Fake News: Πως θα προστατευθεί η κοινωνία από την παραπληροφόρηση
- 04/03/2018, 20:01
- SHARE
Το επιχειρηματικό μοντέλο των ΜΜΕ και οι τρόποι προστασίας της έγκυρης δημοσιογραφίας αποτέλεσαν αντικείμενο συζήτησης στο Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών.
Η αντιμετώπιση των fake news, που απειλούν τη Δημοκρατία, βρέθηκε στο επίκεντρο της συζήτησης στο πάνελ “Fake news: Negotiating Politics & Society in a Post- Truth World” στο Οικονομικό Φόρουμ Δελφών. Τη συζήτηση συντόνισε ο διευθυντής περιεχομένου της διαΝΕΟσις, κ. Θοδωρής Γεωργακόπουλος.
Ο καθηγητής Ευρωπαϊκών Σπουδών του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, κ. Timothy Garton Ash επισήμανε ότι τα fake news υπάρχουν γιατί δεν υπάρχει διαφάνεια στις μεγάλες πλατφόρμες, δηλαδή δεν γνωρίζει ο αναγνώστης εάν είναι πληρωμένο περιεχόμενο ή πολιτικές διαφημίσεις. Σημείωσε επίσης ότι παίζει ρόλο ο αλγόριθμος των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Πρότεινε ως λύσεις, περισσότερη διαφάνεια από τις πλατφόρμες, σήμανση του περιεχομένου, ώστε να γνωρίζει ο αναγνώστης την πηγή της ιστορίας που διαβάζει στο facebook, και την εκπαίδευση, ενώ τόνισε ότι το δίλημμα είναι ρύθμιση ή αυτορύθμιση. Τάχθηκε υπέρ της αυτορύθμισης, τονίζοντας όμως ότι πρέπει οι πλατφόρμες να αποδείξουν ότι μπορούν να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα παρενόχλησης ή ρητορικής μίσους.
Ο CEO του Ομίλου Αττικών Εκδόσεων, κ. Θεοχάρης Φιλιππόπουλος, επισήμανε τον ρόλο των μέσων κοινωνικής δικτύωσης στην εξάπλωση των fake news, με αποτέλεσμα την παραγκώνιση κάθε σοβαρής και ορθολογιστικής άποψης και σκέψης και την επικράτηση των λαϊκιστών, ενώ υπερασπίστηκε τον Τύπο, είτε έντυπο είτε διαδικτυακό, ως στυλοβάτη της Δημοκρατίας. Στο ερώτημα πως αντιμετωπίζεται το φαινόμενο, επισήμανε ότι τα παραδοσιακά ΜΜΕ χάνουν έδαφος διότι συρρικνώνεται η διαφημιστική απορρόφηση. Ανέφερε ότι στην Ευρώπη το 80% της online διαφήμισης πάει στη Google και το Facebook, δύο οργανισμούς που δεν παράγουν περιεχόμενο και δεν δημιουργούν θέσεις εργασίας. Χαρακτήρισε αυτό το ζήτημα μεγάλη πρόκληση για την ΕΕ και τόνισε ότι η ασυδοσία αυτών των κολοσσών πρέπει να έχει ένα όριο.
Ο εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, κ. Μαργαρίτης Σχοινάς εξήγησε τι προσπαθεί να κάνει η Ευρώπη για την αντιμετώπιση των fake news σε τρία πεδία δράσης. “Οι μεγάλες πλατφόρμες δεν μπορούν να συγκριθούν με τον ταχυδρόμο που έλεγε δεν ξέρω τι έχει μέσα το γράμμα που φέρνω. Οι πλατφόρμες ξέρουν και πρέπει να ξέρουν. Πρέπει να βρούμε έναν τρόπο να τους καταστήσουμε συνυπεύθυνους”, είπε. Υπενθύμισε επίσης ότι εδώ και δύο χρόνια έχουν συσταθεί στην ειδική Επιτροπή Εξωτερικών Δράσεων δύο ομάδες ειδικών, που παρακολουθούν τις πηγές παραγωγής fake news, τις κατηγοριοποιούν και απολυμαίνουν το σύστημα. Όρισε επίσης ως προτεραιότητα τη δόμηση της κοινοτικής πολιτικής για την επικοινωνία και την ενημέρωση, καθώς πρέπει να υπάρχει άμεση και αποτελεσματική αντίδραση σε fake news, όπως ότι δήθεν η ΕΕ θα απαγόρευε το κεμπάπ. Τόνισε πάντως ότι η ΕΕ αισθάνεται πολύ μόνη στον αγώνα κατά των fake news.
