Αισιόδοξες για το μέλλον οι οικογενειακές επιχειρήσεις
- 09/03/2016, 16:30
- SHARE
Αύξηση εσόδων την ερχόμενη χρονιά αναμένουν οι περισσότεροι επιχειρηματίες.
Η συντριπτική πλειοψηφία (81%) των διευθύνοντων συμβούλων μη εισηγμένων ιδιωτικών εταιρειών εκτιμούν ότι η εταιρεία τους θα πετύχει αύξηση εσόδων την ερχόμενη χρονιά, σύμφωνα με την 19η ετήσια παγκόσμια έρευνα της PwC.
Το ποσοστό αυτό είναι κατά τι χαμηλότερο από τον μέσο όρο των εισηγμένων εταιρειών που ανέρχεται σε 84% ενώ οι επιχειρήσεις που αυτοπροσδιορίζονται ως οικογενειακές είναι αισιόδοξες σε ακόμη μεγαλύτερο ποσοστό που ανέρχεται σε 86%.
Όπως και οι συνάδελφοί τους στις εισηγμένες εταιρείες, οι διευθύνοντες σύμβουλοι των μη εισηγμένων ιδιωτικών εταιρειών εκτιμούν ότι η ανάπτυξη αυτήν την περίοδο θα προέλθει κυρίως από τις ΗΠΑ (37%), την Κίνα (31%) και τη Γερμανία (19%). Και παρά την πρόσφατη αναταραχή που δημιουργήθηκε στην κινεζική αγορά, οι μη εισηγμένες ιδιωτικές εταιρείες θα μπορούσαν να διατηρήσουν πολλά πλεονεκτήματα σε σύγκριση με τις εισηγμένες.
Οι διευθύνοντες σύμβουλοι των μη εισηγμένων ιδιωτικών εταιρειών μπορούν να εφαρμόζουν μια πιο μακροπρόθεσμη προσέγγιση σε σχέση με τις εταιρείες που υποχρεούνται να δημοσιεύουν οικονομικά στοιχεία σε τριμηνιαία βάση, και πολλές από αυτές έχουν χτίσει την επιτυχία τους στη δύναμη των προσωπικών σχέσεων –κατά αυτόν τον τρόπο εξακολουθεί να διεξάγεται σήμερα το μεγαλύτερο μέρος της επιχειρηματικής δραστηριότητας στην Κίνα.
Σύμφωνα με την έρευνα της PwC, μόλις το 28% των διευθύνοντων συμβούλων μη εισηγμένων ιδιωτικών εταιρειών (27% για τις εισηγμένες) αναμένουν βελτίωση της παγκόσμιας οικονομίας στους επόμενους 12 μήνες –μια πτώση 10 μονάδων σε σχέση με πέρυσι. Και το 66% των διευθύνοντων συμβούλων μη εισηγμένων ιδιωτικών εταιρειών εκτιμά ότι σήμερα οι εταιρείες τους αντιμετωπίζουν περισσότερες απειλές σε σχέση με τρία χρόνια πριν –ποσοστό που έχει αυξηθεί σε σχέση με το περσινό 58%.
Οι οικογενειακές επιχειρήσεις και γενικότερα οι μη εισηγμένες ιδιωτικές εταιρείες έχουν πραγματικό πλεονέκτημα, όπως φαίνεται και στα αποτελέσματα της έρευνας για τους διευθύνοντες συμβούλους: Το 58% των διευθύνοντων συμβούλων εισηγμένων εταιρειών εκφράζουν ανησυχίες για την εμπιστοσύνη του κοινού στις επιχειρήσεις, με το ποσοστό αυτό να μειώνεται σε 53% για τις μη εισηγμένες ιδιωτικές εταιρείες και σε 43% για τις οικογενειακές επιχειρήσεις.
Επίσης, οι διευθύνοντες σύμβουλοι των μη εισηγμένων ιδιωτικών εταιρειών αλλάζουν τον τρόπο με τον οποίο αναπτύσσουν νέα «ηθικά» προϊόντα και υπηρεσίες για να ανταποκριθούν στις μεταβαλλόμενες προσδοκίες των ενδιαφερόμενων μερών –το 74% εφαρμόζει αυτή την τακτική σε κάποιο βαθμό, με το 27% να προχωρά σε σημαντικές αλλαγές, σε αντίθεση με το 19% των εισηγμένων εταιρειών.
Επιπλέον, το 92% των διευθύνοντων συμβούλων μη εισηγμένων ιδιωτικών εταιρειών – ακολουθώντας την τάση που χαρακτηρίζει το σύνολο του δείγματος της έρευνας– αλλάζει τον τρόπο με τον οποίο διαχειρίζεται το brand, το μάρκετινγκ και την επικοινωνία, ενώ το ίδιο ποσοστό επικεντρώνεται στο πώς προσδιορίζει και διαχειρίζεται τους κινδύνους. Ακόμη, το 90% χρησιμοποιεί περισσότερο την τεχνολογία για να αξιολογήσει τις προσδοκίες των ενδιαφερόμενων μερών και να ανταποκριθεί σε αυτές.
Η αναζήτηση ικανών στελεχών –που βρίσκεται πάντα ψηλά στη λίστα των θεμάτων που απασχολούν τις οικογενειακές επιχειρήσεις– περιλαμβάνεται στα ευρήματα και της φετινής έρευνας, σύμφωνα με τα οποία το 73% των διευθύνοντων συμβούλων μη εισηγμένων ιδιωτικών εταιρειών εκφράζουν ανησυχίες για τη διαθεσιμότητα κρίσιμων δεξιοτήτων, τάση που παρατηρείται και στο συνολικό δείγμα. Όμως το ένα τρίτο των διευθύνοντων συμβούλων των μη εισηγμένων ιδιωτικών εταιρειών δηλώνουν ιδιαίτερα ανήσυχοι, σε σχέση με το ένα τέταρτο των ομολόγων τους στις εισηγμένες εταιρείες, με το ποσοστό αυτό να αγγίζει το 40% για τις επιχειρήσεις που διοικούνται από την ιδιοκτησία.
Σύμφωνα με την PwC, αυτή η μάχη για ταλαντούχα στελέχη μπορεί να εξηγήσει και γιατί το 42% των διευθύνοντων συμβούλων των οικογενειακών επιχειρήσεων αναζητούν τρόπους να αλλάξουν την αμοιβή και τα κίνητρα που προσφέρουν οι εταιρείες τους, σε σύγκριση με το 35% των μη εισηγμένων ιδιωτικών εταιρειών γενικά και το 33% του συνολικού δείγματος της έρευνας για τους διευθύνοντες συμβούλους. Κατά τον ίδιο τρόπο, το 33% των μη εισηγμένων ιδιωτικών εταιρειών εστιάζει στις δεξιότητες και την ικανότητα προσαρμογής των εργαζομένων τους, σε σύγκριση με το 24% των εισηγμένων εταιρειών.