Επτά στις δέκα επιχειρήσεις στην Ελλάδα δηλώνουν έτοιμες να προσλάβουν

Επτά στις δέκα επιχειρήσεις στην Ελλάδα δηλώνουν έτοιμες να προσλάβουν
Photo:
Έρευνα της Adecco σκιαγραφεί το τοπίο στην ελληνική αγορά εργασίας.

Την κατάσταση στην εγχώρια αγορά εργασίας καταγράφει έρευνα της Adecco Ελλάδας, λαμβάνοντας υπόψη τόσο την άποψη των εργοδοτών, όσο και των υποψήφιων/ εργαζομένων, οι οποίοι παρά τη βελτιωμένη ψυχολογία – απόρροια της σταθεροποίησης της οικονομίας- δεν φαίνεται να βλέπουν τα πράγματα με την ίδια οπτική.

Στα θετικά της έρευνας με τίτλο: «Η Απασχολησιμότητα στην Ελλάδα, 2019», η οποία διεξήχθη για πέμπτη συνεχή χρονιά, είναι η μείωση της διστακτικότητας των επιχειρήσεων να προβούν σε προσλήψεις, καθώς νιώθουν μεγαλύτερη σιγουριά για την πορεία της οικονομίας, αλλά και το γεγονός ότι πλέον η αναλογία των εργαζομένων και ανέργων που αναζητούν εργασία στο εξωτερικό είναι 1 στους 4, ποσοστό αρκετά χαμηλότερο από το 2017.

Μάλιστα, υπογραμμίζεται πως η ανάσχεση της τάσης φυγής των υποψηφίων σε χώρες εκτός Ελλάδας, σε συνδυασμό με ενέργειες που θα δώσουν κίνητρα σε εκείνους που τα προηγούμενα χρόνια έφυγαν και αναζήτησαν επαγγελματικές ευκαιρίες στο εξωτερικό θα μπορέσουν να φέρουν την ισορροπία και το υγιές “brain circulation” που θα βοηθήσει τη χώρα να επανέλθει σε γρηγορότερους ρυθμούς ανάπτυξης.

Εκεί, ωστόσο, που εξακολουθεί και παραμένει μεγάλη η ψαλίδα είναι στα ταλέντα που προσπαθούν να προσελκύσουν οι επιχειρήσεις και στην απουσία δομημένης στρατηγικής «Employer Branding» από μεριάς τους.

Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι οι παράγοντες που επηρεάζουν τους υποψήφιους για την επιλογή εταιρείας-εργοδότη είναι η φήμη που αυτή έχει ως εργασιακό περιβάλλον (ποσοστό 95% των υποψηφίων), ο τρόπος που επικοινωνεί το τι μπορεί να προσφέρει στους εργαζομένους της (ποσοστό 90%), η φήμη που έχει ως εργοδότης (ποσοστό 91%) και η δημόσια εικόνα της (ποσοστό 86%).

Εξετάζοντας όμως τον βαθμό κατά τον οποίο οι εταιρείες έχουν δομημένες στρατηγικές Employer Branding για να μπορέσουν να χτίσουν τη φήμη τους ως εργοδότες επιλογής φάνηκε πως μόλις 1 στις 5 επιχειρήσεις διαθέτει τέτοια δομημένη στρατηγική. Μεγάλο ποσοστό των επιχειρήσεων δεν έχουν ξεκάθαρη στρατηγική, ώστε να μπορούν να προσελκύσουν τα ταλέντα, γεγονός που δυσχεραίνει περαιτέρω την κάλυψη των θέσεων με τα κατάλληλα στελέχη.

Ραγδαία αύξηση του αριθμού των αυτοαπασχολούμενων

Όπως εξήγησαν τα στελέχη της Adecco Ελλάδος, η δυσκολία εξεύρεσης ταλέντων και η έλλειψη δεξιοτήτων δεν συνιστούν ελληνικό φαινόμενο αλλά μια παγκόσμια τάση. “Οι Έλληνες υποψήφιοι είναι πολύ ταλαντούχοι, αλλά χρειάζονται διαρκή εκπαίδευση γιατί η αγορά κινείται με ταχύτατους ρυθμούς. Αυτό που ζητούν οι εταιρείες είναι εργαζόμενοι που να δείχνουν προσαρμοστικότητα στις αλλαγές” ανέφεραν χαρακτηριστικά.

Την ίδια ώρα ο Κωνσταντίνος Μυλωνάς, Διευθύνων Σύμβουλος του Ομίλου Adecco Ελλάδας, αποκάλυψε πως η παγκόσμια οικονομία τρέχει προς μια κατεύθυνση που ευνοεί την άνθιση της κατηγορίας των αυτοαπασχολούμενων, πράγμα που καθιστά πιο γρήγορη τη μετακίνηση από εργοδότη σε εργοδότη. Μια απόφαση η οποία στο παρελθόν δεν λαμβανόταν με ευκολία. Παραδέχτηκε πως η εν λόγω τάση ξεκίνησε από τις ΗΠΑ και πλέον ενσωματώνεται με βραδύτερους ρυθμούς και στην Ευρώπη.

