Ελληνική Οικονομία: Απαιτείται άμεση αλλαγή παραδείγματος
- 05/03/2023, 10:02
- SHARE
Στην αυγή του 2023, η ανθρωπότητα και, συνακόλουθα, η παγκόσμια οικονομική πραγματικότητα είναι, ξανά, αντιμέτωπες με σημαντικά ζητήματα. Δεν έφταναν η πανδημία, ο πόλεμος στην Ουκρανία, η ενεργειακή κρίση και ο σεισμός στην Τουρκία, ενέσκηψαν και αγνώστου ταυτότητας ιπτάμενα, μάλλον προϊόντα κατασκοπικής δράσης, τα οποία ενέτειναν το γεωπολιτικό ρίσκο.
Όλα τα παραπάνω δεν θα μπορούσαν να περάσουν απαρατήρητα από τους οικονομικούς αναλυτές, που συνυπολογίζουν παράγοντες όπως ο υψηλός πληθωρισμός, η εντεινόμενη νομισματική σύσφιξη, αλλά και η συσσώρευση του παγκόσμιου χρέους, που, ειρήσθω εν παρόδω, έχει φτάσει σε επίπεδα ρεκόρ. Με άλλα λόγια, όλοι οι μεγάλοι εχθροί της καπιταλιστικής σταθερότητας είναι παρόντες.
Παρότι, όμως, το μακροοικονομικό τοπίο παραπέμπει σε δυστοπία, η οικονομία στις ανεπτυγμένες κοινωνίες παρουσιάζει αξιοπρόσεκτη ανθεκτικότητα, με ιστορικά χαμηλα ποσοστά ανεργίας και με μια «ανοδική» καμπύλη ζήτησης. Επομένως, δεν βρισκόμαστε σε βαθιά ύφεση και, πιθανώς, δεν θα περιπέσουμε σε βαθιά και παρατεταμένη συρρίκνωση, παρά το μέγεθος των τρεχουσών πολυκρίσεων. Αφενός, λοιπόν, το οικονομικό σκότος δεν έχει επιστρέψει, αφετέρου τα οικονομικά της ύφεσης, τα προβλήματα δηλαδή που χαρακτήρισαν το μεγαλύτερο μέρος της παγκόσμιας οικονομίας κατά τη δεκαετία του 1930, επανεμφανίζονται με εντυπωσιακό τρόπο (οι ανεπάρκειες της ζήτησης −ιδιωτικές δαπάνες που δεν επαρκούν για να χρησιμοποιήσουν τη διαθέσιμη παραγωγική ικανότητα− έχουν προκαλέσει καταφανή μείωση της ευημερίας μεγάλου μέρους του κόσμου).
Πριν από μερικές δεκαετίες ουδείς σκεφτόταν ότι τα κράτη θα αναγκάζονταν να υποστούν υφέσεις για να αποφύγουν τους κερδοσκόπους των νομισμάτων τους και ότι οι χώρες θα ήταν ανίκανες να παράγουν αρκετές δαπάνες για να διατηρήσουν την απασχόληση σε υψηλά επίπεδα. «Η παγκόσμια οικονομία έχει γίνει πολύ πιο επικίνδυνη από όσο φανταζόμαστε» αναφέρει ο νομπελίστας οικονομολόγος Paul Krugman. Χρειάζεται αλλαγή παραδείγματος…
«Μέσα πάμε καλά…»
Στην Ελλάδα, ο πήχυς της ανάπτυξης, κόντρα στη γενικότερη τάση, σύμφωνα με τις χειμερινές προβλέψεις της Κομισιόν, παραμένει «ανεβασμένος» − ειδικά σε σχέση με τα υπόλοιπα κράτη μέλη της Ευρώπης. Συγκεκριμένα, για τη χώρα μας, ο εκτελεστικός βραχίονας της Ευρωπαϊκής Ένωσης προβλέπει ανάπτυξη 1,2% το 2023 και 2,2% το 2024. Παράλληλα, για την Ευρωζώνη, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προβλέπει ανάπτυξη 3,5% το 2022, 0,9% το 2023 και 1,5% το 2024, έναντι ανάπτυξης στην ΕΕ της τάξεως του 0,8% το 2023 και 1,6% το 2024. Σε ό,τι αφορά το μείζον ζήτημα του πληθωρισμού, η Επιτροπή εκτιμά πως θα μειωθεί στο 4,5% το 2023 και στο 2,4% το 2024.
Ενθαρρυντικά μηνύματα στέλνει η αύξηση των καταθέσεων τον Δεκέμβριο κατά 3,2 δισ. ευρώ, όπως ανακοίνωσε η Τράπεζα της Ελλάδας, γεγονός το οποίο αναμένεται να βελτιώσει την εκτίμηση για την ιδιωτική κατανάλωση τουλάχιστον για το πρώτο τρίμηνο του χρόνου. Την ίδια στιγμή, η αποφυγή της ύφεσης στην Ευρωζώνη βελτιώνει τις προοπτικές και του Τουρισμού, που εξακολουθεί να δίνει θετικά σήματα για το 2023.
Και, φυσικά, η επικείμενη ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας θα δώσει την ευκαιρία για επανατοποθετήσεις στα ελληνικά ομόλογα, προκειμένου να συγκλίνουν με τα επίπεδα αποδόσεων χωρών όπως της Πορτογαλίας. Πέρα από τα παραπάνω, το ελληνικό χρέος παρουσιάζει ευνοϊκό προφίλ, καθώς έχει υψηλά διαθέσιμα, μακρά ωρίμανση με χαμηλά σταθερά επιτόκια, μεγάλο μέρος του ανήκει στον δημόσιο τομέα (EFSF/ ΕSM), ενώ οι χρηματοδοτικές ανάγκες θα είναι χαμηλές για τα επόμενα χρόνια.
Από την άλλη, σύμφωνα με τη Standard and Poor’s, η χώρα παραμένει εκτεθειμένη στις παγκόσμιες οικονομικές συνθήκες. Το πώς θα αντεπεξέλθει στην επιβράδυνση, τη συρρίκνωση του πληθυσμού και την αύξηση της εργατικής δραστηριότητας, η οποία είναι χαμηλή σε σύγκριση με άλλες ευρωπαϊκές οικονομίες, είναι βασικό ερώτημα.
Πεδίο προβληματισμού είναι ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα το 2023, που θα υποστηριχθεί κυρίως από τη σταδιακή άρση των μέτρων στήριξης που σχετίζονται με την πανδημία και τη μη ανανέωση ορισμένων άλλων μέτρων ελάφρυνσης που σχετίζονται με την Ενέργεια, καθώς και τον έκτακτο φόρο στα ουρανοκατέβατα κέρδη των ηλεκτροπαραγωγών, όπως περίπου ζήτησε και το Eurogroup.
Πάντως, «λαμβάνοντας υπόψη τις επικείμενες εκλογές, πιστεύουμε ότι τα συνεχιζόμενα προγράμματα που σχετίζονται με την ελάφρυνση του χρέους και την επιστροφή των κερδών από τα ελληνικά ομόλογα που κατέχει η ΕΚΤ, καθώς και τα διαθέσιμα κεφάλαια του Ταμείου Ανάκαμψης, θα ενθαρρύνουν την όποια επόμενη κυβέρνηση να συνεχίσει την εφαρμογή διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων», ήτοι να αλλάξει «παράδειγμα», ανεξάρτητα από το εκλογικό αποτέλεσμα, υποστηρίζει ο αμερικανικός οίκος πιστοληπτικής αξιολόγησης.
Αλλαγή παραδείγματος…
Σύμφωνα με τον διαχειριστή του Ομίλου Neuberger Berman, Steven Eisman, γνωστό από τα τεράστια κέρδη που αποκόμισε «σορτάροντας» χρηματοπιστωτικές αξίες κατά τη μεγάλη κρίση του 2008, «τα οικονομικά παραδείγματα αλλάζουν». Μερικές φορές αλλάζουν βίαια, και μερικές φορές σταδιακά, προϊόντος του χρόνου. Και διανύουμε μια τέτοια περίοδο. Οι νέοι νικητές θα είναι εταιρείες που συνδέονται με την «επαναφορά του βιομηχανικού κόσμου» και την «πράσινη μετάβαση».
Τα λόγια του Eisman ηχούν ως προειδοποίηση, σε μια εποχή που οι προσδοκίες για επιβράδυνση στον ρυθμό αύξησης των επιτοκίων από τις κεντρικές τράπεζες δίνουν πνοή σε χρηματοπιστωτικές αξίες και επιχειρηματικές προσπάθεις που συνετρίβησαν το 2022. «Οι αποτιμήσεις σε ορισμένες από αυτές τις μετοχές αυξάνονται κατά 50% έως 60%» λέει ο Eisman. «Είναι εκπληκτικό».
Μάλιστα, για να εξηγήσει την ενίοτε καταστροφική και παρατεταμένη διαδικασία με την οποία ένα καθεστώς αντικαθίσταται από ένα άλλο, επικαλείται το βιβλίο του Thomas Kuhn The Structure of Scientific Revolutions του 1962: Όταν ο Αϊνστάιν δημιούργησε τη θεωρία της σχετικότητας, για παράδειγμα, δεν είπαν “ήλθε ο Αϊνστάιν, δόξα τω Θεώ, τώρα μπορούμε να απαλλαγούμε από τον Νεύτωνα”. Ξέρετε, χρειάστηκαν αρκετά χρόνια για να συνειδητοποιήσουν οι άνθρωποι ότι αυτή ήταν μια καλύτερη θεωρία. Νομίζω ότι κάτι τέτοιο συμβαίνει στην οικονομία παγκοσμίως, όσο και στις αγορές».
Αλλαγές παραδείγματος είδαμε τη δεκαετία του 1990, με τη μετάβαση από μεγάλους ομίλους όπως η General Electric Co. στις τεχνολογικές εταιρείες της φούσκας dotcom και των χρηματοοικονομικών μετοχών των αρχών της δεκαετίας του 2000.
Οι τράπεζες κατέρρευσαν το 2008 − αν και ακόμη και ορισμένα οικονομικά ονόματα «μεγάλωσαν» την επόμενη διετία. Τελικά, μια παρατεταμένη περίοδος χαμηλών επιτοκίων μετατόπισε την εστίαση των επενδυτών υπέρ μετοχών εταιρειών ανάπτυξης και τεχνολογίας όπως η Amazon ή η Tesla. «Όταν τα επιτόκια είναι μηδενικά, πληρώνεσαι για να κερδοσκοπείς» λέει ο Eisman. «Οι άνθρωποι πάντα θα αναζητούν την επόμενη Amazon ή την επόμενη Tesla».
Από το 2010 έως τις αρχές του 2022, μια εταιρεία που δεν είχε κέρδη αλλά ισχυρή ανάπτυξη σε ό,τι αφορά τα έσοδα, μπορούσε να αισιοδοξεί. Όταν όμως τα έσοδα επιβραδύνονται, οι άνθρωποι σταματούν να αναζητούν… το όνειρο. Σε συνδυασμό με τα υψηλότερα επιτόκια και την ποσοτική συρρίκνωση, ο μηχανισμός προεξόφλησης της αγοράς θα φέρει κοσμοϊστορικές αλλαγές.
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ: