H JP Morgan υποδέχθηκε τον Αντώνη Σαμαρά
- 09/08/2013, 19:39
- SHARE
Τι βλέπουν οι αναλυτές της επενδυτικής τράπεζας για το μέλλον του ελληνικού προγράμματος και ένα πιθανό νέο κούρεμα.
Με τον πρόεδρο της JP Morgan Τζέιμι Ντιμόν είχε νωρίτερα συνάντηση στη Νέα Υόρκη, ο πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς και σύμφωνα με πληροφορίες συζήτησαν για τις προοπτικές επενδύσεων στην ελληνική οικονομία.
Η αμερικανική επενδυτική τράπεζα με πρόσφατη τοποθέτηση της είχε αναφερθεί στο δύσκολο σταυρόλεξο του ελληνικού προγράμματος διάσωσης. Μάλιστα είχε υποστηρίξει πως η εκταμίευση της νέας δόσης των δανείων διάσωσης, για την οποία πριν από κάποιες μέρες έδωσαν το πράσινο φως η Ευρώπη και το ΔΝΤ, δεν λύνει τα μεσοπρόθεσμα προβλήματα χρηματοδότησης της Ελλάδας.
«Ακόμα και την ώρα που διασφαλίζεται αυτή η δόση, συνεχίζεται η συζήτηση για το χρηματοδοτικό κενό που προκύπτει και για την ανάγκη περαιτέρω ελάφρυνσης του χρέους. Και τα δύο αυτά ζητήματα θα αντιμετωπιστούν μετά τις γερμανικές εκλογές», ανέφεραν οι οικονομολόγοι του αμερικανικού επενδυτικού οίκου.
Το χρηματοδοτικό κενό είναι διπλό, εξηγεί η JP Morgan. Πρώτα, παρουσιάζεται το κενό που προέκυψε έως τα τέλη του 2014 λόγω της υστέρησης των εσόδων από τις αποκρατικοποιήσεις και της αβεβαιότητας για τη μετακύλιση των θέσεων των εθνικών κεντρικών τραπεζών στα ελληνικά ομόλογα.
Μετά, η Αθήνα και οι πιστωτές της καλούνται να αντιμετωπίσουν το χρηματοδοτικό κενό του 2015 και του 2016. Και αυτό είναι ουσιαστικά γνωστό ότι θα προέκυπτε από την Άνοιξη του 2012, καθώς οι Ευρωπαίοι συμφώνησαν τότε να χρηματοδοτήσουν την Ελλάδα έως τα τέλη του 2014 μέσω του EFSF, ενώ το ΔΝΤ αποδέχθηκε να δίνει χρήματα έως το 2016.
«Σε αυτή τη φάση, είναι ασαφές πώς θα καλυφθεί το σωρευτικό χρηματοδοτικό κενό των 11,1 δισ. ευρώ έως το 2016», σημειώνει η JP Morgan.
Τα 20 fund που διαχειρίζονται 850 δισ. δολάρια και «βλέπουν» Ελλάδα
Η JP Morgan θεωρεί ότι μια αναδιάρθρωση των δανείων του επίσημου τομέα είναι πιθανή, αλλά μόνο με τη μορφή μείωσης των επιτοκίων και επιμήκυνσης της περιόδου ωρίμανσης. Κάτι τέτοιο φέρνει ελάφρυνση του χρέους σε ό,τι αφορά το net present value, αλλά δεν το μειώνει ως ποσοστό του ΑΕΠ.
«Σε κάποιο σημείο, η προσοχή πρέπει να στραφεί από το ονομαστικό χρέος στο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ. Για να μειωθεί το τελευταίο, θα πρέπει να μειωθεί η ονομαστική αξία των υποχρεώσεων προς τους πιστωτές του επίσημου τομέα. Δεν είναι σαφές ότι η Ευρωζώνη είναι έτοιμη να το κάνει αυτό ακόμα», καταλήγουν οι αναλυτές της JP Morgan.