Ιστορική πτώση στην ισοτιμία δολαρίου – γουάν

Ιστορική πτώση στην ισοτιμία δολαρίου – γουάν
Ο εμπορικός πόλεμος ΗΠΑ – Κίνας εξακολουθεί να εξασθενεί το αμερικανικό νόμισμα.

Η συναλλαγματική ισοτιμία του κινεζικού νομίσματος έναντι του αμερικανικού υφίσταται θεαματική πτώση, ξεπέρασε σήμερα το συμβολικό όριο των 7 γουαν ρενμίνμπι ανά 1 δολάριο — φθάνοντας στο χαμηλότερό της επίπεδο των τελευταίων 9 ετών — εν μέσω της αναζωπύρωσης της έντασης ανάμεσα στο Πεκίνο και την Ουάσινγκτον για τις εμπορικές τους σχέσεις.

Το κινεζικό νόμισμα έφθασε στην υπεράκτια αγορά συναλλάγματος σε μια ισοτιμία 7,0203:1 έναντι του δολαρίου περί τις 10:00 τοπική ώρα (05:00 ώρα Ελλάδας), υποχωρώντας κατά 1,15% από την Παρασκευή, στο χαμηλότερό του επίπεδο από το 2010.

Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ κατηγορούσε πολύ συχνά στο παρελθόν την κυβέρνηση της Κίνας ότι προχωρά σε ανταγωνιστικές υποτιμήσεις του νομίσματός της για να υποστηρίζει τις εξαγωγές.

Ουάσινγκτον και Πεκίνο επιδίδονται τον τελευταίο χρόνο σε ένα ολοένα σκληρότερο εμπορικό και πολιτικό μπραντεφέρ, που μεταφράζεται στην αμοιβαία επιβολή επιπρόσθετων, τιμωρητικών τελωνειακών δασμών που επηρεάζουν αγαθά αξίας 360 δισεκατομμυρίων δολαρίων σε ετήσια βάση.

Η πτώση της συναλλαγματικής ισοτιμίας του κινεζικού νομίσματος θα ευνοούσε τις κινεζικές εξαγωγές και θα μείωνε τις συνέπειες των αμερικανικών δασμών στα κινεζικά εξαγόμενα αγαθά.

Η κινεζική κεντρική τράπεζα πάντως διαβεβαίωσε ότι θέλει και έχει τα μέσα να διατηρήσει το γουαν σταθερό.

Ο Τραμπ τερμάτισε την εκεχειρία στον εμπορικό πόλεμο με την Κίνα την Πέμπτη, ανακοινώνοντας την πρόθεσή του να επιβάλλει δασμούς σχεδόν στο σύνολο των εισαγωγών από την Κίνα από 1ης Σεπτεμβρίου.

Αυτό αφορά εξαγόμενα κινεζικά προϊόντα αξίας 300 δισεκ. δολαρίων, τα οποία ως τώρα είχαν γλιτώσει από τους επιπρόσθετους δασμούς, αλλά στις αρχές του επόμενου μήνα θα δασμολογηθούν κατά 10% και πάνω επιπλέον.

Ο Ντόναλντ Τραμπ απείλησε εξάλλου ότι εάν το Πεκίνο δεν αποδεχθεί τις αμερικανικές απαιτήσεις στις διμερείς διαπραγματεύσεις για το εμπόριο οι δασμοί αυτοί θα αυξηθούν «πολύ πάνω από το 25%».