Η διπλωματική μάχη θα κριθεί «στις καθυστερήσεις»
- 13/09/2013, 19:06
- SHARE
ΗΠΑ και Ρωσία συμφώνησαν να συνεχίσουν τις συνομιλίες για τη Συρία.
«Εποικοδομητικές» ήταν οι συνομιλίες της Γενεύης, είπαν οι υπουργοί Εξωτερικών ΗΠΑ και Ρωσίας και καθόρισαν ένα χρονοδιάγραμμα για να συνεχίσουν την αναζήτηση κοινού τόπου στην επίλυση της κρίσης με τη Συρία.
Στα τέλη του μήνα θα τα ξαναπούν στην Νέα Υόρκη, ενώ παράλληλα θα διερευνηθεί και η πιθανότητα να συγκληθεί μια σύνοδος για την ειρήνη, μια «Γενεύη 2». Έτσι, με Ουάσιγκτον και Μόσχα να επιμένουν στην ουσία στις διαφορές τους και εν αναμονή της έκθεσης των επιθεωρητών του ΟΗΕ για την επίθεση με χημικά στην Δαμασκό, έγινε σαφές ότι γρήγορες λύσεις δεν υπάρχουν. Ο πρώτος κερδισμένος των «καθυστερήσεων», φαίνεται ότι είναι ο ίδιος ο πρόεδρος της Συρίας, που από μια μισητή φιγούρα του περιθωρίου έγινε «συνομιλητής» με ενδιάμεσο τη Μόσχα, θέτοντας όρους στους Αμερικανούς προκειμένου να συμφωνήσει με τις υποδείξεις τους.
Χαλαρός και με αυτοπεποίθηση ο Άσαντ άφησε να εννοηθεί στις πρόσφατες συνεντεύξεις του ότι η ρωσική πρόταση μπορεί να γίνει μοχλός για ατελείωτες διαπραγματεύσεις και καθυστερήσεις, μια τακτική που ακολούθησε και ο Σαντάμ Χουσεΐν στην δεκαετία του ’90.
Διαβάστε ακόμη: Ομπάμα: «Ναι» στη διπλωματία…με το δάχτυλο στη σκανδάλη
«Επειδή υπογράφει η Συρία τη Συνθήκη για τα χημικά και εκπληρώνει τις υποχρεώσεις της, δεν σημαίνει ότι όλα τελείωσαν», είπε ο Άσαντ, με την κρατική εφημερίδα Al Watan να επιχαίρει στο πρωτοσέλιδο της ότι «η Μόσχα και η Δαμασκός τράβηξαν το χάλι κάτω από τα πόδια του Ομπάμα».
Διακηρύξεις σαν κι αυτές είναι το τελευταίο κεφάλαιο στην λεκτική επίθεση που έχουν εξαπολύσει ο Σύρος πρόεδρος και οι υποστηρικτές του, πιστεύοντας ότι το κλίμα έχει αλλάξει υπέρ τους. Ο Άσαντ έχει παραχωρήσει σειρά συνεντεύξεων σε Αμερικανούς και Γάλλους δημοσιογράφους τις τελευταίες εβδομάδες και έχει προστρέξει στην βοήθεια ενός συμβούλου, που είχε εξαφανιστεί από το προσκήνιο τα τελευταία δυο χρόνια: του σπουδαγμένου στη Δύση, διερμηνέα και συγγραφέα Μπουθάινα Σααμπάν.
Είναι ο ίδιος άνθρωπος που βοήθησε τον Άσαντ να διαμορφώσει την εικόνα του όταν ανέλαβε την εξουσία και μέχρι την εξέγερση εναντίον του το 2011 και πιθανώς να είναι ο άνθρωπος πίσω από το πρόσφατο μπαράζ των e-mails που δέχθηκαν τα μέλη του Αμερικανικού Κογκρέσου κατά της επέμβασης στη Συρία.
Διαβάστε ακόμη: «Win-win» διπλωματικό παιχνίδι για τη Συρία
Μερικοί υποστηρίζουν ότι ο Άσαντ μπορεί να το παρατραβάει το σχοινί. «Το καθεστώς παραπαίει μεταξύ του μηδενισμού και της θριαμβολογίας. Σαν να μην υπάρχει τίποτε άλλο ενδιάμεσα», είπε Σύρος αναλυτής από την Δαμασκό στους New York Times. «Η συμφωνία για τα χημικά… μα στη ουσία δεν υπάρχει τέτοια συμφωνία και όταν αυτό γίνει σαφές, θα δυναμώσει το χέρι του Ομπάμα. Η εξωτερική πολιτική της Συρίας διαμορφώνεται στην Ρωσία και ο Άσαντ απλώς ψελίζει τις θέσεις της Μόσχας».
Το Κρεμλίνο, λοιπόν, βρίσκεται, σε αυτή τη φάση τουλάχιστον, στο τιμόνι και οι καθυστερήσεις δίνουν χρόνο και στον Ρώσο ηγέτη να συνεχίζει να παίζει το ρόλο της παγκόσμιας δύναμης, απέναντι στις ΗΠΑ.
