Ενεργειακή ανεξαρτησία, χαμηλότερο κόστος ρεύματος, επενδύσεις 436 δισ. ευρώ – Οι στόχοι του ΕΣΕΚ
- 11/10/2024, 12:55
- SHARE
Η Ελλάδα δρομολογεί την πορεία της προς ενεργειακή ανεξαρτησία και τη σημαντική μείωση του κόστους ενέργειας, σύμφωνα με το νέο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) που παρουσιάστηκε στην Τράπεζα της Ελλάδος. Το φιλόδοξο σχέδιο, που προβλέπει επενδύσεις ύψους 436 δισεκατομμυρίων ευρώ μέχρι το 2050, στοχεύει στη δημιουργία 210.000 νέων θέσεων εργασίας και στην ετήσια ενίσχυση του ΑΕΠ κατά 6 δισεκατομμύρια ευρώ.
Ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Θόδωρος Σκυλακάκης, υπογράμμισε ότι η Ελλάδα έχει τη δυνατότητα να επιτύχει ενεργειακή ανεξαρτησία για πρώτη φορά στην ιστορία της. «Αυτό το σχέδιο δεν είναι μόνο μια ενεργειακή στρατηγική αλλά και μια βαθύτερη οικονομική μεταρρύθμιση που θα βελτιώσει το διαρθρωτικό έλλειμμα της χώρας. Με τις σωστές επιλογές, η Ελλάδα θα μπορεί να αντιμετωπίσει και τις δημογραφικές προκλήσεις, χτίζοντας ένα ισχυρότερο μέλλον», τόνισε.
Σύμφωνα με την υφυπουργό Αλεξάνδρα Σδούκου, οι εξαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας αναμένεται να φτάσουν τις 3,5 τεραβατώρες μέχρι το 2030 και να ξεπεράσουν τις 11 τεραβατώρες το 2040. Η Ελλάδα, που σήμερα εισάγει 3 τεραβατώρες ετησίως, προβλέπεται να γίνει σημαντικός εξαγωγέας ενέργειας, ανατρέποντας την εξάρτηση από εισαγωγές.
Ένα ακόμη βασικό στοιχείο του σχεδίου είναι η σημαντική μείωση του κόστους της ηλεκτρικής ενέργειας. Από τα 145 ευρώ ανά μεγαβατώρα το 2025, το κόστος αναμένεται να μειωθεί στα 95 ευρώ το 2050, κυρίως λόγω της αυξημένης διείσδυσης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Η χρήση των ανανεώσιμων πηγών θα καλύπτει το 75% της ενεργειακής κατανάλωσης έως το 2030 και το 95% έως το 2035, με ενδιάμεσο στόχο την κατάργηση του λιγνίτη μέχρι το 2028. Παράλληλα, η ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας αναμένεται να τριπλασιαστεί σχεδόν, φτάνοντας τις 150 τεραβατώρες το 2050 από 55 τεραβατώρες το 2022.
Ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας, επεσήμανε ότι η κλιματική κρίση θα αυξάνει συνεχώς το κόστος αν δεν ληφθούν επαρκή μέτρα. Χαιρέτισε την πρωτοβουλία του νέου σχεδίου, το οποίο εστιάζει στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (ΑΠΕ), την αποθήκευση ενέργειας, τον εξηλεκτρισμό και την ανάπτυξη των δικτύων. Ανέφερε, επίσης, ότι οι εισαγωγές πετρελαίου αποτελούν σημαντική επιβάρυνση για την ελληνική οικονομία, φτάνοντας το 7% του ΑΕΠ.
Ο καθηγητής του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, Παντελής Κάπρος, διευκρίνισε ότι ένα μεγάλο μέρος των επενδύσεων, όπως αυτές για την κατασκευή νέων μονάδων ηλεκτροπαραγωγής, τις αγορές οικιακών συσκευών και αυτοκινήτων, θα συνέβαιναν έτσι κι αλλιώς. Ωστόσο, το επιπλέον κόστος για την ενεργειακή μετάβαση εκτιμάται σε 2-3 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ, ενώ τα μακροπρόθεσμα οφέλη θα είναι η σημαντική μείωση του κόστους ενέργειας σε όλους τους τομείς, συμπεριλαμβανομένων της βιομηχανίας και των μεταφορών.