JP Morgan: Η ακτινογραφία των ελληνικών τραπεζών – Τι εκτιμά για κέρδη, κεφάλαια, προοπτικές το 2025
- 23/01/2025, 09:45
- SHARE
Στην ακτινογραφία των ελληνικών τραπεζών προχώρησε με πρόσφατη έκθεσή του ο αμερικανικός οίκος JP Morgan, εστιάζοντας στα στοιχεία εκείνα που κάνουν τα εγχώρια χρηματοπιστωτικά ιδρύματα επενδύσιμα.
Ιδιαίτερη εντύπωση κάνουν τα πλεονάζοντα κεφάλαια, τα οποία φτάνουν, σωρευτικά, τα 8,4 δισ. ευρώ, και αποτελούν εχέγγυο προστασίας για μελλοντικές κρίσεις όσο και εφαλτήριο για μελλοντικές επενδύσεις. Πιο συγκεκριμένα:
Alpha Bank
Η Alpha Bank (ALPHA) είναι ένα από τα παλαιότερα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα στην Ελλάδα, με συνολικά στοιχεία ενεργητικού ύψους περίπου €74 δισ., εκ των οποίων περίπου τα €38 δισ. αντιστοιχούσαν, μέχρι το τρίτο τρίμηνο του 2024, σε δάνεια.
Επίσης, πρόσφατα, ήταν μία από τις περισσότερο γεωγραφικά διαφοροποιημένες τράπεζες, με περίπου 15% των μη προσαρμοσμένων εσόδων να αποδίδονται σε διεθνείς δραστηριότητες (κυρίως στην Κύπρο, τη Ρουμανία και το Ηνωμένο Βασίλειο).
Μετά την πώληση περίπου του 90% της Alpha Bank Ρουμανίας στην UniCredit, η «αναπροσαρμοσμένη» συνεισφορά των διεθνών εσόδων μειώθηκε σε περίπου 7%.
Υπενθυμίζεται πως, βάσει των όρων της συναλλαγής, η Alpha Bank διατήρησε περίπου 10% συμμετοχή στη νέα συνδυασμένη οντότητα UniCredit και Alpha Bank Ρουμανίας, ενώ η UniCredit κατέστη στρατηγικός επενδυτής με περίπου 10% συμμετοχή στην τράπεζα μέσω της αγοράς του ποσοστού που κατείχε το ΤΧΣ.
Η τράπεζα διαρθρώνεται σε τέσσερις βασικούς τομείς δραστηριότητας:
- Λιανική Τραπεζική (περίπου 37% των αναπροσαρμοσμένων εσόδων για το 2023),
- Χονδρική Τραπεζική (περίπου 41%),
- Διαχείριση Πλούτου (περίπου 5%) και
- Διεθνείς Δραστηριότητες (περίπου 7%), ενώ το υπόλοιπο αποδίδεται στη διαχείριση μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPE).
Επιδόσεις: Η Alpha Bank κατά το 9μηνο του 2024 σημείωσε κέρδη προ φόρων €839 εκατ. (+19% σε ετήσια βάση).
Τα καθαρά έσοδα από τόκους (NII) αυξήθηκαν κατά 2% φτάνοντας τα €1,2 δισ., λόγω της ισχυρής ανάπτυξης των δανείων σε εξυπηρέτηση (+8,0% σε ετήσια βάση), αντισταθμίζοντας τη μείωση του καθαρού περιθωρίου επιτοκίου (NIM) από 237 μονάδες βάσης στο 3ο τρίμηνο του 2023 σε 221 μονάδες βάσης στο 3ο τρίμηνο του 2024.
Τα έσοδα από προμήθειες αυξήθηκαν κατά 11% σε ετήσια βάση, φτάνοντας τα €306 εκατ., με βελτίωση σε όλες τις βασικές κατηγορίες προϊόντων, ιδίως στις προμήθειες που σχετίζονται με τη διαχείριση περιουσίας (€63 εκατ., +43% σε ετήσια βάση).
Τα επαναλαμβανόμενα έξοδα έτυχαν καλής διαχείρισης (+1,6% σε ετήσια βάση), ενώ το κόστος κινδύνου συνέχισε να εξομαλύνεται.
Μεσοπρόθεσμη προοπτική: Η Alpha Bank επικαιροποίησε το επιχειρηματικό της σχέδιο, στοχεύοντας σε αύξηση του δείκτη απόδοσης ιδίων κεφαλαίων (RoTE) πάνω από 14% (14,4% μέχρι στιγμής).
Για την περίοδο 2024-2026, τα έσοδα αναμένεται να αυξηθούν με σύνθετο ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης (CAGR) 3%, εκ των οποίων τα NII ~1% και τα έσοδα από προμήθειες ~10%. Τα έξοδα αναμένεται να αυξηθούν με CAGR 1,4%, με τον δείκτη κόστους προς έσοδα να μειώνεται στο ~37% (έναντι 39% στο 3ο τρίμηνο του 2024), ενώ το κόστος κινδύνου προβλέπεται να βελτιωθεί σε <65 μονάδες βάσης.
Δανειακό χαρτοφυλάκιο & ποιότητα ενεργητικού: Το δανειακό χαρτοφυλάκιο της Alpha Bank στο 3ο τρίμηνο του 2024 αποτελείται από:
- 70% δάνεια σε μεσαίες και μεγάλες επιχειρήσεις,
- 5% σε μικρές επιχειρήσεις,
- 19% στεγαστικά δάνεια και
- 6% καταναλωτικά δάνεια (συμπεριλαμβανομένων 3 ποσοστιαίων μονάδων πιστωτικών καρτών).
Στο πλαίσιο των προοπτικών της για την περίοδο 2024-2026, η τράπεζα προβλέπει για το καθαρό δανειακό χαρτοφυλάκιο σύνθετο ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης ~4,4%, στα €41 δισ.
Ο δείκτης μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (NPE) της τράπεζας στο 3ο τρίμηνο του 2024 ήταν 4,6% (~2,4% καθαρός, με κάλυψη 48%) μετά από επιταχυνόμενες προσπάθειες εξυγίανσης.
Η τράπεζα στοχεύει σε δείκτη NPE 4% μέχρι το τέλος του 2025.
Φερεγγυότητα & MREL: Ο δείκτης CET1 της Alpha Bank στο 3ο τρίμηνο του 2024 ήταν 15,5%.
Μέχρι το τέλος του 2026, αναμένεται να ξεπεράσει το 17,5%, λαμβανομένης υπόψη της αύξησης του ποσοστού διανομής από 35% σε ~50% έως το τέλος της περιόδου, υποδηλώνοντας σημαντικό πλεονάζον κεφάλαιο πάνω από τον εσωτερικό στόχο CET1 της τράπεζας (13%).
Σε σχέση με τις κανονιστικές απαιτήσεις, η κεφαλαιακή δομή του 3ου τριμήνου του 2024 παρέχει στην τράπεζα ~€1,7 δισ. πλεονάζον κεφάλαιο.
Με βάση τα αναφερόμενα στοιχεία, η Alpha Bank έχει έλλειμμα ~€100 εκατ. για την κάλυψη των απαιτήσεων MREL μέχρι τον Ιανουάριο του 2026.
Eurobank
H Eurobank είναι η μεγαλύτερη και πιο διαφοροποιημένη από τις τέσσερις ελληνικές συστημικές τράπεζες, με στοιχεία ενεργητικού ~€100 δισ. και δάνεια ~€50 δισ., εκ των οποίων ~34% προέρχονται εκτός Ελλάδας (μετά την πλήρη ενοποίηση των αποτελεσμάτων της Ελληνικής Τράπεζας στα κέρδη της μητρικής, από το 3ο τρίμηνο του 2024).
Στην εγχώρια αγορά, η τράπεζα δραστηριοποιείται σε τέσσερις κύριους επιχειρηματικούς τομείς:
- Λιανική τραπεζική (41% των εσόδων του Ομίλου για το 2023),
- Εταιρική τραπεζική (18%),
- Μονάδα Παγκόσμιων Αγορών και Διαχείρισης Περιουσίας (8%),
- Επιχειρήσεις Επενδυτικών Ακινήτων (3%).
Στο τέλος του 2023, η διεθνής δραστηριότητα της τράπεζας (26%) αφορούσε την Postbank Βουλγαρίας (14%) και την Eurobank Κύπρου (11%), με μικρή παρουσία στο Λουξεμβούργο.
Από τότε, η Eurobank έχει σταδιακά αυξήσει το μερίδιό της στην Ελληνική Τράπεζα σε ~94%, με την τελευταία ανακοινωθείσα αγορά να ολοκληρώνεται τον Φεβρουάριο του 2025.
Επιδόσεις: Η Eurobank σημείωσε κέρδη προ φόρων €1,4 δισ. το 9μηνο του 2024 (+30% σε ετήσια βάση).
Τα καθαρά έσοδα από τόκους (NII) αυξήθηκαν κατά 14% σε ετήσια βάση, φτάνοντας τα €1,8 δισ. (ή +4,8% χωρίς την επίδραση της ενοποίησης της Ελληνικής Τράπεζας), με το καθαρό περιθώριο επιτοκίου (NIM) να παραμένει σταθερό (281 μονάδες βάσης στο 3ο τρίμηνο του 2024 έναντι 284 στο 3ο τρίμηνο του 2023).
Τα έσοδα από προμήθειες αυξήθηκαν κατά 13% σε ετήσια βάση, φτάνοντας τα €374 εκατ. (+6,1% χωρίς την ενοποίηση της Ελληνικής Τράπεζας), κυρίως από συναλλαγές δικτύου, πιστωτικές κάρτες και προμήθειες από το Wealth Management.
Τα έξοδα αυξήθηκαν κατά +12% σε ετήσια βάση το 9μηνο του 2024, ή μόλις +1% χωρίς την ενοποίηση της Ελληνικής Τράπεζας. Το κόστος κινδύνου συνέχισε να μειώνεται.
Μεσοπρόθεσμη προοπτική: Η Eurobank έχει δημοσιεύσει επιχειρηματικό σχέδιο για την περίοδο 2024-2026, με τα αποτελέσματα του 2023. Κατά την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων του 3ου τριμήνου του 2024, η διοίκηση αναβάθμισε την προσδοκία για την απόδοση ιδίων κεφαλαίων (RoTE) από ~13% σε ~15% (έναντι 14,4% μέχρι στιγμής).
Δανειακό Χαρτοφυλάκιο & Ποιότητα Ενεργητικού: Το δανειακό χαρτοφυλάκιο στο 9μηνο του 2024 περιλαμβάνει:
- 51% δάνεια σε εταιρείες,
- 24% στεγαστικά δάνεια,
- 9% καταναλωτικά δάνεια και
- 7% δάνεια σε μικρές επιχειρήσεις.
Η πιστωτική επέκταση μεσοπρόθεσμα (~7% CAGR το 2024-2026) αναμένεται να προέλθει κυρίως από τη ΝΑ Ευρώπη (~10%) και τα εταιρικά υπόλοιπα στην Ελλάδα (~8%), με τα στεγαστικά δάνεια να αυξάνονται κατά ~3%.
Ο δείκτης μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (NPE) στην Ελλάδα ήταν 2,9% (~0,3% καθαρός, με κάλυψη 90%) στο 3ο τρίμηνο του 2024.
Φερεγγυότητα & MREL: Ο δείκτης CET1 της Eurobank στο 3ο τρίμηνο του 2024 ήταν 17,7%.
Ο στόχος της τράπεζας είναι το 14,5%, με προσδοκία >17% το 2024 και το 2026, υποδηλώνοντας σημαντικό πλεονάζον κεφάλαιο (~€2,6 δισ.). Οι απαιτήσεις MREL έχουν καλυφθεί πλήρως, με πλεόνασμα ~€500 εκατ.
Εθνική τράπεζα
Ιδρυθείσα το 1841, η Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος (ETEGA) είναι η παλαιότερη από τις τέσσερις κύριες εμπορικές τράπεζες στην Ελλάδα. Ανέφερε συνολικά περιουσιακά στοιχεία ύψους περίπου €74 δισ. στο τρίτο τρίμηνο του 2024, εκ των οποίων περίπου €35 δισ. αφορούν δάνεια προς πελάτες.
Οι δραστηριότητές της είναι κυρίως εγχώριες και διαρθρώνονται σε τρεις κύριους τομείς:
- Λιανική Τραπεζική (περίπου 65% των εσόδων του Ομίλου για το 2023),
- Εταιρική και Επενδυτική Τραπεζική (περίπου 29%),
- Διεθνείς Δραστηριότητες (περίπου 5% για το 2023), οι οποίες αποτελούνται από δύο θυγατρικές: την Stopanska Banka A.D. στη Βόρεια Μακεδονία και την NBG Cyprus Ltd. στην Κύπρο.
Επιδόσεις: Η τράπεζα κατέγραψε κέρδη προ φόρων €1,4 δισ. (Underlying PBT) το εννεάμηνο του 2024 (+15% σε ετήσια βάση).
Τα καθαρά έσοδα από τόκους (NII) αυξήθηκαν κατά 9% σε ετήσια βάση, στα €1,8 δισ., λόγω της ισχυρής ανάπτυξης δανείων (+6% ετησίως) και της διεύρυνσης του περιθωρίου καθαρών τόκων (NIM) κατά +28 μονάδες βάσης, φτάνοντας το 3,22% το εννεάμηνο του 2024.
Τα έσοδα από προμήθειες ήταν επίσης ισχυρά, με αύξηση +15% σε ετήσια βάση στα €313 εκατ., κυρίως λόγω της λιανικής τραπεζικής (+17%), με επενδυτικά προϊόντα (+35%), πληρωμές (+18%) και προμήθειες δανείων (+25%), ενώ οι εταιρικές προμήθειες αυξήθηκαν κατά +8%.
Τα λειτουργικά έξοδα παραμένουν υπό έλεγχο (+6% σε ετήσια βάση), με το δείκτη κόστους προς βασικά έσοδα στο 30%. Οι δαπάνες για κινδύνους συνεχίζουν να εξομαλύνονται.
Μεσοπρόθεσμη προοπτική: Σύμφωνα με το επιχειρηματικό σχέδιο της τράπεζας για την περίοδο 2023-2026, τα κέρδη μετά από φόρους (Core PAT) για το 2026 αναμένεται να ξεπεράσουν το €1,3 δισ., με σταθερά καθαρά έσοδα από τόκους (NII) κατά την αναφερόμενη περίοδο, υψηλή μονοψήφια σύνθετη ετήσια ανάπτυξη (CAGR) στα έσοδα από προμήθειες (F&C), χαμηλή μονοψήφια αύξηση στα λειτουργικά έξοδα (OpEx) και μέτρια αύξηση του κόστους κινδύνου προς <50%.
Δανειακό χαρτοφυλάκιο & ποιότητα περιουσιακών στοιχείων: Η κατανομή του εγχώριου δανειακού χαρτοφυλακίου της Εθνικής Τράπεζας στο εννεάμηνο του 2024 είναι: 66% εταιρικά δάνεια, 20% στεγαστικά δάνεια, 4% καταναλωτικά δάνεια και 4% δάνεια σε μικρές επιχειρήσεις.
Το υπόλοιπο αφορά διεθνή δάνεια. Η ανάπτυξη των δανείων αναμένεται να υποστηριχθεί κυρίως από τα εταιρικά υπόλοιπα (+9%) έως το 2026, ενώ η λιανική τραπεζική (ιδίως τα καταναλωτικά δάνεια και τα δάνεια μικρών επιχειρήσεων) θα συμβάλει από το 2025 και μετά (~2% CAGR).
Ο δείκτης μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (NPE) στην εγχώρια αγορά ανήλθε στο 3,3% (~0,5% καθαρά, κάλυψη 86%) στο τρίτο τρίμηνο του 2024.
Η διοίκηση στοχεύει σε δείκτη NPE περίπου 3% για το 2024, με στόχο να φτάσει κάτω από 3% το 2026.
Φερεγγυότητα & MREL: Ο δείκτης CET1 της Εθνικής Τράπεζας ανήλθε στο 18,5% το τρίτο τρίμηνο του 2024.
Η τράπεζα τηρεί οδηγία για διαχείριση κεφαλαίων πάνω από το εσωτερικό όριο του 14%, με οργανική παραγωγή κεφαλαίων άνω των 500 μονάδων βάσης, που αναμένεται να οδηγήσει σε δείκτη άνω του 23% το 2026, υποδεικνύοντας σημαντικό «πλεονάζον» κεφάλαιο για διανομή.
Η διοίκηση προγραμματίζει να διαθέσει περίπου το μισό για αποδόσεις στους μετόχους (με επανέναρξη καταβολής στο 30% για το 2023 και συσσώρευση στο 40% για το 2024), ενώ το υπόλοιπο θα κατευθυνθεί στην επέκταση του ισολογισμού.
Σε σχέση με τις ρυθμιστικές απαιτήσεις, η κεφαλαιακή δομή στο τρίτο τρίμηνο του 2024 παρέχει περίπου €2,6 δισ. πλεονάζοντα κεφάλαια, ενώ κατά την ημερομηνία αναφοράς υπήρχε έλλειμμα περίπου €450 εκατ. στις απαιτήσεις MREL τελικής κατάστασης.
Τράπεζα Πειραιώς
Από τις ελληνικές τράπεζες η Τράπεζα Πειραιώς (TPEIR) είναι η πλέον επικεντρωμένη στην εγχώρια αγορά, με το 97% των εσόδων της για το 2023 να προέρχεται από την ελληνική αγορά.
Στο τρίτο τρίμηνο του 2024, η τράπεζα ανέφερε στοιχεία ενεργητικού ύψους περίπου €79 δισ., εκ των οποίων περίπου €39 δισ. ήταν δάνεια προς πελάτες.
Οι δραστηριότητές της διαρθρώνονται σε τρεις κύριους τομείς:
- Λιανική Τραπεζική (46% των εσόδων για το 2023),
- Εταιρική Τραπεζική (31%),
- Χρηματοοικονομικές Αγορές Πειραιώς (17%),
- «Άλλες» δραστηριότητες όπως ακίνητα, Διαχείριση Πλούτου και διατομεακές δραστηριότητες, που συμβάλλουν κατά 5%, καθώς και μια μονάδα διαχείρισης μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (NPE).
Επιδόσεις: Η Τράπεζα Πειραιώς κατέγραψε κέρδη προ φόρων (Underlying PBT) €1,3 δισ. το εννεάμηνο του 2024 (+32% σε ετήσια βάση).
Τα καθαρά έσοδα από τόκους (NII) αυξήθηκαν κατά 7% σε ετήσια βάση στα +7% σε ετήσια βάση) και σταθερών περιθωρίων (NIM σταθερό σε ετήσια βάση στο ~2,73% το τρίτο τρίμηνο).
Τα έσοδα από προμήθειες (εξαιρουμένων των ενοικίων) παρουσίασαν εξαιρετική επίδοση, με αύξηση +21% σε ετήσια βάση στο εννεάμηνο του 2024 στα €419 εκατ., κυρίως λόγω των προμηθειών χρηματοδότησης, της έκδοσης καρτών, των μεταφορών κεφαλαίων και της ανάπτυξης στη διαχείριση περιουσιακών στοιχείων.
Τα έξοδα παρέμειναν σταθερά σε ετήσια βάση, ενώ οι δαπάνες για κινδύνους μειώθηκαν, με το δεύτερο τρίμηνο του 2023 να επηρεάζεται από συγκεκριμένη εταιρική υπόθεση.
Μεσοπρόθεσμη προοπτική: Το επιχειρηματικό σχέδιο της Τράπεζας Πειραιώς για την περίοδο 2023-2026 προβλέπει εξομαλυμένα κέρδη περίπου €1 δισ. για το 2026, με καθαρά έσοδα από τόκους (NII) €1,8 δισ. (υπονοούμενη σύνθετη ετήσια μείωση ~3% από τα επίπεδα του 2023), έσοδα από προμήθειες περίπου €0,7 δισ. (+12% CAGR) και έξοδα περίπου €0,9 δισ. (+4% CAGR).
Ο δείκτης κόστους κινδύνου (CoR) αναμένεται να μειωθεί περαιτέρω προς τις 60 μονάδες βάσης.
Δανειακό χαρτοφυλάκιο & ποιότητα περιουσιακών στοιχείων: Η κατανομή του εξυπηρετούμενου δανειακού χαρτοφυλακίου στο εννεάμηνο του 2024 είναι: 46% μεγάλοι εταιρικοί πελάτες και ναυτιλία, 30% μικρές επιχειρήσεις και ΜΜΕ, 19% στεγαστικά δάνεια και 5% καταναλωτικά δάνεια και πιστωτικές κάρτες.
Στο επιχειρηματικό της σχέδιο για την περίοδο 2024-2026, η τράπεζα προβλέπει σύνθετη ετήσια ανάπτυξη ~5,7% του εξυπηρετούμενου δανειακού χαρτοφυλακίου σε σχέση με τα επίπεδα του 2023, με την ανάπτυξη να καθοδηγείται κυρίως από την επέκταση των εταιρικών δανείων (~8,5% CAGR), ενώ τα καταναλωτικά δάνεια αναμένεται να αυξηθούν κατά ~2% και τα στεγαστικά δάνεια να μειωθούν κατά ~5%.
Ο δείκτης NPE της τράπεζας ανήλθε στο 3,2% στο εννεάμηνο του 2024 (~1,2% καθαρά, κάλυψη 61%), με στόχο τη μείωση του στο ~3% το 2025 και ~2,5% το 2026, ενώ η κάλυψη αναμένεται να βελτιωθεί στο ~90%.
Φερεγγυότητα & MREL: Ο δείκτης CET1 της Τράπεζας Πειραιώς ανήλθε στο 14,7% το τρίτο τρίμηνο του 2024.
Η τράπεζα δεν έχει θέσει εσωτερικό στόχο ή όριο για τη διανομή του CET1, αλλά παρέχει κατευθύνσεις για διατήρηση πάνω από το 14% κατά την περίοδο του σχεδίου, με βάση τη συσσώρευση μετά τη διανομή (25-30% το 2024, αυξανόμενο σε 50%). Οι στόχοι είναι >14% για το 2024, ~14,5% για το 2025 και €2,4 δισ.) την ίδια ημερομηνία αναφοράς (σημαντικό πλεονάζον κεφάλαιο 1,5 δισ. ευρώ). Η τράπεζα επιθυμεί δείκτη MREL άνω του 28% στο μέλλον.