Γιάννης Μανιάτης: «Ο πόλεμος στην Ουκρανία επιταχύνει τις αποφάσεις για το ενεργειακό»
- 23/03/2022, 15:25
- SHARE
Πριν από λίγες ημέρες διεξήχθη στην Ουάσιγκτον το διήμερο Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών, όπου στελέχη της ελληνικής κυβέρνησης, εκπρόσωποι των κομμάτων και ακαδημαϊκοί, είχαν την ευκαιρία να συνομιλήσουν με κορυφαίους Αμερικανούς πολιτικούς παράγοντες, εκπροσώπους της διοίκησης Biden, από το State Department και το υπουργείο Περιβάλλοντος. Μάλιστα όπως ειπώθηκε, η ουκρανική κρίση απέδειξε ότι η Ελλάδα μπορεί να αποτελέσει μια σπουδαία νέα πηγή τροφοδοσίας της Ευρώπης με αέριο, αντικαθιστώντας το 20% των ρωσικών εισαγωγών στην Ε.Ε. Κατά πόσο εφικτό είναι αυτό το σενάριο; Πώς βλέπουν οι Αμερικανοί τους χειρισμούς της Ευρώπης και ποια η μεγαλύτερη ανησυχία τους αυτή τη στιγμή;
Ο Καθηγητής και Πρώην Υπουργός Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, Γιάννης Μανιάτης, συμμετείχε στην εν λόγω αποστολή και μεταφέρει στο Fortune Greece το κλίμα από την άλλη άκρη του Ατλαντικού, ενώ μοιράζεται σκέψεις αναφορικά με την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης και τη γρηγορότερη απεξάρτηση της Γηραιάς Ηπείρου από το ρωσικό φυσικό αέριο.
«Όπως ήταν αναμενόμενο, το βασικό θέμα συζήτησης, ήταν το ενεργειακό και η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, ενώ επί τάπητος τέθηκαν ο επισιτισμός, η ενιαία ευρωπαϊκή άμυνα και η συμμαχία ΝΑΤΟ – Ευρωπαϊκής Ένωσης. Στο θέμα της ενεργειακής εξάρτησης από τη Ρωσία οι Αμερικάνοι δείχνουν πραγματική αλληλεγγύη απέναντι σε εταίρους και συμμάχους και δεσμεύονται για παροχή μεγαλύτερης βοήθειας, τόσο σε κυβερνητικό επίπεδο, όσο και σε επίπεδο ιδιωτικών φορέων και επενδυτών που θέλουν να στηρίξουν έμπρακτα την Ευρώπη. Θα έλεγα γενικότερα ότι ήταν μια συνάντηση αμοιβαίας αλληλοκατανόησης. Εκείνο δε που ήταν πολύ πρωτότυπο και έξυπνο, ήταν το γεγονός ότι για πρώτη φορά σε ένα τέτοιου είδους συνέδριο είχαμε παράλληλα την συμμετοχή έξι αμερικανικών think tanks» λέει χαρακτηριστικά ο κ. Μανιάτης.
Τονίζει πως τη δεδομένη χρονική στιγμή οποιαδήποτε εκτίμηση για το πότε θα σταματήσει η ενεργειακή κρίση είναι δύσκολη και ριψοκίνδυνη, καθώς όλοι οι συντελεστές αστάθειας πολλαπλασιάζονται. Κινούμαστε, όπως λέει, σε αχαρτογράφητα νερά και δεν ξέρουμε πότε και πώς ο πόλεμος των Ουρανία θα τελειώσει.
«Είναι απόλυτα σαφές ότι υπάρχει ένας απίστευτος επιταχυντής αποφάσεων σε επίπεδο Ευρώπης, λόγω του Ουκρανικού. Για θέματα που συζητούσαμε επί δεκαετίες που αφορούν τις υποδομές, την ενέργεια και την απεξάρτηση από τη Ρωσία, η ΕΕ είναι πλέον πρόθυμη μέσα σ’ αυτό το αρνητικό κλίμα να επιταχύνει τη λήψη αποφάσεων καθώς αντιλαμβάνεται ότι έχει στενά περιθώρια δράσης. Βέβαια και οι δυνατότητες της παγκόσμιας αγοράς είναι περιορισμένες. Η Ευρώπη, και ορθά στην προσπάθεια να μειώσει την ενεργειακή της εξάρτηση από την Ρωσία, έχει θέσει φιλόδοξους στόχους – αν με ρωτάτε δύσκολα υλοποιήσιμους, είναι αδύνατο να μειώσεις μέσα στο 2022 τα 2/3 του ρωσικού φυσικού αερίου – ωστόσο αυτή η στάση δείχνει μία κινητικότητα».