Σε χρόνο μηδέν, ο Βλαντιμίρ Πούτιν μεταμορφώθηκε από «περιφερειακός ηγέτης» και «υποστηρικτής ενός τυραννικού καθεστώτος», σε ειρηνοποιό και μεγάλο παράγοντα στο παιχνίδι της realpolitik κι έκλεισε τις διπλωματικές επιτυχίες μερικών ημερών, έγκαιρα, με μια δυνατή ανοικτή επιστολή του προς τους Αμερικανούς πολίτες μέσω των New York Times, αμφισβητώντας τα σχέδια στρατιωτικής παρέμβασης του Μπαράκ Ομπάμα.
Διαβάστε ακόμη: Ο πόλεμος μπορεί να περιμένει
Παρότι πολλοί χαιρέτισαν τις απόψεις του Πούτιν «για την ειρήνη», το πόσο οι απόψεις που διατύπωσε διαμορφώνονται από συμφέροντα της Μόσχας, φαίνεται καθαρά εάν συγκρίνει κανείς μια παρόμοια επιστολή που έστειλε ο Ρώσος ηγέτης στην ίδια εφημερίδα το 1999, για να υπερασπιστεί την απόφαση του να παρέβη στρατιωτικά στην Τσετσενία.
Με τίτλο «Γιατί πρέπει να δράσουμε» ο Πούτιν στο άρθρο του δεν φάνηκε τότε να ανησυχεί, όπως τώρα, για τις ανθρώπινες απώλειες ή τις ευρύτερες περιφερειακές επιπτώσεις μιας στρατιωτικής παρέμβασης, υπερασπιζόμενος τον πόλεμο σε μια αυτόνομη δημοκρατία, ήδη διαλυμένη από τις συγκρούσεις.
«Στο μέσον ενός πολέμου», έγραφε πριν 14 χρόνια, «και η πιο προσεκτικά σχεδιασμένη επιχείρηση καμιά φορά προκαλεί θύματα», υποστηρίζοντας ότι «η αποφασιστική ανάληψη στρατιωτικής δράσης» στην Τσετσενία «είναι ο μοναδικός τρόπος για να αποφευχθούν περαιτέρω απώλειες ανθρώπινων ζωών και μέσα και έξω από τα σύνορα της δημοκρατίας».
Στην περίπτωση της Συρίας, βέβαια, τα συμφέροντα άλλαξαν. Οι κινήσεις του Κρεμλίνου σε θέματα εξωτερικής πολιτικής δεν καθοδηγούνται από αφηρημένες αρχές περί δικαιωμάτων και διεθνούς δικαίου, αλλά έχει έρεισμα στην εσωτερική πολιτική πραγματικότητα.
Διαβάστε ακόμη: Με το δάκτυλο στην… αντλία!
Οι περισσότεροι αναλυτές συμφωνούν ότι η εξωτερική πολιτική γραμμή του Πούτιν είναι ένας τομέας που δεν αμφισβητείται από τους πολιτικούς αντιπάλους του και κάνουν λόγο για «συγκρουσιακούς θεατρινισμούς». Επισημαίνοντας ότι πολλές φορές η Μόσχα, είτε έχει στηρίξει, είτε δεν έχει σταθεί εμπόδιο σε αμερικανικά σχέδια, ο Ντμιτρι Τρένιν, διευθυντής του Κέντρου Carnegie στη Μόσχα, εκτιμά ότι ο Πούτιν με τις τελευταίες διπλωματικές πρωτοβουλίες «δεν επιδιώκει να ανατρέψει το διεθνές status quo, αλλά πιστεύει ότι οι ισορροπίες έχουν διαταραχθεί επικίνδυνα και υπονομεύονται από τις ΗΠΑ».
Ο Ρώσος ηγέτης ξέρει ότι η χώρα του δεν μπορεί να ανταγωνιστεί τις ΗΠΑ οικονομικά, στρατιωτικά ή πολιτικά σε παγκόσμια κλίμακα, ωστόσο εάν μπορέσει να επαναπροσδιορίσει τι σημαίνει «υπερδύναμη» θα καταφέρει να παρουσιάσει την Ρωσία ως την «εναλλακτική» λύση απέναντι στην αμερικανική υπεροχή, ενώ προσπαθεί να επιβάλει την επιρροή του Κρεμλίνου στo πρώην σοβιετικό μπλοκ -την Ουκρανία, την Γεωργία, την Μολδαβία, την Αρμενία- που προσπαθούν να ανοιχτούν προς την Δύση.
Το ίδιο μήνυμα «πουλάει» ο Πούτιν και στους συμπολίτες του, μια περίοδο που αρχίζει να αποδυναμώνεται ο έλεγχος της κοινωνίας και εμφανίζει σημάδια αδυναμίας και η οικονομία της χώρας. Όσο παραμένει λοιπόν στραμμένη αλλού η προσοχή της κοινής γνώμης, τόσο το καλύτερο για τον Πούτιν. Στην προσπάθειά του αυτή έχει την βοήθεια μιας αμερικανικής εταιρείας δημοσίων σχέσεων, της Ketchum του Ομίλου Omnicom, που έχει αναλάβει να βελτιώσει την εικόνα της Ρωσίας από το 2006, κερδίζοντας περισσότερα από 25 εκατομμύρια δολάρια.