ΕΕ-Τουρκία-Προσφυγικό: Ευκαιρία για συμφωνία ή παγίδα;
- 08/03/2016, 18:00
- SHARE
Οι ζωές των προσφύγων και η ουσία της ύπαρξης της ΕΕ είναι κάτι που δεν χωρά άλλες αναβολές.
Το γεγονός ότι μια ακόμη σύνοδος κορυφής της ΕΕ με θέμα το προσφυγικό δεν κατέληξε σε συμφωνία, δεν είναι κάτι που προκαλεί πλέον εντύπωση. Ούτε φυσικά οι απαιτήσεις του Αχμέτ Νταβούτογλου για την πρόοδο της ενταξιακής διαδικασίας της χώρας του στην Ευρωπαϊκή ένωση εκμεταλλευόμενος τα προσφυγικά κύματα. Γι’ αυτό και η συγκεκριμένη σύνοδος της 7ης Μαρτίου γέννησε προοπτικές για το άμεσο μέλλον, δίχως όμως να απαντήσει στα άμεσα προβλήματα χιλιάδων ανθρώπων που ζουν κάτω από άθλιες συνθήκες στην Ειδομένη και σε πολλά σημεία σε όλη την Ελλάδα.
Ο διχασμός της Ευρώπης απέναντι στη συμπαγή τουρκική πλευρά ήταν εμφανής. Οι χώρες του Βίσεγκραντ επιχείρησαν να επιβάλλουν μια ατζέντα η οποία είναι φανερό ότι μοιάζει περισσότερο με τη φιλοσοφία των απαιτήσεων της τουρκικής πλευράς, παρά με μια συμπεριφορά με χαρακτήρα ευρωπαϊκό.
Το αποτέλεσμα της συνόδου για επανεξέταση των τουρκικών απαιτήσεων όσον αφορά το άνοιγμα των κεφαλαίων ένταξης της χώρας στην ΕΕ ήταν καταδικασμένο να προσκρούσει στην Κύπρο, καθώς η ίδια εξακολουθεί να αποτελεί στην ουσία ένα «μη κράτος» για την Άγκυρα. Κι όσο το καθεστώς αυτό παραμένει, δεν είναι δυνατόν να ξεκινήσει κανένας σοβαρός διάλογος για την ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας.
Το άλλο μεγάλο ζήτημα έχει να κάνει με τη συμπεριφορά της τουρκικής κυβέρνησης απέναντι σε όλες σχεδόν τις αντιπολιτευτικές φωνές του Τύπου αλλά και των απλών πολιτών. Λίγες μόνο ώρες πριν τη σύνοδο κορυφής στις Βρυξέλλες, οι τουρκικές αρχές έκλειναν προσωρινά την αντιπολιτευτική εφημερίδα Ζαμάν και αντικαθιστούσαν το προσωπικό της με «φιλοκυβερνητικούς» συντάκτες. Παρομοίως, την ώρα που ο Αχμέτ Νταβούτογλου συνομιλούσε με τους Ευρωπαίους ηγέτες, το πρακτορείο Τσιχάν –του ίδιου ομίλου της Ζαμάν- άλλαζε διαχειριστικά χέρια και περνούσε υπό τον έλεγχο των ανθρώπων που τοποθετήθηκαν στη Ζαμάν. Λίγες εβδομάδες νωρίτερα ο αρχισυντάκτης της εφημερίδας Τσουμχουριέτ, Τσαν Ντουντάρ, και ο επικεφαλής της εφημερίδας στην Άγκυρα, Ερντέμ Γκιουλ, αποφυλακίζονταν προσωρινά έως ότου δικαστούν –μεταξύ άλλων- για κατασκοπεία επειδή αποκάλυψαν σχέσεις των δικτύων διακίνησης οπλισμού στη Συρία, με τις τουρκικές μυστικές υπηρεσίες.
Όλα αυτά, αλλά και πολλά ακόμη, αποτελούν απόδειξη ότι η Τουρκία έχει να κάνει πάρα πολλά βήματα ούτως ώστε να θεωρηθεί μια ασφαλής χώρα για όποιον αντιπολιτεύεται την κυβέρνησή της· πόσο μάλλον για να αποτελέσει έναν παράγοντα σταθερότητας για τα εκατομμύρια προσφύγων που βρίσκονται στο έδαφός της, κάτι το οποίο τόνισαν οι χώρες του Βίσεγκραντ αλλά και ο Φρανσουά Ολάντ στη σύνοδο κορυφής των Βρυξελλών.
Όμως, παρά τα εμπόδια, η πορεία που έχουν πάρει πλέον οι διαπραγματεύσεις της ΕΕ με την Τουρκία επιχειρούν να ανοίξουν κεφάλαια τα οποία παρέμεναν κλειστά εδώ και χρόνια. Η οριστική πάταξη των διακινητών αποτέλεσε ισχυρό επιχείρημα για όσες αποφάσεις πάρθηκαν το τελευταίο διάστημα – είτε αυτές αφορούν την παρουσία του ΝΑΤΟ, είτε την παροχή οικονομικής βοήθειας στην Τουρκία και την Ελλάδα. Παρόλα αυτά, οι διακινητές δρουν ακόμη. Κι όσο η καθυστέρηση στη λήψη τελικών αποφάσεων συνεχίζεται, τόσο θα επεκτείνεται η δράση τους.
Το δεύτερο μεγάλο ζήτημα είναι η θέση της Τουρκίας σε μια Ευρώπη που παραμένει διχασμένη. Η ευκαιρία που έψαχνε η Άγκυρα για να «ξεπαγώσει» τα ενταξιακά κεφάλαια ίσως της γυρίσει μπούμερανγκ, εάν συνεχίσει να δείχνει την ίδια αδιαλλαξία στα θέματα των γκρίζων ζωνών που η ίδια παρανόμως θέτει σε Αιγαίο και Κύπρο. Η ώρα για να αποδείξει ότι όντως επιθυμεί να προχωρήσει την ευρωπαϊκή της στροφή, η κυβέρνηση Νταβούτογλου οφείλει να αποδείξει τις «καλές» της προθέσεις.
Δυστυχώς, το βρετανικό παράδειγμα δείχνει στην Άγκυρα ότι μια χώρα μπορεί να είναι στο μέλλον ένα άτυπο «ημι-μέλος» της ΕΕ, εφόσον καταφέρει να πατήσει τα κατάλληλα «κουμπιά» που θα κινητοποιήσουν τις Βρυξέλλες. Η παρουσία, δηλαδή, ενός κράτους στην Ένωση όπου κάποτε συνοδευόταν με την αυτονόητη υπακοή στους ενιαίους κανόνες, έχει πλέον αλλάξει. Κι αυτό που ξεκίνησε στη Βρετανία ίσως αποτελέσει στο μέλλον τον οδηγό για την προσθήκη της Τουρκίας στους «28» ως ένα μέλος με περιορισμένες υποχρεώσεις, και συγκεκριμένες απαλλαγές από τους ενιαίους κανόνες. Είτε αυτοί έχουν να κάνουν με τα ανθρώπινα δικαιώματα, είτε ακόμη και με τη διείσδυση Τούρκων αξιωματούχων στη δαιδαλώδη αλλά πανίσχυρη ευρωπαϊκή γραφειοκρατία.
Τέλος, κανείς δεν πρέπει να ξεχνά τη φιλοσοφία με την οποία ΕΕ και Τουρκία αντιμετωπίζουν τους πρόσφυγες. Ήδη ο ΟΗΕ έχει προειδοποιήσει ότι τα σχέδια που συζητιούνται αυτές τις μέρες παραβιάζουν τις διεθνείς συμφωνίες για την αναγνώριση και προστασία των προσφύγων. Η συνθήκη της Γενεύης του 1951 –σε συνδυασμό με το Πρωτόκολλο του 1967- ορίζουν ξεκάθαρα ποιος θεωρείται πρόσφυγας και με ποιον τρόπο όλες οι χώρες που την έχουν συνυπογράψει οφείλουν να συμπεριφερθούν σε αυτόν. Και οι σκέψεις για ανταλλαγές Σύρων μεταξύ ΕΕ και Τουρκίας με τη φιλοσοφία «όταν ένας περνά στη μια πλευρά, ένας άλλος θα επιστρέφει πίσω» αντιβαίνουν σε κάθε συμφωνία που αφορά την αναγνώριση και την προστασία των προσφύγων.
Όσο, λοιπόν, τα γεωπολιτικά παιχνίδια δεν αφήνουν στην άκρη τις ακροβασίες ΕΕ και Τουρκίας αναφορικά με το διεθνές δίκαιο, τις διεθνώς αναγνωρισμένες συνθήκες και την προστασία των ιδρυτικών διακηρύξεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τόσο θα συνηθίζουμε σε ένα συνεχιζόμενο «λύγισμα» θεμελιωδών κανόνων που δίχως αυτούς θα γκρεμιστεί η ίδια η ουσία της ύπαρξης πολυεθνικών θεσμών, όπως είναι η ΕΕ ή ο ΟΗΕ. Κι αυτό γίνεται ορατό μέρα με τη μέρα, όσο οι εικόνες από την Ειδομένη συνεχίζουν να κάνουν το γύρο του κόσμου, αλλά δεν φτάνουν ως τα κλειστά δωμάτια των Βρυξελλών και της Άγκυρας.