«Χρειάζεται άμεση λύση, αλλιώς το Grexit θα είναι αναπόφευκτο»

«Χρειάζεται άμεση λύση, αλλιώς το Grexit θα είναι αναπόφευκτο»

Ο υπεύθυνος στρατηγικής της BofA, Αθανάσιος Βαμβακίδης, μιλάει αποκλειστικά στο FortuneGreece για τις διαπραγματεύσεις και τη στρατηγική των δύο πλευρών.

Αναζωπυρώνονται τα σενάρια εξόδου της Ελλάδας από τους κόλπους της Ευρωζώνης, με τα δημοσιεύματα στον διεθνή τύπο να διαδέχονται το ένα το άλλο και τις δηλώσεις τόσο από την πλευρά των εταίρων όσο και από την ελληνική κυβέρνηση να είναι συνεχείς και συχνά αντιφατικές.

Τα «αγκάθια» στις διαπραγματεύσεις, όπως το ασφαλιστικό, τα εργασιακά και οι ιδιωτικοποιήσεις, παραμένουν και η αγωνία κορυφώνεται ενόψει της κρίσιμης συνεδρίασης του Eurogroup στις 24 Απριλίου, που πάντως δεν αναμένεται να γεμίσει με ρευστό τα ελληνικά ταμεία.

Οι δανειστές έχουν ξεκαθαρίσει ότι περιμένουν απτά αποτελέσματα για να προσχωρήσουν στην εκταμίευση της δόσης των 7,2 δισ. ευρώ ή μέρους αυτής, με τις τελευταίες εκτιμήσεις να συγκλίνουν σε αναζήτηση οριστικής λύσης τον Ιούνιο, όπως ανέφερε και χθες ο Έλληνας ΥΠΟΙΚ, Γιάνης Βαρουφάκης.

Λίγα εικοσιτετράωρα μετά τις δηλώσεις του Αθανάσιου Βαμβακίδη, Υπεύθυνου Στρατηγικής της Bank of America Merrill Lynch, στο CNBN, περί «αργού θανάτου» της Ελλάδας, το Fortune Greece επικοινώνησε με τον έγκριτο οικονομολόγο ζητώντας την άποψή του σε μια σειρά από καίρια ζητήματα που ταλανίζουν αυτή τη στιγμή την ελληνική κυβέρνηση και αναμένεται να καθορίσουν την τύχη δέκα εκατομμυρίων Ελλήνων.

Ο κ. Βαμβακίδης επισημαίνει πως η Ελλάδα, όντας μέλος μιας νομισματικής ένωσης, αυτομάτως υιοθετεί ένα κοινό νόμισμα, την ελεύθερη κυκλοφορία κεφαλαίων, την πρόσβαση σε ένα δανειστή έσχατης ανάγκης και κοινής νομισματικής πολιτικής, με τη διαφορά, όμως ότι τώρα έχει χάσει το τελευταίο.  Ο «αργός θάνατος» προκύπτει από το γεγονός ότι η ελληνική οικονομία δεν επωφελείται από την ποσοτική χαλάρωση της ΕΚΤ και το κόστος δανεισμού της έχει αποσυνδεθεί από την υπόλοιπη Ευρωζώνη.

