Financial Times: Τι διακυβεύεται στην Ανατ. Μεσόγειο- Ο ανταγωνισμός για το φυσικό αέριο και οι εντάσεις
- 09/09/2020, 12:26
- SHARE
Στις εξελίξεις στην Ανατολική Μεσόγειο αναφέρονται σε εκτενές άρθρο της η εφημερίδα, σχολιάζοντας ότι ο ανταγωνισμός για τα κοιτάσματα του φυσικού αερίου και οι «πικρές αντιπαλότητες», πυροδοτούν επικίνδυνες εντάσεις τους τελευταίους μήνες μεταξύ της Τουρκίας και γειτονικών χωρών.
Στις εξελίξεις στην Ανατολική Μεσόγειο αναφέρονται σε εκτενές άρθρο τους οι Financial Times, οι οποίοι και σχολιάζουν ότι ο ανταγωνισμός για τα κοιτάσματα του φυσικού αερίου και οι «πικρές αντιπαλότητες», πυροδοτούν επικίνδυνες εντάσεις τους τελευταίους μήνες μεταξύ της Τουρκίας και γειτονικών χωρών.
«Πολλοί φοβούνται ότι θα μπορούσαμε να οδηγηθούμε σε απευθείας στρατιωτική αντιπαράθεση ανάμεσα στην Τουρκία και την Ελλάδα, καθώς τα δύο μέλη του ΝΑΤΟ και οι σύμμαχοί τους δίνουν μάχη για τον έλεγχο των θαλασσών. Η Γερμανία προειδοποίησε τον περασμένο μήνα ότι οι δύο χώρες παίζουν με τη φωτιά και η παραμικρή σπίθα μπορεί να προκαλέσει καταστροφή» αναφέρεται στο άρθρο.
Οι διεκδικήσεις
Παρουσιάζοντας τις αντιμαχόμενες διεκδικήσεις οι FT τονίζουν ότι οι δύο χώρες έχουν μία διαμάχη δεκαετιών για τα θαλάσσια σύνορα, με την Άγκυρα να υποστηρίζει ότι νησιά πρέπει να έχουν περιορισμένη Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη. Ωστόσο τη θέση της περιπλέκει η άρνησή της να υπογράψει τη συνθήκη του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας.
Στο εκτενές άρθρο γίνεται επίσης, αναφορά στην τουρκική εισβολή στην Κύπρο το 1974 και τη δημιουργία του τουρκοκυπριακού «κράτους», που δεν αναγνωρίζει η διεθνής κοινότητα, καθώς και στις αιτιάσεις της Άγκυρας ότι η ελληνοκυπριακή πλευρά δεν δικαιούται να εκχωρήσει οικόπεδα για έρευνες υδρογονανθράκων σε διεθνείς εταιρείες, μέχρι να μοιραστούν τα οφέλη και στους Τουρκοκύπριους, των οποίων δηλώνει προστάτιδα.
Πώς τα κοιτάσματα περιπλέκουν την κατάσταση
Όπως εξηγούν οι FT οι αντιπαραθέσεις άρχισαν να οξύνονται μετά την ανακάλυψη του τεράστιου κοιτάσματος Zohr ανοικτά της Αιγύπτου από τον ιταλικό ενεργειακό κολοσσό ΕΝΙ, που άρχισε την παραγωγή το 2017. Είχαν προηγηθεί και άλλες ανακαλύψεις σημαντικών κοιτασμάτων από το Ισραήλ, αλλά και την Κύπρο που ανακάλυψε πρώτη φορά φυσικό αέριο το 2011. Δύο ακόμα σημαντικά ευρήματα από μεγάλους ομίλους, περιλαμβανομένων των ΕΝΙ, Total και ExxonMobil, ακολούθησαν το 2018 και το 2019..
Οι περισσότερες από τις ανακαλύψεις μέχρι στιγμής ήταν στο νοτιοανατολικό τμήμα της περιοχής, κοντά στην Αίγυπτο, το Ισραήλ και τη νότια ακτή της Κύπρου. Οι περιοχές όπου η Τουρκία ερευνά για αέριο δεν έχουν ακόμη αποδεδειγμένα αποθέματα, αναφέρει το δημοσίευμα, προσθέτοντας ότι η έρευνα για την αξιολόγηση και την ανάπτυξη αυτών των προοπτικών έχει καθυστερήσει σε μεγάλο βαθμό φέτος λόγω της πτώσης των τιμών της ενέργειας κατά τη διάρκεια της πανδημίας του κορωνοϊού.
Η απομόνωση της Τουρκίας
Οι FT, επισημαίνουν ότι η Άγκυρα αισθάνεται ότι έχει αποκλειστεί από τις ενεργειακές εξελίξεις στην περιοχή, οι οποίες και πυροδότησαν σημαντικές συμμαχίες, με κυριότερη τον αγωγό EastMed, μέσω του οποίου ενώνουν δυνάμεις η Ελλάδα, η Κύπρος, η Ιταλία, η Αίγυπτος, το Ισραήλ, η Παλαιστινιακή Αρχή και η Ιορδανία. Η σημασία του καθίσταται φανερή από το γεγονός ότι η Γαλλία έχει ζητήσει να ενταχθεί, ενώ οι ΗΠΑ θέλουν να έχουν ρόλο μόνιμου παρατηρητή.
