Δ. Παπαλεξόπουλος (ΣΕΒ): Τα στοιχήματα για βιομηχανία και οικονομία
- 30/01/2024, 09:31
- SHARE
Το κράτος βελτιώνεται και οι επιχειρήσεις συνειδητοποιούν ότι πρέπει να εξελιχθούν ώστε να προσαρμοστούν στις τεχνολογικές αλλαγές και τη βιώσιμη ανάπτυξη αλλά χρειάζεται επιτάχυνση τόσο από την Πολιτεία όσο και από τις επιχειρήσεις ώστε η Ελλάδα να κάνει το άλμα στα επόμενα χρόνια ευνοούμενη από τα χρηματοδοτικά εργαλεία που έχει στη διάθεσή της και από τη συγκυρία, καθώς προβάλλει ως νησίδα σταθερότητας και προοπτικής σε έναν κόσμο διαρκών ανατροπών.
Πρόκειται για το βασικό συμπέρασμα σε συνέχεια της αξιολόγησης των ευρημάτων της έρευνας του ΣΕΒ “Ο σφυγμός του επιχειρείν” και του σχολιασμού του προέδρου του ΔΣ του ΣΕΒ, Δημήτρη Παπαλεξόπουλου, που τόνισε σε συνέντευξη τύπου χθες ότι “είμαστε σε μια συγκυρία που ένα άλμα προς τα εμπρός είναι εφικτό, και θα μας ωφελήσει όλους. Είναι στα χέρια μας, αλλά απαιτεί αποφασιστικότητα, ξεβόλεμα και συνεργασία”.
Από την έρευνα διαπιστώνεται ότι η Τεχνητή Νοημοσύνη και η Βιώσιμη Ανάπτυξη ανάγονται σε βασικές προκλήσεις, καθώς μετασχηματίζουν την εργασία και το μοντέλο παραγωγής. Απαιτείται ωστόσο δράση από την Πολιτεία και τις ίδιες τις επιχειρήσεις προκειμένου να κλείσει το χάσμα ενημέρωσης (52% των επιχειρήσεων δηλώνουν ότι δεν είναι ενημερωμένες), να αυξηθεί η επένδυση στο ανθρώπινο δυναμικό μέσω αύξησης του μέσου μισθού και βελτίωσης των δεξιοτήτων (84% των επιχειρήσεων θεωρούν τη φορολόγηση της εργασίας ως το μεγαλύτερο εμπόδιο στη βελτίωση των απολαβών των εργαζομένων) και να στηριχθούν οι επιχειρήσεις για να διαχειριστούν το ενεργειακό κόστος (όπως αναφέρει στο 54,5% των επιχειρήσεων).
Με συντονισμένες δράσεις στα παραπάνω εκτιμάται ότι θα μειωθεί και το χάσμα μεταξύ προσφοράς και ζήτησης στην αγορά εργασίας, όπου παρά την αποκλιμάκωση της ανεργίας κοντά στο 10% όλο και περισσότερες εταιρείες αναφέρουν ότι δεν βρίσκουν προσωπικό για τουριστικές δραστηριότητες, κατασκευαστικά έργα, πρωτογενή παραγωγή κ.ο.κ..
Οι εξηγήσεις και οι λύσεις δεν είναι απλές, σύμφωνα με τον κ. Παπαλεξόπουλο, που θεωρεί ότι πριν μιλήσουμε για μετανάστευση καλό είναι να δούμε τι μπορούμε να κάνουμε για να διορθώσουμε τα κακώς κείμενα στην αγορά. Για παράδειγμα, έχουμε δημογραφικό πρόβλημα, χαμηλά επίπεδα συμμετοχής γυναικών στην αγορά εργασίας, χαμηλές επιδόσεις στην ενσωμάτωση νέων στην παραγωγική διαδικασία και δεν εκμεταλλευόμαστε όσο θα μπορούσαμε ανθρώπινο δυναμικό μεγαλύτερων ηλικιών, άνω των 60 (κατηγορία εργαζομένων που ευνόησε η πρόσφατη ρύθμιση κατάργησης της μείωσης των συντάξεων για όσους παραμένουν στην αγορά εργασίας).
Επιπλέον, μεγαλύτερη αξιοκρατία, περισσότερη βιομηχανία και καινοτομία συνεισφέρουν στη διακράτηση ανθρώπινου δυναμικού. Όμως πρακτικά, αυτό που μπορούμε να κάνουμε είναι να μειώσουμε την “ψαλίδα” μεταξύ του συνολικού κόστους για μια οργανωμένη επιχείρηση και του καθαρού ποσού που βάζει στην τσέπη του ένα στέλεχος. Έτσι θα μειωθεί ο κίνδυνος στελέχη με αμοιβές στα επίπεδα των 3-3,5 χιλ. ευρώ το μήνα, που αποτελούν τη ραχοκοκαλιά των επιχειρήσεων, να αναζητούν καλύτερες απολαβές στο Λονδίνο και το Ντουμπάι. Όπως εξήγησε ο κ. Παπαλεξόπουλος, στην Ελλάδα, για κάθε 1 ευρώ παραπάνω που θέλει να διαθέσει σε ένα στέλεχος μια επιχείρηση επωμίζεται κόστος 3 ευρώ και άνω. Επιπλέον οι επιχειρήσεις ανταγωνίζονται, με τον ένα η τον άλλο τρόπο, άλλους εργοδότες που δεν πληρώνουν φόρο και εργοδοτικές εισφορές. Είναι επομένως θέμα της Πολιτείας να σταθμίσει τους κινδύνους και το δημοσιονομικό κόστος και να πετύχει μείωση του μη μισθολογικού κόστους.
Εντωμεταξύ, μερικές από τις πιο σημαντικές προκλήσεις για τις επιχειρήσεις αναδύονται στην πορεία τους για βιώσιμη ανάπτυξη. Αν και οι περισσότερες αποφάσεις λαμβάνονται στις Βρυξέλλες και δεδομένου ότι η κλιματική αλλαγή επηρεάζει δυσανάλογα τις διάφορες περιοχές, πολλές χώρες αναζητούν στοχευμένες λύσεις. Έτσι, για παράδειγμα, Γαλλία και Γερμανία έχουν αρχίσει να επιδοτούν τις επιχειρήσεις. Στο βαθμό που αυτό γίνει τάση και σε άλλες χώρες και δεν υιοθετηθεί από την Ελλάδα θα υπάρξουν απώλειες, σύμφωνα με την ηγεσία του ΣΕΒ, που θεωρεί ότι το θέμα πρέπει να μελετηθεί. Με την ίδια ζέση θα πρέπει να επιταχυνθούν και οι μεταρρυθμίσεις – να γίνουν πιο τολμηρές, γενναίες και ριζοσπαστικές τομές λόγω των απαιτήσεων της εποχής. Κι εδώ δεν φαίνεται να έχει θέση η υπερύθμιση, καθώς δεν ευνοεί τον ανταγωνισμό, αλλά στο επίκεντρο τίθενται τα δομικά προβλήματα, όπως αυτά που αναδείχθηκαν με την ακρίβεια και το κόστος ενέργειας.
Εν κατακλείδι, τα στοιχήματα για την οικονομία τα επόμενα λίγα χρόνια είναι η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, η ανταγωνιστικότητα και η ενεργειακή ασφάλεια σε ανταγωνιστικό κόστος.