Δέκα χρόνια συμπληρώνονται σήμερα από την τραγωδία της Marfin
- 05/05/2020, 10:19
- SHARE
Δέκα χρόνια συμπληρώνονται σήμερα από την τραγωδία στο τραπεζικό κατάστημα της Marfin στην οδό Σταδίου τον Μάιο του 2010, κατά την οποία είχαν χάσει τη ζωή τους τρεις εργαζόμενοι της τράπεζας εκ των οποίων μία έγκυος.
Η εμπρηστική επίθεση με στόχο την τράπεζα πραγματοποιήθηκε στη διάρκεια συλλαλητηρίου, στο περιθώριο της ψήφισης του πρώτου μνημονίου, τον Μάιο του 2010.
Από την επίθεση στην τράπεζα είχαν βρει φρικτό θάνατο η έγκυος Αγγελική Παπαθανασοπούλου, η Παρασκευή Ζούλια και ο Επαμεινώνδας Τσάκαλης.
Με ερώτηση που κατέθεσε στη Βουλή ο βουλευτής της Ν.Δ. Κωνσταντίνος Κυρανάκης ζήτησε την κατασκευή μνημείου για τα θύματα της επίθεσης.
«Δέκα χρόνια μετά την τραγωδία της Marfin, οι κουκουλοφόροι ένοχοι δεν έχουν τιμωρηθεί για τη δολοφονία του Επαμεινώνδα Τσάκαλη, της Παρασκευής Ζούλια, της Αγγελικής Παπαθανασοπούλου και ενός αγέννητου μωρού, που κάηκαν ζωντανοί μέσα στην τράπεζα, μετά τη ρίψη βόμβας μολότοφ σε αθώους ανθρώπους», σημειώνει ο βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας στην ερώτησή του, την οποία απευθύνει στους υπουργούς Εσωτερικών και Προστασίας του Πολίτη.
«Στο πρόσφατο παρελθόν ακούσαμε μέλη του ελληνικού Κοινοβουλίου, μεταξύ των οποίων και ο τέως πρωθυπουργός, να μην αντιλαμβάνονται “τι κακό έχουν οι μολότοφ”, αλλά και να δηλώνουν σε τηλεοπτικά πάνελ ότι δεν θυμούνται να έχει σκοτωθεί κανείς από αυτές. Αυτό το έγκλημα δεν πρέπει ποτέ να ξεχαστεί. Στόχος των κουκουλοφόρων στις 5 Μαΐου 2010 ήταν να αφαιρέσουν ζωές», υπογραμμίζει κ. Κυρανάκης και καλεί τους δύο υπουργούς να ενημερώσουν τη Βουλή εάν «υπάρχει σχεδιασμός εκ μέρους της κυβέρνησης για την ανέγερση μνημείου στη μνήμη των θυμάτων από τον εμπρησμό στην Marfin στις 5 Μαΐου 2010, ως ελάχιστο καθήκον και φόρο τιμής».
Το χρονικό του τριπλού εγκλήματος
Χιλιάδες διαδηλωτές βρίσκονται στους δρόμους διαμαρτυρόμενοι για τα οικονομικά μέτρα της κυβέρνησης. Κάποια στιγμή, αρχίζουν επεισόδια από κουκουλοφόρους που συμμετείχαν στην πορεία. Οι κουκουλοφόροι ρίχνουν «βροχή» από μολότοφ στο βιβλιοπωλείο Ιανός και στο κατάστημα της τράπεζας Marfin επί της οδού Σταδίου, εν μέσω ελάχιστων αντιδράσεων από τους υπόλοιπους διαδηλωτές.
Οι εργαζόμενοι της τράπεζας που ήταν εγκλωβισμένοι στο υποκατάστημα μάταια φώναζαν για βοήθεια. Η τράπεζα μέσα σε λίγα λεπτά τυλίγεται στις φλόγες. Πανικόβλητοι οι εγκλωβισμένοι εργαζόμενοι βγαίνουν στα μπαλκόνια χωρίς όμως να μπορούν να διαφύγουν από το κλειδωμένο κτίριο.
Ακολούθησαν στιγμές πανικού. Τα πυροσβεστικά οχήματα δεν μπορούν να προσεγγίσουν στο σημείο καθώς τα εμποδίζουν κουκουλοφόροι που βρίσκονταν στην πορεία. Όλα αυτά μπροστά στα μάτια των υπολοίπων διαδηλωτών. Τελικά τα οχήματα της πυροσβεστικής κατάφεραν να προσεγγίσουν το σημείο αλλά ήταν ήδη αργά για τους τρεις εργαζόμενους, που ανασύρθηκαν νεκροί από ασφυξία.
Η δικαστική διαδικασία
Η δικαστική διαδικασία κινήθηκε δύο ημέρες πριν από την πρώτη επέτειο του εμπρησμού της Marfin, όταν έφτασε στα χέρια της αστυνομίας μία ανώνυμη επιστολή που κατονόμαζε τρεις ανθρώπους για τα γεγονότα της οδού Σταδίου. Στην ίδια επιστολή αναφερόντουσαν τα ονόματά τους, τα στοιχεία των ταυτοτήτων τους, τα κινητά τους τηλέφωνα και οι αριθμοί κυκλοφορίας των οχημάτων τους.
Η αστυνομική έρευνα έχει κενά, αφού δεν έγινε καμία διαδικασία ελέγχου της επιστολής αναζητώντας τον αποστολέα μέσω δαχτυλικών αποτυπωμάτων κλπ. Ωστόσο, οι έρευνες κινήθηκαν για τον εντοπισμό των φερόμενων ως δραστών.
Μετά από αυτή την επιστολή, οδηγήθηκαν σε δίκες δύο άντρες. Ο Θεόδωρος Σίψας, 34 ετών, κατηγορήθηκε για «ανθρωποκτονίας εκ προθέσεως τελεσθείσας σε ήρεμη ψυχική κατάσταση, κατά συναυτουργία και κατά συρροή τετελεσμένης και εν αποπείρα, της εκρήξεως εκ της οποίας επήλθε θάνατος και κίνδυνος για ανθρώπους και ξένα πράγματα, της κατασκευής και κατοχής εκρηκτικής βόμβας και της απρόκλητης φθοράς ξένης περιουσίας διά εκρήξεως από πρόσωπο που είχε καλυμμένα τα χαρακτηριστικά του προσώπου του».
Στο δικαστήριο δήλωσε πως «πήγα να βοηθήσω και τώρα με κατηγορούν για ένα έγκλημα που δεν έχω κάνει και μάλιστα τόσο βαρύ».
Ο δεύτερος, ο Παύλος Αντρέεβ, δήλωσε στο δικαστήριο ότι εύχεται πραγματικά να βρεθούν οι ένοχοι για τον εμπρησμό.
Οι δύο κατηγορούμενοι αθωώθηκαν ομόφωνα από την έδρα στην δίκη που ολοκληρώθηκε τον Οκτώβριο του 2016.
Ωστόσο, καταδικαστικές αποφάσεις υπήρξαν και αφορούσαν στον διευθύνοντα σύμβουλος της Marfin, τον υπεύθυνος ασφαλείας του κτιρίου και τη διευθύντρια του καταστήματος για φόνο εξ αμελείας τριών υπαλλήλων, τις σωματικές βλάβες άλλων 21 υπαλλήλων και για παραλείψεις στα μέτρα πυρασφάλειας και στην εκπαίδευση του προσωπικού. Καταδικάστηκαν σε ποινές φυλάκισης, οι δύο πρώτοι 22 ετών και η διευθύντρια του καταστήματος πέντε ετών και ενός μήνα.
Όπως έγινε εκ των υστέρων γνωστό, οι υπάλληλοι βρίσκονταν στο κτίριο την ημέρα της απεργίας υπό τον φόβο της απόλυσής τους.
Οι συγγενείς των θυμάτων κινήθηκαν νομικά κατά της τράπεζας και πέτυχαν αποζημιώσεις ύψους 1,1 εκατ. ευρώ στους συγγενείς του ενός θύματος και 720.000 ευρώ στους υπαλλήλους που εγκλωβίστηκαν στο κτίριο.