Εθνική Τράπεζα για προϋπολογισμό 2020: Ενεργή στήριξη της επιχειρηματικότητας με διεύρυνση της φορολογικής βάσης
- 10/12/2019, 15:38
- SHARE
«O κρατικός προϋπολογισμός για το 2020 επιχειρεί να αξιοποιήσει την επιτυχημένη δημοσιονομική πορεία του 2019- έτος στο οποίο η εφαρμογή επεκτατικών μέτρων της τάξης του 1% του ΑΕΠ συνδυάζεται με νέα μικρή δημοσιονομική υπεραπόδοση- και να ενισχύσει την αναπτυξιακή του στόχευση και αποτελεσματικότητα», αναφέρει ανάλυση της Εθνικής Τράπεζας.
«Το μείγμα της δημοσιονομικής πολιτικής για το 2020 εμπλουτίζεται με μέτρα ενίσχυσης του επιχειρηματικού τομέα και της αγοράς ακινήτων, τα οποία θεωρείται ότι ασκούν σημαντική θετική επίδραση στον ρυθμό οικονομικής μεγέθυνσης. Παράλληλα, ενσωματώνει νέες ελαφρύνσεις για τα νοικοκυριά, καθώς και στοχευμένα μέτρα κοινωνικής στήριξης (ειδικά για οικογένειες χαμηλού εισοδήματος). Η συνδυαστική επίδραση στην αύξηση του ΑΕΠ από τα μέτρα του προϋπολογισμού για το 2020 και μια ομαλή υλοποίηση του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ), εκτιμάται ότι θα προσεγγίσει τη μία ποσοστιαία μονάδα, εφόσον δεν υπάρξει επιδείνωση του εξωτερικού περιβάλλοντος», εκτιμάται στην ανάλυση.
Αναφορικά με τη δημοσιονομική πορεία του 2019, κομβικό ρόλο για την προσδοκώμενη επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος 3,7% του ΑΕΠ (σύμφωνα με τον ορισμό ενισχυμένης εποπτείας) αναμένεται να διαδραματίσει η αποτελεσματική συγκράτηση των πρωτογενών δαπανών της κεντρικής κυβέρνησης, οι οποίες κινούνται σε πλήρη αντιστοιχία ή και ελαφρώς χαμηλότερα από τους αναθεωρημένους στόχους. Πιο συγκεκριμένα, οι πρωτογενείς δαπάνες της κεντρικής κυβέρνησης (εξαιρουμένου του ΠΔΕ) μειώθηκαν κατά 4,3% σε ετήσια βάση ή κατά 1,7% του ΑΕΠ σε σχέση με το 2018. Ειδικότερα, η συνδυαστική δαπάνη σε επίπεδο κεντρικής κυβέρνησης για κοινωνικές παροχές, μεταβιβάσεις και λοιπές δαπάνες (εξαιρουμένων των δαπανών του ΠΔΕ) αναμένεται να μειωθεί κατά περίπου 7,0% σε ετήσια βάση το 2019. Οι ανωτέρω τάσεις αποτυπώνουν ένα διατηρήσιμο και αποτελεσματικό έλεγχο στην υλοποίηση του προϋπολογισμού σε επίπεδο κεντρικής κυβέρνησης.
Παράλληλα, το έλλειμμα στο ισοζύγιο του ΠΔΕ αναμένεται να μειωθεί κατά 0,6% σε ετήσια βάση το 2019, κυρίως λόγω υψηλότερης χρηματοδότησης από την Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία αναμένεται να επιταχυνθεί στο τέλος του έτους. Ωστόσο, οι δαπάνες του εν λόγω προγράμματος εμφανίζονται περίπου σταθερές σε ετήσια βάση και υστερούν έναντι του αρχικού στόχου (προϋπολογισμός για το 2019) κατά 0,3% του ΑΕΠ, καθώς και του εκτιμώμενου ρυθμού αύξησης του ονομαστικού ΑΕΠ (2,9% ετησίως), με αποτέλεσμα να συρρικνώνονται κατά 0,2% του ΑΕΠ σε σχέση με το 2018, αναφέρεται σε ανάλυση.
Σχετικά με την πορεία των φορολογικών και συνολικών εσόδων το 2019, είναι αξιοσημείωτο, όπως αναφέρεται στην ανάλυση, ότι ο φόρος προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ) αποτελεί τη μόνη βασική κατηγορία φόρων που αναμένεται να εμφανίσει οριακή ενίσχυση ως ποσοστό του ΑΕΠ. Συγκεκριμένα, τα έσοδα από ΦΠΑ εκτιμάται ότι θα σημειώσουν αύξηση 3,3% ετησίως, παρά τη μείωση των συντελεστών σε ορισμένες υποκατηγορίες τροφίμων, υπηρεσιών εστίασης και ενέργειας που εφαρμόστηκε από τα τέλη Μαΐου του 2019. Παρότι τα έσοδα από τον φόρο εισοδήματος φυσικών προσώπων και τη φορολογία εταιρικών κερδών αναμένεται να σημειώσουν περιορισμένες αυξήσεις της τάξης του 1,9% και 0,8% ετησίως, αντίστοιχα, το 2019, εντούτοις το ποσοστό τους στο ΑΕΠ αναμένεται να συρρικνωθεί κατά 0,1% σε σχέση με το 2018, καθώς η ονομαστική αύξηση υπολείπεται του ονομαστικού ρυθμού μεγέθυνσης της οικονομίας. Οι μέτριες αυτές επιδόσεις αντανακλούν, μεταξύ άλλων, τη σχετικά αργή διεύρυνση της φορολογικής βάσης – πάρα την ανάκαμψη της οικονομικής δραστηριότητας και της απασχόλησης- αλλά και έναν ασθενέστερο, από το αναμενόμενο, ρυθμό αύξησης των συνολικών εταιρικών κερδών, καθώς ένα σημαντικό ακόμη ποσοστό επιχειρήσεων παραμένει ζημιογόνο.
Η δημοσιονομική στρατηγική για το 2020 εμπλουτίζεται με μία νέα δέσμη μέτρων που επιχειρούν να στηρίξουν την επιχειρηματική δραστηριότητα και κατ’ επέκταση να δώσουν περαιτέρω ώθηση στην οικονομική ανάπτυξη, ενώ προβλέπει πρωτογενές πλεόνασμα 3,58% του ΑΕΠ για το 2020. Συγκεκριμένα, από τη συνολική δέσμη μέτρων που αποτιμάται στα 1,2 δισ. ευρώ, περίπου το ήμισυ αφορά ελαφρύνσεις στην εταιρική φορολογία, μέσω μείωσης του συντελεστή φορολόγησης των κερδών από επιχειρηματική δραστηριότητα σε 24% από 28%, καθώς και μείωσης κατά 50% του συντελεστή φορολόγησης των μερισμάτων (σε 5% από 10%). Παράλληλα, προβλέπεται και μια μικρή μείωση των εργοδοτικών εισφορών για θέσεις πλήρους απασχόλησης, η οποία στηρίζει σχετικές επιχειρηματικές αποφάσεις.
Το πλέον κομβικό σημείο στον σχεδιασμό του προϋπολογισμού στο σκέλος των εσόδων, είναι η εκτίμηση ότι το καθαρό δημοσιονομικό κόστος των ανωτέρω ελαφρύνσεων θα είναι αμελητέο το 2020, καθώς θα χρηματοδοτηθεί από την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας και τη διεύρυνση της φορολογικής βάσης, με τη συνδρομή και μίας νέας δέσμης αντισταθμιστικών μέτρων. Ωστόσο, αξίζει τα τονισθεί ότι και πάλι ο αποτελεσματικός έλεγχος των πρωτογενών δαπανών θα διαδραματίσει τον πιο καίριο ρόλο για την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων. Οι πρωτογενείς δαπάνες σε επίπεδο κεντρικής κυβέρνησης αναμένεται να σημειώσουν περιορισμένη αύξηση 1,5% σε ετήσια βάση το 2020, χαμηλότερη από τον προσδοκώμενο ρυθμό αύξησης του ονομαστικού ΑΕΠ (3,8% ετησίως) την ίδια περίοδο, οδηγώντας σε συρρίκνωση των δαπανών κατά 0,5% του ΑΕΠ σε ετήσια βάση.
Παρά την προσδοκώμενη βελτίωση στη φορολογική αποτελεσματικότητα, τα φορολογικά έσοδα αναμένεται να συρρικνωθούν περαιτέρω κατά 0,6% του ΑΕΠ, εξαιτίας των προαναφερόμενων φορολογικών ελαφρύνσεων.
Αναφορικά με την προσδοκώμενη επίδραση της δημοσιονομικής πολιτικής στην οικονομική δραστηριότητα το 2020, η Διεύθυνση Οικονομικής Ανάλυσης της ΕΤΕ εκτιμά ότι η δημοσιονομική ώθηση στην αύξηση του ΑΕΠ θα προσεγγίσει το 1,0% περίπου (συμπεριλαμβανομένης και της επίδρασης από τον προγραμματισμό μιας πιο ομαλής κατανομής των δαπανών του ΠΔΕ μέσα στο έτος). Η εν λόγω επίδραση υπερβαίνει σημαντικά την εκτιμώμενη μείωση στο κυκλικά διορθωμένο πρωτογενές πλεόνασμα της γενικής κυβέρνησης, της τάξης του 0,6% του δυνητικού ΑΕΠ. Η εκτίμηση αυτή ενσωματώνει, μεταξύ άλλων, το υψηλότερο πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα που συνεπάγεται η μείωση των εταιρικών φόρων και των ασφαλιστικών εισφορών, καθώς και την εκτιμώμενη ενίσχυση στη δραστηριότητα της αγοράς ακινήτων κατά το 2020. Επίσης, δεδομένου ότι οι επιχειρηματικές αποφάσεις επηρεάζονται σημαντικά από το διεθνές περιβάλλον, οι ανωτέρω εκτιμήσεις βασίζονται στις παραδοχές ότι οι προσδοκίες για ήπια βελτίωση των συνθηκών στην Ευρωπαϊκή οικονομία το 2020 επιβεβαιώνονται, ότι το εγχώριο οικονομικό κλίμα διατηρείται σε παρόμοια επίπεδα με το δεύτερο εξάμηνο του 2019 και ότι η ήπια θετική τάση στις συνθήκες ρευστότητας διατηρείται στο σύνολο του 2020.