Γερμανία: Πού πηγαίνει η «ατμομηχανή της Ευρώπης»;
- 16/03/2025, 12:10
- SHARE

Όταν έρχονται οι λύπες, δεν φτάνουν σαν μεμονωμένοι κατάσκοποι, αλλά σε τάγματα, έλεγε ο Ουίλιαμ Σαίξπηρ. Και η αλήθεια είναι πως η Γερμανία θα μπορούσε να κρατά πρωταγωνιστικό ρόλο σε έργο του μεγάλου Άγγλου τραγικού ποιητή.
«Πολλές από τις πρώην ισχυρές πλευρές της άρχισαν να φθίνουν πριν από την πανδημία του κορωνοϊού. Έκτοτε, αυτή η τάση έχει ενισχυθεί λόγω των γεωπολιτικών εντάσεων, του σοκ που προκάλεσαν οι τιμές στην Ενέργεια και του κατακερματισμού που παρατηρείται στο παγκόσμιο εμπόριο. Παράλληλα, η γήρανση του πληθυσμού επιβαρύνει τις μακροπρόθεσμες αναπτυξιακές προοπτικές της χώρας. Άλλοι διαρθρωτικοί παράγοντες που επιδρούν αρνητικά είναι το χαμηλό επίπεδο δημόσιων και ιδιωτικών επενδύσεων, η βραδεία ψηφιοποίηση στη δημόσια διοίκηση και στον επιχειρηματικό τομέα, καθώς και το υψηλό κόστος λειτουργίας των επιχειρήσεων, το οποίο οφείλεται στη γραφειοκρατία, στους υψηλούς φόρους και στις ασφαλιστικές εισφορές» σημειώνει στο Fortune Greece o Senior Vice President στη Moody’s Ratings, Steffen Dyck.
«Η Γερμανία αντιμετωπίζει σημαντικές διαρθρωτικές προκλήσεις που επηρεάζουν την οικονομία της. Ο αυξανόμενος ανταγωνισμός από την Κίνα διαβρώνει το μερίδιο των γερμανικών εξαγωγών. Ο προσανατολισμός της οικονομίας και το υψηλό μερίδιο εξαγωγών προς τις ΗΠΑ εκθέτουν τη Γερμανία σε κίνδυνο δασμών και πιθανή ανακατανομή επενδύσεων προς τις ΗΠΑ. Ο μεταποιητικός τομέας αντιμετωπίζει απώλεια ανταγωνιστικότητας λόγω της αύξησης του ενεργειακού και εργασιακού κόστους, καθώς και των γραφειοκρατικών εμποδίων και των υψηλών εταιρικών φόρων. Αυτοί οι παράγοντες, σε συνδυασμό, έχουν πλήξει τη μέχρι πρότινος ισχυρή οικονομική θέση της» συμπληρώνει η Director of Sovereign Ratings του οίκου Fitch, Malgorzata Wegner.
Με βάση τις προβλέψεις της Moody’s, την περίοδο 2019-2028 η Γερμανία αναμένεται να καταγράψει μέσο ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης μόλις 0,5% σε πραγματικούς όρους, γεγονός που την καθιστά τη δεύτερη πιο αδύναμη οικονομία μεταξύ των ανεπτυγμένων χωρών, ξεπερνώντας οριακά μόνο την Ιαπωνία, της οποίας η τάση ανάπτυξης είναι στο 0,3%. «Η χαμηλή ανάπτυξη οδηγεί σε στασιμότητα στο κατά κεφαλήν εισόδημα και μπορεί να θέσει σε κίνδυνο τη δημοσιονομική βιωσιμότητα και την πολιτική σταθερότητα», προειδοποιεί ο Steffen Dyck.
Υπό αυτές τις συνθήκες, και δεδομένου ότι οι εξαγωγές αντιστοιχούν σχεδόν στο 50% του ΑΕΠ της, η «ατμομηχανή της Ευρώπης» δεν έχει την πολυτέλεια να αντιμετωπίσει αμερικανικούς δασμούς. «Αν έχεις δάκρυα, ετοιμάσου να τα χύσεις τώρα», θα έλεγε ο μεγάλος Σαίξπηρ, ίσως σκεπτόμενος πως μια ύφεση στη γερμανική οικονομία θα δυσκόλευε ακόμα περισσότερο τις χώρες της Ε.Ε. να μειώσουν το χρέος τους καθώς η ζήτηση για τα εξαγώγιμα προϊόντα τους θα μειωνόταν.
