Είναι η πιστοποίηση «διαβατήριο» για τις επιχειρήσεις;
- 15/04/2016, 18:00
- SHARE
Ο Γιώργος Μπρισκόλας της Eurocert μιλά για το πώς μια επιχείρηση μπορεί να πιστοποιήσει την αξιοπιστία της και να κλείσει σημαντικές συμφωνίες.
Όλοι μιλούν για εξωστρέφεια και αύξηση ανταγωνιστικότητας όμως μια πολύ σημαντική παράμετρος εξακολουθεί να παίζει καταλυτικό ρόλο στο κλείσιμο μιας συμφωνίας και τη διείσδυση σε ξένες αγορές: αυτή της φερεγγυότητας. Τι κι αν ένας επιχειρηματίας ισχυρίζεται ότι έχει το καλύτερο προϊόν που συνδυάζει ποιότητα και φυσιολογική τιμή; Εάν δεν υπάρχει η επίσημη σφραγίδα ενός φορέα που να πιστοποιεί τα όσα εκείνος λέει, ο υποψήφιος συνεργάτης μπορεί να αποχωρήσει από το τραπέζι των διαπραγματεύσεων την τελευταία στιγμή.
Εν έτη 2016, τα θέματα ασφάλειας, ποιότητας και υιοθέτησης πρακτικών φιλικών προς το περιβάλλον μπαίνουν ψηλά στην ατζέντα και θεωρούνται προαπαιτούμενα για την εύρυθμη και νόμιμη λειτουργία μιας επιχείρησης.
Η Eurocert ένας από τους μεγαλύτερους φορείς πιστοποίησης κάνει αυτήν ακριβώς τη δουλειά. Είναι ο επόπτης αλλά και ο φορέας που θα δώσει την τελική έγκριση ότι μια επιχείρηση όντως κάνει αυτά που υπόσχεται στους συνεργάτες και τους πελάτες της. Πρόκειται για μια αμιγώς ελληνική επιχείρηση με παρουσία σε 25 χώρες του εξωτερικού, η οποία από το 1998 μέχρι και σήμερα έχει πιστοποιήσει με συστήματα διαχείρισης πάνω από 10.000 επιχειρήσεις, έχει υλοποιήσει περισσότερους από 30.000 βιομηχανικούς ελέγχους και έχει πιστοποιήσει περί τους 15.000 παραγωγούς που δραστηριοποιούνται στον αγροτικό κλάδο.
Εύλογα κάποιος μπορεί να αναρωτηθεί γιατί να προβεί σε αυτή τη διαδικασία και να επιβαρυνθεί με ένα έξτρα κόστος σε αυτούς τους δύσκολους καιρούς; Η απάντηση που δίνει στο fortunegreece.com o Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος της Eurocert, Γιώργος Μπρισκόλας, είναι πως μια πιστοποίηση δίνει προστιθέμενη αξία στις υπηρεσίες και τα προϊόντα που προσφέρει κανείς στην αγορά, ενώ αυξάνει παράλληλα την αξιοπιστία του.
Όλες οι επιχειρήσεις, ανεξαρτήτως κλάδου, μπορούν να προβούν στην πιστοποίηση των προϊόντων και των υπηρεσιών τους σε ετήσια βάση, αρκεί να υπάρχει ελάχιστη παραγωγή τριών μηνών. «Λόγω της κρίσης οι πελάτες ζητάνε μειωμένες τιμές και εμείς έχουμε ανταποκριθεί σε αυτό. Το μέσο κόστος μιας πιστοποίησης έχει υποχωρήσει σήμερα στις 2.500 ευρώ για την τριετία. Είναι πολύ σημαντικό να καταλάβει ένας επιχειρηματίας ότι η πιστοποίηση είναι απαραίτητη για τις εξαγωγές. Είναι κάτι σαν την άδεια λειτουργίας γι’ αυτό και απαιτείται ανανέωσή της».
Δεν μπορείς να δουλέψεις στο εξωτερικό χωρίς πιστοποίηση
Ο κ. Μπρισκόλας προσθέτει πως οι ελληνικές επιχειρήσεις προβαίνουν συνήθως στην πιστοποίηση, όχι επειδή μια τέτοια πρακτική είναι στη φιλοσοφία τους, αλλά επειδή τους το ζητάνε οι πελάτες τους. Την ίδια ώρα, κρίνοντας από τη σκοπιά του καταναλωτή, διευκρινίζει πως οι Έλληνες καταναλωτές όταν αγοράζουν ένα προϊόν δεν δίνουν τόση σημασία στο αν υπάρχει στην ετικέτα ένδειξη πιστοποίησης για το λόγο του ότι δεν είναι εκπαιδευμένοι όπως συμβαίνει σε άλλες χώρες. «Πρέπει να αλλάξει η νοοτροπία στην Ελλάδα και να δουλέψουμε ακολουθώντας συγκεκριμένες διαδικασίες. Η αλήθεια είναι πως τα τελευταία χρόνια έχει μπει στη συνείδηση των Ελλήνων επιχειρηματιών διότι διαπιστώνουν ότι δεν μπορούν να δουλέψουν διαφορετικά, όταν οι προδιαγραφές στο εξωτερικό γίνονται χρόνο με το χρόνο όλο και πιο αυστηρές».
Σε γενικές γραμμές η διαδικασία που ακολουθείται έχει ως εξής: η ενδιαφερόμενη επιχείρηση καταθέτει αίτηση και μια ανεξάρτητη εταιρεία συμβούλων αναλαμβάνει να «συμμορφώσει» τον τρόπο λειτουργίας της επιχείρισης σύμφωνα με τις επιταγές της αγοράς. Το χρονικό διάστημα προσαρμογής που απαιτείται είναι περίπου 6-7 μήνες και στη συνέχεια γίνεται επιθεώρηση από την πλευρά της Eurocert.
«Η κρίση έκανε μεγάλη ζημιά στις εξωστρεφείς επιχειρήσεις»
Σχολιάζοντας τις εξελίξεις στην ελληνική αγορά ο κ. Μπρισκόλας αναφέρει πως η κρίση έκανε μεγάλη ζημιά στην εικόνα των εξωστρεφών επιχειρήσεων που έχουν εμπορικούς δεσμούς με άλλες χώρες του εξωτερικού.»”Μας έπαιρναν τηλέφωνο συνεργάτες μας από την Ταϊβάν για να μάθουν τι γίνεται στην Ελλάδα και αν συντρέχει λόγος ανησυχίας. Όμως αυτό που μπορώ να σας πω με βεβαιότητα είναι πως, παρά την κρίση, ο Έλληνας μετράει στο εξωτερικό. Θέλουν η εταιρεία πιστοποίησης να είναι ευρωπαϊκή και προτιμούν την ελληνική τεχνογνωσία. Ακόμη και στην Τουρκία τα πιστοποιητικά που δίνουμε φέρουν πάνω την ελληνική σημαία και ελάχιστοι είναι αυτοί που αντιδρούν».
Κατά την άποψή του, το μεγαλύτερο μέρος των προβληματικών επιχειρήσεων αποχώρησε από την εγχώρια αγορά στα πρώτα χρόνια της κρίσης και όσες απέμειναν είναι αυτές που θα αναπτυχθούν μελλοντικά. «Οι εταιρείες που έμειναν θα κάνουν τη διαφορά. Είναι κυρίως εξωστρεφείς επιχειρήσεις που δεν πατούν μόνο στην Ελλάδα, παρουσιάζουν προσαρμοστικότητα και χαρακτηρίζονται από πατριωτισμό. Δυστυχώς ολόκληροι κλάδοι καταστράφηκαν. Δεν μπορείς να αλλάζεις τους κανόνες κατά τη διάρκεια διεξαγωγής του παιχνιδιού. Ο παίχτης θα πρέπει να ξέρει από πριν τους κανόνες. Αυτό είναι στις μέρες μας το μεγαλύτερο πρόβλημα για τις ελληνικές επιχειρήσεις που θέλουν να κάνουν επενδύσεις και λόγω της αστάθειας δεν μπορούν».
Όσο για την πρωτοβουλία «Ελλά-δικά μας» που αποτελεί στην ουσία την σύμπραξη γνωστών ελληνικών εταιρειών για τη δημιουργία ενός καλαθιού αμιγώς ελληνικών πιστοποιημένων προϊόντων που θα φτάνουν στον τελικό καταναλωτή, ο Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος της Eurocert, κάνει λόγο για ηρωικές επιχειρήσεις που επιμένουν να δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα και να στηρίζουν τη χώρα. «Σε αυτή την περίπτωση τα πιστοποιητικά της Eurocert δεν θα πρέπει να θεωρηθούν ως τέτοια αλλά ως βραβεία. Θα πρέπει, ωστόσο, να διευκρινίσω πως τα κριτήρια είναι πολύ αυστηρά. Με δεδομένο ότι πρόκειται για ελληνικών συμφερόντων επιχειρήσεις που φορολογούνται στη χώρα, πρέπει να σας πως ότι υπήρξαν περιπτώσεις πολύ μεγάλων εταιρειών που ενώ ήθελαν να μπουν στο δίκτυο του “Ελλά-δικά μας” δεν τα κατάφεραν».
Η Eurocert, η οποία βρίσκεται υπό τη σκέπη του διεθνούς δικτύου της ΙAF, έχει ήδη παρουσία σε 25 χώρες του εξωτερικού με πιο δυνατή αγορά αυτή της Κίνας και της Ινδίας. Εξίσου καλές επιδόσεις καταγράφουν οι αγορές των Βαλκανίων, της Ιταλίας αλλά και της Ισπανίας στις οποίες τοποθετήθηκε πρόσφατα. «Οι διεθνείς οργανισμοί με τους οποίους συνεργαζόμαστε θέλουν πλέον να πραγματοποιούμε απροειδοποίητους ελέγχους στους πελάτες μας. Αρκετοί συνεργάτες μας από Αμερική, Αγγλία και Βρυξέλλες μας βοηθούν σε συγκεκριμένες πιστοποιήσεις, πράγμα που υπογραμμίζει και την βαρύτητα που έχει η όλη διαδικασία».
Αξίζει να αναφερθεί πως από τον Μάρτιο του 2015 το κράτος έχει δώσει έμφαση ώστε όλοι οι συμβαλλόμενοι με το Δημόσιο να είναι πιστοποιημένοι τόσο σε επίπεδο ποιότητας όσο και σε επίπεδο διαχείρισης περιβάλλοντος.