Οι πλούσιοι φίλοι της Χίλαρι και η κοινωνική πολιτική
- 14/04/2015, 17:01
- SHARE
Η λαϊκιστική προσέγγιση μπορεί να είναι δύσκολη για την Κλίντον, η οποία έχει τη στήριξη των μεγάλων επιχειρήσεων. Οπότε θα δώσει περισσότερη δύναμη στις δυνάμεις της εργασίας.
της Νίνα Ίστον
Πώς αντιμετωπίζει η Χίλαρι Κλίντον την οικονομική ανισότητα – τη βασική ανησυχία του κόμματός της – όταν δίνει ομιλίες έναντι 200.000 δολαρίων στους δωρητές της Wall Street; Αυτά τα στοιχεία μπορεί να κάνουν δύσκολη (το λιγότερο) την τακτική της επίρριψης ευθυνών στους συνήθεις υπόπτους.
Απάντηση: Θα δώσει περισσότερη δύναμη στις δυνάμεις της εργασίας.
Καθώς το οικονομικό σχέδιο της Κλίντον αρχίζει να παίρνει μορφή μέσα στις επόμενες ημέρες και εβδομάδες, θα αρχίσει να προτείνει ιδέες υπέρ της εργασίας, όπως τη συμμετοχή των εργαζομένων στα κέρδη, και τη διευκόλυνση οργάνωσης των συνδικάτων της χώρας.
Νωρίτερα φέτος, παρευρέθηκα σε μια συζήτηση στρογγυλής τραπέζης στη βάση της Χίλαρι -το Κέντρο στη Ουάσιγκτον για την Αμερικανική Πρόοδο, το οποίο ιδρύθηκε από τον νυν επικεφαλής της εκστρατείας της Κλίντον, Τζον Ποντέστα και διευθύνεται από τη Νίρα Τάντεν, τη διευθύντρια πολιτικής της Κλίντον κατά τη διάρκεια της προεκλογικής της εκστρατείας το 2008. Στη συνομιλία, η Χίλαρι απέφυγε με έξυπνο τρόπο τη ρητορική με «μεγάλα λόγια» που συνηθίζει ο Ομπάμα υπέρ πιο υψηλοφρόνων συνταγών για «ευημερία χωρίς αποκλεισμούς». Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι κάποιες από τις πολιτικές της θα είναι λιγότερο επώδυνες για την κυβέρνηση.
Οι ιθύνοντες νόες πίσω από μια έκθεση που κυκλοφόρησε εκείνη την ημέρα – ο συγγραφέας Λόρενς Χ. Σάμερς, πρώην υπουργός Οικονομικών στην κυβέρνηση του Μπιλ Κλίντον και οικονομικός σύμβουλος του Ομπάμα και ο βρετανός σκιώδης Υπουργός Οικονομικών, Εντ Μπολς – προτείνουν την ενίσχυση των συνδικάτων στο Εθνικό Συμβούλιο Εργασιακών Σχέσεων (NLRB).
Οι επιχειρηματικοί παράγοντες, οι οποίοι ήδη παραπονούνται ότι ο Ομπάμα έχει συμφωνήσει για μέτρα υπέρ των συνδικάτων στο NLRB, δε θα είναι ευχαριστημένοι.
Πολιτικά όμως, είναι μια θέση που επιτρέπει στην Κλίντον να ξεχωρίσει από τους αναδυόμενους προεδρικούς υποψηφίους των Ρεπουμπλικάνων, οι οποίοι κατηγορούν τα συνδικάτα για την καταστροφή της δημοσιονομικής υγείας των πολιτειών, των πόλεων και των βιομηχανιών, όπως στον τομέα των αυτοκινήτων. Ο γερουσιαστής του Ουισκόνσιν Σκοτ Γουόκερ, με τις νίκες του επί των συνδικάτων του δημόσιου τομέα, προωθείται στην κορυφαία θέση των προεδρικών υποψηφίων. Αλλά η έκθεση Σάμερς και Μπαλς καταδικάζει τις πολιτείες του Ουισκόνσιν, του Μίσιγκαν και της Ιντιάνα για την ψήφιση νόμων που περιορίζουν τις συλλογικές διαπραγματεύσεις με τους δημοσίους υπαλλήλους – και κατηγορεί τις πολιτείες που είναι υπέρ του δικαιώματος στην εργασία για αποδυνάμωση των εργαζομένων στην εξασφάλιση υψηλότερων μισθών.
Η Κλίντον ήταν μια από τις αγαπημένες των μεγάλων επιχειρήσεων στην πρώτη εκστρατεία της εναντίον του Μπαράκ Ομπάμα. Στην πραγματικότητα, το άρθρο του Ιουλίου 2007 του Fortune, «Οι επιχειρήσεις αγαπούν την Χίλαρι!» είχε αποκαλύψει ότι είχε την υποστήριξη από περισσότερα από 150 κορυφαία στελέχη. Αυτή η φιλική προς τις επιχειρήσεις φήμη, σε συνδυασμό με τις πιο πρόσφατες αποκαλύψεις των μεγάλων εταιρικών δωρεών προς το Ίδρυμα Κλίντον, έχουν προκαλέσει την καχυποψία στην αριστερή πτέρυγα του κόμματος που τάσσεται υπέρ των συνδικάτων.
Επιπλέον, οι κεντρώοι παράγοντες των επιχειρήσεων που την υποστηρίζουν τείνουν να είναι υπέρμαχοι του ελεύθερου εμπορίου, εξοργίζοντας τους ηγέτες των συνδικάτων με την υποστήριξή τους σε εμπορικές συμφωνίες, όπως αυτές που είναι τώρα υπό διαπραγμάτευση με την Ασία και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Και τα συνδικάτα εξακολουθούν να είναι ανάστατα με τη NAFTA, τη συμφωνία ελεύθερου εμπορίου που είχε προωθηθεί από τον Πρόεδρο Μπιλ Κλίντον.
Η προώθηση των συνδικάτων στο πλαίσιο του «συμμετοχικού καπιταλισμού» μπορεί να εξαγοράσει μέρος αυτής της καλής θέλησης, όπως και η αύξηση του κατώτατου μισθού (οι Σάμερς και Μπαλς προτείνουν 10,10 δολάρια, με αυτόματη προσαρμογή με βάση το κόστος ζωής για την αποφυγή πολιτικών αντιπαραθέσεων) και αύξηση των δικαιωμάτων στους εργαζομένους μεγάλων αλυσίδων, όπως τα McDonalds.
Άλλες πολιτικές που υποστηρίζονται από τους Σάμερς και Μπαλς εμπίπτουν στην κατηγορία «ώθησης» στην εταιρική διαχείριση, έτσι ώστε να είναι λιγότερο πιθανό να υπάρξουν αντιρρήσεις από τις επιχειρήσεις. Οι Σάμερς και Μπαλς προτείνουν τη χρήση φορολογικών κινήτρων για προγράμματα διανομής κερδών και αγοράς μετοχών από τους εργαζομένους και ενθαρρύνουν τις εταιρείες να δημιουργήσουν εκπαιδευτικά προγράμματα για τους εργαζομένους – καθοδηγούμενα από ένα νέο «Γραφείο Συμμετοχικού Καπιταλισμού» στο Υπουργείο Εμπορίου.
Με έμφαση στη ρητορική «από κάτω προς τα πάνω», η Χίλαρι Κλίντον μπορεί να αποφύγει την επίπληξη των πλούσιων φίλων της. Μπορεί να συνεχίσει τους δεσμούς της με ισχυρές προσωπικότητες της Γουόλ Στριτ, όπως τον διευθύνοντα σύμβουλο της Goldman Sachs Λόιντ Μπλάνκφεϊν και τον αντιπρόεδρο της Morgan Stanley Τομ Νάιντς.
Το πιο σημαντικό, δεν πρέπει να προσπαθήσει να μιμηθεί τη λαϊκιστική ρητορική κατά των μεγάλων επιχειρήσεων της προοδευτικής γερουσιαστή της Μασαχουσέτη Ελίζαμπεθ Γουάρεν, η οποία θέλει να σπάσει τις μεγαλύτερες τράπεζες της Αμερικής.
Και, όπως έχουμε δει, η λαϊκιστική προσέγγιση για την Κλίντον μπορεί να προκαλέσει και αμηχανία. «Μην αφήσετε κανέναν να σας πει ότι είναι οι εταιρείες και οι επιχειρήσεις που δημιουργούν θέσεις εργασίας», διακήρυξε πέρυσι η Κλίντον – πριν αναγκαστεί να υπαναχωρήσει από τη θέση αυτή.
Πηγή: fortune.com