Όλα «δείχνουν» δασμούς
Δυστυχώς, όλα δείχνουν ότι ο Trump έχει στο στόχαστρό του την Ευρώπη και κυρίως τη Γερμανία. Μετά την επιβολή δασμών 25% στις εισαγωγές χάλυβα και αλουμινίου, εξετάζει αντίστοιχες επιβαρύνσεις για τα αυτοκίνητα και τα φαρμακευτικά προϊόντα – μεγάλο μέρος των οποίων οι ΗΠΑ εισάγουν από τη Γερμανία. Έχει επίσης απειλήσει με «αμοιβαίους δασμούς» ώστε να αντισταθμίσει τους φορολογικούς συντελεστές των εμπορικών εταίρων των ΗΠΑ, ενώ έχει στοχοποιήσει χώρες που παρουσιάζουν μεγάλα διμερή εμπορικά πλεονάσματα έναντι των ΗΠΑ. (Το 2024, το εμπορικό πλεόνασμα της Γερμανίας με τις ΗΠΑ έφτασε στο επίπεδο-ρεκόρ των 72 δισεκατομμυρίων δολαρίων.)
Σύμφωνα με τον Steffen Dyck, «οι πρόσφατες εξελίξεις δείχνουν ότι οι Γερμανοί πολιτικοί αναγνωρίζουν τη σοβαρότητα των υφιστάμενων προκλήσεων. Σε αυτό το πλαίσιο, οι ηγέτες της νέας συγκυβέρνησης ανακοίνωσαν σχέδια για μια μεγάλη δημοσιονομική τόνωση, που προβλέπει ένα ειδικό ταμείο υποδομών, την εξαίρεση των αμυντικών δαπανών άνω του 1% του ΑΕΠ από τον κανόνα του “φρένου χρέους” και τη χαλάρωση της απαίτησης για ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς από τις περιφερειακές κυβερνήσεις. Μια ταχύτερη και πιο ουσιαστική αύξηση των δημόσιων και ιδιωτικών επενδύσεων, σε συνδυασμό με πιο φιλόδοξες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που ενισχύουν ορατά την ανταγωνιστικότητα, θα μπορούσε να βελτιώσει –ή τουλάχιστον να στηρίξει– την αξιολόγησή μας για την οικονομική ισχύ της χώρας».
«Η χαμηλή ανάπτυξη τησ γερμανιασ μπορεί να θέσει σε κίνδυνο τη δημοσιονομική βιωσιμότητα και την πολιτική σταθερότητα». Steffen Dyck, Senior Vice President, Moody’s
Ο ελέφαντας στο δωμάτιο
Αν μη τι άλλο, η Γερμανία επιδιώκει να κάνει μια ιστορική στροφή σε δημοσιονομικό επίπεδο. Ωστόσο, ο κανόνας του «φρένου χρέους» παραμένει ο ελέφαντας στο δωμάτιο… «Το φρένο χρέους, που περιορίζει το ετήσιο διαρθρωτικό έλλειμμα το οποίο χρηματοδοτείται με δανεισμό στο 0,35% του ΑΕΠ σε επίπεδο κεντρικής κυβέρνησης, εγείρει προκλήσεις σε ό,τι αφορά την αύξηση των δημόσιων επενδύσεων. Η μεταρρύθμισή του απαιτεί συνταγματική αλλαγή και, συνεπώς, πλειοψηφία δύο τρίτων στην Bundestag, κάτι που μπορεί να αποδειχθεί ένα δύσκολο εγχείρημα λόγω του κατακερματισμένου πολιτικού τοπίου» σημειώνει ο Senior Vice President στη Moody’s.