Αυτό έχει αφήσει την Τουρκία απομονωμένη λόγω των τριβών της με πολλά μέλη, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας και της Αιγύπτου, ακόμη και επειδή το φόρουμ συνέβαλε στη διαμόρφωση κοινού εδάφους μεταξύ του Ισραήλ και ορισμένων γειτόνων του. Το υπουργείο Εξωτερικών της Τουρκίας τον Ιανουάριο απέρριψε το φόρουμ ως «μη ρεαλιστικό σχηματισμό», κατηγορώντας το ότι προσπάθησε να αποκλείσει την Άγκυρα, αναφέρουν οι FT.
Πώς σχετίζεται ο πόλεμος στη Λιβύη
Οι εντάσεις στην ανατολική Μεσόγειο, συνδέονται με τον πόλεμο στη Λιβύη, όπου η εμφύλια διαμάχη έχει μετατραπεί σε μια μάχη «δια αντιπροσώπων» μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών, εκτιμούν οι συντάκτες του άρθρου, προσθέτοντας ότι η Τουρκία παρέχει στήριξη στη διεθνώς αναγνωρισμένη κυβέρνηση του Φαγέζ Αλ Σάρατζ στην Τρίπολη ενώ Ρωσία Αίγυπτος Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και Γαλλία να στηρίζουν από την άλλη τις δυνάμεις του Χαλίφα Χαφτάρ.
Ιδιαίτερη αναφορά γίνεται στις τουρκολιβυκές συμφωνίες του περασμένου Νοεμβρίου, για παροχή στρατιωτικής βοήθειας από την Άγκυρα στην κυβέρνηση Σάρατζ και για οριοθέτηση θαλασσίων συνόρων μεταξύ Τουρκίας και Λιβύης, που προκάλεσε οργισμένες αντιδράσεις στην Ελλάδα.
Με την αύξηση της επιρροής της Τουρκίας στη Λιβύη, χώρες όπως τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και η Γαλλία ανέλαβαν δυναμικότερο ρόλο αναφορικά με τις κόντρες στην Ανατολική Μεσόγειο, στέλνοντας δυνάμεις για κοινά στρατιωτικά γυμνάσια με Ελλάδα και Κύπρο σε μια επίδειξη ισχύος απέναντι στην Άγκυρα, σημειώνεται στο δημοσίευμα.
Η στάση της διεθνούς κοινότητας
Οι FT αναφέρουν ότι συζητήσεις στο ΝΑΤΟ για αποκλιμάκωση των εντάσεων άρχισαν μετ’ εμποδίων την περασμένη εβδομάδα, αφού η Αθήνα αρνείται να μπει σε επίσημες διαπραγματεύσεις όσο η Τουρκία διατηρεί ναυτικές δυνάμεις σε αμφισβητούμενα ύδατα. Οι ΗΠΑ έχουν απευθύνει έκκληση για διπλωματική λύση, αλλά το βάρος πέφτει στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Η πλειονότητα των κρατών-μελών, όπως επισημαίνεται, τάσσονται υπέρ του διαλόγου, καθώς βλέπουν στην Τουρκία έναν σημαντικό εταίρο για την οικονομία και το προσφυγικό, αλλά και στο ζήτημα της ασφάλειας στη Μέση Ανατολή.
Ωστόσο, η Ελλάδα και η Κύπρος ζητούν σκληρή στάση από την ΕΕ έναντι της Τουρκίας και κυρώσεις, με τη Γαλλία να παίρνει ολοένα και περισσότερο το μέρος τους, λόγω και των δικών της διαφωνιών με την Άγκυρα ειδικά όσον αφορά στη Λιβύη. Όμως και άλλες χώρες αισθάνονται υποχρεωμένες να υιοθετήσουν μια σκληρότερη γραμμή έναντι της Τουρκίας, αν κάνει γεωτρήσεις, αν και μέχρι τώρα είναι λίγες οι αποδείξεις για εκτενή στήριξη σε μεγάλες οικονομικές κυρώσεις εις βάρος της Τουρκίας, αναφέρουν οι FT, που καταλήγουν υπενθυμίζοντας ότι ο επικεφαλής εξωτερικής πολιτικής της ΕΕ Josep Borrell είπε ότι «περαιτέρω αντίμετρα θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν τον αποκλεισμό των τουρκικών εταιρειών που εμπλέκονται στην ενεργειακή διαμάχη να χρησιμοποιούν ευρωπαϊκούς λιμένες, προϊόντα και χρηματοδότηση.
Πηγή: Financial Times