτεμβρίου ~ 2,0 δισεκατομμύρια ευρώ, με μηνιαίο μέσο όρο ~ 350 εκατομμύρια ευρώ για τον Ιανουάριο, τον Φεβρουάριο και τον Μάρτιο (μήνες υψηλής ζήτησης για ηλεκτρική ενέργεια και θέρμανση). Όπως έχει επανειλημμένα πει ο υπουργός Ενέργειας, η κυβέρνηση σκοπεύει να συνεχίσει να στηρίζει τους καταναλωτές καθ’ όλη τη διάρκεια της κρίσης.
Ανάλογα με τις επικρατούσες τιμές της ενέργειας, η Axia υπολογίζει ένα ετήσιο κόστος 3,0-4,5 δισ. ευρώ, προκειμένου να διατηρηθούν τα τρέχοντα επίπεδα επιδότησης. Τα τρέχοντα ποσοστά επιδοτήσεων έχουν καταφέρει να μετριάσουν σε μεγάλο βαθμό τις επιπτώσεις από το αυξημένο ενεργειακό κόστος στα νοικοκυριά.
Σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία, οι τιμές ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα για τον Ιανουάριο, προσαρμοσμένες στα Πρότυπα Αγοραστικής Δύναμης (PPS) ήταν 16% κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ.
Ακόμα οι τιμές παραμένουν ~13% υψηλότερες σε σύγκριση με τον μέσο όρο της τελευταίας 5ετίας. Όσον αφορά το φυσικό αέριο, οι τιμές τον Ιανουάριο ήταν 13% χαμηλότερες από τον μέσο όρο της ΕΕ, αλλά ~80% πάνω από τον ιστορικό μέσο όρο.
Μπορεί να προσφέρει 3,0-3,5 δισ. ευρώ…
Όπως αναφέρει η Axia, σύμφωνα με το τρέχον πλαίσιο της ελληνικής κυβέρνησης, η χρηματοδότηση των επιδοτήσεων προήλθε από το πλεόνασμα που συσσωρεύτηκε στον λογαριασμό ΑΠΕ (ΕΛΑΠΕ) λόγω της απόδοσης των κύριων ροών εσόδων σε περιβάλλον υψηλών τιμών. Είναι σημαντικό, όπως σημείωσε πρόσφατα η Επιτροπή της ΕΕ, το τρέχον πλαίσιο να είναι βαθμονομημένο ώστε να είναι δημοσιονομικά ουδέτερο.
Υπενθυμίζεται ότι η συντριπτική πλειονότητα της παραγωγής αιολικών και φωτοβολταϊκών στην Ελλάδα (~16TWh ή 25% της συνολικής ζήτησης) πραγματοποιείται με συμβάσεις σταθερής τιμής (FiT/FiP), με μέσο κόστος 115 EUR/MWh (~2,0 δισ. EUR ετήσιο κόστος), και αποφέρει σημαντικό πλεόνασμα σε τιμές spot.
Επίσης, η Ελλάδα διαθέτει ετησίως περίπου 20 εκατ. τόνους CO2 αξιοποιώντας τα έσοδα (μέχρι πρόσφατα) για τη συμπλήρωση της βάσης κόστους ΑΠΕ.
Τέλος, η Ελλάδα έχει φόρο ΑΠΕ (ρυθμιζόμενη χρέωση) στους λογαριασμούς ρεύματος 17 ευρώ/MWh, παράγοντας συνολικά άλλα ~650 εκατ. ευρώ. Με βάση την ανάλυσή της Axia, εκτιμάται ότι η διαθέσιμη χρηματοδότηση από τον συνδυασμό αυτών των ροών εσόδων (μετά την εξασφάλιση πληρωμών στους παραγωγούς ΑΠΕ) ανέρχεται σε 3,0-3,5 δισ. ευρώ (ανάλογα με την επικρατούσα ισχύ και τις τιμές CO2).
Ωστόσο, μπορεί να απαιτηθεί πρόσθετη υποστήριξη…
Καθώς η κλιμάκωση των γεωπολιτικών εντάσεων έχει καταστήσει ακόμη πιο δύσκολη την πρόβλεψη της διάρκειας και του αντίκτυπου στις τιμές της ενέργειας, υπολογίζουμε ότι σε ένα σενάριο εκτεταμένων αυξημένων τιμών (ετήσιες μέσες τιμές ηλεκτρικής ενέργειας που υπερβαίνουν τα 300 EUR/MWh έναντι YTD των 220 EUR/MWh), η τρέχουσα χρηματοδοτική ικανότητα της κυβέρνησης δεν θα μπορούσε να μετριάσει πλήρως την επίδραση με δημοσιονομικά ουδέτερο τρόπο. Αυτό θα απαιτούσε πρόσθετη χρηματοδότηση μέσω του προϋπολογισμού.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, πιθανή πρόσθετη στήριξη που απαιτείται για τη διατήρηση των επιδοτήσεων στα σημερινά επίπεδα θα μπορούσε να φτάσει το 1,0 δισ. ευρώ.
Λαμβάνοντας επίσης υπόψη τον αντίκτυπο των υψηλών τιμών της ενέργειας στο ΑΕΠ, όπως συζητήθηκε προηγουμένως, ο προϋπολογισμός θα μπορούσε να δεχτεί ένα χτύπημα 0,5-2,0 δισ. ευρώ (0,3%-1,0% του ΑΕΠ).
Κανένα σημαντικό πρόβλημα μέχρι τώρα στην εγχώρια αγορά
Προς το παρόν δεν υπάρχει κανένα σημαντικό εγγεγραμμένο θέμα είσπραξης λογαριασμών από τους Έλληνες καταναλωτές. Σημειώνεται ότι το 2014-16 όταν η χώρα αντιμετώπισε μείζον ζήτημα με καθυστερήσεις, οι διακοπές ουσιαστικά σταμάτησαν λόγω πολιτικής επιλογής.
Δεδομένης της ικανότητας της κυβέρνησης να υποστηρίζει τους καταναλωτές, θα περιμέναμε ότι η συμπεριφορά πληρωμών δεν θα αλλάξει, με τους καταναλωτές να πληρώνουν τους λογαριασμούς στην ώρα τους. Αυτό υποστηρίζεται επίσης από την αύξηση του εισοδήματος των νοικοκυριών, την αύξηση του κατώτατου μισθού, τη μείωση της φορολογίας και τη σημαντική συσσώρευση καταθέσεων κατά την περίοδο της πανδημίας.
Σε κάθε περίπτωση, οι απλήρωτοι λογαριασμοί αποτελούν σημαντική απειλή για τη ρευστότητα της αγοράς ενέργειας και επομένως η ικανότητα της κυβέρνησης να συνεχίσει να στηρίζει τους καταναλωτές (ακόμη και ενδεχομένως να αυξήσει τα τρέχοντα ποσοστά επιδότησης) θα είναι κρίσιμη.
Όσον αφορά τις εταιρείες παροχής ηλεκτρικής ενέργειας (περισσότεροι από 23 προμηθευτές ηλεκτρικής ενέργειας στην ΕΕ έκλεισαν πρόσφατα), οι μικρότεροι προμηθευτές, που δεν είναι καθετοποιημένοι και δεν υποστηρίζονται από τους ισολογισμούς κάποιας μητρικής, μπορεί να αντιμετωπίσουν πρόβλημα. Υπολογίζεται ότι αυτού του είδους οι προμηθευτές αντιπροσωπεύουν το ~6-7% της συνολικής αγοράς.
Αναφέρεται δε ότι έχουν συσσωρευτεί ορισμένες καθυστερήσεις από εταιρείες προμήθειας προς τους φορείς εκμετάλλευσης δικτύου και ΑΠΕ (σύμφωνα με αναφορές 300 εκατ. ευρώ) που σχετίζονται κυρίως με καθυστερήσεις στην εκκαθάριση των ρυθμιζόμενων τελών τα οποία εισπράττονται μέσω των λογαριασμών ηλεκτρικής ενέργειας.
Η ΡΑΕ παρακολουθεί στενά το ζήτημα από τις 21 Οκτωβρίου, με το ~50% των ληξιπρόθεσμων οφειλών στο πλαίσιο ενός συστήματος διακανονισμού και το υπόλοιπο 50% να είναι εξασφαλισμένο με εγγυητικές επιστολές.
Η ελληνική κυβέρνηση έχει επιδείξει μια πολύ ορθολογική προσέγγιση για την αντιμετώπιση της κρίσης όσον αφορά τις εταιρείες ηλεκτρικής ενέργειας.
Η εστίαση αναμένεται να παραμείνει στην άμεση επιδότηση των καταναλωτών στους λογαριασμούς ενέργειας, αντί της εφαρμογής διαφόρων ανώτατων ορίων και απροσδόκητων φόρων σε επίπεδο χονδρικής αγοράς (όπως έκαναν ορισμένες άλλες χώρες της ΕΕ), και στη συνέχεια να αποζημιωθούν οι παραγωγοί ενέργειας.
Πρέπει επίσης να σημειωθεί η προληπτική κίνηση των παραγωγών ηλεκτρικής ενέργειας να προσφέρουν πρόσθετες εκπτώσεις στους καταναλωτές, υποστηρίζοντας τις προσπάθειες της κυβέρνησης για την καταπολέμηση της ενεργειακής κρίσης.
Αξίζει να επισημανθεί πως ο μεγαλύτερος προμηθευτής ηλεκτρικής ενέργειας στην αγορά, η ΔΕΗ, από τον Αύγουστο έχει προσφέρει έκπτωση 30% στο βασικό του τιμολόγιο, με εκτιμώμενο κόστος 600 εκατ. ευρώ για το 2021.
Η έκπτωση αναμένεται να παραμείνει σε ισχύ στο εξής, μέχρι να ομαλοποιηθούν οι συνθήκες της αγοράς.
Τονίζουμε ότι αυτή η έκπτωση δεν αναμένεται να τεθούν σε κίνδυνο οι οικονομικοί στόχοι της εταιρείας, χάρη στην κάθετη ολοκλήρωσή της (δηλαδή παραγωγή), με τα EBITDA για την περίοδο 2021-22 να κυμαίνονται εντός του guidance της διοίκησης, ήτοι 800-900 εκατ. ευρώ.