Οι «σταθερές» της αβεβαιότητας και ο πρόσθετος παράγοντας κινδύνου της Ελλάδας
- 16/04/2022, 10:14
- SHARE
Από την κρίση του 2008 έως την πανδημία του 2020-2022 κλείνουν 14 χρόνια, στα οποία η παγκόσμια προσοχή είχε εστιαστεί στην επιδίωξη της «νέας κανονικότητας», που θα θεράπευε τις οικονομικές και κοινωνικές ανατροπές που επέφεραν η αλληλουχία της οικονομικής κρίσης και οι επιπτώσεις της πανδημίας. Σε γενικές γραμμές, κυβερνήσεις, έγκυρα think tanks, επιχειρηματικοί ηγέτες και έμπειροι αναλυτές προέβλεπαν μεν ότι «τίποτα δεν θα είναι όπως πριν», συνέπιπταν δε στη διαπίστωση ότι στο νέο περιβάλλον θα αναδυθεί -εν τέλει- μια διαφορετική, αλλά προβλέψιμη και διαχειρίσιμη τάξη πραγμάτων, στην οποία, σιγά σιγά, κράτη, επιχειρήσεις, κοινωνίες θα μπορούσαν να κάνουν τους σχεδιασμούς τους και να προσδοκούν επωφελή αποτελέσματα.
Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, ανατίναξε -στην κυριολεξία- την προσδοκία μιας «νέας κανονικότητας», ως αποτέλεσμα του τέλους της πανδημίας και της παράλληλης οικονομικής κρίσης. Μετά τον πόλεμο, ακόμα και αν η πανδημία έληγε αύριο, όχι απλώς δεν μπορεί να υπάρξει οποιαδήποτε πρόβλεψη μιας σταθερής και διαχειρίσιμης νέας τάξης πραγμάτων, αλλά όλες οι ενδείξεις οδηγούν σε ένα ριζικά διαφορετικό συμπέρασμα: η μόνη βεβαιότητα της επερχόμενης νέας παγκόσμιας περιόδου θα είναι η αβεβαιότητα.
Οι «σταθερές» της αβεβαιότητας
1. «Ζούμε το τέλος της ευτυχισμένης παγκοσμιοποίησης», συνόψισε ο Στρoς-Καν. Τα τριάντα χρόνια της κυριαρχίας των κανόνων του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, η κατάργηση των φραγμών στη διακίνηση κεφαλαίων και αγαθών, η κάμψη του ελέγχου των εθνικών κυβερνήσεων στην Οικονομία, όχι απλώς ανακόπτονται, αλλά λαμβάνουν αντίστροφή τροχιά. Υψώνονται φραγμοί, επιβάλλονται δασμοί, η Οικονομία γίνεται όπλο μέσω των κυρώσεων που επιβάλλονται στην Ρωσία, όπως αποδεικνύεται ότι και η ενέργεια ήταν ένα όπλο −και όχι μόνον εξαγώγιμο αγαθό− της Ρωσίας.
2. Η εξουσία επανέρχεται στην Πολιτική έναντι της Οικονομίας. Αλλάζει η λογική που προόριζε επί τριάντα χρόνια την πολιτική να υπηρετεί την οικονομία. Ενισχύεται και πάλι ο ρόλος του κράτους. Και τα κράτη προσδιορίζονται, πριν απ’ όλα, από τα μακρά συμφέροντά τους στη γεωπολιτική σκακιέρα. Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η Γερμανία. Οικοδόμησε (σε σύγκρουση με τις ΗΠΑ) την ανάπτυξή της σε μια προνομιακή σχέση με τη Ρωσία. Τώρα αναστρέφει αυτή τη σχέση, όχι μόνον αναπροσανατολίζοντας την ενεργειακή της στρατηγική, αλλά με ριζική αλλαγή των μεταπολεμικών επιλογών της: ξαναγίνεται στρατιωτική δύναμη, με πλήρη εθνικό επανεξοπλισμό, με επείγον πρόγραμμα πενταετίας και πρόβλεψη κονδυλίων-μαμούθ για την πραγμάτωσή του.
3. Μπαίνουμε σε ένα νέο είδος «Ψυχρού Πολέμου» ή -ακόμα χειρότερα- «Θερμής Ειρήνης». Ο πυρήνας της διεθνούς αστάθειας προκύπτει από τη σαφή ανάδυση της Κίνας ως του επόμενου διεκδικητή της παγκόσμιας ηγεμονίας, όπως, έως σήμερα, επιτελούν τον ρόλο αυτόν οι ΗΠΑ. Στο πλαίσιο αυτού του ανταγωνισμού, αποκτούν μεγαλύτερο βάρος οι περιφερειακές δυνάμεις και οι φιλοδοξίες τους. Η εισβολή του Πούτιν στην Ουκρανία είναι μια απελπισμένη προσπάθεια απόκτησης ρόλου μιας περιφερειακής δύναμης, που υπήρξε κάποτε υπερδύναμη, και η οποία σήμερα νιώθει ότι θα συντριβεί σαν καρύδι ανάμεσα στις δύο πραγματικές υπερδυνάμεις. Περιφερειακές δυνάμεις όπως η Ινδία και η Ιαπωνία, που επίσης υλοποιούν νέα εξοπλιστικά προγράμματα-μαμούθ, θα διεκδικήσουν ρόλο στην περιοχή τους. Και μεσαίες περιφερειακές δυνάμεις, όπως η Τουρκία και το Ιράν, θα αναζητούν διαρκώς διεύρυνση της επιρροής τους. Αυτό σημαίνει ότι όλος ο πλανήτης θα βρίσκεται σε μια τροχιά διαρκούς έντασης, με πολλές πιθανές εστίες «θερμών» αναμετρήσεων.
4. Ανατρέπονται και ακυρώνονται οι ούτως ή άλλως ασθενείς διεθνείς συμφωνίες για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Είναι φανερό ότι πολλές αναδυόμενες οικονομίες στην Ασία, τη Λατινική Αμερική και την Αφρική θα εντείνουν ευχαρίστως τις ρυπογόνες δραστηριότητες, φτάνει να επιτύχουν υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης. Αλλά και στις ΗΠΑ και την Ευρώπη, η ενεργειακή ασφυξία μπορεί να μεταβάλει τις τωρινές δεσμεύσεις και αποφάσεις. Η απολιγνιτοποίηση προβλέπεται να λάβει μεγάλη χρονική αναστολή, ενώ οι «δέκα» της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με επικεφαλής τη Γαλλία, που πέτυχαν ήδη να αναγνωρισθεί η λεγόμενη «καθαρή» πυρηνική ενέργεια ως «πράσινη», γεμίζοντας την Ευρώπη με πυρηνικούς σταθμούς παραγωγής φθηνής ενέργειας, μπορεί να αποτελέσουν ελκυστικό πρότυπο και για πολλούς άλλους…
5. Η οικονομική κρίση θα συνεχιστεί και θα παίρνει διαρκώς νέες μορφές. Οι ρυθμοί ανάπτυξης θα επιβραδυνθούν διεθνώς, ο πληθωρισμός θα καταστεί και πάλι επίφοβος, ενώ η αποκατάσταση της ενεργειακής επάρκειας θα αποδειχθεί μια πολύ ακριβή υπόθεση. Το ίδιο επισφαλής και εξίσου ακριβή υπόθεση θα αποδειχθεί η αποκατάσταση της επισιτιστικής επάρκειας. Η συνοχή των κοινωνιών μας θα δοκιμαστεί. Οι εθνικές κυβερνήσεις, αλλά και η Ευρωπαϊκή Ένωση ως σύνολο, θα βρεθούν μπροστά σε προκλήσεις, απέναντι στις οποίες τα κλασικά εργαλεία θα αποδειχθούν ανεπαρκή. Ήδη, στην Ελλάδα, ο κύκλος των επιδομάτων είναι αμφίβολο αν θα μπορεί να συνεχιστεί στο μακρό διάστημα δοκιμασίας της οικονομίας, από τα αλλεπάλληλα πλήγματα που δέχεται, και τα οποία θα συνεχιστούν.
6. Οι λύσεις είναι επείγουσες και αναζητούν ριζική αλλαγή συμπεριφοράς των κυβερνήσεων. Κρατάω, χαρακτηριστικά, την υπόδειξη του Νίκου Φιλιππίδη στα «ΝΕΑ» της Δευτέρας 4 Απριλίου. Ο έγκυρος οικονομικός συντάκτης επισημαίνει ότι η επικοινωνία του Κυριάκου Μητσοτάκη με τον Βούλγαρο πρωθυπουργό, ο οποίος διαβεβαίωσε τον Έλληνα ομόλογό του ότι η Βουλγαρία θα καλύψει τις ανάγκες της χώρας μας σε ηλιέλαιο, δεν έχει κανένα πραγματικό πρακτικό αντίκρισμα, μια και δεν υπάρχει στη Βουλγαρία κρατική διαχείριση του ηλιελαίου, ούτε κρατικά αποθέματα. Άρα, η αγορά, οι ιδιώτες Βούλγαροι δηλαδή, θα αποφασίσουν πού, πότε και εάν θα πουλήσουν. Αντίθετα, αυτή τη στιγμή, αν η ελληνική κυβέρνηση δώσει κίνητρα στους Έλληνες παραγωγούς, μπορούν να ανακατευθύνουν τα 300.000 στρέμματα που προορίζονται για βιοντίζελ στο βρώσιμο ηλιέλαιο. Αλλά αυτό πρέπει να γίνει έως τις 15 Απριλίου, που είναι η περίοδος της σποράς.
7. Είναι αδύνατο να θεωρήσει κανείς ότι η πολιτική ζωή σε όλες τις χώρες της Δύσης θα παραμείνει ανεπηρέαστη από την επέκταση της οικονομικής κρίσης, τη νέα πίεση στα μεσαία στρώματα και την ακόμα μεγαλύτερη φτωχοποίηση των ήδη υποβαθμισμένων στρωμάτων από τα σκληρά δεκατέσσερα προηγούμενα χρόνια. Ο λιμός στην Αφρική, τη Μέση Ανατολή και σε μεγάλες περιοχές της Ασίας θα προκαλέσει μια νέα μεταναστευτική κρίση, που θα κλονίσει τις ευρωπαϊκές αντοχές και ανοχές. Η δημοκρατία θα δοκιμαστεί και πάλι από ρεύματα λαϊκισμού αλλά και τις παρενέργειες της επανεθνικοποίησης της πολιτικής, που μπορεί να συνδυαστεί με έλξη σε πολιτικές προτάσεις τύπου Όρμπαν στην Ευρώπη και επιθετική επιστροφή του Τραμπ στις ΗΠΑ.
8. «Κλειδί» θα αποδειχθεί η στάση της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Είναι τόση η ένταση και η αλληλουχία των αλλαγών, ώστε πολύ δύσκολα θα ανταποκριθεί σε αυτές με βάση τη γνωστή συνταγή των αλλεπάλληλων συμβιβασμών στον χαμηλότερο δυνατό κοινό παρονομαστή. Είναι ωραία, ας πούμε, η «στρατηγική πυξίδα» για την αμυντική πολιτική της Ε.Ε. Αλλά το ότι η Ενωμένη Ευρώπη των 450 εκατομμυρίων κατοίκων ξεκινά με τη συγκρότηση μιας δύναμης ταχείας επέμβασης της τάξεως των 5.000 ανδρών, μάλλον δεν δημιουργεί κάποια αίσθηση στιβαρής παρουσίας στη διεθνή σκηνή.
9. Η κλίμακα πραγματικής αποτελεσματικής απάντησης στις προκλήσεις μόνο σε ευρωπαϊκό επίπεδο υπάρχει. Είτε στην ενέργεια, είτε ακόμα και σε αναπροσαρμογή της αγροτικής πολιτικής, σίγουρα με νέες προτεραιότητες στη συνολική παραγωγική της ανασύνταξη. Ήδη, στην πανδημία, ανέκυψαν οι καταστροφικές επιπτώσεις της επιλογής να μεταφερθούν κρίσιμοι παραγωγικοί τομείς σε τρίτες χώρες, κυρίως στην Ασία.
