Έκθεση–«βόμβα»: Xονδροειδή λάθη Τόμσεν για Ελλάδα εντοπίζει το Eurogroup
- 18/02/2017, 17:43
- SHARE
Στον υπολογισμό του ελλείμματος και του πληθωρισμού.
«Το Συμβούλιο των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και το Εurogroup είναι σε θέση να γνωρίζουν ότι τα πρόσθετα μέτρα που απαίτησε το ΔΝΤ και πλέον σύσσωμη η ΕΕ ζητά από την Ελλάδα δεν πρόκειται να εισπραχθούν και στην πραγματικότητα δεν είναι απαραίτητα διότι ο Πολ Τόμσεν, η Ντέλια Βελκουλέσκου και οι άλλοι υπηρεσιακοί παράγοντες του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, έχουν υποπέσει σε σωρεία λαθών, κακών υπολογισμών, ασαφειών και αντιφάσεων κατά τη συγγραφή της περίφημης έκθεσης του ΔΝΤ για την Ελλάδα».
Αυτό αναφέρει δημοσίευμα του Κυπριακού Πρακτορείου Ειδήσεων, που επικαλείται έγγραφο του Συμβουλίου, η ομάδα Τόμσεν έχει κάνει χονδροειδή λάθη στον υπολογισμό του ελλείμματος, του πληθωρισμού, του ρυθμού ανάπτυξης, της είσπραξης εσόδων, της οροφής των δαπανών του δημοσίου, αλλά και σε θέματα όπως η εκτέλεση των μεταρρυθμίσεων, το είδος και η απόδοση των εισφορών των ασφαλισμένων, η εξοικονόμηση από τους ασφαλιστικούς νόμους και άλλα.
Αναλυτικά σε σχέση με τη σημερινή οικονομική κατάσταση, το έγγραφο αναφέρει ότι το ΔΝΤ έχει κάνει τα εξής λάθη:
“Η διαφορά στην εκτίμηση οφείλεται σε υπερβολικά συντηρητικές παραδοχές που εφαρμόζονται συστηματικά από το Ταμείο τόσο επί των εσόδων, όσο και στο σκέλος των δαπανών”
“Από την πλευρά των εσόδων: οι προβλέψεις της έκθεσης προϋποθέτουν ότι οι ελαστικότητες των εσόδων παραμένουν κάτω από τις ελαστικότητες του ΟΟΣΑ που χρησιμοποιούνται συνήθως για τις προβλέψεις των εσόδων.
Επιπλέον, το ΔΝΤ υπολογίζει την ελαχιστοποίηση της μεταφοράς στα επόμενα των πρόσφατων εσόδων των υπερ-επιδόσεων για λογαριασμό των διαφόρων παραγόντων ως εφάπαξ, κάτι που στερείται τεχνικής βάσης. Οι προβλέψεις της έκθεσης, εν μέρει ή πλήρως υποτιμούν διάφορα έσοδα από την πλευρά των παραμετρικών μέτρων που νομοθετήθηκαν τόσο το 2015 όσο και το 2016, συμπεριλαμβανομένων των φόρων κατανάλωσης στα καύσιμα, των φόρων κατανάλωσης στα τσιγάρα και το αλκοόλ, τη φορολογία των ξενοδοχείων, φόρους οχημάτων και άλλα”.
“Από την πλευρά των δαπανών, οι προβλέψεις της έκθεσης υποθέτουν ότι τα ανώτατα όρια δαπανών δεν θα γίνουν σεβαστά, συσσωρεύοντας διολίσθηση 1,3% του ΑΕΠ μέχρι το 2018. Αυτή η παραδοχή αντιβαίνει στα πρότυπα του ΔΝΤ που θεωρούν πως οι λειτουργικές δαπάνες θα αυξηθούν ανάλογα με τον πληθωρισμό και ότι τα ανώτατα όρια του προϋπολογισμού θα πρέπει να τηρούνται. Αυτό είναι ιστορικά ανακριβές για την Ελλάδα καθώς ο στόχος των πρωτογενών δαπανών δεν έχει υπερβεί το συνολικό ανώτατο όριο, ούτε και το 2016. Είναι λάθος να προεκτείνουν σχετικά μικρές υπερβάσεις σε ορισμένους τομείς (υγεία) στο βασικό σενάριο κατά τη διάρκεια του προγράμματος”.