“Αν στην Ελλάδα αυξήθηκε ο αριθμός των αυτοαπασχολούμενων αυτό οφείλεται καθαρά στην κρίση, αφού δεν υπήρχαν θέσεις εργασίας. Η αλήθεια είναι πως παρότι έχει βελτιωθεί η κατάσταση, τα ποσοστά ανεργίας παραμένουν εξαιρετικά υψηλά στη χώρα μας” δήλωσε ο κ. Μυλωνάς. Επεσήμανε πως για να πάει η χώρα μπροστά και να μην χαθεί πολύτιμος χρόνος θα πρέπει να προβούμε άμεσα σε αντιγραφή καλών πρακτικών από το εξωτερικό και να προσπαθήσουμε να δώσουμε κίνητρα σε  ξένες εταιρείες να έρθουν να δραστηριοποιηθούν στην Ελλάδα.

“Οι εταιρείες ζητάνε διαρκώς κόσμο και δίνουν πιο πολύ έμφαση στα soft skills παρά στα τεχνικά χαρακτηριστικά των υποψηφίων. Παρατηρείται μάλιστα μια αύξηση μισθών σε επαγγέλματα που έχουν σχέση με την Πληροφορική και τις πωλήσεις. Δυστυχώς όμως οι διοικήσεις των επιχειρήσεων δεν επενδύουν στην εκπαίδευση των εργαζομένων”.

Σύμφωνα με την έρευνα, οι εργοδότες εκφράζουν την πεποίθηση ότι οι δεξιότητες και οι ικανότητες των υποψήφιων και εργαζομένων δεν ανταποκρίνονται πλήρως, αλλά μόνο μερικώς στις σημερινές ανάγκες. Κατά την άποψη των υπευθύνων στελέχωσης, φαίνεται να υπάρχει αναντιστοιχία ανάμεσα σε αυτά που μπορούν να προσφέρουν οι υποψήφιοι και σε εκείνα που έχει ανάγκη η αγορά, γεγονός που δυσχεραίνει τη διαδικασία κάλυψης των θέσεων παρόλο που η ανεργία παραμένει σε σχετικά υψηλά επίπεδα.

Πιο συγκεκριμένα, η σκιαγράφηση του ιδανικού υποψηφίου για μία θέση από την μεριά των επιχειρήσεων περιλαμβάνει χαρακτηριστικά, όπως εργασιακό ήθος (ποσοστό 98% των επαγγελματιών συμφωνούν ότι είναι μία δεξιότητα απαραίτητη), ικανότητα εργασίας σε ομάδα (ποσοστό 90%), επικοινωνιακές ικανότητες (ποσοστό 85%) και ευελιξία/ προσαρμοστικότητα (ποσοστό 90%). Όπως όμως δηλώνουν πολλοί από τους συμμετέχοντες στη διαδικασία επιλογής προσωπικού για τις εταιρείες τους, τα παραπάνω χαρακτηριστικά δεν τα βρήκαν σε ικανοποιητικό επίπεδο στους υποψηφίους που αξιολόγησαν. Αντίθετα με το τι πιστεύουν οι εργοδότες, οι υποψήφιοι στην πλειοψηφία τους θεωρούν πως έχουν σε ικανοποιητικό βαθμό τις δεξιότητες που αναφέρθηκαν παραπάνω ως σημαντικές.

Έτοιμες να προβούν σε προσλήψεις οι εταιρείες

Η πλειοψηφία των εταιρειών (72%) ενδιαφέρονταν να στελεχώσουν κάποιο τμήμα τους κατά την περίοδο διεξαγωγής της έρευνας (Σεπτέμβριος-Νοέμβριος 2019). Το ποσοστό είναι περίπου στα ίδια επίπεδα με το 2018 (70%). Διαφορά παρατηρείται όμως στον χρόνο αναζήτησης μέχρι την κάλυψη της θέσης, ο οποίος έχει περιοριστεί σημαντικά, καθώς οι περισσότερες θέσεις (87%) φαίνεται πως καλύπτονται σε διάστημα ενός μήνα (το αντίστοιχο ποσοστό στην έρευνα του 2018 δεν ξεπερνούσε το 23%).

Από την πλευρά των εργαζομένων παρατηρείται μείωση στο ποσοστό των συμμετεχόντων (υποψηφίων/εργαζομένων) που απαντούν πως έχουν βρεθεί εκτός αγοράς εργασίας έστω μία φορά κατά τη διάρκεια της επαγγελματικής τους πορείας. Χαρακτηριστικά πέρυσι το ποσοστό αυτών που είχαν βρεθεί εκτός αγοράς εργασίας κυμάνθηκε στο 64% ενώ για το 2019 το ποσοστό αυτό μειώθηκε κατά 3% στο 61%.

Η επανένταξη στην αγορά εργασίας, ωστόσο, για εκείνους που βρέθηκαν/βρίσκονται εκτός αγοράς σε αρκετές περιπτώσεις καθυστερεί, ιδίως σε όσους είναι άνεργοι την παρούσα περίοδο. Περίπου 1 στους 4 χρειάζεται ‘περισσότερο από 2 χρόνια’ για να  ξαναβρεί εργασία γεγονός που δείχνει πως οι εργοδότες τείνουν να προτιμούν ενεργούς στην αγορά εργασίας υποψηφίους.