Γιατί η Ευρώπη χρειάζεται τη Ρωσία – Και το ανάποδο

Γιατί η Ευρώπη χρειάζεται τη Ρωσία – Και το ανάποδο
Photo:
Η πορεία της ρωσικής οικονομίας σε αντιδιαστολή με τις γεωπολιτικές εξελίξεις και τις διεθνείς κυρώσεις.  

Σε πρόσφατη μελέτη της «Δεξαμενής Σκέψης» BRUEGEL, η ανάπτυξη της Ρωσικής Ομοσπονδίας αποτέλεσε αντικείμενο ανάλυσης.

Όπως φαίνεται από τον πίνακα η χώρα πέρασε μια δραματική περίοδο οικονομικής συρρίκνωσης μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ, και μια περίοδο δυναμικής οικονομικής άνθισης μέχρι την Ουκρανική κρίση. Οι οικονομικές κυρώσεις της Δύσης με αφορμή την εισβολή στην Κριμαία είχαν σοβαρές επιπτώσεις στην αναπτυξιακή πορεία της. Ωστόσο το «λίπος» που είχε σχηματιστεί από τη συντηρητική μακροοικονομική της πολιτική, απεδείχθη ικανό στο να συγκρατήσει την μακροχρόνια ύφεση και σύντομα πέρασε στην ανάπτυξη, που όμως είναι συγκρατημένη, αλλά με απογοητευτικές προβλέψεις για το μέλλον.

Οι μακροοικονομικές πολιτικές, σε αντίθεση με τις χώρες της Δύσης, εστιάζονται σε ελάχιστο δανεισμό (μόλις το 15% του ΑΕΠ), την μικρή ανεργία (5%) και την ισορροπία στο ισοζύγιο πληρωμών. Σε αντίθεση με τις άλλες οικονομίες των αναπτυσσομένων και των οικονομικών υπερδυνάμεων πνιγμένων στα χρέη, η ρωσική οικονομία είναι μια όαση δημοσιονομικής σταθερότητας.

Από την άλλη μεριά το κατά κεφαλήν εισόδημα είναι χαμηλό, ως αποτέλεσμα της περιοριστικής πολιτικής που περιγράψαμε. Είναι κατά 7000 δολάρια μικρότερο από την Ελλάδα της κρίσης, και είναι ένα στοιχείο που προοιωνίζει πολιτική αστάθεια. Είδαμε πρόσφατα τη λαϊκή αντίδραση σε σχέση με την μείωση των συντάξεων, και την ανάκληση των μέτρων από την Κυβέρνηση, που θυμίζει την «περίπτωση Γιαννίτση» την Ελλάδα. Η μεταρρύθμιση ήταν μια αναγκαία παρέμβαση λόγω του δημογραφικού προβλήματος-γήρανση πληθυσμού-.

Ο Πρόεδρος Πούτιν σε πρόσφατη ομιλία του έβαλε σαν στόχο την άνοδο της Ρωσικής Οικονομίας στην πρώτη πεντάδα της επόμενης δεκαετίας. Το ερώτημα είναι γιατί μια τέτοια φιλοδοξία είναι ανέφικτη, όπως δείχνουν οι προβλέψεις για την ασθενική ανάπτυξη. Η μελέτη της Bruegel επισημαίνει τέσσερεις αιτίες.

  • Το δημογραφικό πρόβλημα που ήδη αναφέραμε.
  • Τη σχεδόν μονοπωλιακή εξάρτηση της οικονομίας από τους υδρογονάνθρακες.
  • Το δυσμενές κλίμα για ξένες επενδύσεις.
  • Την πολιτική κυρώσεων της Δύσης ως συνέπεια της ουκρανικής κρίσης.

Ας μου επιτραπεί να προσθέσω και την ισχυρή στρατιωτική εξαγωγική βιομηχανία, τα κέρδη της οποίας όμως εξανεμίζονται από την πολεμική εμπλοκή σε περιοχές όπως η Συρία. Μην ξεχνάμε, ότι το Αφγανιστάν υπήρξε Βατερλό όχι μόνο στρατιωτικά, αλλά και οικονομικά.

Ένα άλλο στοιχείο που πρέπει να σημειώσουμε είναι η διακύμανση του ρουβλιού. Τα τελευταία 15 χρόνια είχαμε πέντε νομισματικές κρίσεις με αποτέλεσμα να χαθεί το 60% της αξίας του ρουβλίου, ως συνέπεια της διακύμανσης της τιμής του πετρελαίου.

Αποτέλεσμα των δυσμενών χαρακτηριστικών είναι ο εξαιρετικά χαμηλός αριθμός εμπορικών συμφωνιών και ξένων επενδύσεων. Όπως επεσήμανε η κ. Lagarde στην ομιλία της στο παγκόσμιο οικονομικό φόρουμ της Αγίας Πετρούπολης πέρσι τέτοιον καιρό, η Ρωσία έχει εμπορικές συμφωνίες με χώρες που εκπροσωπούν το 4% του παγκόσμιου ΑΕΠ, ενώ οι αναπτυσσόμενες, όπως η Ταϊλάνδη, το Μεξικό και οι Φιλιππίνες έχουν υπογράψει προτιμησιακές εμπορικές συμφωνίες με χώρες που αντιπροσωπεύουν το 20%. Κακά τα ψέματα. Χωρίς ισχυρές εμπορικές συναλλαγές και μάλιστα διαφοροποιημένες, δεν μπορεί να υπάρξει πλούτος.

Για την Ευρώπη, μια ισχυρή οικονομικά Ρωσία είναι ζωτικής σημασίας. Και μάλιστα σε μια εποχή που οι ΗΠΑ με τρόπο επιθετικό απορρίπτουν τις πολυμερείς συμφωνίες. Και δεδομένου ότι η Ρωσία είναι η γειτονιά μας, θα πρέπει να κάνει ότι μπορεί για να εξαλείψει τις τριβές με την γείτονα, που δυστυχώς έχουν αυξηθεί με περιστατικά όπως οι κυβερνοεπιθέσεις και η στήριξη από την Ρωσία δυνάμεων που μάχονται το Ευρωπαϊκό εγχείρημα, με την στρατηγική της Ευρώπης των Εθνών.

Για να γίνει αυτό οφείλει να ρίξει το βάρος στον διαρκή διάλογο με τους γείτονες προσφέροντας μεσοπρόθεσμα την δυνατότητα σύναψης κάποιας μορφής εμπορικής συμφωνίας των δυο γειτόνων. Δύσκολο εγχείρημα, που σήμερα μοιάζει ανέφικτο.

Όμως η Ευρώπη χρειάζεται την Ρωσία και η Ρωσία την εσωτερική αγορά της Ε.Ε.

Πρώτο βήμα από πλευράς της Ε.Ε. είναι η άρση των κυρώσεων και η επανέναρξη του διαλόγου. Και από πλευράς Ρωσίας η αναθεώρηση μιας σειράς πολιτικών που εμποδίζουν τελικά την ανάπτυξή της και την επίτευξη των στόχων της για ευημερία. Τα υπόλοιπα θα έρθουν μόνα τους. Οι παλιότεροι θυμόμαστε την εποχή που ο Βίλλυ Μπραντ ανέτρεψε με την Realpolitik την ψυχροπολεμική αντιπαράθεση των δυο Γερμανιών. Και όπως λέει και ο διάσημος Ρώσος του περασμένου αιώνα συγγραφέας Ivan Turgenev, «..αν περιμένουμε τη στιγμή που όλα μα όλα θα έχουν διευθετηθεί, τότε ποτέ δεν θα αρχίσουμε».