Εστιάζοντας στο υγροποιημένο φυσικό αέριο, ο κ. Μανιάτης διευκρινίζει πως συνιστά μία αρκετά ακριβή λύση, καθώς είναι εξαιρετικά υψηλό το κόστος των εγκαταστάσεων, παράλληλα οι πετρελαιοπαραγωγικές χώρες έχουν δεσμεύσεις με μακροχρόνια συμβόλαια, επομένως το λίγο απόθεμα που τους απομένει, δεν είναι αρκετό για να καλύψει τις έξτρα ανάγκες της Ευρώπης.
Οι εναλλακτικές που υπάρχουν είναι οι εξής:
- Εισαγωγή υγροποιημένου φυσικού αερίου LNG από τις ΗΠΑ, την Αλγερία και την Νορβηγία.
- Μεγιστοποίηση της τροφοδοσίας φυσικού αερίου από αγωγούς χωρών όπως η Νορβηγία, το Αζερμπαϊτζάν και η Β. Αφρική ( Αλγερία, Λιβύη)
- Μεγαλύτερη εξοικονόμηση ενέργειας σε επίπεδο καταναλωτών και επιχειρήσεων – εάν για παράδειγμα μειωθεί η θερμοκρασία στα καλοριφέρ κατά ένα βαθμό τότε έχει υπολογιστεί ότι πέφτει κατά 5% – 7% η κατανάλωση του φυσικού αερίου το οποίο να υπενθυμίσουμε ότι στην περίπτωση της Ρωσίας αντιπροσωπεύει το 40% της συνολικής ποσότητας της Ευρώπης.
- Μία λύση θα ήταν επίσης η αντικατάσταση των υφιστάμενων καυστήρων αερίου, όμως αυτό είναι ένα μέτρο μεσομακροπρόθεσμου χαρακτήρα και αρκετά ακριβό.
«Η Ευρωπαϊκή Ένωση θα εξαντλήσει ότι δυνατότητες υπάρχουν. Πρέπει να πάρει όμως μία απόφαση πολύ συγκεκριμένη, διότι έχει τρία πακέτα χωρών διαφορετικών ταχυτήτων. Υπάρχουν οι χώρες της απόλυτης ενεργειακής εξάρτησης από τη Ρωσία, όπως είναι για παράδειγμα η Αυστρία, η Λιθουανία, η Φιλανδία και η Βουλγαρία, οι χώρες μερικής εξάρτησης όπως η Γερμανία, η Ιταλία και η Ελλάδα, αλλά και χώρες που δεν έχουν εξάρτηση όπως είναι η Ισπανία και η Πορτογαλία. Καταλαβαίνετε πόσο δύσκολο είναι να συγκεραστούν οι διαφορετικές συνθήκες τριών κατηγοριών χωρών».
Το δυνατό χαρτί της Ελλάδας
Στο ερώτημα του τι εναλλακτικές υπάρχουν για τη χώρα μας, ο κ. Μανιάτης υπενθυμίζει πως η Ελλάδα διαθέτει τον αγωγό TAP σε λειτουργία, έχει την μονάδα LNG στην Ρεβυθούσα, υπάρχει ο αγωγός Εast Med ο οποίος θα είναι έτοιμος σε τρία χρόνια, μία μονάδα FSRU στην Αλεξανδρούπολη, η «Διώρυγα GAS» στους Αγίους Θεοδώρους και o ελληνοβουλγαρικός αγωγός IGB. Εάν δουλέψουν όλα αυτά μαζί και τροφοδοτήσουν το σύστημα στην μέγιστη ικανότητα τους, τότε η Ελλάδα θα μπορεί αθροιστικά να τροφοδοτήσει την Ευρώπη με το 20% των εισαγωγών ρωσικού φυσικού αερίου. «Είναι ένα φιλόδοξο αλλά απολύτως υλοποιήσιμο project και ένα πολύ σημαντικό γιο πολιτικό διπλωματικό όπλο της πατρίδας μας που πρέπει να αξιοποιήσει στο έπακρο» επισημαίνει.
Προσθέτει πως τα προηγούμενα χρόνια όλες οι ευρωπαϊκές χώρες εκμεταλλεύονταν τα κοιτάσματα πετρελαίου και φυσικού αερίου που είχαν στο υπέδαφος τους. Πλέον χώρες όπως η Νορβηγία, η Ολλανδία, η Δανία και η γειτονική Ιταλία έχουν εξαντλήσει σε μεγάλο βαθμό τα κοιτάσματα τους – πριν από 10 χρόνια παρήγαγαν το 25% φυσικού αερίου της Ευρώπης και τώρα καλύπτουν μόλις το 9%-, ενώ η Ελλάδα και η ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου μέσα στην ατυχία τους να μην εκμεταλλεύονται τα προηγούμενα χρόνια τα κοιτάσματα σήμερα έχουν την δυνατότητα να παίξουν πρωταγωνιστικό ρόλο.