Καθώς έρχονταν το ένα μετά το άλλο τα lockdowns και η αναστολή της παραγωγής, η Ευρώπη ανακάλυψε ότι στο έδαφός της παράγεται μόλις το 5% των ημιαγωγών που χρειάζεται. Και παρέλυσαν ολόκληροι κλάδοι. Η «περισσότερη Ευρώπη» είναι η προϋπόθεση για μια αποτελεσματικότερη υπέρβαση των τεκτονικών αλλαγών, των οποίων ήδη βιώνουμε τις συνέπειες, αλλά και η μόνη πραγματική προοπτική μιας συνολικής ανάπτυξης στην οικονομία, που θα μετατραπεί σε ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής με στοχευμένες πολιτικές αλληλεγγύης.
10. Η Δύση θεωρητικά έχει ακόμα όλα τα πλεονεκτήματα στα χέρια της. Προηγείται οικονομικά, τεχνολογικά, στρατιωτικά από όλους τους ανταγωνιστές της, κυρίως τη Ρωσία και την Κίνα. Ωστόσο, όλοι οι διεθνείς αναλυτές που παρακολουθούν συστηματικά την Κίνα επισημαίνουν ότι το 2050 το σχέδιο της Κίνας να υπερέχει σε όλους αυτούς τους τομείς όσον αφορά τις ΗΠΑ και τη Δύση θα έχει γίνει πραγματικότητα. Άρα, αν δεν επινοηθούν και εφαρμοστούν τρόποι και μηχανισμοί ειρηνικής συνύπαρξης, η ανθρωπότητα θα ξαναβρεθεί σε μια νέα περίοδο «ισορροπίας του τρόμου». Ναι μεν θα υπάρχουν οι δύο βασικοί παίκτες, με πολλές όμως «ανεξάρτητες μεταβλητές», που θα είναι οι περιφερειακές δυνάμεις, με πολύ μεγαλύτερο ρόλο απ’ ό,τι την εποχή του κλασικού «διπολισμού». Δηλαδή, σε πολύ πιο ασταθές και επικίνδυνο έδαφος…
Ο πρόσθετος παράγοντας κινδύνου της Ελλάδας
Σε αυτό το έδαφος ρευστότητας, ανασφάλειας και ανατροπών, η Ελλάδα έχει και έναν πρόσθετο παράγοντα κινδύνου. Ο τουρκικός αναθεωρητισμός παραμένει σταθερά στην ατζέντα της Άγκυρας, εκδηλώνεται με συστηματικό τρόπο και επιχειρεί πλέον να περιβάλει τις παράνομες διεκδικήσεις της με «παραναγνώσεις» του Διεθνούς Δικαίου και των Συνθηκών.
Ταυτόχρονα, η Τουρκία παίζει σωστά τα χαρτιά της, ισορροπώντας ανάμεσα στις τυπικές της δεσμεύσεις ως μέλους του ΝΑΤΟ και υποψήφιας προς ένταξη χώρας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, με τους δεσμούς και τις αποστάσεις της ταυτόχρονα στις σχέσεις της με τη Ρωσία και τη δυναμική παρεμβατικότητά της ακόμα και με στρατιωτικά μέσα, στη Συρία ή τη Λιβύη. Η Τουρκία πέτυχε ξανά να θεωρηθεί «αναγκαίος σύμμαχος» από τις ΗΠΑ, να διατηρήσει τους δεσμούς της με το Βερολίνο, τη Μαδρίτη και τη Ρώμη, να αποκαθιστά σταδιακά την σχέση της με το Ισραήλ και τα Αραβικά Εμιράτα. Συνεχίζει τα «ανοίγματα» (όχι χωρίς ανταπόκριση) στην Αίγυπτο, ενώ ήδη προβάλλει ως αξιόπιστη γέφυρα μεταξύ Ζελένσκι και Πούτιν και ως εγγυήτρια χώρα του μέλλοντος ειρηνικού καθεστώτος.
Η διπλωματική σχολή στην Αθήνα που προσέβλεπε (και προέβλεπε) την απομόνωση της Τουρκίας και τη δημιουργία συμμαχιών της Ελλάδας, που συνδυαστικά με την απομόνωση θα υποχρέωναν την Τουρκία σε αναδίπλωση και ακύρωση της αναθεωρητικής στρατηγικής της, διαψεύσθηκε απολύτως από την εξέλιξη των πραγμάτων.
Αναγκαία η ύπαρξη εθνικής αποτρεπτικής ισχύος
Στο νέο τοπίο αβεβαιότητας, η διασφάλιση των εθνικών συμφερόντων της Ελλάδας, τα οποία διέρχονται μόνον από τον σεβασμό του Διεθνούς Δικαίου και των δικαιοδοτικών οργάνων του, δηλαδή τη Χάγη, μπορεί να επιτευχθεί μόνον από αύξηση της ελληνικής εθνικής ισχύος και της δύναμης αποτροπής. Η ύπαρξη ισχυρής εθνικής αποτρεπτικής ισχύος θα διευκολύνει τις ΗΠΑ και την Ευρωπαϊκή Ένωση να στηρίξουν ως μοναδική οδό το Διεθνές Δίκαιο και θα τις αποτρέψει από ενστερνισμό της τουρκικής άποψης για «πολιτικό διάλογο για όλα τα θέματα», με βάση την αρχή της «ευθυδικίας» (equity). Αλλά αυτό το μείζον, δηλαδή η εθνική αποτρεπτική ισχύς, δεν είναι μόνον θέμα εξοπλισμών. Είναι η συνολική εθνική ανασύνταξη, που θα ήταν αναγκαία ακόμα και εάν δεν αντιμετωπίζαμε αυτή τη ζωτική απειλή. Η παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας, η ανταγωνιστικότητά της, η συνδεδεμένη με την παραγωγή εκπαίδευση, ο εκσυγχρονισμός του κράτους, η εθνική αμυντική βιομηχανία, η ενθάρρυνση της καινοτομίας, η ποιότητα αξιών στην πολιτική και δημόσια ζωή, είναι το αλληλένδετο πλέγμα επιλογών που θα αλλάξει την θέση της Ελλάδας και την μοίρα των Ελλήνων.
Σε αυτό το ταραγμένο και αβέβαιο διεθνές τοπίο, χρειάζεται μια μεταρρυθμιστική αναγεννητική πνοή, αντίστοιχη με αυτή που στερέωσε τη σύγχρονη Ελλάδα, το 1909-1912. Και δεν μας λείπει κατ’ ανάγκην ένας Ελευθέριος Βενιζέλος για να το κάνουμε πράξη. Με την ίδια ορμή, ένας λαός όμοιος με εμάς, με ηγέτες ανθρώπους «της διπλανής πόρτας, αλλά αφοσιωμένους, με όραμα, με σχέδιο, με αυτοθυσία, έστησε μέσα στην έρημο ένα πρότυπο κράτος ευημερίας και ασφάλειας. Το Ισραήλ. Και ένα ελληνικό κράτος με ισχύ θα έχει σεβαστό ρόλο και λόγο στην πορεία της Ενωμένης Ευρώπης, στην οποία οργανικά ανήκει, στην Ατλαντική Συμμαχία, στην οποία καθοριστικά συμβάλλει, στην προάσπιση των συμφερόντων του, όπως τα ορίζει το Διεθνές Δίκαιο, του οποίου ζητά σεβασμό και εφαρμογή. Και ούσα η ίδια η Ελλάδα ισχυρή, θα μπορεί να επιβάλλει και τον σεβασμό και την εφαρμογή του Δικαίου, από όλους και προς όλους.
*Το κείμενο δημοσιεύεται στο περιοδικό Fortune που κυκλοφορεί στα περίπτερα.