Gig economy: Η νέα εποχή της εργασίας σε μια παγκόσμια δεξαμενή δεξιοτήτων με πολλούς αστερίσκους

Gig economy: Η νέα εποχή της εργασίας σε μια παγκόσμια δεξαμενή δεξιοτήτων με πολλούς αστερίσκους
Photo: pixabay.com
Ο ρυθμός εξάπλωσης του gig economy, τα υπέρ και κατά της εργασίας σε πλατφόρμες και οι δεξιότητες που εμφανίζουν τη μεγαλύτερη ζήτηση στην «επί μέρους εργασία».

Πολύ συχνά η ψηφιακή οικονομία συσχετίζεται με επαγγέλματα όπως αυτά των μηχανικών υπολογιστών και των επαγγελματιών μάρκετινγκ, όμως στην πραγματικότητα πρόκειται για ένα χώρο στον οποίο συνυπάρχουν πολλά διαφορετικά επαγγέλματα με συνθήκες εργασίας που τίθενται συχνά υπό αμφισβήτηση. Οι ψηφιακές επιχειρήσεις συνήθως δεν απασχολούν άμεσα τους εργαζομένους τους, δημιουργώντας τη λεγόμενη gig economy.

Ο όρος gig economy χρησιμοποιείτε για να υποδηλώσει μια μορφή εργασίας η οποία αποδομείται στα επί μέρους καθήκοντά της, συνήθως από μια ψηφιακή πλατφόρμα η οποία συνδράμει ώστε να γίνει σύζευξη πελατών με διαθέσιμο εργατικό δυναμικό. Σύμφωνα με τον κ. Κωνσταντίνο Πουλιάκα, εμπειρογνώμονα του Ευρωπαϊκού Κέντρου για την Ανάπτυξη της Επαγγελματικής Κατάρτισης (Cedefop) πρόκειται για έναν σχετικά αρνητικό όρο, ο οποίος σε γενικές γραμμές δεν χαρακτηρίζει επαρκώς τις διαφορετικού τύπου εργασίες και εργασιακές σχέσεις που εκτελούνται στη λεγόμενη «οικονομία της πλατφόρμας» (platform economy) ή τις «ψηφιακές πλατφόρμες παροχής εργασίας» (digital labour platforms).

Οι τελευταίοι όροι, σύμφωνα με τον ίδιο, φαίνεται να είναι πιο δόκιμοι. «Ο λόγος είναι ότι λαμβάνουν υπόψη τους ότι μεγάλο μέρος των εργαζόμενων σε τέτοιου είδους “νέας” μορφής εργασίας είναι (ή θεωρούν τους εαυτούς τους ως) ανεξάρτητοι επαγγελματίες (freelancers), οι οποίοι πολλές φορές εκτελούν σχετικά μεγάλα (σε διάρκεια ή βαρύτητα για μια επιχείρηση) projects που απαιτούν υψηλό επίπεδο δεξιοτήτων και κατάρτισης. Επίσης στην οικονομία της πλατφόρμας συμμετέχουν εθελοντικά πολλοί εργαζόμενοι στην εκτέλεση διαφορετικών διαγωνισμών (contests), και για αυτό το λόγο είχαν αρχικά είχαν κυριαρχήσει όροι όπως ‘sharing economy’ ή ‘collaborative economy’».

Στη βιβλιογραφία έχει υπάρξει προσφάτως συμφωνία ως προς τη χρήση του όρου gig economy ή «μικροεργασία» όταν αναφερόμαστε συνήθως σε χαμηλής εξειδίκευσης εργασία η οποία προσφέρεται τόσο διαδικτυακά (π.χ. εργαζόμενοι που κατηγοριοποιούν ή κάνουν tag εικόνες/μεταφράζουν κείμενα/συμπληρώνουν βάσεις δεδομένων όπως στην Amazon Mechanical Turk κτλ), όσο και σε φυσική τοποθεσία (π.χ. υπηρεσίες μεταφοράς όπως Uber, Lyft). Αντίθετα, οι όροι “online freelancing” ή “μακροεργασία” χρησιμοποιούνται για να χαρακτηρίσουν εκείνες τις σχέσεις εργασίας που περιλαμβάνει άτομα με υψηλότερη εξειδίκευση που εκτελούν καθήκοντα που απαιτούν υψηλές ή ειδικές δεξιότητες (π.χ. software engineers, graphic designers, data analytics, legal advice κτλ). Το κοινό χαρακτηριστικό και στις δύο περιπτώσεις φυσικά είναι ότι η σύζευξη των πελατών με τους εργαζόμενους και ο συντονισμός των υπηρεσιών που προσφέρονται (η εκτέλεση είτε μικρών ή μεγάλων καθηκόντων) γίνεται διαδικτυακά μέσω ψηφιακών πλατφορμών και συνήθως με αλγοριθμικό τρόπο, αναφέρει ο κ. Πουλιάκας.

Σε αυτό, οι εργαζόμενοι είναι αυτοαπασχολούμενοι ενώ στην πραγματικότητα εργάζονται μόνο για μια μόνο εταιρεία που δεν χρειάζεται να τους προσφέρει οφέλη. Ταυτόχρονα, σύμφωνα με τον ίδιο, οι περισσότερες καινοτόμες εταιρείες μπορούν να αποδώσουν μόνο τις αποταμιεύσεις που κάνουν επειδή είναι σε θέση να υπολογίζουν ακριβώς όταν χρειάζονται εργασία και πληρώνουν μόνο για αυτό τότε.

Κοιτάζοντας την παγκόσμια κατάσταση της αυτοαπασχόλησης στο γράφημα του Statista, γίνεται προφανές ότι υπάρχει στην πραγματικότητα μια αντίστροφη συσχέτιση μεταξύ της αναλογίας των αυτοαπασχολούμενων εργαζομένων και του ΑΕΠ των χωρών τους. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας, μόνο το 12,2% των εργαζομένων είναι αυτοαπασχολούμενοι κατά μέσο όρο σε οικονομίες υψηλού εισοδήματος, ενώ σε οικονομίες χαμηλού εισοδήματος, ο αριθμός αυτός ανέρχεται στο 80,3%. Αυτός είναι ένας δείκτης της επικράτησης της γεωργίας επιβίωσης και των ατόμων που εργάζονται χωρίς αμοιβή στις οικογενειακές επιχειρήσεις (επίσης υπολογίζονται ως αυτοαπασχολούμενοι στα δεδομένα).

Το 2019, ο Νίγηρας είχε το υψηλότερο ποσοστό αυτοαπασχόλησης στον κόσμο σε περισσότερο από 95%. Οι αραβικές χώρες κατέγραψαν τα χαμηλότερα ποσοστά αυτοαπασχόλησης. Το 4,9% των εργαζομένων κέρδιζαν τους μισθούς τους ανεξάρτητα στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα το 2019. Στο Κουβέιτ και το Κατάρ, αυτός ο αριθμός ήταν ακόμη χαμηλότερος, στο 1,8% και 0,4%, αντίστοιχα.

Τα υπέρ και τα κατά για εργαζομένους και εργοδότες στη gig economy

Ένα από τα πλεονεκτήματα της εργασίας στην gig economy σύμφωνα με τον κ. Πουλιάκα, είναι πως εργαζόμενοι και εργοδότες μπορούν να αλληλο-βρεθούν (να γίνει skills matching) χωρίς τον περιορισμό του φυσικού χώρου, με τους πρώτους να συμπληρώνουν το εισόδημα τους και αναπτύσσουν κάποιες νέες δεξιότητες και τους δεύτερους να έχουν τη δυνατότητα να βρουν το πιο εξειδικευμένο εργατικό δυναμικό από μια πληθώρα διαθέσιμων δεξιοτήτων. Παράλληλα, οι εργαζόμενοι, ειδικά αυτοί που αδυνατούν να βρουν εργασία σε μια τοπική αγορά εργασίας, μπορούν να αποφύγουν την ανεργία και να βρουν άλλες διόδους παροχής και αξιοποίησης των δεξιοτήτων τους.

Στο ίδιο πλαίσιο, οι startups μπορούν να είναι ανταγωνιστικές και ευέλικτες χωρίς να χρειάζεται να επενδύσουν (για κάποιο διάστημα) σε ένα «σταθερό» εργατικό δυναμικό, ενώ εργαζόμενοι σε φτωχές χώρες εκτελούν εργασία που τους αποφέρει έναν μεγαλύτερο μισθό και καλύτερες προοπτικές εν σχέση με θέσεις εργασίας στην τοπική οικονομία.

Την ίδια στιγμή, άτομα που είναι ευάλωτα στην τοπική αγορά εργασίας (π.χ. μετανάστες, γυναίκες) βρίσκουν την ευκαιρία να αναπτύξουν νέες δεξιότητες χωρίς να υποφέρουν από διακρίσεις.

Στον αντίποδα, οι εργαζόμενοι σε ψηφιακές πλατφόρμες -ειδικά αυτοί σε μικροεργασία- εκτελούν «κακής ποιότητας» εργασία – δηλαδή πολλές ώρες με εκτέλεση καθηκόντων ρουτίνας ή ακόμα και έκθεση σε κίνδυνο και ανθυγιεινές συνθήκες.

«Οι περισσότεροι εργαζόμενοι στην οικονομία της πλατφόρμας δεν μπορούν να έχουν ένα σταθερό εισόδημα, ενώ υπάρχει μεγάλη διακύμανση και αβεβαιότητα για το εάν μπορεί κανείς να βγάλει τα προς το ζην. Οι εργαζόμενοι στην οικονομία της πλατφόρμας συνήθως δεν έχουν δίχτυ κοινωνικής προστασίας ή άλλα εργασιακά δικαιώματα (π.χ. επιδοτούμενες άδειες, δικαίωμα σε συλλογικές διαπραγματεύσεις ή σε επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση)», τονίζει ο κ. Πουλιάκας και συμπληρώνει: «πολλοί μικροεργαζόμενοι αποτελούν ανώνυμες μονάδες και τους λείπει μια βαθύτερη κατανόηση του context γύρω από το οποίο προσφέρουν την εργασία τους π.χ. γιατί κάνουν αυτό που κάνουν; για ποιόν; πως μπορούν να βελτιωθούν; τι μελλοντικές προοπτικές υπάρχουν;».

Παράλληλα, μεγάλος αριθμός εργαζομένων στην οικονομία της πλατφόρμας εκτελούν την εργασία τους αποστασιοποιημένα και ατομικά. Δεν βρίσκονται, δηλαδή, μέσα σε ένα οργανωμένο εργασιακό περιβάλλον μέσω του οποίου μπορούν να εξελιχθούν, να συνεργαστούν με άλλους και να βελτιωθούν ως εργαζόμενοι και προσωπικότητες. Για πολλούς εργαζόμενους στην οικονομία της πλατφόρμας η πιθανότητα εύρεσης εργασίας, το εισόδημα τους καθώς και η αξιολόγηση τους γίνεται πολλές φορές αλγοριθμικά; αυτό συντελεί σε σύγχυση και στην διαιώνιση διακρίσεων εις βάρος τους, σύμφωνα με τον κ. Πουλιάκα.

Μπορεί να καταγραφεί ο ρυθμός εξάπλωσης της gig economy στην Ευρώπη και τι στοιχεία έχουμε για την Ελλάδα;

Υπάρχουν μεγάλες δυσκολίες στην ασφαλή και ακριβή μέτρηση του μεγέθους της οικονομίας της πλατφόρμας και ειδικότερα των ψηφιακών πλατφορμών παροχής εργασίας, αναφέρει ο κος Πουλιάκας. «Η πιο ακριβής πρόσφατη εκτίμηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (μέσω της έρευνας COLEEM) είναι ότι, ενώ περίπου 10% των Ευρωπαίων πολιτών έχει προσφέρει κάποια εργασία μέσω μιας ψηφιακής πλατφόρμας, μόνο για ένα 2% αποτελεί «κύρια εργασία» ή «κύρια πηγή εισοδήματος (στην Αμερική το ποσοστό αυτό έχει εκτιμηθεί μεταξύ 0.5% και 4%). Δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία ως προς την τάση του μεγέθους της οικονομίας της πλατφόρμας».

Σύμφωνα με τον εμπειρογνώμονα του Cedefop, η πανδημία έχει συντελέσει στο να υπάρξει αύξηση στον αριθμό των εργαζομένων που εργάζονται διαδικτυακά και μακριά από το χώρο εργασίας τους. Έρευνά του μάλιστα, δημοσιευμένη σε περιοδικό του London School of Economics, έδειξε ότι περίπου το 36% των εργαζόμενων στην Ελλάδα μπορούν να εκτελέσουν τα εργασιακά τους καθήκοντα από το σπίτι. «Παρόλο που δεν υπάρχουν ακόμα ασφαλείς ακαδημαϊκές εκτιμήσεις, είναι λογικό να περιμένει κανείς ότι μεσοπρόθεσμα θα υπάρξει αύξηση των ατόμων που αναζητούν εργασία μέσω ψηφιακών πλατφορμών», αναφέρει ο ίδιος.

Τι συμβαίνει με την υπερπροσφορά εργασίας σε πλατφόρμες;

Η απάντηση διαφοροποιείται αναλόγως με το είδος των πλατφορμών. Σε πλατφόρμες μικροεργασίας ενδέχεται να υπάρχει υπερπροσφορά, καθώς είναι εύκολο να προσφέρεις την εργασία σου/να εγγραφείς και πιθανώς να είναι ελκυστικές σε άνεργους και υποαπασχολούμενους από όλον τον κόσμο. Ωστόσο, σε πλατφόρμες όπου απαιτείται υψηλή εξειδίκευση υπάρχει, αν μη τι άλλο, υπερβάλλουσα ζήτηση. Οι ίδιες οι πλατφόρμες επιθυμούν να ελέγξουν την προσφορά εργασίας και να κρατήσουν/αναπτύξουν μια συμπαγή δεξαμενή δεξιοτήτων εντός τους, ώστε να γίνουν πιο ελκυστικές σε πιθανούς πελάτες. Πολλές από αυτές αρνούνται την συμμετοχή/εγγραφή κάποιων υποψηφίων στην πλατφόρμα, καθώς και επίσης επιθυμούν τη δημιουργία μιας εκλεκτής κάστας εργαζόμενων (top tier ή star workers) που έχουν τις καλύτερες επιδόσεις στην εκτέλεση της εργασίας τους.

Είναι η gig εργασία επισφαλής μορφή απασχόλησης;

Η έρευνα Crowdlearn του Cedefop επιβεβαιώνει ότι οι μικροεργαζόμενοι έχουν σημαντικά χαμηλότερη εργασιακή ικανοποίηση σε σχέση με τους online freelancers. Είναι πιο πιθανό να εργαστούν στην οικονομία της πλατφόρμας λόγω έλλειψης άλλης κύριας εργασίας και λιγότερο πιθανό να θεωρούν ότι είναι αυτοαπασχολούμενοι.

Ακόμα και ένα σημαντικό ποσοστό (μεταξύ 1/3 και 1/2) των online freelancers πιστεύουν ότι χρειάζεται να δουλεύουν με υψηλή ταχύτητα ή με αυστηρές προθεσμίες και ότι σε γενικές γραμμές είναι ευάλωτοι, καθώς είναι δύσκολο να μετακινηθούν σε άλλες πλατφόρμες (lock in effect) και πολλές φορές αποφασίζει ο αλγόριθμος για την τύχη τους, αναφέρει ο κ. Πουλιάκας.

«Θα έλεγα ότι στην gig economy υπάρχει το κίνητρο του “μαστίγιου”, δηλαδή ο φόβος να χάσει κάποιος την δουλειά του και το έξτρα εισόδημα που μπορεί να βγάλει, έτσι ώστε οι εργαζόμενοι να έχουν σχετική πίεση να εκτελούν τα καθήκοντα τους εμπρόθεσμα. Οι online freelancers συνήθως βρίσκουν ικανοποίηση σε αυτό που κάνουν και μεγάλες εταιρείες που τους “προσλαμβάνουν”, δηλαδή συνάπτουν κάποια σύμβαση μαζί τους, προσπαθούν να τους ενσωματώσουν στις οργανωσιακές τους πρακτικές, κουλτούρα και καθημερινότητα».

Βεβαίως, για την gig economy, εφόσον δεν υπάρχει το υπόβαθρο εκείνο ώστε οι εργοδότες να επενδύσουν στο εργατικό δυναμικό, είναι λογικό να περιμένει κανείς ότι θα υπάρχει μεγάλη ανακατανομή εργαζομένων (turnover) και μικρή εργασιακή αφοσίωση.

Οι δεξιότητες που εμφανίζουν τη μεγαλύτερη ζήτηση στη gig economy

Η έρευνα Crowdlearn του Cedefop είναι η πρώτη παγκοσμίως που μελέτησε την ζήτηση για δεξιότητες στην οικονομία της πλατφόρμας. Έδειξε ότι υπάρχουν πολλές δεξιότητες που μπορεί να βοηθήσουν έναν άνθρωπο να βρει δουλειά τόσο στην «gig economy» όσο και σε online freelancing. Οι δεξιότητες αυτές -εκ των οποίων 123 βρέθηκαν να προϋπάρχουν της απασχόλησης σε πλατφόρμες και 89 αποκτήθηκαν στη διάρκεια της εργασίας σε αυτές- κωδικοποιήθηκαν σε clusters και αφορούν τόσο τυπικά προσόντα, όσο και οριζόντιες δεξιότητες (δεξιότητες μη τυπικές, που δεν πιστοποιούνται με κάποιο πτυχίο).

Ιδίως για τους online freelancers, οι πάρα πολύ υψηλές τεχνικές δεξιότητες βρίσκονται στην κορυφή της λίστας, ιδίως όταν πρόκειται για εργασίες σχετικές με την πληροφορικήτο engineering ή το graphic design.

Ακολουθούν οι ξένες γλώσσες, κυρίως τα αγγλικά, που είναι η γλώσσα εργασίας σε σχεδόν όλες τις μεγάλες online πλατφόρμες, το πολύ υψηλό επίπεδο ψηφιακού γραμματισμού, οι δεξιότητες επικοινωνίας και self-branding, τα οργανωτικά προσόντα, η στοχευμένη προσωπική κλίση και η μετα-μάθηση (μαθαίνω πώς να μαθαίνω).

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το εύρημα που αφορά τις δεξιότητες επικοινωνίας. «Ο gig worker  δουλεύει ως μονάδα, άρα πρέπει να μπορεί να πείθει τους υποψήφιους πελάτες να γίνουν πελάτες. Ενώ οι platform workers χρειάζονται πολύ υψηλή εξειδίκευση και άρα τα αντίστοιχα πτυχία, εκεί που κερδίζεται το παιχνίδι είναι στο αν είσαι πετυχημένος πωλητής του εαυτού σου. Όποιος επιθυμεί να εργαστεί για μια online labour platform, πρέπει επίσης να γνωρίζει πολύ καλά τη φύση της πλατφόρμας. Πώς δουλεύει, τα βασικά στοιχεία αρχιτεκτονικής της, ποιο είναι το ιδανικό προφίλ και χαρτοφυλάκιο για να αναρτήσει», αναφέρει ο κ. Πουλιάκας και κλείνει λέγοντας πως, «στον αντίποδα, για τους gig workers δεν αναπτύσσονται ή απαιτούνται οι δεξιότητες επικοινωνίας, λόγω της ατομικής φύσης της εργασίας. Οι gig workers ωστόσο μαθαίνουν να είναι καλύτεροι ‘διαδικτυακοί εργαζόμενοι’, αναπτύσσοντας και βελτιώνοντας τις αναλυτικές, οργανωτικές όσο και τις ψηφιακές δεξιότητες τους».