Οι τρεις προϋποθέσεις Λαφαζάνη για συμφωνία
- 24/06/2015, 09:45
- SHARE
«Όχι στη λιτότητα, ισχυρή ένεση ρευστότητας, βαθιά διαγραφή του χρέους».
Μιλώντας σε εκδήλωση το απόγευμα της Τρίτης, ο Υπουργός Παραγωγικής Ανασυγκρότησης και Ενέργειας, Παναγιώτης Λαφαζάνης, μίλησε για τις «κόκκινες γραμμές» στήριξης της συμφωνίας.
«Αν θέλουμε να φύγουμε από αυτή την κρίση, αν θέλουμε να δημιουργήσουμε ένα πλαίσιο όπου θα ανακοπεί η ύφεση για να μπούμε σε μια νέα ανοδική τροχιά, ανακαμψιακή τροχιά, αν θέλουμε λοιπόν να οδεύσουμε προς αυτή την κατεύθυνση, χρειάζονται απαραιτήτως τρία πράγματα. Είναι πολλά που χρειάζονται, αλλά τρία πράγματα απαραιτήτως», ανέφερε ο Παναγιώτης Λαφαζάνης και εξήγησε:
«Πρώτον, να τερματιστεί η λιτότητα. Η λιτότητα είναι ότι πιο καταστροφικό για όλη την Ευρώπη, αλλά ειδικότερα για μια χώρα σαν την Ελλάδα. Με μέτρα λιτότητας η Ελλάδα δεν μπορεί να δει το αύριο».
«Το δεύτερο που χρειάζεται είναι μια ισχυρή ένεση ρευστότητας στην ελληνική οικονομία. Ισχυρή ένεση ρευστότητας, προκειμένου να διαμορφωθεί ένα μεγάλο πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων, με σαφή και καθαρή την παραγωγική και αναπτυξιακή κατεύθυνση και, βεβαίως, ισχυρή ρευστότητα για να χρηματοδοτηθεί με όσο το δυνατόν πιο ευνοϊκούς όρους η οικονομία. Και το τρίτο που χρειάζεται απαραιτήτως, είναι η βαθιά διαγραφή του χρέους. Θα έλεγα, η διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του χρέους».
Παράλληλα, ο κ. Λαφαζάνης υπογράμμισε: «Η κατάσταση της Ελλάδας είναι ο αδύνατος κρίκος αυτή τη στιγμή μέσα στην Ευρώπη. Η σημερινή ΕΕ, η νεοφιλελεύθερη μονεταριστική ΕΕ, δεν έχει κανένα μέλλον. Μια ένωση αγοράς και νομίσματος υπό την Γερμανική κηδεμονία, δεν μπορεί να πάει μακριά. Και αυτό το αποδεικνύει η στασιμότητα και η ύφεση που περνάει σήμερα το σύνολο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η αδυναμία να υπάρξουν στοιχειώδεις οικονομικές προοπτικές, τη στιγμή που το κοινωνικό πεδίο σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες, κατεδαφίζεται.
Η Ελλάδα μέσα σ’ αυτή την Ευρώπη, είτε το θέλουμε είτε δεν το θέλουμε, έχει μπει σε μια φάση μετάβασης. Αυτή η μετάβαση, ή θα είναι προοδευτική και θα οδηγήσει σε μια μεγάλη κοινωνική αλλαγή, ή -αν δεν προχωρήσει αυτή η μετάβαση σ’ αυτή την κατεύθυνση- η Ελλάδα μπορεί να καταστεί επίκεντρο μιας μεγάλης πολιτικής και αντιδημοκρατικής ανωμαλίας η οποία γρήγορα μπορεί να εξαπλωθεί και στην περιοχή μας και στην Ευρώπη».
Στη συνέχεια επισήμανε: «Αυτή η Ελλάδα σε μετάβαση, για να προχωρήσει σε προοδευτική κατεύθυνση και ιδιαίτερα με μια Κυβέρνηση που έχει κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ, την Αριστερά, πρέπει να κινηθεί σε μια κατεύθυνση αλλαγής του κράτους, ριζικής αλλαγής του κράτους. Αλλά, επιτρέψτε μου εδώ να υπογραμμίσω μια διάσταση, η οποία είναι αρκετά σημαντική και τη ζούμε στις μέρες μας. Ο ελληνικός καπιταλισμός είναι ένας βαθιά εξαρτημένος και κηδεμονευόμενος καπιταλισμός. Ξέρω και τις άλλες απόψεις στην Αριστερά, αλλά επιτρέψτε μου να πω ότι δεν έχουν καμία απολύτως σχέση με την πραγματικότητα. Και δυστυχώς, αυτό δεν το λέω θεωρητικά. Το έφεραν έτσι τα πράγματα, ώστε να το ζω από πρώτο χέρι. Να το έχω ζήσει και ως αξιωματική αντιπολίτευση με την πορεία που είχαμε και πολύ περισσότερο τώρα, ως Κυβέρνηση.
Αυτό τι σημαίνει : ότι η αλλαγή στο κράτος για να μπορεί να είναι υπαρκτή, πραγματική αλλαγή, πρέπει να αντιμετωπίσει το πρόβλημα της εξάρτησης και της κηδεμονίας της χώρας, που παίρνει αποικιοκρατικά χαρακτηριστικά τα τελευταία χρόνια. Το λέω αυτό, γιατί εμείς εδώ δεν είμαστε αντιμέτωποι απλώς με ένα εσωτερικό κατεστημένο. Αλλά πάντοτε το ελληνικό εσωτερικό κατεστημένο μπορούσε να κυριαρχεί, γιατί είχε μια θεσμική, οργανική στήριξη, η οποία έπαιρνε βαθύτατα εσωτερικές διαστάσεις και διαπλοκές, από τη θεσμοποιημένη, παγκοσμιοποιημένη καπιταλιστική εξουσία. Αυτό το ζούμε και στις μέρες μας, όπως το έχει ζήσει, το έχει δει η χώρα και μεταπολεμικά. Είτε «τρόικα» το πει κανείς, είτε «θεσμούς», είτε το πει με την πραγματική του διάσταση «ΕΕ, ΕΚΤ, ΔΝΤ», αυτή η θεσμοποιημένη, παγκοσμιοποιημένη εξουσία παρεμβαίνει τώρα ωμά, προκειμένου να οδηγήσει τις εξελίξεις -σε συνάφεια με το εσωτερικό κατεστημένο- σε μια τροχιά η οποία να είναι συμβατή, απόλυτα συμβατή αν είναι δυνατόν, με τα συμφέροντα και τις προτεραιότητές της, οι οποίες είναι ακραία αντιδραστικές, στη σημερινή φάση».
Και κατέληξε: «Επομένως, ένα εγχείρημα προοδευτικό και ριζοσπαστικό στη χώρα μας, που θέλει να έχει σοσιαλιστική προοπτική, οφείλει να αντιμετωπίσει αυτή την πρόκληση της θεσμοποιημένης παγκόσμιας εξουσίας η οποία, είτε το θέλουμε είτε όχι, έρχεται αντιμέτωπη με την προοδευτική εσωτερική μας προσπάθεια.
Και βεβαίως, για να είναι επιτυχές ένα τέτοιο εγχείρημα πρέπει κανείς να έχει πάρει πολύ μεγάλες αποφάσεις και να είναι έτοιμος να επιδείξει τόλμη, μεγάλη τόλμη κι έναν αριστερό ριζοσπαστισμό. Και οπωσδήποτε, να έχει μια στήριξη από ένα μεγάλο εργατικό, λαϊκό κίνημα και έναν λαό αποφασισμένο να διανύσει την μεταβατική περίοδο, με όσες δυσκολίες κι αν χρειαστεί, προκειμένου να προχωρήσει σε μια ανασυγκροτημένη, προοδευτική Ελλάδα».