Επιστολή της ΤτΕ για την υπόθεση της τράπεζας FFB του Βίκτωρα Ρέστη

Επιστολή της ΤτΕ για την υπόθεση της τράπεζας FFB του Βίκτωρα Ρέστη

Απάντηση και από το υπουργείο Οικονομικών για το ίδιο θέμα.

Στη βάση της ισχύουσας νομοθεσίας, το Καταστατικό, τους εσωτερικούς Κανονισμούς, αλλά και με γνώμονα τη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος, ασκήθηκε από την ΤτΕ ο εποπτικός διάλογος με την FFB, την εποχή που βασικός της μέτοχος ήταν ο Βίκτωρ Ρέστης. Τα παραπάνω προκύπτουν από έγγραφο που διαβιβάστηκε στη Βουλή από την Τράπεζα της Ελλάδος, μετά από ερώτηση από τον βουλευτή Νίκο Νικολόπουλο, με τη δημοσίευση στον Τύπο δύο εμπιστευτικών επιστολών, τον Ιούλιο και Αύγουστο του 2012, της ΤτΕ προς τον τότε πρόεδρο του ΔΣ της First Business Bank AE, Βίκτωρα Ρέστη.

Με τις δύο επιστολές που είχαν δει το φως της δημοσιότητας και είχαν την ένδειξη «εμπιστευτικό», η ΤτΕ επισήμαινε στον κ. Ρέστη ότι ο δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας της FFB είχε διαμορφωθεί σε επίπεδα κατώτερα του ελαχίστου ορίου και τον καλούσε να προβεί άμεσα σε ενίσχυση των κεφαλαίων ή στη λήψη μέτρων ισοδύναμου αποτελέσματος. Ειδικά από τη δεύτερη επιστολή προκύπτει ότι η ΤτΕ προειδοποιεί τον κ. Ρέστη να μην χορηγήσει κανένα νέο δάνειο, διότι «οι κεφαλαιακές απαιτήσεις της Τράπεζας έχουν αυξηθεί λόγω της πιστωτικής επέκτασης, κυρίως σε εταιρείες συμφερόντων των μετόχων και της επιδείνωσης της ποιότητας των υφιστάμενων δανείων». Ο βουλευτής Νίκος Νικολόπουλος, στην ερώτηση που είχε καταθέσει, ζητούσε να ενημερωθεί γιατί η ΤτΕ, ενώ γνώριζε ότι τα χρήματα της FFB καταλήγουν σε εταιρείες συμφερόντων Ρέστη ή μετόχων της FFB, δεν καταλόγισε πρόστιμα ή δεν προχώρησε στην άμεση ανάκληση της άδειας λειτουργίας της FFB.

Το υπουργείο Οικονομικών
Σε απάντηση της ερώτησης, διαβιβάστηκαν στη Βουλή δύο έγγραφα. Στο πρώτο, με ημερομηνία 18 Οκτωβρίου, ο υπουργός Οικονομικών, Γιάννης Στουρνάρας περιγράφει πώς έχει ενισχυθεί ο εποπτικός ρόλος της ΤτΕ και αναφέρει ειδικότερα ότι «με το Ν. 4021/2011, η Τράπεζα της Ελλάδος έχει ενισχυθεί ως προς τις εποπτικές της αρμοδιότητες, προκειμένου να αντιμετωπιστεί έγκαιρα ο κίνδυνος μη συμμόρφωσης πιστωτικών ιδρυμάτων προς τις απαιτήσεις του νόμου και των σχετικών αποφάσεών της, ενώ υποβάλλει ανά έτος στη Βουλή, σχετική έκθεση επί της ασκήσεως της εποπτικής της αρμοδιότητας για το προηγούμενο έτος». Ο υπουργός Οικονομικών επισημαίνει επίσης ότι, βάσει της τροποποίησης του Καταστατικού της Τράπεζας της Ελλάδος, η οποία κυρώθηκε με το Ν. 4099/2012, στο πλαίσιο της μακροληπτικής αρμοδιότητάς της η εποπτική Αρχή αναγνωρίζει, παρακολουθεί και αξιολογεί τους κινδύνους συστημικής ευστάθειας και λαμβάνει τα μέτρα που προβλέπονται από τον νόμο.

Η απάντηση της Τράπεζας της Ελλάδος
Εξάλλου, η ΤτΕ υπογραμμίζει ότι «η εποπτική αρμοδιότητα της ΤτΕ επί των πιστωτικών ιδρυμάτων ασκείται μέσα στα όρια και με τα μέσα που καθορίζει η ισχύουσα νομοθεσία, λαμβάνοντας υποχρεωτικώς υπόψη τυχόν συνέπειες στη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος που θα μπορούσαν να επέλθουν ως αποτέλεσμα της επιβολής των μέτρων αυτών, με πιο κρίσιμη βεβαίως το να υποστούν απώλειες οι καταθέτες». Ο νόμος προβλέπει, επισημαίνει η ΤτΕ, «μάλιστα ρητά, σειρά παραμέτρων που επιβάλλεται να λαμβάνονται υπόψη, κατά την άσκηση της κυρωτικής αρμοδιότητας της ΤτΕ προκειμένου να σταθμίζεται η αποτελεσματικότητα του μέτρου σε σχέση με τους επιδιωκόμενους στόχους».

Αναφορικά με τη διαπίστωση ότι χρήματα κατέληγαν σε εταιρείες συμφερόντων Ρέστη, η ΤτΕ αναφέρει τα εξής: «Η δανειοδότηση εταιρειών συμφερόντων μετόχων πιστωτικών ιδρυμάτων αξιολογείται από την ΤτΕ σε σχέση με τα ίδια κεφάλαια του ιδρύματος επί τη βάσει των υποβαλλόμενων σε αυτήν εποπτικών στοιχείων, ώστε να υπολογίζονται οι τυχόν πρόσθετες κεφαλαιακές απαιτήσεις που γεννώνται εξ αυτής της αιτίας, καθώς τόσο από το εθνικό όσο από το ενωσιακό δίκαιο τα δάνεια προς μετόχους και τις επιχειρήσεις τους οφείλουν να αντιμετωπίζονται ως ενιαίος κίνδυνος. Η συμμόρφωση, συνεπώς, των εποπτευόμενων ελέγχεται από την Τράπεζα της Ελλάδος αναφορικά με τους εποπτικούς κανόνες, η μη συμμόρφωση δε, αντιμετωπίζεται με τα μέτρα και την κυρωτική πολιτική που υπόκειται στους ανωτέρω, εκ του νόμου, περιορισμούς και οφείλει να λαμβάνει υπόψη τους προαναφερθέντες στόχους».

Στο ερώτημα του βουλευτή «γιατί τα έγγραφα που είδαν το φως της δημοσιότητας δεν κοινοποιούνταν στην ιεραρχία της ΤτΕ, αφού είχαν τόσο σοβαρό περιεχόμενο;» η ΤτΕ απαντά: «Από οργανωτικής απόψεως, το έργο της ΤτΕ ασκείται από τα εντεταλμένα όργανα, τις Επιτροπές και τις Διευθύνσεις, όπως προβλέπεται στο Καταστατικό και τους εσωτερικούς Κανονισμούς της. Θα πρέπει, εξάλλου, να επισημανθεί ότι ο εποπτικός διάλογος μεταξύ εποπτευόμενου και επόπτη για την επισήμανση αδυναμιών, τη λήψη των κατάλληλων διορθωτικών μέτρων και τα χρονικά περιθώρια που θα δοθούν για τη λήψη τους, επιβάλλεται από τις ισχύουσες διατάξεις που αποτελούν ενσωμάτωση κοινοτικής οδηγίας».

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ, Φωτογραφία: Συμέλα Παντζαρτζή