ISOMAT: Το γερμανικό DNA και το φλερτ με εξαγορά και είσοδο στο ΧΑ

ISOMAT: Το γερμανικό DNA και το φλερτ με εξαγορά και είσοδο στο ΧΑ
Photo: Φωτ. Προσωπικού Αρχείου
Πώς κυριάρχησε στην τοπική αγορά. Το νέο εργοστάσιο και τα σχέδια απέναντι στους κολοσσούς του κλάδου Sika, Mapei, Kerakoll, Bauer.

Μπροστά σε νέο κύκλο ανάπτυξης βρίσκεται η ελληνική βιομηχανία Isomat, της οικογένειας Τζιρίτη, που αντιστάθηκε σε προτάσεις εξαγοράς από τις πολυεθνικές της αγοράς οικοδομικών υλικών και φλερτάρει με ευκαιρίες για να αποκτήσει η ίδια εταιρείες προκειμένου να ενισχύσει το αποτύπωμά της στην Ελλάδα και στην ευρύτερη περιοχή της ΝΑ Ευρώπης μελετώντας ακόμη και το ενδεχόμενο εισαγωγής στο Χρηματιστήριο.

Το τελευταίο, αποτελεί προοπτική που δυνητικά θα έθετε την Isomat στο focus διεθνών επενδυτών προσφέροντας ταυτόχρονα πόρους για τις εξαγορές που επιδιώκει. Σύμφωνα με τον Στέφανο Τζιρίτη, ιδρυτή και πρόεδρο του ομίλου, ένας σοβαρός λόγος θα μπορούσε να οδηγήσει την εταιρεία στο Χρηματιστήριο αλλά έτσι κι αλλιώς εάν ευοδωθούν οι επιδιώξεις της για εξαγορά θα μπορούσε να χρηματοδοτήσει δυνητικές συμφωνίες μέσω ιδίων κεφαλαίων και τραπεζών, καθώς σήμερα δεν διαθέτει υψηλό τραπεζικό δανεισμό.

Το ενδιαφέρον της εταιρείας εστιάζεται ήδη σε μια εταιρεία με την οποία έχει συνάψει εμπορική συνεργασία στην Πορτογαλία και έχει βλέψεις για επέκταση της συμφωνίας σε παραγωγή. Επαφές γίνονται επίσης στην Ισπανία, την Αγγλία και άλλες χώρες, σε συνέχεια των επενδύσεων που έγιναν από την επιχειρηματική οικογένεια στα Βαλκάνια και ειδικότερα σε Ρουμανία και Σερβία.

Ταυτόχρονα ενισχύεται σταθερά η δυναμικότητα των εργοστασίων στην Ελλάδα. Όπως σημειώνει ο πρόεδρος & διευθύνων σύμβουλος της Isomat, Θάνος Τζιρίτης, ενισχύεται ακόμα περισσότερο τη δυναμική παρουσία του ομίλου στον τομέα της εξωτερικής θερμομόνωσης και της ενεργειακής αναβάθμισης των κτιρίων, με μία υπερσύγχρονη μονάδα παραγωγής διογκωμένης πολυστερίνης. Προσθέτει ότι η Isomat επενδύει στην Έρευνα & Ανάπτυξη, με 7 χημεία R&D και 3 εργαστήρια Ποιοτικού Ελέγχου, όπου κάθε χρόνο αναπτύσσονται πληθώρα νέων προϊόντων, ενώ βελτιώνονται συνεχώς τα υφιστάμενα

Σημειώνεται ότι την περίοδο 2021-2023 ο όμιλος ολοκλήρωσε επενδύσεις 33,7 εκατ. ευρώ και έχει σε εξέλιξη για την περίοδο 2024-2027 επενδύσεις 23,5 εκατ. ευρώ. Διαθέτει εργοστάσια στην Ελλάδα καθώς και παραγωγικές εγκαταστάσεις στις θυγατρικές του στη Ρουμανία και στη Σερβία ενώ διαθέτει άλλες 5 εμπορικές θυγατρικές σε Γερμανία, Ρωσία, Τουρκία, Βουλγαρία και Σλοβενία που συνεισφέρουν στις εξαγωγές των προϊόντων Isomat (γκάμα άνω των 350 βασικών προϊόντων) σε περισσότερες από 80 χώρες. Η Isomat σήμερα δραστηριοποιείται σε μια σειρά από κατηγορίες οικοδομικών υλικών όπως στεγανοποίηση, εξωτερική θερμομόνωση, όπου θεωρείται leader της αγοράς, χρώματα, κόλληση πλακιδίων, κατασκευή και επισκευή τοιχοποιίας, βελτιωτικά σκυροδέματος, βιομηχανικά δάπεδα και πατητή τσιμεντοκονία. Ο κύκλος εργασιών της ξεπερνά τα 100 εκατ. ευρώ και το 2023 έκλεισε με 107,2 εκατ. ευρώ. Σημειώνεται ότι 86,6 εκατ. ευρώ είναι ο κύκλος εργασιών στην Ελλάδα, όπου απασχολούνται και οι περισσότεροι εργαζόμενοι, 446 από τους 653 συνολικά στον όμιλο.

Έχοντας χτίσει ισχυρό μέγεθος στην Ελλάδα, με ηγετική θέση στον κλάδο, δίνει έμφαση τα τελευταία χρόνια στην εξωστρέφεια με όχημα μονωτικά υλικά, διακοσμητικά χρώματα αλλά και εξατομικευμένες λύσεις για μονώσεις.

Ο πρόεδρος & διευθύνων σύμβουλος της Isomat, Θάνος Τζιρίτης.
Ο πρόεδρος & διευθύνων σύμβουλος της Isomat, Θάνος Τζιρίτης.

Από μια startup κι ένα “κοτέτσι” της δεκαετίας του ’70

Αξίζει να σημειωθεί ότι η ιστορία της Isomat αρχίζει με μια startup της δεκαετίας του ’70. Ο πατριάρχης της οικογένειας, Στέφανος Τζιρίτης, ιδρυτής και πρόεδρος του ομίλου Isomat, είναι ένας αυτοδημιούργητος επιχειρηματίας. Φοίτησε στο Γερμανικό Σχολείο Θεσσαλονίκης, εν έτη 1957-1963, για να συνεχίσει μετέπειτα στο Πολυτεχνείο του Βερολίνου για σπουδές χημικού μηχανικού. Εργάστηκε ως υπάλληλος σε κατασκευαστικές εταιρείες και επιστρέφοντας στην Ελλάδα την περίοδο του σεισμού του 1978 που έπληξε τη συμπρωτεύουσα, άρχισε να καταπιάνεται με προηγμένα υλικά, ρητίνες και ειδικά προϊόντα σκυροδέματος. Χωρίς προσωπικές οικονομίες ξεκίνησε με μια startup της εποχής συνάπτοντας σύμβαση παροχής τεχνολογίας με μια γερμανική εταιρεία που του έδωσε το know how. Νοίκιασε ένα χώρο 250 τ.μ. στη Νέα Ιωνία, έξω από τη Θεσσαλονίκη, τον οποίο ο ίδιος χαρακτηρίζει κοτέτσι, χτισμένο με τσιμεντόλιθους και ξύλινη στέγη. Εγκατέστησε ένα γερμανικό μηχάνημα και το πρώτο προϊόν του παρασκεύσε ήταν ένα πρόσμικτο στεγανωτικό μάζας του μπετόν. Ακολούθησε το Isoflex, στεγανωτικό ταρατσών που παράγεται και σήμερα. Η ανάπτυξη ήρθε στις αρχές της δεκαετίας του ’80 όταν η Isomat του Στέφανου Τζιρίτη ανακάλυψε ένα προϊόν που αντικαθιστούσε τον ασβέστη στα κονιάματα των οικοδομών, το Asolit, με το οποίο μειωνόταν το κοστολόγιο, αυξανόταν η αντοχή και δεν απαιτούνταν η σκόνη του χύμα ασβέστη στις κατασκευές, ειδικά της τοιχοποιίας.

Τη δεκαετία του ’80 έκαναν αντίστοιχες προσπάθειες και άλλοι επαγγελματίες, επιχειρώντας να αντιγράψουν το Asolit, χωρίς τα αποτελέσματα της Isomat, που στο μεταξύ είχε αρχίσει να χτίζει χαρτοφυλάκιο προϊόντων επεκτείνοντας ταυτόχρονα την εργοστασιακή μονάδα της αποκτώντας το 1984 άλλα 6 στρέμματα, για να φτάσει σήμερα να ελέγχει εγκαταστάσεις σε περίπου 100 στρέμματα, εκτός ΒΙΠΕ.

Το 2006 η Isomat διέκοψε τη σύμβαση παροχής τεχνολογίας με την γερμανική εταιρεία καθώς δεν λειτούργησε το μοντέλο αποκλειστικής διάθεσης των προϊόντων Isomat σε Βαλκάνια, Μέση Ανατολή και Τουρκία, όπως είχε αρχικώς συμφωνηθεί με αποτέλεσμα τα δύο σήματα να ανταγωνίζονται στις συγκεκριμένες αγορές. Οπότε η διακοπή της συνεργασίας απελευθέρωνε και τις δύο πλευρές ανοίγοντας νέες προοπτικές για την ελληνική βιομηχανία.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Οι εξελίξεις στον ανταγωνισμό

Εντωμεταξύ, όσο η Isomat δημιουργούσε αποτύπωμα στην βιομηχανία της Βόρειας Ελλάδας στον ανταγωνισμό λειτουργούσαν κυρίως εμπορικές εταιρείες που τοποθετούσαν στην αγορά εισαγόμενα προϊόντα. Η σημερινή Durostick, του Νίκου Χούλη, με έδρα στους Αγ. Αναργύρους, έχτιζε θέση στην αγορά εκείνης της εποχής όπως και η εταιρεία κεραμικών πλακιδίων Filkeram Johnson της οικογένειας Φιλίππου που παλαιότερα λεγόταν ΒΙΟ.ΜΕ. κι έφτιαχνε κόλλες πλακιδίων.

Σήμερα όμως ο μεγάλος ανταγωνισμός έρχεται κυρίως από πολυεθνικές που παράγουν στην Ελλάδα όπως η Sika, η Mapei, η Kerakoll, η Bauer, η Novamix κ.α..

Η Isomat είναι η μεγαλύτερη στην Ελλάδα, βάση του τζίρου που κάνει στην τοπική αγορά. Tα προϊόντα της μπήκαν στα δίκτυα πωλήσεων των καταστημάτων πριν ακόμη μπει σε μεγάλα έργα.

Η ηγετική ομάδα έχει ενισχυθεί στο μεταξύ με την επόμενη γενιά της οικογένειας Τζιρίτη, τον Θάνο Τζιρίτη, πρόεδρο και διευθύνοντα σύμβουλο και την αδελφή του Ιωάννα Τζιρίτη, αντιπρόεδρο και διευθύντρια marketing. Έχοντας αγοράσει την γερμανική τεχνολογία, διαθέτουν γερμανική κουλτούρα και δουλεύουν σαν Γερμανοί, όπως λένε. Έτσι εξηγείται ότι πολλοί θεωρούν ακόμη και σήμερα την Isomat γερμανική εταιρεία.

Η επόμενη μέρα και η νέα μονάδα παραγωγής

Σήμερα η Isomat καθετοποιεί την παρουσία της στην εξωτερική θερμομόνωση. Εγκαινίασε νέα μονάδα παραγωγής EPS (διογκωμένη πολυστερίνη) και στο πλαίσιο αυτό διοργάνωσε δημοσιογραφική αποστολή στις εγκαταστάσεις της στον Άγιο Αθανάσιο στη Θεσσαλονίκη.

Η νέα μονάδα παραγωγής EPS της ISOMAT ξεκίνησε τη λειτουργία της πιλοτικά το καλοκαίρι και από τις αρχές Σεπτεμβρίου βρίσκεται σε πλήρη λειτουργία, σε έναν χώρο έκτασης 4.500 τ.μ. όπου παράγονται ημιέτοιμα blocks σε δύο ξεχωριστές γραμμές παραγωγής λευκών και γραφιτούχων προϊόντων. Για τη διατήρηση της σταθερής ποιότητας, η εταιρεία συνεργάζεται στενά με τον γερμανικό οίκο BASF για την προμήθεια πρώτης ύλης λευκής. Τα ημιέτοιμα προϊόντα, μετά την “ωρίμανσή” τους και τον ποιοτικό έλεγχο, οδηγούνται στην αυτόματη γραμμή κοπής και συσκευασίας η οποία διαθέτει state-of-the-art ρομποτική παλετοποίηση.

Η νέα μονάδα αποτελεί την πρώτη στην Ελλάδα, και για την ώρα τη μοναδική του είδους της, που λειτουργεί με μηδενικές άμεσες εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα. Επιπρόσθετα, η μονάδα διαθέτει σύστημα ανακύκλωσης των EPS με μηδενικά απόβλητα. Η παραγωγική διαδικασία έχει μέγιστη δυναμικότητα 1.500 m3 ανά ημέρα (υπολογισμένη σε 2 βάρδιες), με δυνατότητα αύξησης ανάλογα με τις ανάγκες της αγοράς.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ: