Εξομαλύνονται όντως οι εμπορικές σχέσεις με τη Ρωσία;
- 25/02/2017, 09:00
- SHARE
Ο Νίκος Αρχοντής από τον ΠΣΕ κάνει λόγο για μικρή ανάταση που δεν επιτρέπει πανηγυρισμούς.
Σε θετική τροχιά επέστρεψαν, έπειτα από τρία χρόνια συνεχούς πτώσης, οι ελληνικές εξαγωγές στη χώρα των Τσάρων, διαμορφούμενες στα 215,5 εκατ. ευρώ με μια μικρή άνοδο της τάξης του 1,1%. Βάσει των όσων αναφέρονται σε ενημερωτικό έγγραφο του γραφείου Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων της πρεσβείας μας στη Μόσχα, για τις διμερείς Εμπορικές Συναλλαγές Ελλάδας – Ρωσίας, ο όγκος εμπορίου μεταξύ των δύο χωρών μειώθηκε το 2016 κατά 16,8% ως προς την αξία και ανήλθε σε 3,6 δισ. ευρώ.
Το θετικό πρόσημο δείχνει μια σταθεροποίηση στις εξαγωγές, αλλά το μέγεθος τους δεν είναι τέτοιο που να επιτρέπει πανηγυρισμούς τονίζει στο fortunegreece.com ο Διευθυντής Λειτουργιών του Πανελλήνιου Συνδέσμου Εξαγωγέων (ΠΣΕ), Νίκος Αρχοντής, ο οποίος δηλώνει συγκρατημένα αισιόδοξος. «Σταδιακά απορροφήθηκαν οι κραδασμοί από το εμπάργκο και όπως φαίνεται έχουμε φτάσει σε ένα σημείο όπου έχει βρεθεί ένα modus vivendi. Όταν η Γερμανία η μεγαλύτερη οικονομία της Ευρωζώνης περιμένει, αύξηση εξαγωγών από τη Ρωσία, αυτό σημαίνει ότι μαζί της θα συμπαρασύρει και άλλες μικρότερου μεγέθους ευρωπαϊκές αγορές».
Σε ότι αφορά τη χώρα μας, ο Νίκος Αρχοντής υπογραμμίζει πως το εμπορικό ισοζύγιο παραμένει ελλειμματικό, γεγονός που οφείλεται στην μεγάλη εξάρτηση της Ελλάδας από τη Ρωσία σε θέματα ενέργειας. Προσθέτει δε πως το πλήγμα από το εμπάργκο σε φρούτα και λαχανικά στερεί σημαντικά ποσά στον εγχώριο αγροτικό κλάδο, ο οποίος βρίσκεται στην αιχμή της εξωστρέφειας. «Σημαντικές απώλειες δέχτηκαν και οι εξαγωγές ελληνικής γούνας καθώς πρόκειται για ένα είδος πολυτελείας. Μπορεί η Ρωσία να μην υφίσταται την οικονομική κρίση της Ελλάδας, όμως το ΑΕΠ της υποχώρησε σημαντικά εξαιτίας της πτώσης των τιμών του πετρελαίου και της υποτίμησης του ρουβλίου τα προηγούμενα χρόνια. Το αποτέλεσμα ήταν ο Ρώσος να χάσει την αγοραστική δύναμη που διέθετε κάποτε». Την περιορισμένη αγοραστική δύναμη αντικατοπτρίζει άλλωστε και το κατά κεφαλήν εξοδολόγιο των Ρώσων τουριστών που επισκέφτηκαν τη χώρα μας, το οποίο, σύμφωνα με τον κ. Αρχοντή, εμφάνισε ορατά σημάδια συρρίκνωσης.
Στον αντίποδα βρέθηκαν, ωστόσο, τα ελληνικής παραγωγής προϊόντα καπνού τα οποία παρουσίασαν αυξημένη ζήτηση και απορρόφηση από τη ρωσική αγορά. «Βασική πεποίθησή μας, ως Σύνδεσμος, είναι πως η ανάπτυξη θα έρθει μόνο μέσα από την ανάκτηση της εμπιστοσύνης, τις επενδύσεις και τις εξαγωγές. Το είδαμε να συμβαίνει στην πράξη. Τα κίνητρα που δόθηκαν στην καπνοβιομηχανία – παίρνοντας ως παράδειγμα τη ΣΕΚΑΠ και τις επενδύσεις που έκανε η διοίκηση- οδήγησαν σε ανοδική πορεία του κλάδου και δημιουργία νέων θέσεων εργασίας».
Μια πιο ξεκάθαρη ματιά για τις ελληνικές εξαγωγές προς τη Ρωσία, έρχεται μέσα από τα στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα η ΕΛΣΤΑΤ όπου τα ενδύματα και εξαρτήματα της ένδυσης από γούνα κατέχουν την πρώτη θέση, με μερίδιο 21% επί των συνολικών εξαγωγών, έχοντας υποχωρήσει ελαφρώς κατά 3% σε σχέση με το 2015. Ακολουθούν τα λάδια από πετρέλαιο ή από ασφαλτούχα ορυκτά με μερίδιο 9,8%, τα ακατέργαστα καπνά με μερίδιο 7,8%, τα φύλλα και ταινίες από αργίλιο με μερίδιο 3,9%, οι ανελκυστήρες με μερίδιο 3,7% και οι σωλήνες από χαλκό με 3,5%.
Την ίδια ώρα, οι εισαγωγές από τη Ρωσία συνέχισαν να μειώνονται με ρυθμό 18% και ανήλθαν σε 2,8 δισ. ευρώ. Εδώ το συντριπτικό μερίδιο κατέχουν τα λάδια από πετρέλαιο ή από ασφαλτούχα ορυκτά, ακατέργαστα και άλλα, με μερίδιο 70,7% επί του συνόλου, παρά τη σημαντική μείωση που σημειώνουν, και ακολουθούν το φυσικό αέριο με 13,1%, το αργίλιο σε ακατέργαστη μορφή με μερίδιο 7,9%, ο χαλκός σε ακατέργαστη μορφή με 1,5% και το σιτάρι και σμιγάδι με μερίδιο 1%.