Ο επικεφαλής του Ποταμιού κ. Σταύρος Θεοδωράκης , εξέφρασε την άποψη ότι πρέπει να δημιουργηθεί μία νέα γενιά δημοσιογράφων που θα επιστρέψει στο ρεπορτάζ και δε θα αναπαράγει αμάσητες τις ειδήσεις, που κυκλοφορούν στο διαδίκτυο και τα social media. Τόνισε ότι είναι απαραίτητο να αντιδράσουν τα κράτη και η Ευρώπη να έχει συμμάχους κατά των fake news. Ανέφερε ειδικότερα μεταξύ άλλων ότι τα social media προεκλογικά θα πρέπει να δημοσιοποιούν ποιος έχει πληρώσει τι και να τεθεί όριο στην αγορά χορηγούμενων μηνυμάτων. «Η Ευρώπη θα πρέπει να επιβάλλει αυστηρούς κανόνες διαφάνειας στους πολυεθνικούς κολοσσούς του διαδικτύου, από το να φορολογούνται στις χώρες που δραστηριοποιούνται μέχρι να εφαρμόζουν με αυστηρότητα τις αρχές των παραδοσιακών ΜΜΕ», πρότεινε, κάνοντας λόγο για αυτορύθμιση μεν, αλλά εντός πλαισίου αυστηρών κανόνων ρύθμισης που θα θέσει η ΕΕ.
Ο διευθυντής της Καθημερινής, κ. Αλέξης Παπαχελάς , επισήμανε ότι τα fake news πολλαπλασιάστηκαν επειδή συνέπεσαν η κρίση και η εμφάνιση του διαδικτύου και των social media. «Εάν γυρίσει κανείς στο 2009- 2010 θα καταλάβει γιατί αυτός ο λαός δεν έχει κατανοήσει γιατί μπήκαμε στην κρίση. Οι θεωρίες συνομωσίας ήταν δημοφιλείς και διαχύθηκαν μέσα από το διαδίκτυο», σχολίασε. Εκτίμησε ότι σημαντικό ρόλο μπορεί να παίξει η κοινωνία των πολιτών, με τη δημιουργία ΜΚΟ και think tank που θα αποκαλύπτουν ποιος είναι ποιος και θα πολεμήσουν την παραπληροφόρηση. «Η καλή δημοσιογραφία είναι η αντιβίωση για τα fake news», τόνισε, επισημαίνοντας ότι το ζήτημα είναι η χρηματοδότηση. Τόνισε επίσης ότι πρέπει τα παραδοσιακά ΜΜΕ να ξανακερδίσουν την εμπιστοσύνη του κόσμου «γιατί και εμείς για μεγάλο διάστημα δεν ακούγαμε τον κόσμο, δεν καταλαβαίναμε τι περνά η μεσαία τάξη». Διαφώνησε πάντως με οποιαδήποτε παρέμβαση του κράτους.
Ο αντιπρόεδρος Διεθνών Συνεδρίων των New York Times, κ. Αλέξανδρος Τσάλτας υπογράμμισε ότι οι New York Times αντιμετώπισαν το πρόβλημα στρεφόμενοι από τα έσοδα από διαφημίσεις σε έσοδα απευθείας από τους καταναλωτές και ότι έκριναν πολύ σημαντικό να μην κάνουν περικοπές σε συντάκτες. «Επενδύσαμε πέντε εκ δολάρια τη μέρα εκλογής του Τραμπ, γιατί αισθανόμασταν ότι θα ήταν μία δύσκολη διακυβέρνηση ως προς την αποκωδικοποίηση της», ανέφερε και πρόσθεσε ότι το αποτέλεσμα ήταν πως ο Τραμπ διπλασίασε τους ηλεκτρονικούς συνδρομητές της εφημερίδας. Πρότεινε πάντως τα παραδοσιακά ΜΜΕ να αγκαλιάσουν τα social media, τα οποία όπως είπε έχουν χρησιμοποιηθεί λάθος.
Ο ιδρυτής του Inside Story, κ. Δημήτρης Ξενάκης, εξέφρασε την άποψη ότι τα fake news είναι το σύμπτωμα και ο Τύπος είναι που έχει το πρόβλημα. Αναφέρθηκε στο ζήτημα του επιχειρηματικού μοντέλου, καθώς μειώνονται τα διαφημιστικά έσοδα των ΜΜΕ, ενώ σημαντικό μέρος των ιντερνετικών διαφημιστικών εσόδων έχει πάει στη Facebook και τη Google. Σημείωσε όμως ότι η λύση που έχουν βρει οι New York Times, δηλαδή η συνδρομή των αναγνωστών, δε λειτουργεί σε όλες τις περιπτώσεις, άρα εξακολουθεί να αναζητείται λύση στο πρόβλημα της χρηματοδότησης. Αναφέρθηκε τέλος στην κρίση εμπιστοσύνης στα ΜΜΕ.