Πόσα κοιτάσματα έχει η Ελλάδα;
Στο Ιόνιο και την Νότια Κρήτη η εκτίμηση είναι ότι έχουμε κοιτάσματα ισοδύναμα με 12 δισ. βαρέλια πετρελαίου ή αλλιώς με 2000 δισ. κυβικά μέτρα φυσικού αερίου (bcm). Η Ευρώπη κάθε χρόνο καταναλώνει συνολικά 400 με 450 bcm αερίου όταν η Ελλάδα καταναλώνει 6 bcm. Κάνοντας λοιπόν την αριθμητική πράξη προκύπτει ότι δυνητικά η Ελλάδα μπορεί να επιβιώσει ενεργειακά για πολλά χρόνια, χάρη στα δικά της κοιτάσματα. Μεταφράζοντας δε αυτά τα κοιτάσματα σε χρήματα, η αξία τους ανέρχεται σε 250 δισ. ευρώ σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία που έδωσε στην δημοσιότητα ο εθνικός φορέας υδρογονανθράκων, η εταιρεία ΕΔΕΥ.
Τον ρωτώ εάν οι εταίροι μας στην Ευρώπη θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν τους υδρογονάνθρακες ως μέσο πίεσης για την εξόφληση των οικονομικών μας οφειλών προς την Γηραιά Ήπειρο και ο κ. Μανιάτης μου εξηγεί πως ήδη από το 2013 ο ίδιος είχε περάσει από την Βουλή νομοσχέδιο όπου όλα τα χρήματα από τους υδρογονάνθρακες θα πηγαίνουν σε έναν ειδικό λογαριασμό, στο Ταμείο Κοινωνικής Αλληλεγγύης Γενεών, 75% για την κάλυψη των αναγκών του ασφαλιστικού συστήματος, και το υπόλοιπο 25% θα διοχετευθεί σε έργα ανάπτυξης και προστασίας περιβάλλοντος στις περιφέρειες που έχει εντοπιστεί το κάθε κοίτασμα.
Αν η Ελλάδα αποφάσιζε σήμερα να προβεί σε αξιοποίηση των εν λόγω κοιτασμάτων, παίρνοντας το παράδειγμα της Αιγύπτου όπου μέσα σε δυόμιση χρόνια το αξιοποίησε πλήρως και είχε δημιουργήσει και τον αγωγό, ο κ. Μανιάτης δίνει ένα χρονικό περιθώριο μιας τριετίας για να περάσουμε από τη θεωρία στην πράξη.
«Από το 2015 μέχρι και πρόσφατα δεν υπήρξε η αναγκαία πολιτική ταχύτητα, έτσι όπως αυτή είχε αναπτυχθεί την περίοδο 2011 – 2014. Είναι εξαιρετικά θετικό το ότι τις τελευταίες βδομάδες η κυβέρνηση έχει δεσμευτεί ότι θα επανεκκινήσει τις διαδικασίες, γεγονός που στέλνει ένα θετικό μήνυμα και στους αναδόχους, την Total, την Exxon Μobil και τα Ελληνικά Πετρέλαια, καθώς και την ελληνική Energean. Όλα τα προηγούμενα χρόνια είχε γίνει μία σωστή στροφή σε επενδύσεις στην πράσινη ανάπτυξη και τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Τους υδρογονάνθρακες, όμως, δεν τους έβλεπαν με καλό μάτι. Ωστόσο, η κρίση στην Ουκρανία ανέδειξε την χρησιμότητα του φυσικού αερίου ως μεταβατικού καυσίμου μέχρι το 2050 όπου θα έχουμε την πλήρη απανθρακοποίηση της ευρωπαϊκής οικονομίας».
Πέμπτη καλύτερη χώρα στον κόσμο σε κατά κεφαλήν παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από φωτοβολταϊκά
Πού βρίσκεται η Ελλάδα όσον αφορά την ενεργειακή και περιβαλλοντική της αναβάθμιση, τόσο σε επίπεδο κουλτούρας, υιοθέτησης πράσινων πρακτικών και υποδομών; «Βρισκόμαστε πάνω από το μέσο όρο της Ευρώπης από πλευράς πολιτικών προστασίας του περιβάλλοντος και έχουμε ενσωματώσει σχεδόν το σύνολο των οδηγιών και των κανονισμών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Δεν πρέπει να αυτομαστιγωνόμαστε, αλλά να λάβουμε υπόψη μας ότι από το 2014 η Ελλάδα είναι η 5η καλύτερη χώρα στον κόσμο σε κατά κεφαλήν παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από φωτοβολταϊκά, από το ίδιο έτος βρίσκεται μεταξύ της 6ης και 7ης θέσης στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από αιολικά πάρκα στην Ευρώπη, ενώ επίσης διατηρεί την 2η θέση με το καλύτερο “πρόγραμμα Εξοικονομώ” στην Ευρώπη, μετά την Ισπανία. Θεωρώ ότι το ΕΣΠΑ και οι επενδύσεις από το Ταμείο Ανάκαμψης θα οδηγήσουν σε περαιτέρω βελτίωση της θέσης μας στον παγκόσμιο πράσινο ενεργειακό χάρτη» καταλήγει ο κ. Μανιάτης.