Είναι διαχειρίσιμος ο υπερτουρισμός;
- 18/07/2023, 13:12
- SHARE
Το φαινόμενο του υπερτουρισμού καλούνται να αντιμετωπίσουν οι μεγάλες ευρωπαϊκές πόλεις, καθώς η μαζική ροή ξένων ταξιδιωτών δυσχεραίνει τη διαβίωση των μόνιμων κατοίκων οι οποίοι έρχονται αντιμέτωποι με την κίνηση στους δρόμους, τις ουρές στα μαγαζιά και την πολιτική προκρατήσεων σε εστιατόρια και μπαρ. Κοινώς η καθημερινότητα γίνεται αβάσταχτη και οι επαγγελματίες του κλάδου αναζητούν λύσεις που θα φέρουν λιγότερους αριθμητικά τουρίστες με μεγαλύτερη όμως κατά κεφαλήν δαπάνη.
Τα ταξίδια που χάθηκαν κατά τη διάρκεια του lockdown, αλλά και τα χρήματα που αποταμιεύτηκαν μέσα στην πανδημία εξηγούν αυτό το κύμα τουριστών που παρατηρείται ακόμη και σε “παρθένους” προορισμούς που τώρα κάνουν αισθητή την παρουσία τους στον παγκόσμιο τουριστικό χάρτη.
Σύμφωνα με δημοσίευμα των Financial Times, μέσα σε δύο δεκαετίες η τουριστική έκρηξη που έχει σημειωθεί είναι πρωτοφανής και ενδεχομένως μη διαχειρίσιμη. Πιο συγκεκριμένα, ο επίσημος αριθμός διεθνών τουριστικών αφίξεων από το 1998 έως το 2019 διπλασιάστηκε, φτάνοντας τα 2,4 δισ. ετησίως, με τον τουρισμό να είναι ιδιαίτερα έντονος τα τελευταία χρόνια στις ευρωπαϊκές μητροπόλεις ιδίως μετά τις πτήσεις low cost.
Από τη λογική του «ήλιος – θάλασσα» έχουμε περάσει στον τουρισμό πόλης, όπου ο σύγχρονος ταξιδιώτης αναζητά αυθεντικές εμπειρίες – γαστρονομικές και όχι μόνο – όμοιες με αυτές που βιώνει στην καθημερινότητά του ο ντόπιος. Φέρνοντας ως παράδειγμα την Βαρκελώνη, οι FT αναφέρουν ότι η δεύτερη μεγαλύτερη σε πληθυσμό ισπανική πόλη είδε μια εκτόξευση των τουριστών στα ξενοδοχεία της από 1,7 εκατ. το 1990 σε 9,5 εκατ. το 2019, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη τα Airbnb.
Το ερώτημα που τίθεται έχει να κάνει με το πώς θα μπει ένα φρένο σε αυτή τη μαζική ροή ταξιδιωτών τη στιγμή που η τουριστική βιομηχανία αποτελεί μοχλό ανάπτυξης των τοπικών οικονομιών με σημαντικά έσοδα για Δήμους και επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον κλάδο της εστίασης και της ξενοδοχίας.
Ταυτόχρονα δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι οι ξένοι επισκέπτες παίζουν καταλυτικό ρόλο στη χρηματοδότηση της συντήρησης μνημείων και μουσείων και ορισμένες πόλεις, ειδικά στη νότια Ευρώπη, δεν έχουν να επιδείξουν παρά την πολιτιστική κληρονομιά τους και τα ιστορικά συντρίμμια ένδοξων εποχών, τα οποία δύσκολα ο μόνιμος κάτοικος της περιοχής θα επισκεφτεί καταβάλλοντας κάποιο αντίτιμο.
Κάντο όπως το Άμστερνταμ
Έχοντας φτάσει στο απροχώρητο, οι επίσημοι φορείς που είναι επιφορτισμένοι με τον τουρισμό σε αρκετές ευρωπαϊκές πόλεις λαμβάνουν δραστικά μέτρα, μεταξύ των οποίων η αύξηση των τουριστικών φόρων. Ειδικότερα, το Παρίσι επιβάλλει φόρο 5 ευρώ στους επισκέπτες ξενοδοχείων που έχουν χαρακτηριστεί ως «palaces», όπου η τιμή δωματίου μπορεί να ξεπεράσει τα 2.000 ευρώ. Ο φόρος ανέρχεται σε 2,88 ευρώ στα τετράστερα ξενοδοχεία. Πρόσφατα το Μάντσεστερ, η πρώτη πόλη στο Ην. Βασίλειο που επέβαλλε τουριστικό φόρο, όρισε το ύψος του σε 1 ευρώ ανά διανυκτέρευση, ενώ στο Μπουτάν ο αντίστοιχος φόρος ξεκινά από 200 δολάρια την ημέρα!
Ένα μέτρο που φαίνεται να έχει ικανοποιητικά αποτελέσματα είναι αυτό της διασποράς των τουριστών, όπερ σημαίνει ανάπτυξη ποιοτικών τουριστικών καταλυμάτων και εκτός του αστικού ιστού, έτσι ώστε να αποφεύγεται ο συνωστισμός και ταυτόχρονα τα κέρδη να επιμερίζονται σε μεγαλύτερο αριθμό επιχειρήσεων.
Τέλος, μια πιο επιθετική πολιτική έχει υιοθετήσει τα τελευταία χρόνια το Άμστερνταμ, το οποίο έχει φροντίσει να εξαρτάται ελάχιστα από τον τουρισμό, ενώ στράφηκε στην ανάπτυξη άλλων κλάδων όπως αυτός της τεχνολογίας και των χρηματοοικονομικών υπηρεσιών. Πρόκειται μάλιστα για την πρώτη πόλη στην ιστορία του τουριστικού μάρκετινγκ η οποία λάνσαρε τουριστική καμπάνια με το μότο «Stay Away». Το μήνυμα αυτό αρχικά απευθυνόταν στους νεαρούς Βρετανούς που συνηθίζουν να μεθούν και να «ξεφεύγουν» στις διακοπές, ωστόσο, πλέον αναφέρεται σε όλους τους τουρίστες χαμηλών εισοδηματικών κριτηρίων που δεν έχουν την δυνατότητα να ξοδέψουν πολλά κατά την επίσκεψή τους στην χώρα της τουλίπας.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ: