Γραφείο Προϋπολογισμού Βουλής: Διατηρεί τη δυναμική της η ελληνική οικονομία – Οι 7 κίνδυνοι και η σημασία των επενδύσεων
- 21/12/2023, 17:55
- SHARE
Σύμφωνα με την Έκθεση Γ΄ τριμήνου, την οποία παρουσίασε για πρώτη φορά ο νέος Συντονιστής του Γραφείου Προϋπολογισμού στη Βουλή, καθηγητής Ιωάννης Τσουκαλάς, η ελληνική οικονομία διατηρεί τη δυναμική της με τον ετήσιο ρυθμό μεγέθυνσης του πραγματικού ΑΕΠ να διαμορφώνεται στο 2,1% σε σύγκριση με το ίδιο τρίμηνο του 2022, παρά την επιβράδυνση σε σχέση με το δεύτερο τρίμηνο.
Το Υπουργείο Οικονομικών στην Εισηγητική Έκθεση του Προϋπολογισμού για το 2024 προβλέπει μεγέθυνση 2,4% για το 2023 και 2,9% για το 2024, ενώ ο πληθωρισμός προβλέπεται να διαμορφωθεί σε 4,1% το 2023 και 2,6% το 2024. Η αρκετά πιο αισιόδοξη πρόβλεψη του Υπουργείου Οικονομικών στηρίζεται στην παραδοχή για πολύ ισχυρή αύξηση των επενδύσεων, κατά 15,1%. Αυτή η πρόβλεψη θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από την ταχεία αξιοποίηση των πόρων του ΤΑΑ.
Ο πληθωρισμός αποκλιμακώνεται και διαμορφώνεται, για τον Νοέμβριο, στο 2,9%. Αντίθετα, η οικονομία της Ευρωζώνης έχει χάσει τη δυναμική της παρουσιάζοντας σημάδια στασιμότητας.
Το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή διατηρεί την πρόβλεψή του για ανάπτυξη 2,2% φέτος, επισημαίνοντας στην έκθεσή του για το τέταρτο τρίμηνο ότι η ελληνική οικονομία συνεχίζει να αναπτύσσεται παρά τις δυσκολίες προερχόμενες τόσο από το εξωτερικό περιβάλλον (γεωπολιτικές εντάσεις, τιμές ενέργειας κ.ά.) όσο και από το εγχώριο περιβάλλον (φυσικές καταστροφές, όπως οι πλημμύρες και οι δασικές πυρκαγιές) διατηρώντας θετικούς ρυθμούς μεγέθυνσης.
Η έως τώρα πορεία της οικονομίας με βάση τα διαθέσιμα τριμηνιαία στοιχεία για το ΑΕΠ, αλλά και τους δείκτες βραχυχρόνιας οικονομικής δραστηριότητας και προσδοκιών είναι συμβατή με τις προβλέψεις που διατύπωσε το Γραφείο Προϋπολογισμού στην έκθεσή του για το πρώτο τρίμηνο του 2023.
Η εκτέλεση του Προϋπολογισμού (Π/Υ) της Γενικής Κυβέρνησης για το 2023 εξελίσσεται καλύτερα του αναμενομένου, καταγράφοντας πρωτογενές πλεόνασμα, για το δεκάμηνο Ιανουαρίου-Οκτωβρίου 2023, ύψους 5.214 εκατ. ευρώ. Η καλύτερη εκτέλεση του Π/Υ, σε σχέση με την Εισηγητική του Π/Υ 2023, προέρχεται κυρίως από την πλευρά των φορολογικών εσόδων και είναι αποτέλεσμα της καλύτερης του προβλεπόμενου απόδοσης της οικονομίας:
α) η σταθερή παραγωγή καθαρών θέσεων εργασίας, με ταυτόχρονη μείωση της ανεργίας στο 9,6%,
β) η σημαντική αύξηση των τουριστικών εσόδων, τα οποία κατά το οκτάμηνο του τρέχοντος έτους ξεπέρασαν τα επίπεδα της αντίστοιχης περιόδου του 2019 κατά 11% περίπου,
γ) η αύξηση των μισθών και των συντάξεων, γεγονός που επηρεάζει κυρίως τα έσοδα από τους άμεσους φόρους (φόροι εισοδήματος) αλλά και από τους έμμεσους φόρους.
Παράλληλα, η εκτεταμένη χρήση χρεωστικών και πιστωτικών καρτών και η εν γένει αύξηση των ηλεκτρονικών συναλλαγών, καθώς και οι πληθωριστικές πιέσεις, ως αποτέλεσμα της παγκόσμιας ενεργειακής κρίσης, που επιδρούν και στη χώρα μας, συνετέλεσαν στην ενίσχυση των εσόδων.
Σχετικά με την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας που δόθηκε από την Fitch Ratings τον Δεκέμβριο του 2023, τονίζεται ότι σφραγίζει την καλή πορεία των βασικών μακροοικονομικών και δημοσιονομικών μεγεθών καθώς και τις προοπτικές δημοσιονομικής σταθερότητας, και έτσι το αξιόχρεο της ελληνικής κυβέρνησης γίνεται ακόμα πιο ελκυστικό σε μεγάλους θεσμικούς επενδυτές. Πέρα από τη θετική επίπτωση στα δημόσια οικονομικά, το χαμηλότερο κόστος δανεισμού συμπαρασύρει και το κόστος έκδοσης εταιρικών ομολόγων, και συμβάλλει στη χρηματοδότηση του ιδιωτικού τομέα.
Οι ιδιωτικές και δημόσιες, επενδύσεις σε πάγιο κεφάλαιο, ανθρώπινο δυναμικό και νέες τεχνολογίες, καθώς και η συνέχιση των μεταρρυθμίσεων αποτελούν τον καθοριστικό μοχλό μετασχηματισμού της ελληνικής οικονομίας προς ένα εξωστρεφές μοντέλο βιώσιμης και ισχυρής ανάπτυξης. Το καθοριστικό χρηματοδοτικό εργαλείο για να μπουν οι βάσεις για τον μετασχηματισμό, είναι το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας. Οι καθυστερήσεις που παρουσιάζονται για το 2023 σχετικά με την εκταμίευση των πόρων πρέπει να εκλείψουν και επιβάλλεται να επιταχυνθεί η απορρόφηση, ώστε να καλυφθεί το επενδυτικό κενό της χώρας (δηλαδή το έλλειμα δαπάνης επενδύσεων ως ποσοστό του ΑΕΠ) το οποίο σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat για το 2022 ανέρχεται σε 9,05% του ΑΕΠ, σε σχέση με τον μέσο όρο της Ευρωζώνης.
Η υλοποίηση του σχεδίου Ελλάδα 2.0 και η επίτευξη των προβλεπόμενων από τον Προϋπολογισμό του 2024 πρωτογενών πλεονασμάτων είναι αποφασιστικής σημασίας για την περαιτέρω αποκλιμάκωση του λόγου δημόσιου χρέους προς ΑΕΠ σε ένα μακροοικονομικό περιβάλλον που δεν θα χαρακτηρίζεται πλέον από τόσο υψηλούς ρυθμούς μεταβολής του ονομαστικού ΑΕΠ που παρατηρήθηκαν τα τελευταία χρόνια.
Η πρόσθετη συμφωνία για τη μεταρρύθμιση των ευρωπαϊκών δημοσιονομικών κανόνων αποτελεί μια θετική εξέλιξη, καθώς ξεκαθαρίζει το δημοσιονομικό πλαίσιο που θα ισχύει τα επόμενα χρόνια, προβλέπει υπό όρους εξαίρεση των αμυντικών δαπανών και επιτρέπει μία ηπιότερη μείωση του δημοσίου χρέους.
Οι 7 πιθανοί κίνδυνοι
Στα σενάρια για το 2024, το Γραφείο προϋπολογισμού βλέπει 7 πιθανούς κινδύνους, εξαιτίας των οποίων μπορεί να καθηλώσουν την Ανάπτυξη και στην Ελλάδα:
• Περαιτέρω επιβράδυνση της οικονομικής ανάπτυξης της Κίνας και εμβάθυνση της κρίσης ακινήτων με αρνητικές επιπτώσεις για τους εμπορικούς της εταίρους.
• Έντονες μεταβολές των τιμών των εμπορευμάτων εν μέσω κλιματικών και γεωπολιτικών κλυδωνισμών (καύσωνες και ξηρασίες, πόλεμος στην Ουκρανία, αναταραχή στη Μέση Ανατολή, περιορισμοί στις εξαγωγές).
• Επίμονες πληθωριστικές πιέσεις λόγω των συνθηκών στην αγορά εργασίας, του αιτήματος για ανάκτηση της απώλειας πραγματικού εισοδήματος και της πλεονάζουσας αποταμίευσης σε ορισμένες οικονομίες με συνέπεια περαιτέρω αυξήσεις των επιτοκίων των κεντρικών τραπεζών και εμπέδωση πληθωριστικών προσδοκιών.
• Αυξανόμενη δυσχέρεια χρέους. Τα κριτήρια δανεισμού έχουν γίνει πιο αυστηρά σε ΗΠΑ, Ευρωζώνη και ορισμένες αναδυόμενες οικονομίες. Το κόστος δανεισμού για τις αναδυόμενες αγορές και τις αναπτυσσόμενες οικονομίες παραμένει υψηλό αυξάνοντας τον κίνδυνο δυσχέρειας του χρέους.
• Αύξηση των περιορισμών στο εμπόριο, στις διασυνοριακές μετακινήσεις κεφαλαίων, τεχνολογίας, εργαζομένων και στις διεθνείς πληρωμές λόγω γεωπολιτικών εντάσεων.
• Ασθενής ανάπτυξη του διεθνούς εμπορίου, και ειδικότερα του εμπορίου αγαθών, καθώς σημείωσε πτώση κατά 1,5% στο πρώτο εξάμηνο του έτους.
• Κοινωνικές αναταραχές λόγω ενδεχόμενων αυξήσεων των τιμών των τροφίμων και των καυσίμων.
Αντιθέτως οι προβλέψεις μπορεί να διαψευστούν ευχάριστα και η ανάπτυξη στη χώρα μας το 2024 να είναι ακόμα μεγαλύτερη, αν εξελιχθούν καλύτερα τρία μεγέθη:
• Ακρίβεια: ταχύτερη από την αναμενόμενη μείωση του πληθωρισμού θα μπορούσε να συμβάλει θετικά στην οικονομική ανάπτυξη μειώνοντας την απώλεια αγοραστικής δύναμης των νοικοκυριών και επιτρέποντας στις κεντρικές τράπεζες να προωθήσουν μια λιγότερο σφιχτή νομισματική πολιτική.
• Κατανάλωση: ταχύτερη ανάκαμψη της εγχώριας ζήτησης σε συνδυασμό με τις πρόσφατες ανακαλύψεις στην τεχνητή νοημοσύνη και η πρόοδος στις πράσινες τεχνολογίες θα μπορούσαν επίσης να οδηγήσουν σε μια νέα περίοδο ισχυρής αύξησης της παραγωγικότητας, ενισχύοντας τις επενδύσεις και την ανάπτυξη.
• Επενδύσεις: στην ίδια κατεύθυνση λειτουργεί και το εναπομένον απόθεμα πλεονάζουσας αποταμίευσης που συσσωρεύτηκε κατά τη διάρκεια της πανδημίας καθώς και η ανάκαμψη των ιδιωτικών επενδύσεων σε προπανδημικά επίπεδα.