Γιατί η Κίνα «μισεί» να είναι Νο. 1
- 12/05/2014, 10:33
- SHARE
Που οφείλεται η αρνητική αντίδραση του Πεκίνου στα δημοσιεύματα ότι η Κίνα θα ξεπεράσει τις ΗΠΑ το 2014 ως η μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου;
του Μίνξιν Πέι
Λίγες χώρες θα απέρριπταν τον τίτλο της μεγαλύτερης οικονομίας στον κόσμο. Η Κίνα είναι μια από αυτές.
Μόνο οι Ηνωμένες Πολιτείες απολαμβάνουν την τεράστια δύναμη και το κύρος που απορρέουν από αυτή τη θέση τα τελευταία 140 χρόνια (οι ΗΠΑ ξεπέρασαν τη Μεγάλη Βρετανία ως η μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο το 1872 και έκτοτε βρίσκονται πάντα στην πρώτη θέση). Αλλά την περασμένη εβδομάδα, η κινεζική κυβέρνηση αντέδρασε αρνητικά σε έγκυρα δημοσιεύματα ότι η Κίνα θα ξεπεράσει τις ΗΠΑ το 2014, ως η μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου σε Ισοτιμία Αγοραστικής Δύναμης (PPP).
Σύμφωνα με το Διεθνές Πρόγραμμα Σύγκρισης της Παγκόσμιας Τράπεζας, το 2011 η οικονομία της Κίνας ανήλθε σε 13,5 τρισεκατομμύρια δολάρια σε Ισοτιμία Αγοραστικής Δύναμης. Είναι εντός στόχου να αυξηθεί κατά 24% μεταξύ 2011 και 2014, σε σύγκριση με 7,6% σωρευτικής αύξησης για τις ΗΠΑ.
Οι ΗΠΑ είχαν ΑΕΠ που ανήρχετο στα 15,5 τρισ. δολάρια σε Ισοτιμία Αγοραστικής Δύναμης το 2011. Η κινεζική οικονομία στο τέλος του τρέχοντος έτους αναμένεται να ανέλθει στα 16,7 τρισ. δολάρια, ελαφρώς μεγαλύτερη από τα 16,6 τρισ. δολάρια που προβλέπεται για τις ΗΠΑ.
Πριν από την κυκλοφορία της τελευταίας έκθεσης της Παγκόσμιας Τράπεζας, η εκτίμηση ήταν ομόφωνη μεταξύ των οικονομολόγων ότι η Κίνα θα ξεπεράσει τις ΗΠΑ ως η μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο σε όρους ΙΑΔ το 2019. Το γεγονός ότι η Κίνα έχει κατορθώσει να καλύψει τη διαφορά με τις ΗΠΑ μία πενταετία νωρίτερα, οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στις επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης και τη Μεγάλη Ύφεση, η οποία προκάλεσε αναιμική ανάπτυξη στις ΗΠΑ, αλλά επηρέασε μέτρια την κινεζική οικονομία.
Αντί να υπερηφανευτεί για τη στέψη της ως η Νο. 1 οικονομία στον κόσμο, η Κίνα προσπάθησε στην αρχή να διαγραφεί η αναφορά για τη νέα εκτίμηση ΙΑΔ στην έκθεση της Παγκόσμιας Τράπεζας και στη συνέχεια κατέστειλε τη δημοσιότητά της στα εγχώρια μέσα ενημέρωσης.
Στην επιφάνεια, η εχθρική αντίδραση του Πεκίνου δεν έχει κανένα νόημα. Από τότε που έγινε η καταστολή στην Τιενανμέν το 1989, το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα έχει βασιστεί στην οικονομική ανάπτυξη ως την πιο σημαντική πηγή της νομιμοποίησής του. Το να στεφθεί «η μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο» ενισχύει τους ισχυρισμούς του κόμματος για την επίτευξη ευημερίας και διεθνούς κύρους για την Κίνα. Και οι Κινέζοι πολιτικοί παίζουν επιδέξια το παιχνίδι των προσδοκιών σε όλο τον κόσμο. Τονίζοντας την αναπόφευκτη άνοδο της Κίνας ως τη μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο και τη σχετική παρακμή των ΗΠΑ, το Πεκίνο έχει σημειώσει σημαντική επιτυχία στην αλλαγή των οικονομικών και γεωπολιτικών υπολογισμών σε πολλές πρωτεύουσες, ιδίως στην Αφρική, τη Λατινική Αμερική και τη Μέση Ανατολή.
Οπότε, γιατί το Πεκίνο απεχθάνεται να αποκαλείται Νο. 1 τώρα;
Εδώ υπεισέρχονται δύο αντιφατικά συναισθήματα. Ναι, η κινεζική κυβέρνηση θέλει να καυχιέται και της αρέσει η πολιτική νομιμοποίηση που παρέχεται από την εκθρόνιση των ΗΠΑ ως της μεγαλύτερης οικονομίας στον κόσμο. Αλλά την ίδια στιγμή, οι Κινέζοι αξιωματούχοι είναι ρεαλιστές. Καταλαβαίνουν ότι με τον τίτλο θα έρθουν και διεθνείς υποχρεώσεις. Για παράδειγμα, η Κίνα τώρα θα κληθεί πιθανότατα να συμβάλει περισσότερο στην αναπτυξιακή βοήθεια και να πληρώνει περισσότερα τέλη στο πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών (αυτή τη στιγμή, η Κίνα πληρώνει μόνο το 5% του προϋπολογισμού του ΟΗΕ, αποτελώντας την έκτη μεγαλύτερη συνεισφορά). Το πιο ανησυχητικό, η πρωτόγνωρη υπερδύναμη της Κίνας θα μπορούσε να υπονομεύσει τη διαπραγματευτική θέση της στις συνομιλίες για το κλίμα – το Πεκίνο θα βρει λιγότερες δικαιολογίες επιμένοντας ότι, ως αναπτυσσόμενη χώρα, δεν θα πρέπει να επωμιστεί σημαντικό οικονομικό βάρος για τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου.
Σε γεωπολιτικό επίπεδο, οι κίνδυνοι της κορυφής είναι σημαντικοί. Οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους, φοβούμενοι την κινεζική ισχύ, θα μπορούσαν να συνασπιστούν κατά της Κίνας. Επειδή η κινεζική οικονομία είναι μικρότερη σε μέγεθος από το ήμισυ των δυτικών οικονομιών (συμπεριλαμβανομένης της Ιαπωνίας), η Κίνα δεν μπορεί να ανταγωνιστεί ένα δυναμικό αντί-κινεζικό μπλοκ.
Στο εσωτερικό της χώρας, η κινεζική κυβέρνηση δε βλέπει πλεονεκτήματα στο να αφήσει τους ανθρώπους της να πληροφορηθούν για την τελευταία έκθεση της Παγκόσμιας Τράπεζας. Το Πεκίνο καταλαβαίνει πολύ καλά ότι η έκθεση της Παγκόσμιας Τράπεζας είναι μια λογιστική άσκηση. Αυτό δεν αλλάζει τίποτα στην καθημερινότητα – οι απλοί Κινέζοι είναι απίθανο να αισθανθούν ξαφνικά πλούσιοι, ή ευγνώμονες για το κόμμα, διότι το κατά κεφαλήν εισόδημα αυξήθηκε περισσότερο από 40% εν μία νυκτί. Η πιθανή αντίδραση μεταξύ του κινεζικού κοινού σε μια τέτοια αποκάλυψη θα ήταν να απαιτήσει περισσότερες δαπάνες από το Πεκίνο για τις κοινωνικές υπηρεσίες και το περιβάλλον.
Για την επιχειρηματική κοινότητα, οι συνέπειες της επιταχυνόμενης ανόδου της Κίνας είναι ένα ακαδημαϊκό ζήτημα. Για όσους ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα στην Κίνα, δύο πράγματα έχουν σημασία περισσότερο από κάθε τι άλλο. Το ένα είναι το κατά κεφαλήν εισόδημα, το οποίο καθορίζει την αποτελεσματική καταναλωτική δύναμη του κόσμου. Σε αυτή τη βαθμολογία, το κινεζικό κατά κεφαλήν εισόδημα, ακόμη και με βάση το ΙΑΔ, είναι μόνο το ένα πέμπτο των ΗΠΑ. Αυτό σημαίνει ότι η συνολική κινεζική αγορά μπορεί να είναι μεγάλη, αλλά η πραγματική καταναλωτική δύναμη, η οποία προσδιορίζεται από το διαθέσιμο εισόδημα, πρόκειται να είναι σχετικά χαμηλή για τις επόμενες δεκαετίες. Ο άλλος παράγοντας είναι η συνολική ανταγωνιστικότητα, η λειτουργία των πολιτικών θεσμών, η τεχνολογική εξειδίκευση, η καινοτομία, και η ανάπτυξη του χρηματοπιστωτικού τομέα. Εδώ, πάλι, η Κίνα μπορεί να έχει κάνει τεράστια άλματα τις τρεις τελευταίες δεκαετίες, αλλά παραμένει πολύ πίσω από τις ΗΠΑ.
Οπότε, μην περιμένετε από το Πεκίνο να αρχίσει να μοιράζει δώρα σύντομα.
Διαβάστε ακόμη:
Την «καυτή ανάσα» της Κίνας νοιώθουν οι ΗΠΑ
Οι «απόγονοι του Μάο» με τα ιδιωτικά τζετ