EY: Απουσιάζουν οι γυναίκες από τις θέσεις ευθύνης σε οικογενειακές επιχειρήσεις
- 07/05/2019, 12:19
- SHARE
Τα συνολικά έσοδα των 500 μεγαλύτερων οικογενειακών επιχειρήσεων παγκοσμίως αυξήθηκαν κατά 9,9% τους τελευταίους 24 μήνες, ενώ ο αριθμός των οικογενειακών επιχειρήσεων από κλάδους που εστιάζουν στην τεχνολογία, αυξήθηκε σημαντικά στον Δείκτη Οικογενειακών Επιχειρήσεων της ΕΥ κατά το ίδιο διάστημα (από 28% το 2017, στο 38% φέτος). Αυτό προκύπτει από τον τρίτο διετή Παγκόσμιο Δείκτη Οικογενειακών Επιχειρήσεων που συντάσσουν η ΕΥ και το Πανεπιστήμιο του St. Gallen της Ελβετίας, ο οποίος κατατάσσει τις 500 μεγαλύτερες οικογενειακές επιχειρήσεις στον κόσμο, οι οποίες έχουν τουλάχιστον δύο γενιές στη διοίκηση της επιχείρησης, με βάση τα έσοδά τους.
Για πρώτη φορά, ο Δείκτης αναφέρεται στη σύνθεση των διοικητικών συμβουλίων (ΔΣ) και το προφίλ των Διευθυνόντων Συμβούλων (CEO) κάθε οικογενειακής επιχείρησης που συμπεριλαμβάνεται στον Δείκτη, παρέχοντας εικόνα για την εταιρική διακυβέρνηση, την επιρροή από άτομα εκτός οικογένειας στην επιχειρηματική στρατηγική και τη διαφορετικότητα σε επίπεδο διοίκησης. Ο Δείκτης αναδεικνύει την αναδυόμενη τάση για συμμετοχή μελών εκτός οικογένειας στα ΔΣ, με το 78% των νεοεισερχομένων μελών στα ΔΣ να είναι στελέχη εκτός του οικογενειακού κύκλου. Ωστόσο, η διαφοροποίηση του ΔΣ, ως προς την εκπροσώπηση και των γυναικών, εξακολουθεί να υστερεί. Τα μέλη της οικογένειας που βρίσκονται στα ΔΣ των επιχειρήσεων είναι στη συντριπτική πλειοψηφία τους άνδρες, με το 23% των ΔΣ να αποτελείται από άνδρες μέλη της οικογένειας, έναντι 5% των γυναικών μελών της οικογένειας.
Σύμφωνα με τον Δείκτη, οι νεοεισερχόμενες επιχειρήσεις τείνουν να είναι νεότερες, μικρότερες σε μέγεθος και θεωρείται πιθανότερο να μπουν στο χρηματιστήριο. Την ίδια ώρα, η μέση ηλικία των επιχειρήσεων μειώθηκε από τα 80,38 έτη το 2017, στα 79,92 έτη το 2019, ενώ τα μέσα έσοδα των 500 μεγαλύτερων οικογενειακών επιχειρήσεων έχουν αυξηθεί στα 14,96 δις δολάρια, από 13,62 δις το 2017.
Με βάση γεωγραφικά κριτήρια, η Ευρώπη ηγείται, καθώς το 46% των μεγαλύτερων οικογενειακών επιχειρήσεων παγκοσμίως συγκεντρώνονται στην ήπειρο, ενώ ακολουθεί η Βόρεια Αμερική με 30% των οικογενειακών επιχειρήσεων. Ο αριθμός των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων στον Δείκτη αυξήθηκε από 224 το 2017, σε 230 το 2019, ενισχυμένος ιδιαίτερα από την παρουσία νέων γερμανικών επιχειρήσεων, ενώ ο αριθμός των οικογενειακών επιχειρήσεων από τη Βόρεια Αμερική μειώθηκε οριακά από 154 το 2017, σε 150 φέτος.
Ο Δείκτης παρουσιάζει, επίσης, σημαντική αύξηση στις οικογενειακές επιχειρήσεις που αξιοποιούν τις νέες τεχνολογίες. Φέτος, 68 επιχειρήσεις δραστηριοποιούνται στον τομέα των «έξυπνων» υποδομών (έναντι μόλις 35 επιχειρήσεων το 2017), ενώ 122 επιχειρήσεις στον κλάδο της προηγμένης μεταποίησης και «έξυπνης» κινητικότητας (έναντι 103 επιχειρήσεων το 2017). Αντίθετα, ο αριθμός των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες μειώθηκε κατά 34% (από τις 61 επιχειρήσεις το 2017, στις 40), ενώ μειώθηκε κατά 22% και ο αριθμός των επιχειρήσεων καταναλωτικών αγαθών και λιανικού εμπορίου. Παρόλα αυτά, ο κλάδος καταναλωτικών προϊόντων και λιανικού εμπορίου παραμένει ο κυρίαρχος κλάδος δραστηριοποίησης για τις οικογενειακές επιχειρήσεις, εκπροσωπώντας σχεδόν το ένα τρίτο (31%) του συνόλου των επιχειρήσεων του Δείκτη.
Αναφερόμενος στα ευρήματα της έρευνας, ο Ανδρέας Χατζηδαμιανού, Εταίρος στο Τμήμα Υπηρεσιών Διασφάλισης και Επικεφαλής του Τομέα Οικογενειακών Επιχειρήσεων της ΕΥ Ελλάδος, σχολίασε: «Οι οικογενειακές επιχειρήσεις έχουν αποδείξει ότι αντέχουν στον χρόνο και εξακολουθούν να αποτελούν βασικό πυλώνα της επιχειρηματικότητας και της οικονομίας, τόσο παγκοσμίως, όσο και στη χώρα μας. Είναι εξαιρετικά θετική η διαπίστωση ότι υιοθετούν όλο και περισσότερο την καινοτομία και τις νέες τεχνολογίες, καθώς επιβεβαιώνει τον δυναμισμό και την προσαρμοστικότητά τους. Ωστόσο, οι οικογενειακές επιχειρήσεις θα πρέπει να κάνουν περισσότερα για να ενισχύσουν τη διαφορετικότητα και την εκπροσώπηση των γυναικών στα διοικητικά τους συμβούλια. Αυτό θα βελτιώσει όχι μόνο τα αποτελέσματά τους, αλλά και την αποδοχή τους από την κοινωνία».