Γιατί η επερχόμενη επισιτιστική κρίση μας αφορά όλους
- 09/05/2022, 18:13
- SHARE
Πληθωριστικές πιέσεις, ελλείψεις πρώτων υλών, ανατιμήσεις σε βασικά αγαθά, αυξημένα μεταφορικά κόστη, σε συνδυασμό με το ενεργειακό ράλι που σημειώνεται από τις αρχές του χρόνου, είναι ο προπομπός για την έλευση της νέας επισιτιστικής κρίσης που θα χτυπήσει συγκεκριμένες γωνιές του πλανήτη, όμως οι οικονομικές και κοινωνικές επιδράσεις θα είναι ορατές σε παγκόσμιο επίπεδο.
Σε υποανάπτυκτες χώρες ο υποσιτισμός θα έχει την τιμητική του, ενώ θα δούμε σταδιακά να αυξάνεται και ο αριθμός των ανθρώπων με παχυσαρκία και διαβήτη. Ήδη παρατηρείται μια σημαντική μείωση στην κατανάλωση στα σουπερμάρκετ, καθώς οι πολίτες βλέπουν το διαθέσιμο εισόδημα να συρρικνώνεται και την τσέπη τους να αδειάζει, με αποτέλεσμα να αγοράζουν τα απολύτων απαραίτητα. Στην πράξη αυτό σημαίνει ότι θα επιλέξουν χαμηλότερης διατροφικής αξίας προϊόντα που θα τους έρθουν πιο οικονομικά, ενώ θα έχουν μεγαλύτερη διάρκεια στο χρόνο μιας και θα έχουν υποστεί χημικές επεξεργασίες που σχετίζονται με τη συντήρηση.
Και ενώ είχαν γίνει βήματα προόδου, ώστε περισσότεροι άνθρωποι παγκοσμίως να μπορούν να υιοθετήσουν έναν πιο υγιεινό τρόπο ζωής, η επισιτιστική κρίση θα αντιστρέψει την κατάσταση.
Όπως επισημαίνεται στη μελέτη με τίτλο “National Family Health Survey”, σε χώρες μεσαίου εισοδήματος, ο αριθμός των ανθρώπων που υποσιτίζονταν μειώθηκε, μεταξύ 2006 και 2020, κατά περίπου ένα τέταρτο, ήτοι 162 εκατομμύρια. Αυτό είναι υπεραρκετό για να αντισταθμίσει την αύξηση κατά 43 εκατομμύρια στις χώρες χαμηλού εισοδήματος, που βρίσκονται κυρίως στην υποσαχάρια Αφρική .
Στην Ινδία το 2006, πάνω από το ένα τρίτο των γυναικών ήταν λιποβαρείς, ενώ μέχρι το 2019, ο αριθμός αυτός είχε μειωθεί σχεδόν στο μισό. Ωστόσο, το ποσοστό των Ινδών γυναικών που ήταν υπέρβαρες σχεδόν διπλασιάστηκε, σε βαθμό που τώρα επηρεάζει περισσότερους ανθρώπους από τον υποσιτισμό.
Η έρευνα υπογραμμίζει ότι στις χώρες μεσαίου εισοδήματος όπου ζουν τα τρία τέταρτα της ανθρωπότητας, η μάστιγα του υποσιτισμού αντικαθίσταται από μια ταχέως αυξανόμενη επιδημία παχυσαρκίας, μαζί με όλα τα συνακόλουθα προβλήματα του διαβήτη, των καρδιακών παθήσεων και της υψηλής αρτηριακής πίεσης.
“Μάχη” για ένα καρβέλι ψωμί
Είναι μια πολύ σημαντική μεταβλητή που δεν έχει υπολογιστεί στην εξίσωση και έρχεται σε συνέχεια μιας οικονομικής και μιας υγειονομικής κρίσης που έβαλαν χειρόφρενο για μεγάλο χρονικό διάστημα στην παγκόσμια ανάπτυξη. Βέβαια για την αντιμετώπιση της πείνας, υπάρχει μια παγκόσμια υποδομή που έχει τις απαρχές της στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν ο Χέρμπερτ Χούβερ δημιούργησε μια πρωτοβουλία μαζικής αποστολής τροφίμων για το κατεχόμενο Βέλγιο. Διάδοχη κατάσταση θεωρείται σήμερα το Παγκόσμιο Επισιτιστικό Πρόγραμμα, το οποίο μέσα στο 2020 παρέδωσε 4,2 εκατομμύρια μετρικούς τόνους τροφίμων, όμως οι αναλυτές εκτιμούν ότι δεν υπάρχει τίποτα συγκρίσιμο για να αντιμετωπίσουμε την επερχόμενη επιδημία και να προβλέψουμε τις διαστάσεις που αυτή μπορεί να λάβει.
Παραδοσιακά η αντιμετώπιση της πείνας στις φτωχές χώρες υλοποιείται, εν μέρει, μέσω αγροτικών επιδοτήσεων σε πλούσιες χώρες. Οι λογαριασμοί των ΗΠΑ για τις γεωργικές εκμεταλλεύσεις και η Κοινή Αγροτική Πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης προσφέρουν εισόδημα στους αγρότες και δημιουργούν πλεονάσματα τροφίμων που εξάγονται στα πιο φτωχά μέρη. Ωστόσο, η αντιμετώπιση των επιπτώσεων ενός αυξανόμενου υπέρβαρου και παχύσαρκου πληθυσμού στον αναπτυσσόμενο κόσμο θα πέσει ακριβώς στους ώμους των χωρών όπου εμφανίζεται.
Η κάλυψη των διατροφικών αναγκών ολόκληρων πληθυσμών με τα σημερινά δεδομένα, αναμένεται να προέλθει από την κατανάλωση προϊόντων που περιέχουν λίπη, σάκχαρα και δημητριακά. Το ψωμί θα έχει την τιμητική του, όπως επίσης τα ζυμαρικά και το ρύζι. Την ίδια ώρα, το κόστος απόκτησης υγιεινών τροφών εκτοξεύεται και καθίσταται προνόμιο μόνο των πλουσίων. Ενδεικτικό είναι πως η ενέργεια που κρύβεται στα σκούρα πράσινα φυλλώδη λαχανικά κοστίζει περίπου 29 φορές περισσότερο από ό,τι εκείνη που εμπεριέχεται στα λίπη και τα έλαια, ενώ οι θερμίδες σε λαχανικά πλούσια σε βιταμίνη Α όπως η κολοκύθα ή το μάνγκο κοστίζουν περίπου 10 φορές το ισοδύναμό τους σε ζάχαρη.
Περιοχές, όπως το Μπαγκλαντές, η Αίγυπτος, το Μεξικό και το Πακιστάν έχουν ήδη ξεπεράσει τις ΗΠΑ σε αριθμό ασθενών που πάσχουν από διαβήτη και ο κατάλογος των χωρών που αναμένεται να προστεθούν θα αποβεί μακρύς.
Καταληκτικά, η επισιτιστική κρίση θα ανοίξει ακόμη περισσότερο την ψαλίδα ανάμεσα στους λαούς που θα έχουν ένα υψηλό βιοτικό επίπεδο και σε εκείνους που θα προσπαθούν να κατευνάσουν την πείνα με “επιβλαβείς” τροφές, η συστηματική κατανάλωση των οποίων θα οδηγήσει σε φαινόμενα παχυσαρκίας, διαβήτη, και σε παράλληλα αύξηση του δείκτη θνησιμότητας. Χώρες οι οποίες έχουν επενδύσει στον πρωτογενή τομέα, αλλά και στο agritech, προκειμένου να περιοριστεί η φύρα και να προβλέπονται τα ακραία καιρικά φαινόμενα που καταστρέφουν τις σοδιές, θα είναι αυτές που θα έχουν στα χέρια τους και το μαχαίρι και το καρπούζι, αποφασίζοντας για την τύχη των οικονομικά ασθενέστερων!