Όπως δηλώνει στο Fortune Greece η αναλύτρια της Fitch Ratings Malgorzata Wegner, «το “φρένο χρέους” περιορίζει τον δανεισμό, μειώνει τη δημοσιονομική ευελιξία, ενώ συνέβαλε στον περιορισμό των επενδύσεων την τελευταία δεκαετία. Η χαλάρωσή του αναμένεται να επηρεάσει θετικά την ανάπτυξη της Γερμανίας, με δευτερογενή επίδραση στην ευρωπαϊκή οικονομία».
Από την άλλη, η αντιπολίτευση, που έχει δικαίωμα αρνησικυρίας, θα μπορούσε να προκαλέσει νομοθετικό αδιέξοδο, εμποδίζοντας τυχόν οικονομικές μεταρρυθμίσεις. «Κατά την άποψή μας, υπάρχει σαφής τάση αυξανόμενου πολιτικού κατακερματισμού και πόλωσης, η οποία θα συνεχιστεί εάν η επόμενη κυβέρνηση αποτύχει να αντιμετωπίσει τις οικονομικές και κοινωνικές προκλήσεις που ελλοχεύουν. Ωστόσο, μεταρρυθμίζοντας τον κανόνα του “φρένου χρέους” και δημιουργώντας ένα ταμείο υποδομών ύψους 500 δισ. ευρώ με τον κυβερνητικό εταίρο του, το SPD, ο συνασπισμός CDU/CSU θα αποτρέψει αυτό τον κίνδυνο βραχυπρόθεσμα» υποστηρίζει η Malgorzata Wegner.
Μετανάστευση, Ενέργεια, Ουκρανία
«Μια νέα μεταναστευτική πολιτική που θα στοχεύει στην προσέλκυση εξειδικευμένου εργατικού δυναμικού θα μετριάσει τις πιέσεις που προκαλούν η δημογραφική γήρανση και η συρρίκνωση του εργατικού δυναμικού. Ωστόσο, η ένταξη προσφύγων και μεταναστών πρέπει να τύχει προσεκτικής διαχείρισης, ώστε να αποφευχθούν κοινωνικές εντάσεις και να διασφαλιστεί ότι τα οφέλη από την αυξημένη συμμετοχή τους θα γίνουν πραγματικότητα», συμπληρώνει ο αναλυτής της Moody’s.
Επίσης, σύμφωνα με τον Steffen Dyck, ο νέος καγκελάριος της Γερμανίας θα πρέπει να ισορροπήσει μεταξύ επανεκκίνησης και συνέχειας στην ενεργειακή και κλιματική πολιτική. «Για την ενίσχυση της ενεργειακής ασφάλειας, θα πρέπει να υπάρξει διαφοροποίηση των ενεργειακών πηγών, επιτάχυνση της μετάβασης στις ΑΠΕ και επενδύσεις σε υποδομές. Σημειωτέον, ο αντίκτυπος τυχόν ειρήνης στην Ουκρανία θα είναι άμεσος, αλλά θα εξαρτηθεί από τους όρους υπό τους οποίους αυτή θα επιτευχθεί. Σε ένα αισιόδοξο σενάριο, η ειρήνη θα σταθεροποιήσει την Ευρώπη, θα αποκαταστήσει τις εμπορικές διαδρομές και θα μειώσει τις διαταραχές στον ενεργειακό εφοδιασμό. Η σταθερότητα θα ενισχύσει την επενδυτική εμπιστοσύνη και θα στηρίξει την ανάπτυξη», επισημαίνεται. Σύμφωνα με τη Malgorzata Wegner, η ειρήνη στην Ουκρανία θα σταθεροποιούσε τη γεωπολιτική κατάσταση στην περιοχή, μειώνοντας τις τιμές στην Ενέργεια και ενισχύοντας τις επενδύσεις, γεγονός που θα είχε θετική επίδραση στις οικονομίες της Ευρώπης. Επιπλέον, η ανοικοδόμηση της Ουκρανίας θα ενισχύσει την ανάπτυξη. Ωστόσο, μια συμφωνία που θα καθιστούσε την Ευρώπη ευάλωτη σε μια μελλοντική αναζωπύρωση της σύγκρουσης με τη Ρωσία θα έχει το αντίθετο αποτέλεσμα.
«Η ειρηνη στην ουκρανία θα ενισχυσει το εμποριο, την αγορα ενεργειας και την επενδυτική εμπιστοσυνη». Malgorzata Wegner, Sovereign Ratings, Fitch
Ευρώπη, quο vadis?
