Ύστατη έκκληση της αγοράς για την επιβίωση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων
- 21/11/2016, 19:20
- SHARE
Τη στροφή της κυβερνητικής πολιτικής στις επιχειρήσεις που απειλούνται ζητούν παράγοντες της αγοράς.
Η ελληνική οικονομία βασίζεται στη λειτουργία των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, οι οποίες, σύμφωνα με τα στοιχεία, αποτελούν το 97% των επιχειρήσεων της χώρας. Όπως ανέφεραν σε ομιλίες τους σε εκδήλωση με θέμα «Μνημονιακή και εγχώρια ανάπτυξη – Κοινωνικός διάλογος φορέων», τόσο ο πρόεδρος της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων και του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Αθήνας Κωνσταντίνος Μίχαλος, όσο και ο πρόεδρος του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθήνας Γιάννης Χατζηθεοδοσίου, η συρρίκνωση τους την τελευταία επταετία ήταν δραματική.
«Εκτιμάται ότι περίπου το 50% αυτών των επιχειρήσεων έχει ουσιαστικά κλείσει, καθώς το «λουκέτο», εάν δεν το έχουν βάλει, είναι απλώς θέμα χρόνου. Ενας από τους κυριότερους λόγους αυτής της δυσάρεστης εξέλιξης, είναι κι η άκρατη φορολογική πολιτική» είπε ο κ. Χατζηθεοδοσίου. Από την πλευρά του, ο κ. Μίχαλος πρόσθεσε ότι «οι διαγραφές επιχειρήσεων από το ΓΕΜΗ το εννεάμηνο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2016, αυξήθηκαν κατά 33,5% σε σχέση με πέρυσι. Συνολικά σχεδόν 25.000 τέτοιες επιχειρήσεις έβαλαν λουκέτο, δηλαδή 6.000 περισσότερες επιχειρήσεις έκλεισαν σε σχέση με το 2015. Αντίστοιχα μειώθηκαν κατά 10,4% και οι νέες εγγραφές».
Ο πρόεδρος της ΚΕΕ, σημείωσε ότι παρά τις αισιόδοξες προβλέψεις, κανείς δεν βλέπει ελπίδα βελτίωσης αν δεν προωθηθούν οι μεταρρυθμίσεις που χρειάζεται η οικονομία.
Κόκκινα δάνεια
«Ο επιχειρηματίας καλείται σήμερα να πληρώσει πάνω από το 50% των εσόδων του σε φόρους και εισφορές. Και από τον Ιανουάριο τίθενται σε ισχύ μια σειρά από νέα μέτρα που ψηφίστηκαν το περασμένο καλοκαίρι. Η επίτευξη του δημοσιονομικού στόχου που έχει τεθεί για το 2017, βασίζεται κατά 80% στην αύξηση των εσόδων και μόνο κατά 20% στη συγκράτηση των δαπανών, αλλά με τους νέους φόρους κινδυνεύει να αφανιστεί ουσιαστικά, μια ολόκληρητάξη αυτοαπασχολούμενων και επαγγελματιών» είπε ο κ. Μίχαλος και πρόσθεσε τη σημασία της πρόσβασης στη χρηματοδότηση και για τη ρύθμιση των κόκκινων δανείων – «για να εξυγιανθούν τα χαρτοφυλάκια των τραπεζών, για να απελευθερωθούν κεφάλαια και να υπάρξουν νέες χρηματοδοτήσεις στην αγορά, με κόστος βιώσιμο» όπως είπε.
Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια ανέρχονται σήμερα σε 108 δισ. ευρώ και αποτελούν το 45,1% του συνόλου, ποσοστό σχεδόν οκταπλάσιο του ευρωπαϊκού μέσου όρου, είπε ο κ. Μίχαλος, και όσο η εκκρεμότητα παραμένει, «όχι μόνο δεν θα καταστεί δυνατή η απαραίτητη πιστωτική επέκταση, αλλά οι κεφαλαιακές πιέσεις για το τραπεζικό σύστημα θα αυξηθούν. Και θα βρεθούμε ξανά μπροστά στον κίνδυνο της αποσταθεροποίησης. Απέναντι σε αυτό το εκρηκτικό μείγμα, θα περίμενε κανείς να έχουν κινητοποιηθεί στο έπακρο όλοι οι αρμόδιοι φορείς και μηχανισμοί. Θα περίμενε κανείς όλο το σύστημα, από το ΤΧΣ και τα αρμόδια υπουργεία, μέχρι τις τράπεζες, να εργάζονται πυρετωδώς για να δοθεί λύση. Παρ’ όλα αυτά, βλέπουμε εδώ και μήνες να αναλώνεται πολύτιμος χρόνος σε παιχνίδια ελέγχου και ισορροπιών».
Ο πρόεδρος ανέφερε ακόμη την εκτίμηση που έχει, ότι ο έλεγχος ενός μεγάλου μέρους της οικονομίας θα περάσει σε χέρια ξένων funds. «Δεν θα υπήρχε κανένα πρόβλημα, αν επρόκειτο για ξένους επενδυτές με μακροπρόθεσμο ορίζοντα. Εδώ όμως μιλάμε για ευκαιριακά σχήματα, με βραχυπρόθεσμη και αμιγώς κερδοσκοπική επενδυτική παρουσία στη χώρα» ανέφερε.
Επαγγελματικό Επιμελητήριο
Ο κ. Χατζηθεοδοσίου από την πλευρά του, υπογράμμισε την ανάγκη άμεσης αντιμετώπισης του προβλήματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων, «με εστίαση όμως στο πως θα συνεχίσουν τη λειτουργία τους οι επιχειρήσεις και όχι πως θα αξιοποιηθούν τα «ασημικά» τους από τράπεζες και funds. Προς αυτή την κατεύθυνση δεν θα πρέπει να μας τρομάζουν φράσεις όπως «διαγραφή μέρους του χρέους» ή «ευνοϊκές ρυθμίσεις» – πάντα υπό προϋποθέσεις – για να ξεκινήσουν και πάλι τα δάνεια να πληρώνονται. Ο στόχος πρέπει να παραμένει η επιβίωση των επιχειρήσεων που αποδεδειγμένα έχουν πλάνο βιωσιμότητας» όπως σημείωσε.
Ζήτησε να μην σταματήσουν ευνοϊκές ρυθμίσεις όπως οι 100 δόσεις, αλλαγή φορολογικής πολιτικής και αναπροσαρμογή του ύψους ασφαλιστικών εισφορών και εξωστρέφεια, και υπογράμμισε ότι «χωρίς ισχυρό τραπεζικό σύστημα, είναι ξεκάθαρο ότι δεν μπορεί να στηριχθεί η υγιής επιχειρηματικότητα, άρα μειώνονται δραματικά οι πιθανότητες εξόδου από την κρίση».
Ακόμη σημείωσε ότι «χρειάζεται κρατική εποπτεία που θα ελέγξει τον αθέμιτο ανταγωνισμό. Δεν μπορούν όλα να λειτουργούν υπέρ των πολύ μεγάλων επιχειρήσεων. Κανόνες για όλους, μικρούς και μεγάλους παίκτες»