“Οι προβλέψεις έκθεσης άλλωστε δεν λαμβάνουν δεόντως υπόψη τα πρόσφατα στοιχεία για την εκτέλεση του προϋπολογισμού, τα οποία προσδιορίζουν μια σημαντική υπεραπόδοση το 2016, και η οποία είναι πιθανό να μεταφερθεί εν μέρει στο 2017 και το 2018. Ο κρατικός προϋπολογισμός θα φτάσει σε ένα πρωτογενές πλεόνασμα της τάξης του 1,3% του του ΑΕΠ το 2016, υπερβαίνοντας σημαντικά το στόχο του 0,1% του ΑΕΠ, παρά το εφάπαξ επίδομα συνταξιοδότησης αξίας 0,3% του ΑΕΠ που τέθηκε σε εφαρμογή το Δεκέμβριο. Με βάση τις διαθέσιμες μέχρι σήμερα ενδείξεις η ΕΕ θα προβάλει ένα πρωτογενές πλεόνασμα της τάξης του 2% του ΑΕΠ, δηλαδή 1½ ποσοστιαίες μονάδες πάνω από το στόχο”.
Παρά τις εξελίξεις αυτές, και παρά τη σημαντική υποτίμηση του εντός-του-έτους δημοσιονομικού αποτελέσματος για το 2015 και μια σημαντική ανοδική αναθεώρηση του υπολοίπου του 2016 από το περασμένο φθινόπωρο, το ΔΝΤ δεν έχει αναθεωρηθεί την πρόβλεψή του για μετά το 2018 από το 1,5% του ΑΕΠ.
Σε σχέση με τα δημοσιονομικά μετά το 2018 αναφέρεται ότι συμφωνούμε με την αξιολόγηση του Ταμείου πως μια πιο φιλική προς την ανάπτυξη σύνθεση των ελληνικών δημόσιων εσόδων και των δημόσιων δαπανών θα ήταν επιθυμητή. Ενώ η έκθεση είναι πολύ συγκεκριμένη για τα μέτρα του ισοζυγίου βελτίωσης, παραμένει αρκετά γενική ως προς τη χρήση του δημοσιονομικού χώρου που προκύπτει.
Ταυτόχρονα, στο έγγραφο αναφέρεται ότι “διαφωνούμε με την εκτίμηση του Ταμείου ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να φτάσει το 3,5% του ΑΕΠ μέχρι το 2018 και να το διατηρήσει για μερικά χρόνια πέρα από αυτό. Πράγματι, διάφοροι παράγοντες θα διευκολύνουν τη διατήρηση του πρωτογενούς ισοζυγίου στα επίπεδα του 2018, πέρα από τον ορίζοντα του προγράμματος. Το ένα είναι η μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος που εγκρίθηκε στο πλαίσιο της 1ης αναθεώρησης και τώρα υλοποιείται, αναμένεται να αποφέρει πρόσθετη εξοικονόμηση 0,7% του ΑΕΠ κατά τη διάρκεια του 2019 ως 2021. Επιπλέον, το παραγωγικό κενό αναμένεται να είναι ελαφρά αρνητικό το 2018. Μετά όμως θα υπάρξει κλείσιμο του παραγωγικού κενού (περίπου το 2021) από την είσπραξη των εσόδων, και ως εκ τούτου το δημοσιονομικό ισοζύγιο αναμένεται να βελτιωθεί αυτόματα σημαντικά υπό αμετάβλητες πολιτικές. Ως εκ τούτου, απλά διατηρώντας το ίδιο ονομαστικό πρωτογενές ισοζύγιο του 3,5% του ΑΕΠ επιτρέπουμε στην πραγματικότητα μια διαρθρωτική δημοσιονομική επέκταση κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου.”