«Η Ελλάδα έχει χάσει μέρος της πρόσβασής της στην ΕΚΤ, η οποία επιτελεί το ρόλο του δανειστή έκτακτης ανάγκης, αφού τα ελληνικά περιουσιακά στοιχεία δεν γίνονται δεκτά ως ενέχυρο από την ΕΚΤ και οι ελληνικές τράπεζες μπορούν να δανειστούν μόνο από τον ELA. Η αποτυχία να συμφωνήσουμε με την υπόλοιπη Ευρωζώνη σε νέα δάνεια θα οδηγήσει σύντομα σε ελέγχους στην κίνηση κεφαλαίων. Ως εκ τούτου, εφ ‘όσον δεν υπάρξει νέα συμφωνία, η Ελλάδα σταδιακά θα οδηγηθεί σε Grexit, παρά το γεγονός ότι αυτό είναι ένα αποτέλεσμα που και τόσο οι Έλληνες και όσο και η υπόλοιπη Ευρώπη θέλουν να αποφύγουν. Για να είμαι σαφής, χωρίς νέα επίσημα δάνεια και την τραπεζική υποστήριξη της ΕΚΤ, το Grexit φαντάζει αναπόφευκτο. Χωρίς μια σαφή δέσμευση της ελληνικής κυβέρνησης για μεταρρυθμίσεις, δεν θα υπάρξει νέο πρόγραμμα. Υπάρχουν κόκκινες γραμμές. Η Ελλάδα μπορεί να παραμείνει στο ευρώ μόνο αν εφαρμόσει επειγόντως τις απαιτούμενες μεταρρυθμίσεις».

Ο κ. Βαμβακίδης υπογραμμίζει πως είναι μείζονος σημασίας η συνεδρίαση του Eurogroup στις 24 Απριλίου και αναφέρει πως σε περίπτωση που δεν υπάρξει τελική συμφωνία, θα πρέπει τουλάχιστον να επιτευχθεί επαρκής πρόοδος για την επίτευξη συμφωνίας μέχρι τις αρχές Μαΐου. «Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις μας, τα ταμειακά αποθέματα της ελληνικής κυβέρνηση θα έχουν τελειώσει το αργότερο έως τα τέλη Μαΐου. Για να αποφευχθεί ένα αρνητικό σενάριο, η Ελλάδα χρειάζεται νέα επίσημη χρηματοδότηση, η οποία απαιτεί συμφωνία του Eurogroup πάνω σε ένα σχέδιο μεταρρύθμισης, που θα πρέπει στη συνέχεια να εγκριθεί από τη Βουλή των Ελλήνων, πριν από οποιαδήποτε νέα χορήγηση δανείων. Ο χρόνος είναι πολύ λίγος και η πρόοδος στις μέχρι τώρα διαπραγματεύσεις πολύ αργή» επισημαίνει.

Σε κάθε διαπραγμάτευση το κλειδί, ώστε τα αντισυμβαλλόμενα μέρη να φτάσουν πιο γρήγορα στη «χρυσή τομή» χωρίς μεγάλες απώλειες είναι αναμφίβολα η ύπαρξη ενός καταρτισμένου σχεδίου, το οποίο θα καθορίζεται και από τις ασφαλιστικές του δικλίδες. Τι συμβαίνει όμως στην περίπτωση της Ελλάδας; Πηγαίνουμε όντως «ξυπόλητοι στα αγκάθια» ή μήπως οι εξελίξεις «τρέχουν» βάσει σχεδίου;

Σύμφωνα με τον Υπεύθυνο Στρατηγικής της Bank of America Merrill Lynch, η ελληνική πλευρά δεν έχει plan B, αλλά αυτό δεν είναι , κατά τη γνώμη του, απαραίτητα κακό. Σκοπός είναι το κυβερνητικό σχέδιο Α θα να δεσμευτεί για τις απαιτούμενες μεταρρυθμίσεις προκειμένου να συμφωνηθεί με τους εταίρους μια πιο σταδιακή δημοσιονομική εξυγίανση. «Μια τέτοια συμφωνία θα οδηγήσει σε γρήγορη ανάκαμψη, καθώς η Ελλάδα θα ωφεληθεί επίσης και από την εξασθένηση του ευρώ, αλλά και από την ποσοτική χαλάρωση της ΕΚΤ. Η όποια αποτυχία να συμφωνήσουν σε ένα τέτοιο σχέδιο Α θα έχει καταστροφικές συνέπειες για την ελληνική οικονομία. Οποιοδήποτε plan Β θα ήταν κακό και δεν θα έπρεπε καν να το σκεφτόμαστε».

Προσθέτει δε πως στην παρούσα φάση, που οι διαπραγματεύσεις βρίσκονται ακόμα σε εξέλιξη, η Ελλάδα έχει το περιθώριο να ενισχύσει τη διαπραγματευτική της ισχύ, «διορθώνοντας» τα κακώς κείμενα. «Ένα νέο πρόγραμμα με πιο ρεαλιστικούς δημοσιονομικούς στόχους, η συμμετοχή στη ποσοτική χαλάρωση της ΕΚΤ και κάποιας μορφής μείωση του χρέους μέσω επέκτασης της λήξης των ελληνικών ομολόγων, ως ανταμοιβή για τη μεγαλύτερη εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων θα είναι μια εξαιρετική συμφωνία για την Ελλάδα.

Σίγουρα υπάρχει χρόνος για διαπραγματεύσεις, αλλά και για τη λήψη αποφάσεων και νομίζω ότι είμαστε τώρα στο στάδιο που και οι δύο πλευρές πρέπει να λάβουν δύσκολες αποφάσεις».  Καταλήγει δε λέγοντας πως διαπραγμάτευση που δεν οδηγεί σε συμφωνία είναι εξ ορισμού αποτυχία και αυτό γιατί μια συμβιβαστική λύση σίγουρα δεν είναι ποτέ η εύκολη και επιθυμητή λύση, ωστόσο, μια εναλλακτική λύση είναι χειρότερη. «Ένας συμβιβασμός που βασίζεται στην ισχυρή εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων μπορεί να εκπλήξει όλους μας με μια γρήγορη ανάκαμψη».

Ερωτηθείς αναφορικά με τις απαιτήσεις που εμφανίζουν οι Ευρωπαίοι Εταίροι για άμεση εφαρμογή μεταρρυθμίσεων σε «καυτά» ζητήματα , όπως τα εργασιακά και ο τομέας της ασφάλισης, ο κ. Βαμβακίδης, εμφανίζεται περισσότερο αισιόδοξος λέγοντας πως δεν κρίνεται αναγκαίο η Ελλάδα να «παραδοθεί» σε όλες αυτές τις απαιτήσεις, αρκεί η κυβέρνηση να πείσει την υπόλοιπη Ευρώπη ότι πράγματι δεσμεύεται έμπρακτα για μεταρρυθμίσεις.

«Οι ευρωπαϊκές αρχές αλλά και το ΔΝΤ ανησυχούν για την έλλειψη λεπτομερών στοιχείων σχετικά με τα μεταρρυθμιστικά σχέδια της κυβέρνησης, αλλά και για το ενδεχόμενο να αθετηθούν υποσχέσεις που έχουν συμφωνηθεί στο παρελθόν. Ορισμένες μεταρρυθμίσεις θα έπρεπε να ήταν προφανείς. Για παράδειγμα, οι Έλληνες δεν θα πρέπει να συνταξιοδοτούνται νωρίτερα από τον μέσο όρο της Ευρώπης, η Φορολογική Αρχή θα πρέπει να είναι ανεξάρτητη, οι συστάσεις του ΟΟΣΑ για την αντιμετώπιση των διαρθρωτικών δυσκαμψιών θα πρέπει να εφαρμόζονται το συντομότερο δυνατόν, η κυβέρνηση θα πρέπει να προβαίνει σε πώληση ή ακόμη και κλείσιμο ζημιογόνων κρατικών επιχειρήσεων, και κάθε συμφωνία που συνάπτεται θα πρέπει να διασφαλίζει το πρωτογενές πλεόνασμα. Βήματα προς τα πίσω δίνουν ένα πολύ αρνητικό μήνυμα. Για παράδειγμα, το να αλλάζεις τις μεταρρυθμίσεις που έχουν γίνει στην εκπαίδευση και πιο συγκεκριμένα στα πανεπιστήμια, σημαίνει ότι οδηγείς την Ελλάδα σε πρακτικές που εύλογα έχουν αποτύχει στο παρελθόν».