Είναι τελικά η χρεοκοπία της Thomas Cook ένας προάγγελος των χρεοκοπιών που θα φέρει το Brexit;
- 25/09/2019, 08:52
- SHARE
Την ώρα που χιλιάδες Βρετανοί τουρίστες και πελάτες της Thomas Cook σε διάφορα αεροδρόμια του κόσμου ταλαιπωρούνται για να επιστρέψουν στην πατρίδα τους και ενώ χιλιάδες εργαζόμενοι χάνουν τη δουλειά τους και η χρεοκοπημένη εταιρεία διαλύεται εις τα εξ ων συνετέθη, προκαλούν οργή οι υψηλές αμοιβές των στελεχών. Όπως γράφει η βρετανική εφημερίδα Guardian, έγινε γνωστό ότι τα τελευταία 12 χρόνια τα υψηλόβαθμα στελέχη του παλαιότερου τουριστικού ομίλου στον κόσμο έλαβαν περισσότερα από 39,6 εκατ. ευρώ σε αμοιβές και μπόνους. Η υπουργός Βιομηχανίας της Βρετανίας Άντρεα Λίντσομ δήλωσε πως η κυβέρνηση θέλει να μάθει πώς έφθασε στη χρεοκοπία η Thomas Cook.
Ζητεί να διεξαχθεί με πολύ ταχείς ρυθμούς έρευνα από την αρμόδια υπηρεσία της χώρας και να ερωτηθούν τα διευθυντικά στελέχη της, εάν θα μπορούσαν με διαφορετικούς χειρισμούς να έχουν αποτρέψει την κατάρρευση. Επιπλέον, θα διερευνηθεί και το πώς σχετίζονται με τη δεινή κατάσταση της εταιρείας οι παχυλές αποδοχές τους. Ειδικότερα, ο Μάνι Φοντενλά-Νοβόλα είχε την έμπνευση να αποδυθεί η Τhomas Cook σε μια φρενήρη πορεία εξαγορών, γεγονός που την επιβάρυνε με 1,13 δισ. ευρώ και πλέον. Όταν υπηρετούσε ως διευθύνων σύμβουλος από το 2007 έως το 2011, έλαβε περί τα 19,2 εκατ. ευρώ, χάρις και στις απολύσεις 2.800 ατόμων μετά τη συγχώνευση της εταιρείας πακέτων διακοπών MyTravel. Το 2011, όμως, ο κ. Φοντενλά-Νοβόλα παραιτήθηκε, διότι παρά λίγο να χρεοκοπήσει η Thomas Cook. Όσο για τη διάδοχό του, Χάριετ Γκριν, για θητεία μικρότερη της τριετίας αμείφθηκε με ποσό της τάξεως των 5,32 εκατ. ευρώ, ενώ έλαβε και επιπλέον μπόνους σε μετοχές ύψους 6,3 εκατ. ευρώ. Ωστόσο, το ένα τρίτο από τα ανωτέρα κεφάλαια τα δώρισε σε φιλανθρωπικές οργανώσεις μετά τον θάνατο δύο παιδιών από μονοξείδιο του άνθρακα σε κατάλυμα της Thomas Cook στην Κέρκυρα. Ο τελευταίος διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας Πέτερ Φανκχόιζερ έλαβε 9,4 εκατ. ευρώ.
Παράλληλα, αρκετά κερδοσκοπικά κεφάλαια αντιστάθμισης κινδύνου είχαν ποντάρει στην πτώχευση της Τhomas Cook, δεδομένου ότι το τελευταίο εξάμηνο η τιμή της μετοχής της υποχώρησε κατά 85%. Αυτό που γίνεται είναι το σορτάρισμα της μετοχής: οι επενδυτές δανείζονται μετοχές με κάποια προμήθεια, τις πουλάνε μετά και ελπίζουν να τις αγοράσουν φθηνότερα και να κερδίσουν.
Η χθεσινή ημέρα, δεύτερη στη σειρά για τον επαναπατρισμό των συνολικά 150 χιλιάδων Βρετανών τουριστών, κύλησε λίγο πιο εύκολα από την πρώτη, χωρίς να σημαίνει πως δεν ανέκυψαν πολύωρες καθυστερήσεις. Μέχρι στιγμής, με τις συντονισμένες προσπάθειες της Αρχής Πολιτικής Αεροπορίας της Βρετανίας, έχουν επιστρέψει στη βάση τους πάνω από 16 χιλιάδες τουρίστες. Στόχος είναι μέσα στο προγραμματισμένο δεκαπενθήμερο κανείς να μην έχει μείνει πίσω και ο καθείς να βρίσκεται στο σπίτι του την ημερομηνία που είχε σχεδιάσει να το κάνει. Επιπλέον, πελάτες της χρεοκοπημένης εταιρείας αναφέρουν την άψογη εξυπηρέτηση που βρήκαν στο αεροδρόμιο της Κέρκυρας από πρώην υπαλλήλους της, οι οποίοι είχαν πάει να τους βοηθήσουν στην επιστροφή τους, χωρίς να γνωρίζουν οι ίδιοι αν θα πληρωθούν ή όχι. Βέβαια, όπως γράφει, τέλος, σε σχετικό του άρθρο το BBC, δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που οι πελάτες της Thomas Cook καλούνται να πληρώσουν πολύ πιο ακριβά εισιτήρια για να βρουν μια εναλλακτική πτήση, μιας και οι ανταγωνίστριες εταιρείες σπεύδουν να εκμεταλλευθούν τη χρεοκοπία. Λόγου χάριν, ο Φρέιζερ Μάλεν είχε πληρώσει 881 ευρώ για δύο εισιτήρια μετ’ επιστροφής στη Νέα Υόρκη τον Οκτώβριο, τώρα θα πρέπει να πληρώσει σχεδόν 6.790 ευρώ.
Ο πόλεμος των τιμών
Η χρεοκοπία της Thomas Cook θα μπορούσε να έχει τίτλο «το χρονικό ενός προαναγγελθέντος θανάτου». Ο καθηγητής Τόρστεν Κίρστγκες, που ασχολείται με θέματα οικονομίας του τουρισμού στο Πανεπιστήμιο Γιάντε, επισημαίνει στην Deutsche Welle πως ο όμιλος βρισκόταν ήδη στο χείλος της καταστροφής τα τελευταία χρόνια. Την είχε αποφύγει χάρις σε δραστικά μέτρα. Ωστόσο, δεν κατόρθωνε να μειώνει το υψηλό του χρέος. Να σημειώσουμε εδώ ότι η Thomas Cook πτώχευσε όταν δεν εξασφάλισε χρηματοδότηση για ποσό 226 εκατ. ευρώ πλέον των όσων είχε ήδη βρει, το οποίο ζητούσαν οι πιστώτριες τράπεζες για να συνεχίσουν να την αιμοδοτούν. Η κυβέρνηση, παράλληλα, δεν δέχθηκε να τη στηρίξει. Δημοσιεύματα θέλουν την κυβέρνηση της Τουρκίας και της Ισπανίας να διαθέτουν τα 226 εκατ. ευρώ, αλλά το Λονδίνο φέρεται πως δεν τους παρέσχε τις αναγκαίες εγγυήσεις. Όπως προσθέτει ο κ. Κίρστγκες, όταν παρουσιάστηκαν προβλήματα ρευστότητας, διακυμάνσεις στις κρατήσεις, καθώς και άλλοι δυσμενείς παράγοντες, όπως η αβεβαιότητα για την έξοδο της Βρετανίας, δεν μπορούσε η κατάρρευση να αποφευχθεί. Ερωτηθείς από την DW σχετικά με τον ρόλο του πολέμου τιμών στην πτώχευση της Thomas Cook, ανέφερε: «Ο κλάδος προτιμά να διαφημίζεται μέσω των τιμών και λιγότερο με την ποιότητα ή άλλα πλεονεκτήματα των πακέτων διακοπών.
Τα περιθώρια κέρδους των διαφόρων πρακτορείων είναι χαμηλά. Εάν προσφέρω κυρίως κλασικά πακέτα διακοπών με πτήση, μεταφορά, ξενοδοχείο και φαγητό, τότε είμαι πολύ εύκολα συγκρίσιμος αλλά και ανταλλάξιμος. Το αποτέλεσμα βέβαια είναι η πίεση των τιμών και η πίεση στα περιθώρια κέρδους».
Reuters: Προάγγελος χρεοκοπιών που θα φέρει το Brexit
H Thomas Cook έκλεισε χθες για τελευταία φορά την ομπρέλα θαλάσσης της. Δεδομένου πως το επιχειρηματικό μοντέλο της αξιοσέβαστης βρετανικής εταιρείας τουριστικών ταξιδίων ήταν σχεδόν προκατακλυσμιαίο, δεν ήταν δύσκολο για τη βρετανική κυβέρνηση να αρνηθεί να δώσει 150 εκατ. λίρες στερλίνες ώστε να τη διασώσει. Αντιθέτως, είναι οι φορολογούμενοι αυτοί που θα πληρώσουν τον λογαριασμό για τον επαναπατρισμό 150.000 ηλιοκαμένων Βρετανών. Ωστόσο, η επίκληση του «ηθικού κινδύνου» δεν θα είναι τόσο εύκολη αν ένα χαοτικό Brexit οδηγήσει στην πτώση και άλλων εταιρειών.
Οι κοινωνιολόγοι θα θρηνήσουν το τέλος του αρχαιότερου γραφείο ταξιδίων του κόσμου, το οποίο είχε ιδρύσει ένας ξυλουργός στη βόρεια Αγγλία το 1841. Οι ανταγωνιστές του, πάλι, όχι. Με περισσότερα από 500 γραφεία σε εμπορικούς δρόμους, η Thomas Cook επιδείκνυε σοκαριστική ανικανότητα να προσαρμοστεί στις μεταβαλλόμενες ταξιδιωτικές συνήθειες.
Η άνοδος των αεροπορικών εταιρειών φθηνού κόστους και εταιρειών όπως η Airbnb, που άλλαξαν το τοπίο στη βιομηχανία, σε συνδυασμό με την εξασθένηση της λίρας στερλίνας και το ασυνήθιστα θερμό καλοκαίρι του 2018 οδήγησαν στον «θάνατο» της εταιρείας, που είχε μία ακόμη σχεδόν θανάσιμη εμπειρία το 2011. Ο Βρετανός πρωθυπουργός Μπόρις Τζόνσον δεν είχε άλλη επιλογή από το να αφήσει την εταιρεία να πτωχεύσει, αν και τώρα η κυβέρνηση θα επωμιστεί το κόστος του επαναπατρισμού των παραθεριστών. Μετά την κατάρρευση της αεροπορικής εταιρείας τσάρτερ Monarch το 2017, ο επαναπατρισμός περίπου 80.000 Βρετανών είχε κοστίσει στους φορολογουμένους 50 εκατ. λίρες στερλίνες. Η κατάρρευση της Thomas Cook αφήνει εκτεθειμένους τους διπλάσιους Βρετανούς πελάτες και η καθήλωση του Boeing 737 MAX έχει οδηγήσει σε αύξηση του κόστους ενοικίασης αεροσκαφών. Οι ασφαλιστικές εταιρείες δεν πρόκειται να επιτρέψουν στην κυβέρνηση να ανακτήσει μεγάλο μέρος από την προβλεπόμενη δαπάνη των 150 εκατ. λιρών στερλινών.
Οι ιδιοκτήτες της Thomas Cook, περιλαμβανομένης της κινεζικής Fosun Tourism, που είναι η μεγαλύτερη μέτοχος, βρίσκονται αντιμέτωποι με πλήρη απομείωση της επένδυσής τους. Οι πιστωτές της Thomas Cook δεν θα έχουν καλύτερη τύχη. Το πρακτορείο ταξιδίων κατείχε μόλις 16 από τα περίπου 100 αεροσκάφη που χρησιμοποιούσε. Στα υπόλοιπα περιουσιακά στοιχεία της εταιρείας περιλαμβάνονται δικαιώματα προσγείωσης σε διάφορα αεροδρόμια, εννέα ξενοδοχεία στη Μεσόγειο και στη φίρμα Thomas Cook, η αξία της οποίας είναι μάλλον χαμηλότερη σήμερα απ’ ό,τι ήταν πριν από μία εβδομάδα. Δύσκολα θα καλύψουν αυτά τα περιουσιακά στοιχεία πολύ περισσότερο από το ένα τέταρτο των απαιτήσεων πιστωτών που κυμαίνονται μεταξύ 1,5 δισ. λιρών στερλινών και 1,7 δισ. λιρών στερλινών. Το κόστος επαναπατρισμού που καλείται να καταβάλει η βρετανική κυβέρνηση είναι περίπου το ίδιο με το κόστος διάσωσης που τελικά απέρριψε ο Τζόνσον. Η άρνηση να διασώσει την εταιρεία και η κάλυψη του κόστους επαναπατρισμού επιτρέπουν στη βρετανική κυβέρνηση να διατηρήσει τη σκληρή γραμμή που είχε υιοθετήσει σε άλλες πρόσφατες χρεοκοπίες, όπως αυτή της British Steel και της Sirius Minerals.