Εν τω μεταξύ, η Ιταλία και η Γαλλία έχουν υψηλότερους δείκτες δημόσιου χρέους προς ΑΕΠ από ό,τι κατά τη διάρκεια της κρίσης στη ζώνη του ευρώ την περίοδο 2010-2012. Οι κυβερνήσεις τους έχουν συσσωρεύσει μεγάλα ελλείμματα ενώ τους λείπει η πολιτική βούληση να τα περιορίσουν.
Αλλά ακόμη και αν ήθελαν να αναλάβουν δράση, θα δυσκολεύονταν να θέσουν το χρέος τους σε βιώσιμη τροχιά. Εγκλωβισμένες στον «στενό κορσέ» του ευρώ, οι χώρες της Ε.Ε. δεν μπορούν να χρησιμοποιήσουν τη νομισματική πολιτική για να ενισχύσουν τις εξαγωγές ή την κατανάλωση, ώστε να αντισταθμίσουν την υφεσιακή επίδραση της δημοσιονομικής λιτότητας.
«Η αλήθεια κάνει τον διάβολο να κοκκινίζει» έγραφε ο Σαίξπηρ, και η πραγματικότητα είναι πως οι δασμοί του Trump μπορεί να πυροδοτήσουν ύφεση και νέα κρίση χρέους.
Κάποιοι ίσως υποστηρίξουν ότι ο Αμερικανός πρόεδρος δεν ενδιαφέρεται για την Ευρώπη. Ωστόσο, οφείλει να αναλογιστεί πως, δεδομένου του σοκ που προκάλεσε στις χρηματοπιστωτικές αγορές η ελληνική κρίση το 2010, αντίστοιχες κρίσεις στις μεγαλύτερες οικονομίες της Ε.Ε. θα είχαν καταστροφικές συνέπειες για την παγκόσμια οικονομία. Και αυτό είναι το τελευταίο πράγμα που χρειάζεται ο Trump.
Πριν, λοιπόν, ανοίξει το ευρωπαϊκό μέτωπο, ο ηγέτης των ΗΠΑ θα έπρεπε να λάβει υπόψη τη δεινή οικονομική θέση της Γηραιάς Ηπείρου. Ίσως τότε να κατανοήσει ότι οι δασμοί του διακινδυνεύουν να προκαλέσουν κραχ.
Όπως έδειξε η ελληνική κρίση του 2010, το αμερικανικό χρηματοπιστωτικό σύστημα έχει σημαντική έκθεση στην ευρωπαϊκή οικονομία. Παράλληλα, μια ύφεση στη ζώνη του ευρώ θα είχε επιπτώσεις και στη χρηματιστηριακή αγορά, που τόσο αγαπά ο Trump, δεδομένου ότι περίπου το 40% των κερδών των εταιρειών του δείκτη S&P 500 της Wall Street προέρχεται από τις δραστηριότητές τους στο εξωτερικό. Ωστόσο, η ελπίδα δεν είναι στρατηγική – ειδικά σε μια περίοδο που ο Trump φαίνεται αφοσιωμένος σε μια επιθετική εμπορική πολιτική «Πρώτα η Αμερική».
«Κάτι κολασμένο έρχεται προς το μέρος μας», γι’ αυτό οι Ευρωπαίοι χάραξης πολιτικής θα πρέπει να προετοιμαστούν για έναν ολοκληρωτικό εμπορικό πόλεμο. Η καλύτερη άμυνα ίσως θα ήταν να προχωρήσουν στις τολμηρές διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που είχε προτείνει τον περασμένο Σεπτέμβριο ο Mario Draghi, πρώην πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, για την αποκατάσταση της ανταγωνιστικότητας της Ευρωζώνης.
*Το άρθρο δημοσιεύεται στο νέο τεύχος του Fortune Greece κυκλοφορεί από την Παρασκευή 14/03 στα περίπτερα.
** Ο νέος καγκελάριος της Γερμανίας Friedrich Merz θα αντιμετωπίσει πρωτοφανή οικονομικά ζητήματα μόλις σχηματίσει τη νέα του κυβέρνηση.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ: